Οι Γερμανοί ήταν καλύτεροι, η Εθνική αυτό το καλοκαίρι ξανακέρδισε τη φανέλα της
Ο Γιάννης Φιλέρης γράφει για την ανωτερότητα της Γερμανίας με τις πολλές λύσεις και το καλοκαίρι στο οποίο η Εθνική Ομάδα ξανακέρδισε το ειδικό βάρος και κύρος της τεράστιας φανέλας της
Το μαγικό πρώτο δεκάλεπτο δεν είχε συνέχεια, οι Γερμανοί προσαρμόστηκαν, έπαιξαν τρομερή άμυνα για τριάντα λεπτά, είχαν περισσότερες λύσεις από τον πάγκο και προφανώς ήταν καλύτεροι. Δεν χρειάζεται να δυιλίζουμε τον κώνωπα, ούτε να μεμψιμοιρούμε.
Ναι, δεν ήρθε η υπέρβαση που έψαχνε η Εθνική σε αυτόν τον προημιτελικό, η πορεία της στο ολυμπιακό τουρνουά ολοκληρώθηκε, αλλά είναι ίσως η πρώτη φορά που επιστρέφει μεν με άδεια χέρια, αλλά και με ένα αδιόρατο χαμόγελο ικανοποίησης για τη μάχη που έδωσε σε Λιλ και Παρίσι.
Εντάξει δεν φτάσαμε στην κορυφή του κόσμου, στην ουσία ούτε καν πλησιάσαμε, αν σκεφτούμε σε τέσσερα ματς η ομάδα γνώρισε τρεις ήττες και στο τέλος έχασε μάλλον καθαρά από την παγκόσμια Πρωταθλήτρια Γερμανίας. Τότε γιατί να μισογελάμε, θα ρωτήσετε. Η δική μου γνώμη:
- Η ελληνική ομάδα επέστρεψε σε ένα ολυμπιακό τουρνουά μετά από 16 χρόνια, την είχαν σχεδόν ξεχάσει μετά τις τρεις εμφανίσεις της σε τέσσερις Ολυμπιάδες (1996, 2004, 2008), έπαιξε σε ένα πολύ δύσκολο όμιλο, από τον οποίο κατάφερε να επιβιώσει με μια σημαντική νίκη κόντρα στην Αυστραλία.
- Ακόμα και στα ματς που έχασε, η Εθνική έδειξε χαρακτήρα, πολέμησε, γύρισε διαφορές άσχετα αν στο τέλος λύγισε. Σε όλους τους αγώνες είναι αλήθεια ότι είχαμε σωστή τακτική προσέγγιση και αντίστοιχη αγωνιστική νοοτροπία.
- Η εικόνα της είχε θετικό πρόσημο, ενώ είχε προηγηθεί και το 3-0 στο προολυμπιακό του ΣΕΦ, με αποτέλεσμα αυτό το καλοκαίρι, να έχουμε πετύχει δυο από τους τρεις σημαντικούς στόχους. Πρώτα η πρόκριση στους Ολυμπιακούς και μετά η συμμετοχή στα προημιτελικά. Αν μπαίναμε και στην τετράδα, σίγουρα θα μιλάγαμε για ένα τεράστιο κατόρθωμα, αλλά κάπου πρέπει να είμαστε εναρμονισμένοι με την πραγματικότητα...
Το "κάτι" που μας έλειπε
Ποια είναι αυτή η πραγματικότητα; Η Εθνική Ομάδα έχει τη δυνατότητα να ανταγωνιστεί στα ίσια ομάδες όπως ο Καναδάς των NBAer, η πρωταθλήτρια Ευρώπης Ισπανία, η Παγκόσμια Πρωταθλήτρια Γερμανία και η χάλκινη Ολυμπιονίκης Αυστραλία. Δεν μπορεί να τις νικήσει όλες, ωστόσο. Πρώτα οι απουσίες τριών παικτών όπως ο Σλούκας, ο Παπαπέτρου και ο Κώστας Αντετοκούνμπο κι ύστερα η δυναμική των αντιπάλων μας, μείωσαν τις όποιες πιθανότητες (θα) είχαμε.
Αυτό το κάτι που μας έλειπε, δεν εμφανίστηκε ποτέ. Αν το είχαμε, άλλωστε, θα ήμασταν καλύτεροι και θα... κερδίζαμε. Στο μπάσκετ έτσι γίνεται. Τη νίκη την παίρνει σχεδόν πάντα ο ισχυρότερος. Σίγουρα, πάντως, εκείνος που παίζει καλύτερα. Να, χθες για παράδειγμα, είχαμε ένα τρομερό ξεκίνημα. Με σπουδαία άμυνα, τόσο ενεργητική που έβγαλε εκτός ρυθμού τον Σρούντερ και τον Φραντς Βάγκνερ, με σωστή κυκλοφορία της μπάλας και επιλογές στην επίθεση που έφερε γρήγορα ένα +12, όμως τα ματς δεν τελειώνουν ποτέ στην πρώτη περίοδο.
Η δύναμη αυτή της γερμανικής ομάδας είναι το πλήθος των επιλογών της. Ο Γκόρντι Χέρμπερτ έχει δουλέψει πολύ, όχι μόνο με τα αστέρια της ομάδας του, αλλά και τα εργαλεία που διαθέτει στον πάγκο. Παίκτες με εμπεία EuroLeague, όπως ο Γιοχάνες Φόγκτμαν, ο Αϊζακ Μπόνγκα και ο Γιοχάνες Τίμαν. Ρολίστες στις ομάδες τους, ρολίστες και στην Εθνική, ξέρουν πολύ καλά τι πρέπει να κάνουν πάνω στο παρκέ.
Όταν οι δυο προπονητές, πήγαν στο βάθος του πάγκου τους, ο Χέρμπερτ διαισθανόταν ότι είχε πλεονέκτημα. Στο τέλος του ματς, η στατιστική έγραφε ότι η Γερμανία πήρε από τους παίκτες του πάγκου της 32 πόντους. Η Ελλάδα μόλις 8. Εφτά από τον Τολιόπουλο και έναν από τον Καλαϊτζάκη...
Αυτή ίσως είναι και η μεγάλη διαφορά των δυο ομάδων. Η Γερμανία είναι μια ομάδα που δουλεύεται εδώ και τρία-τέσσερα χρόνια από το ίδιο προπονητικό επιτελείο, η συγκεκριμένη Εθνική που είδαμε αυτό το καλοκαίρι, είναι ένα συγκρότημα ολίγων μηνών. Οι αντίπαλοί μας ήξεραν ότι έπρεπε να υψώσουν ένα τείχος απέναντι στην Ελλάδα, να πιέσουν τον Καλάθη και να σταματήσουν τη δημιουργία, ένα από τα ελληνικά όπλα στο τουρνουά.
Η Εθνική μας που δίνει κατά μέσο όρο σχεδόν 20 ασίστ, με τους Γερμανούς να παίζουν νταμπλ και τριπλ τιμ, να βάζουν τα χέρια τους παντού και να κυριαρχούν στον αέρα (32-28 τα ριμπάουντ) τελείωσε με 12 τελικές πάσες. Αν προσθέσετε και τα 15 λάθη, θα καταλάβετε πως σταδιακά άρχισε να χάνεται η διαφορά, οι αντίπαλοι πήραν κεφάλι και στο τέλος επικράτησαν με +13 π.
Κι όλα αυτά ενώ ο Σρούντερ τελείωσε το ματς με 5/12 σουτ κι ο Φραντς Βάγκνερ είχε 8/17. Όταν χρειάστηκε, βέβαια, σκόραραν κι αυτοί, αλλά η Εθνική πλήρωσε περισσότερο την σπουδαία απόδοση που είχαν Μπόνγκα και Τίμαν (19π και 12 ριμπ, μαζί) ή τους 12π που σκόραραν Φόγκτμαν και Βάιλερ Μπαμπ. Γι αυτό, όμως, η Γερμανία είναι πρωταθλήτρια κόσμου. Έχει αυτή την πολυτέλεια κι αυτό το υλικό, που την οδήγησε -επί του προκειμένου- στην τετράδα των Ολυμπιακών Αγώνων...
Η Ελλάδα πάλεψε μέχρι το 30. Ο απαράμιλλος Αντετοκούνμπο έβλεπε τρεις και τέσσερις παίκτες να πέφτουν πάνω του, γύριζε καλά την μπάλα, αλλά τα σουτ δεν έμπαιναν, ο Γουόκαπ έκανε ένα σπουδαίο ματς κυνηγώντας τον Σρούντερ και σκοράροντας 12π στην επίθεση, ενώ ο αρχηγός Παπανικολάου με 10π και 9 ριμπ, τα έδωσε όλα μαρκάροντας τον καταπληκτικό Φρ.Βάγκνερ.
Βήματα προς τα μπροστά
Θα ξαναδούμε, λοιπόν, αγώνες κατάταξης από το σπίτι. Παρόλα αυτά, σε αυτούς τους δυο μήνες που έζησε η Εθνική Ομάδα την ολυμπιακή περιπέτεια της, ξέρει ότι έχει κάνει βήματα προς τα μπροστά. Αρκεί να συνεχίσει να δουλεύει με τον ίδιο τρόπο και την ίδια νοοτροπία, που έχει -όπως φαίνεται- επιβάλλει ο εμβληματικός Βασίλης Σπανούλης.
Δεν θα πούμε ότι το μέλλον μας ανήκει, γιατί ο χρόνος πιέζει, οι ηλικίες πολλών παικτών (Καλάθης 36, Παπανικολάου 35, Σλούκας 35) δεν είναι ενθαρρυντικές, δύσκολα βγάζουμε νέους παίκτες (οι Γερμανοί, για παράδειγμα πήραν το χρυσό στο Ευρωμπάσκετ εφήβων, ενώ η δική μας ομάδα υποτίθεται με πολύ ταλέντο στο ρόστερ της έμεινε στη 10η θέση) ωστόσο ακόμα κι έτσι μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι.
Ο Βασίλης Σπανούλης έχει πάρει πολύ σοβαρά την αποστολή του, είναι ένας σπάνιος μπασκετάνθρωπος και σίγουρα μπορεί να εμπνεύσει το όλο κλίμα, ξέρει ότι θα χρειαστεί να πάρει και τολμηρές αποφάσεις, αν χρειαστεί, έχει όμως το ειδικό βάρος και το κύρος να το κάνει. Πάνω απ' όλα έχει κάνει κατανοητό το πόσο σημαντικό είναι να φοράει κανείς τη φανέλα με το εθνόσημο και κυρίως να το ευχαριστιέται. Ναι, αν κάτι κέρδισε αυτό το καλοκαίρι, η Εθνική Ομάδα είναι η φανέλα της. Σε ουσία, κύρος και ... βάρος!
Θα περιμένουμε, λοιπόν, με ανυπομονησία τους αγώνες των παραθύρων (ναι και αυτούς) και κυρίως το EuroBasket του 2025, με τους αγώνες της πρώτης φάσης επί κυπριακού εδάφους. Ίσως είναι η πρώτη φορά που το "ραντεβού τον Σεπτέμβρη" να μην είναι μια απλή τυπική ευχή...