Ολυμπιακός - Παναθηναϊκός το πρώτο αίμα και η πρώτη κριτική
Μια πρώτη ματιά στα νέα και παλιά πρόσωπα για Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό. Ο Γιάννης Φιλέρης είδε το σαββατοκύριακο τα τουρνουά σε Λευκωσία και Μόναχο και γράφει για τους αιωνίους που μετράνε αντίστροφα μέχρι την έναρξη της χρονιάς
Τα δυο τουρνουά που έγιναν σε Λευκωσία και Μόναχο έφεραν στο προσκήνιο Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό κι ενώ μπαίνουμε στην τελική ευθεία για την έναρξη των επίσημων διοργανώσεων, με πρώτη και καλύτερη την Ευρωλίγκα, το τζάμπολ της οποίας είναι προγραμματισμένο στις 30 Σεπτεμβρίου. Οι "πράσινοι" θα βρεθούν στην Αντίμπ, όπου εδρεύει η Μονακό, ενώ μια μέρα μετά (1/10) ο Ολυμπιακός υποδέχεται στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας την Μπασκόνια.
Τόσο ο Γιώργος Μπαρτζώκας, όσο κι ο Δημήτρης Πρίφτης ξέρουν ότι αυτές οι δυο-δυόμισι εβδομάδες που απομένουν τους βάζουν στη διαδικασία της αντίστροφης μέτρησης, άρα η δουλειά τους για να βρουν τον κατάλληλο βαθμό ετοιμότητας φτάνει στο αποκορύφωμα της.
Ο Ολυμπιακός μοιάζει να βρίσκεται ένα βηματάκι πιο μπροστά, ίσως γιατί οι κινήσεις του ήταν στοχευμένες ευθύς εξ' αρχής, ο βασικός κορμός του παρέμεινε ίδιος από πέρσι, αν και ακόμη είναι αρκετά νωρίς - και για τις δυο ομάδες μας- για την πλήρη φετινή τους εικόνα.
Δεν τους είδαμε, άλλωστε, και με ολόκληρο το ρόστερ του. Από τον Παναθηναϊκό έλειψαν Μέικον και Νέντοβιτς, οι κατεξοχήν σκόρερ της ομάδας στο "2", στον Ολυμπιακό δεν υπήρχε η παρουσία του Γιώργου Πρίντεζη, του παίκτη που οι Πειραιώτες εμπιστεύονται, περισσότερο από τον καθένα με πλάτη στο καλάθι.
Θα μιλήσουμε περισσότερο για πρόσωπα, παρά για την ομαδική προσπάθεια, αφού πρέπει να γίνουν δυο-τρία ματς ακόμα (ιδιαίτερα για τον Παναθηναϊκό) ώστε να υπάρξει μια πιο ολοκληρωμένη ματιά για τις επιδιώξεις των δυο προπονητών.
Δεν θα δώσουμε και τόσο μεγάλη βάση και στα αποτελέσματα, όχι ότι δεν έχουν σημασία, είναι, όμως, τα τελευταία που θα πρέπει να μας απασχολούν όσο τα ματς είναι, ακόμη, φιλικά. Οι προπονητές, άλλωστε, δεν δίνουν τόση σημασία στο σκάουτινγκ των αντιπάλων, όπως κάνουν στα επίσημα ματς, όσο στην εφαρμογή των δικών τους πλάνων πάνω στο παρκέ.
Πάμε, λοιπόν, σε μια πρώτη ... προσωποκεντρική ανάλυση. Για την ομαδική, έχουμε ολόκληρη σεζόν μπροστά μας
Ο Γουόκαπ δίνει κύρος στον "άσο"
Στον Ολυμπιακό, ο Τόμας Γουόκαπ δίνει άλλη διάσταση στην περιφέρεια της ομάδας. Ένας κλασικός πόιντ-γκαρντ, ψηλός και πολύ δυνατός στην προσωπική άμυνα, μοιάζει να είναι ο ιδανικός παρτενέρ του Κώστα Σλούκα, που θα παίζει περισσότερο σε ελεύθερο ρόλο, κάτι που ο διεθνής γκαρντ χρειάζεται χρόνο να το συνηθίσει.
Ο Γουόκαπ έχει το μυαλό του στη δημιουργία, κατευθύνει καλά τους συμπαίκτες του και θα πάρει συγκεκριμένες επιθέσεις που του αναλογούν είτε σουτάροντας για τρεις, είτε επιχειρώντας ντράιβ αλλά και ποστ απ έναντι κοντύτερων αντιπάλων.
Η προσωπική του άμυνα θα είναι ένα συν για τον φετινό Ολυμπιακό, που υπέφερε πέρσι όταν αντιμετώπιζε ομάδα με δυναμικούς γκαρντ (εξ ου πολλές φορές η εμμονή του Μπαρτζώκα να χρησιμοποιεί τον καλό αμυντικό, πλην "άσφαιρο" Τσαρλς Τζένκινς). Ο ξανθομάλλης Αμερικανός ανταποκρίνεται και στις αλλαγές στα σκριν, καθώς έχει τις φυσικές δυνάμεις να κοντράρει ψηλούς.
Η σταθερότητα του Ντόρσεϊ
Δεν θα πάρει εξτρίμ αποφάσεις μέσα στο παιχνίδι, είναι περισσότερο παίκτης ομάδας παρά κάποιος που με μια ενέργεια θα κρίνει τη νίκη (αν και το κλέψιμο στον Σλούκα, πέρσι με την Ζαλγκίρις είναι μια διάψευση της γενικής εκτίμησης για το πως κινείται μέσα στο γήπεδο).
Για το "απρόβλεπτο" παιχνίδι, ο Ολυμπιακός απέκτησε στα γκαρντ τον Τάιλερ Ντόρσεϊ, αντικαθιστώντας τον Άαρον Χάρισον. Ακόμη ο ελληνοαμερικανός γκαρντ δεν έχει προσαρμοστεί πλήρως, καθώς ενσωματώθηκε τελευταίος στην προετοιμασία, έχει αρκετά σκαμπανεβάσματα (όπως συνολικά στην καριέρα του) με τον Μπαρτζώκα μέχρι στιγμής να τον εναλλάσσει δίπλα σε Γουόκαπ-Σλούκα. Είναι κομβικής σημασίας να γίνει ο Ντόρσεϊ σταθερό σημείο αναφοράς, αφού έτσι η περιφέρεια του Ολυμπιακού θα προκαλεί πραγματικούς πονοκεφάλους στις αντίπαλες άμυνες.
Η ΤΣΣΚΑ, πάντως, με τα ψηλά κορμιά της, έστειλε το μήνυμα για το πόσο σημαντική είναι η προσήλωση από το πρώτο δευτερόλεπτο, αλλά και το καλό μακρινό σουτ, στο οποίο ο Ολυμπιακός μοιάζει να έχει βελτιώσει επιδόσεις, χρειάζεται, ωστόσο, ακόμη καλύτερες προσαρμογές.
Ο ογκόλιθος Φαλ
Καθώς πολλές ομάδες επιστρέφουν σε σέντερ δεινόσαυρους, ο Ολυμπιακός έκανε την έκπληξη -αν σκεφτούμε τη φιλοσοφία του προπονητή του που προτιμούσε πάντα τους λεγόμενους mobile center- εμπιστευόμενος μια θέση στη ρακέτα στον ογκόλιθο Μουσταφά Φαλ. Μάλλον ο κόουτς του Ολυμπιακού βαρέθηκε να βλέπει πέρσι τη ρακέτα του να γίνεται ξέφραγο αμπέλι και αποφάσισε να στρίψει αλλιώς φέτος.
Ο διεθνής Γάλλος έχει τα γνωστά συν και πλην ενός τόσο ψηλού (2.18) παίκτη. Τεράστιο κορμί, που μαζί με τα χέρια κρύβουν τον ορίζοντα. Προσθέστε και την καλή αίσθηση του χώρου και την ικανότητα του να πασάρει σωστά και αφαιρέστε τα αργά πόδια και μια κούραση που δείχνει να έχει από την καταπόνηση και του ολυμπιακού τουρνουά.
Ο Ολυμπιακός θέλει να τον εκμεταλλευτεί και στις δυο πλευρές του γηπέδου, κρύβοντας ταυτόχρονα και τις αδυναμίες του. Για να βγει θετική η σούμα θέλει πολλή δουλειά κι από τους δυο. Κι από την ομάδα και από τον ίδιο τον πανύψηλο Γάλλο.
Ο τέταρτος των νεοφερμένων στον Ολυμπιακό είναι ο Μιχάλης Λούντζης, σε ένα ιδιαίτερο ρόλο, τελείως διαφορετικό από κείνο που είχε στον Προμηθέα. Αν είναι έτοιμος κάθε φορά να παίξει τόσο καλά, που βγαίνοντας να τον συγχαίρει όσο πιο ένθερμα γίνεται ο Γιώργος Μπαρτζώκας (όπως συνέβη στον αγώνα με τη Ζενίτ) τότε θα έχει συνειδητοποιήσει απόλυτα την αποστολή του. Θέλει κι αυτός το χρόνο και σίγουρα τα παιχνίδια, που μάλλον θα είναι περισσότερα επί ελληνικού εδάφους.
Μπροστά Βεζένκοφ και Σαν Σαρλ
Την ίδια ώρα ο Σάσα Βεζένκοφ κατά κύριο λόγο και ο Λιβιό Ζαν Σαρλ κατά δεύτερο, έχουν ξεχωρίσει από τον περσινό κορμό. Ο πρώτος μοιάζει ασταμάτητος, συνεχίζει από κει που σταμάτησε πέρσι, παίρνει πολλές επιθέσεις, παίζοντας με τρομερή αυτοπεποίθηση, έχοντας ταυτόχρονα βελτιώσει και τις αμυντικές του επιδόσεις. Τα ...σπρωξίματα με τον Σενγκέλια του υπενθύμισαν ότι πρέπει να σκληρύνει ακόμη περισσότερο, η γενική εντύπωση ωστόσο είναι ότι ο Σάσα θα αποτελέσει βασικότατο πυλώνα του φετινού Ολυμπιακού.
Ο Ζαν Σαρλ, υποτιμημένος όσο λίγοι ξένοι που έχουν παίξει στην Ελλάδα, δείχνει πόσο χρήσιμος είναι. Μπορεί να παίζει στο "4", προσωπικά μου αρέσει ... περισσότερο στο "5", έχει πάντως την ικανότητα να δίνει διαρκώς λύσεις στην ομάδα, με ξεχωριστή "μπασκετική" οικονομία.
Σε καλό επίπεδο βρίσκεται και ο Χασάν Μάρτιν, έστω κι αν προέρχεται από διπλή επέμβαση στο γόνατο. Τουλάχιστον αυτό έδειξαν τα τελειώματά του στο τουρνουά της Κύπρου. Όταν ανακτήσει πλήρως την εκρηκτικότητα του, ο Ολυμπιακός θα πάρει όσα πράγματα μπορεί να του προσφέρει ο σπουδαίος Αμερικανός. Η προσθήκη του Ντόρσεϊ στην περιφέρεια, μοιάζει να μπερδεύει λίγο τον Σακιλ Μακίσικ, που παραμένει καλύτερος στον ρόλο του game changer, παρά στο πέντε, εναντίον πέντε. Η εμφάνιση του στο ματς με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας είναι χαρακτηριστική για το πόσο καλός είναι σε αυτού του είδους το παιχνίδι. Θα χρειαστεί πάντως να προσαρμοστεί και στο άλλο.
Ο Γιαννούλης Λαρεντζάκης έχει ανεβάσει την αυτοπεποίθησή του στα ύψη, από την περσινή σεζόν, όπου κέρδισε τη θέση με το σπαθί του, είναι πλέον ένα από τα βασικά στελέχη που εμπιστεύεται ο Μπαρτζώκας, ειδικά όταν χρειάζεται στο γήπεδο "καμικάζι" και παίκτες ειδικών αποστολών. Περιμένοντας και την επιστροφή του αρχηγού Γιώργου Πρίντεζη που θα δώσει στον Ολυμπιακό ακόμη μεγαλύτερο εύρος στην φροντ λάιν (και πολύ παιχνίδι από το ποστ-απ, τη σπεσιαλιτέ του έμπειρου άσου), υπάρχουν ακόμη δυο Έλληνες κλειδιά για την εξέλιξη της σεζόν.
- Ο Κώστας Παπανικολάου, που ταλαιπωρήθηκε από ένα ύποπτο τραυματισμό, είναι ο κλασικότερος σμολ-φόργουορντ που διαθέτει ο Ολυμπιακός. Το πόσο σημαντική είναι η παρουσία του, φάνηκε πέρσι. Τα δεκάδες πράγματα που κάνει στο γήπεδο είναι απαραίτητα για την εύρυθμη λειτουργία της ομάδας κυρίως στην άμυνα. Ο καλός Παπανικολάου, ωστόσο, είναι πολύτιμος και στην επίθεση, ο Μπαρτζώκας τον περιμένει ευχόμενος να σταματήσουν και τα προβλήματα με τους τραυματισμούς, που ο διεθνής άσος βγάζει κατά καιρούς.
- Και φυσικά, ο Κώστας Σλούκας. Καθώς έχει ήδη αποχωρήσει ο εμβληματικός κάπτεν, Βασίλης Σπανούλης, ο Σλούκας παίρνει οριστικά τον μανδύα του ηγέτη της ομάδας, εκείνου που εν ολίγοις θα αποφασίζει για την τύχη της. Θέλει λίγα ματς να συνειδητοποιήσει τι ακριβώς σημαίνει για τον Ολυμπιακό, αλλά νομίζουμε πως η φετινή σεζόν θα τον εκτοξεύσει οριστικά εκεί που δικαιολογείται και ο τεράστιος περσινός ντόρος, που έγινε πέρσι για την απόκτησή του.
Τα δυο ερωτηματικά του Παναθηναϊκού
Πάμε και στον Παναθηναϊκό, με την υποσημείωση ότι η κριτική γίνεται χωρίς να έχουμε δει στην ομάδα τόσο τον Νεμάνια Νέντοβιτς και τον Ντάριλ Μέικον, η παρουσία των οποίων παίρνει σίγουρα χρόνο, πόντους και προσπάθειες από τους υπόλοιπους. Είναι τελείως διαφορετική και η περιφερειακή γραμμή των "πρασίνων" με ή χωρίς τους δυο, αν και για την περίπτωση του Νέντοβιτς μπαίνει πάντα το "εάν και εφόσον" είναι υγιής.
Τα δυο μεγάλα ερωτηματικά για τον ΠΑΟ, ωστόσο, έρχονται από αλλού. Για τον Νέντοβιτς, όλοι γνωρίζουν ότι είναι επιρρεπής στους τραυματισμούς, ίσως για αυτό να αποκτήθηκε και ο Μέικον, ώστε το κεφάλι του Πρίφτη να μην πονοκεφαλιάζει για το "2" στις πολύ ... συχνές περιπτώσεις που θα λείπει ο εξαιρετικός sharp shooter Σέρβος. Ο Αμερικανός, πρώην γκαρντ της ΑΕΚ, έχει την ικανότητα του Νέντοβιτς στο σκοράρισμα, πηγαίνοντας περισσότερο στο ένας εναντίον ενός.
Με βάση την εικόνα στο Μόναχο, όμως, ο κόουτς του Παναθηναϊκού θα πρέπει να προβληματίζεται για το πως παίζουν οι δυο ψηλοί που αποκτήθηκαν το καλοκαίρι.
Ο Οκάρο Γουάιτ, προς το παρόν, δεν έχει καμιά σχέση με τον παίκτη που είχε πρωτοπαίξει στην Ελλάδα φορώντας τη φανέλα του Άρη, δείχνει διστακτικός, χωρίς έκρηξη. Προφανώς ο προπονητής που τον είχε πέρσι βασικό στην Καζάν υπολογίζει ότι θα συναντήσει εκ νέου έναν πολύπλευρο φόργουορντ, μέχρι τώρα πάντως κάτι τέτοιο δεν το είδαμε. Μπορεί να είναι ζήτημα προετοιμασίας, η προσαρμογής στα νέα δεδομένα, χωρίς τον καλό Γουάιτ, όμως, από τη θέση "4", ο Παναθηναϊκός θα δυσκολευτεί αρκετά.
Ο Τζέρεμι Έβανς δεν είναι κλασικό τεσσάρι, παίζει πιο κοντά στο καλάθι, θα χρειαστεί ωστόσο να ανεβάσει σύντομα στροφές για να προσφέρει ουσιαστικές λύσεις μέσα στη ρακέτα. Κάτι που, τουλάχιστον στο Μόναχο, δεν είδαμε. Η επιστροφή του στο υψηλότερο επίπεδο έγινε πέρσι όταν ο Μεσίνα του έδωσε μια θέση στην Αρμάνι Μιλάνου, ο Παναθηναϊκός όμως μάλλον θα του ζητάει περισσότερα από το βοηθητικό ρόλο που είχε στην ιταλική ομάδα. Αν αυτοί οι δυο δεν καταφέρουν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους, η απώλεια του Μήτογλου θα φαντάζει ακόμη πιο σημαντική απ' όσο είναι στην πραγματικότητα...
Μάτια δεν έχει βγάλει ούτε ο Φλόιντ, το εντυπωσιακό κόψιμο που έκανε, ωστόσο, στην εκπνοή της παράτασης κόντρα στην Βίρτους Μπολόνια, είναι ένα δείγμα των ικανοτήτων ενός παίκτη, ο οποίος θα χρειαστεί να προσφέρει πολλά στον όχι και άπλετο χρόνο που θα παίρνει στα ματς του Παναθηναϊκού.
Αντέχει αλλά δεν φτάνει ο Πέρι
Προφανώς ο Παναθηναϊκός έχει ένα μόνιμο κενό. Του λείπει (και βάσει σχεδιασμού) ένας ακόμη κλασικός άσος. Η αιφνιδιαστική αποχώρηση του Μπρέι, ανέτρεψε τα σχέδια του Πρίφτη που αφού δεν μπόρεσε στην αρχή να απαλλαγεί, εν συνεχεία υπολόγιζε στον Αμερικανό. Ο Μπρέι, όμως, έφυγε και πίσω έμεινε ο Κέντρικ Πέρι, που δεν αποκτήθηκε ως κεντρική επιλογή, αλλά περισσότερο για συμπληρωματικό ρόλο.
Άλλος ο Πέρι ερχόμενος από τον πάγκο, άλλος ο Περι σαν βασικός πλέι-μέικερ της ομάδας. Δεν είναι σωστό και για αυτόν να κρίνεται με αυτόν τον τρόπο, πέραν της φιλότιμης προσπάθειας που κάνει, το καλό σουτ που διαθέτει, τη μαχητικότητα και την ταχύτητα που τον διακρίνουν. Σε μια πλήρη περιφέρεια θα' ναι πολύτιμος. Με τόσες απώλειες δίπλα του, σίγουρα δεν φτάνει μόνος του. Πρέπει σίγουρα να τον δούμε πως θα λειτουργεί και με Μέικον-Νέντοβιτς στο πλευρό του.
Το αλάθητο του Παπα (πέτρου)
Απόντων των δυο σκόρερ από την περιφέρεια, ο Παναθηναϊκός στήριξε το μεγαλύτερο μέρος του παιχνιδιού του στον έτσι κι αλλιώς αναμφισβήτητο ηγέτη του. Ο Ιωάννης Παπαπέτρου πήρε την μπάλα και το ... ελεύθερο από τον Δημήτρη Πρίφτη να εκτελεί κατά βούληση, εμπιστευόμενος το χέρι του, όσο κανείς άλλος. Σε κάποια στιγμή, ειδικά στο ματς με την Μπολόνια, ο άσος του Παναθηναϊκού είχε πάρει αμπάριζα όλες τις επιθέσεις, ευστοχώντας από οποιαδήποτε θέση του γηπέδου.
Προφανώς δεν θα έχει κάθε βράδυ 8/11 τρίποντα, ούτε θα βάζει 41 πόντους, ωστόσο, είναι ο πυλώνας που θα στηρίξει ο Παναθηναϊκός το παιχνίδι του, όπως άλλωστε συνέβη και πέρσι στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν. Καθώς δεν υπάρχει, πλέον, και ο Μάριο Χεζόνια με τον οποίο λίγο πολύ υπήρχε ένα μπέρδεμα (και χανόταν κάπου η τελική χημεία της ομάδας) ο Παπαπέτρου παίρνει από το χεράκι τον ΠΑΟ και προσπαθεί να τον οδηγήσει όσο μπορεί ψηλότερα. Σίγουρα δεν φτάνει μόνος του ώστε να γίνουν υπερβάσεις, πρέπει να τραβήξει μαζί του και τους υπόλοιπους, ή αν προτιμάτε να τον ακολουθήσουν οι συμπαίκτες του.
Για τον Γιώργο Παπαγιάννη είναι μια τέτοια σεζόν. Έκανε πολλά βήματα μπροστά ο ψηλός, πέρσι. Θα χρειαστεί ακόμη μεγαλύτερη ένταση, διάθεση και μπάσκετ εκ μέρους του, ώστε να μπορέσουν οι "πράσινοι" να εκμεταλλευτούν πλήρως τα εξαίσια προσόντα του. Είναι και η χρονιά που ολοκληρώνεται το συμβόλαιό του με ό,τι αυτό συνεπάγεται...
Τέτοια βήματα έκανε σίγουρα και ο Λεωνίδας Κασελάκης. Ένας αντίστοιχος Λαρεντζάκης για τον Παναθηναϊκό, αφού έχει μέσα του την ίδια φλόγα και διάθεση, που τον καθιέρωσαν οριστικά και μάλιστα σε μια θέση που δεν συνήθιζε να παίζει πολύ (στο "3"). Δεν θα λέγαμε το ίδιο για τον Λευτέρη Μποχωρίδη, που κάποια στιγμή πρέπει να αρπάξει την ευκαιρία από τα μαλλιά και να δείξει ότι ο Παναθηναϊκός μπορεί να μη χρειάζεται, εν τέλει, άλλο πλέι-μέικερ.
Κλειδί ο Σαντ Ρος
Κομβικός παίκτης είναι για τον Παναθηναϊκό, ο Χάουαρντ Σαντ Ρος. Μπορεί να δώσει πολλές λύσεις, παίζοντας βέβαια στη φυσιολογική του θέση που αρχίζει από το "2" και τελειώνει στο "3", σε καμιά περίπτωση, όμως, στο "1". Ο Κουβανός έχει τεράστια φυσικά προσόντα, είναι παίκτης ρυθμού και αγώνων, μπορεί να κάνει τη διαφορά εφόσον όμως τους έχει όλους δίπλα του. Και μέχρι τώρα βλέπει μόνο τον Παπαπέτρου.
Για τον Λευτέρη Μαντζούκα το τουρνουά ήταν το βάπτισμα του πυρός, όπως όλη η χρονιά που θα τον εισάγει από το όνειρο στην πραγματικότητα μιας ομάδας πολύ υψηλών απαιτήσεων όπως ο Παναθηναϊκός, ενώ ο Βασίλης Καββαδάς, παίζει ακριβώς όπως περιμένει κανείς από τον τρίτο σέντερ κάθε ομάδας.