X

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων. Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία μας και των συνεργατών μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν από τη συγκατάθεσή σας ή να αρνηθείτε να δώσετε τη συγκατάθεσή σας. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αντιταχθείτε σε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις μας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΠΑΝΟΥΛΗΣ

Το τελευταίο ζεϊμπέκικο για τον Βασίλη Σπανούλη

Απόψε είναι η βραδιά του Βασίλη Σπανούλη και ο Γιάννης Φιλέρης γράφει για τη μυθική καριέρα του ατρόμητου Θεσσαλού. Ένα μάγκικο, παλικαρίσιο ζεϊμπέκικο, με όλους μας, εχθρούς και φίλους να χτυπάμε παλαμάκια...

Του Βασίλη Σπανούλη του άρεσε να βάζει καλάθια, να κερδίζει, να παίρνει τίτλους και στο τέλος να χορεύει κι ένα ζεϊμπέκικο. Στα διάφορα επινίκια γλέντια του Ολυμπιακού, πάντα είχε ένα χορό στο τέλος για πάρτη του. Συνήθως τα όργανα έπαιζαν το "βρέχει φωτιά στην στράτα μου". Βαρύ ζεϊμπέκικο, με τη φωνή του αξεπέραστου Στράτου Διονυσίου, σε μουσική Μίμη Πλέσσα και στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. Το 'χε πρωτοχορέψει ο Άγγελος Κρεούζης, ο Νίκος Κούρκουλος δηλαδή, στο "ορατότης μηδέν".

ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΡΘΡΟ

Το προτιμούσε ο Βασίλης, όταν σηκωνόταν να χορέψει μετά από ένα θρίαμβο της ομάδας του. Μόνος του, όπως ορίζουν οι άγραφοι κανόνες αυτού του κατεξοχήν πολεμικού χορού. Οι ρίζες του χάνονται στα βάθη των αιώνων. Μπορεί και μέχρι τα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στα οποία σύμφωνα με τον Γιάννη Τσαρούχη, οι Ζεϊμπέκηδες, Μακεδόνες και Θρακιώτες πολεμιστές κατά βάση, είχαν ακολουθήσει τον στρατηλάτη στην εκστρατεία του.

Οι μουσουλμάνοι Ζεϊμπέκοι, πάντως, ήταν περιπλανώμενοι αντάρτες. Ιππότες των βουνών, τους έλεγαν. Στο ζεϊμπέκικο, έγραφε ο Παύλος Μεθενίτης, "ο χορευτής έχει τα χέρια τεντωμένα, σαν ανοιχτά φτερά, σαν να προσπαθεί συνεχώς να πετάξει, όμως το κεφάλι του είναι σκυμμένο προς τη γη". Σα να περιέγραφε τον Βασίλη Σπανούλη μέσα στο γήπεδο...

Δεν χαμπάριαζε από τον πόνο

Εδώ που τα λέμε η καριέρα του Βασίλη, στον οποίο απόψε στο ΣΕΦ, ο οικοδεσπότης Ολυμπιακός αλλά και σύσσωμο το ελληνικό μπάσκετ αποτίουν φόρο τιμής, έμοιαζε με ένα παλικαρίσιο, μάγκικο ζεϊμπέκικο, με συμπαίκτες και αντιπάλους να χτυπάνε παλαμάκια.

Ήταν δεν ήταν 17 χρονών, όταν οδηγούσε τον Κεραυνό Λάρισας στην κατάκτηση του εφηβικού πρωταθλήματος, διαλύοντας στον τελικό τον Ολυμπιακό, με 31 πόντους. Άλλους 40 είχε σκοράρει εναντίον του Άρη, με τον αστράγαλο του τουμπανιασμένο, από ένα διάστρεμμα που 'χε πάθει κάποιες μέρες πριν. Δεν χαμπάριαζε από τον πόνο ο Βασίλης. Πολλές φορές τον νικούσε.

Χρόνια αργότερα, στο Κόπερ της Σλοβενίας, ήμουν μάρτυρας μιας υπερπροσπάθειας που 'χε κάνει στο Ευρωμπάσκετ 2013 για να παίξει με την Εθνική Ομάδα, ενώ το τραυματισμένο πόδι του δεν έμπαινε καλά-καλά στο παπούτσι. Το πάθος του για να μπει στο γήπεδο, να βοηθήσει την ομάδα του, να πάρει τη νίκη, ήταν οι δικές του ενέσεις και τα παυσίπονα. Η "θεραπεία" του.

Και το τελευταίο σουτ επίσης...

Η αυτοπεποίθηση του ξεχείλιζε πάντα από τη φανέλα του

Το πρώτο μπάζερ το 'χε πάρει σε ένα ντέρμπι της Α2, άγουρο αστεράκι ακόμα του Γυμναστικού Λάρισας. Οι αντίπαλοι είχαν κλείσει τους "καλούς", η μπάλα πήγε στα χέρια του. Δεν το σκέφτηκε καν. Μπαμ και μέσα. ΜΙα κίνηση που επανέλαβε εκατοντάδες φορές στην καριέρα του, δοκιμάζοντας ένα σουτ με τον χρόνο να μετράει αντίστροφα Τις περισσότερες φορές, ακόμα κι αν είχε χάσει όλα τα προηγούμενα, όλοι ήξεραν ότι με ένα περίεργο τρόπο η πορτοκαλί θεά θα του έκανε το χατίρι. Αλλά κι όταν έβρισκε σίδερο, ήταν έτοιμος να ξανακάνει το επόμενο.

Η αυτοπεποίθηση του ξεχείλιζε πάντα από τη φανέλα του. Σε εκείνη την πρώτη του κιόλας χρονιά στην Α2 όταν ο Γυμναστικός μετά και τον τραυματισμό του Κώστα Ζέρβα είχε ξεμείνει από λύσεις στην περιφέρεια, πήγαινε στους ανθρώπους της ομάδας και τους καθησύχαζε με περισσό θράσος: "Μην φοβάστε. Θα παίξω εγώ..."

Η ίδια η ζωή τον είχε οπλίσει ξαφνικά με θάρρος και αποφασιστικότητα που δεν βρίσκεις συχνά σε παιδιά τα οποία μόλις ξεκινούν την καριέρα του. Στα 15 του έχασε τον πατέρα του Θανάση, που τον αγαπούσε και προφήτευε σε ανύποπτο χρόνο ότι ο "μικρός θα γίνει ο καλύτερος μπασκετμπολίστας στην Ελλάδα". Η πατρική απώλεια έδεσε την οικογένεια Σπανούλη, ακόμα περισσότερο. Ο αδερφός του Δημήτρης και η μητέρα του Γεωργία έγιναν ένα μαζί του, συντροφεύοντας τα βήματά του, ένα προς ένα.

ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΡΘΡΟ

Δυο πράγματα αγάπησε όσο τίποτε άλλο στη ζωή του, ο Βασίλης. Το μπάσκετ και την οικογένεια. Αυτή που έφτιαξε, άλλωστε, ο ίδιος μαζί με την αγαπημένη του σύζυγο του Ολυμπία δεν έχει προηγούμενο. Ένας υπεραθλητής, τόσο αφοσιωμένος στη δουλειά του, συνήθως στο σπίτι του θέλει ηρεμία, απομόνωση και αυτοσυγκέντρωση. Ο Σπανούλης το δικό του, το γέμισε με παιδιά. Ούτε ένα, ούτε δυο, αλλά έξι τον αριθμό, να' χει να τα καμαρώνει!

Ο απόλυτος σταρ, έγινε και ο απόλυτος οικογενειάρχης. Τις δυο πλευρές του τιμώμενου προσώπου απόψε στο ΣΕΦ είχε αποκαλύψει ο Ιωάννης Παπαπέτρου, όταν αφηγήθηκε (στην κάμερα της Nova) μια σκηνή, μετά από ένα παιχνίδι του Ολυμπιακού: "Μπαίνουμε στα αποδυτήρια κι ενώ είχε σκοράρει, δεν ξέρω κι εγώ πόσους πόντους, παίρνει τηλέφωνο την Ολυμπία και της λέει: Έλα Ολυμπίτσα μου, τι φαΐ έχουμε σήμερα;"

Χόρευε αυτός, χόρευαν και οι αντίπαλοί του

Τα ζεϊμπέκια του Βασίλη είχαν ξεκινήσει από την παιδική του ηλικία. Χόρευε αυτός, χόρευαν και οι αντίπαλοί του. Όπλο του η θέληση του να γίνεται καλύτερος, το πείσμα του να βελτιώνει τα λάθη του και να προπονείται για ώρες, ενώ οι συμπαίκτες του απολάμβαναν ένα ρεπό. Το έχω δει με τα μάτια μου, όταν ένα πρωί κι ενώ ο Σπανούλης έπαιζε ακόμα στον Παναθηναϊκό, βρέθηκα στο ΟΑΚΑ για μια συνέντευξη με τον Βαγγέλη Αγγέλου, τότε προπονητή της ΑΕΚ.

Όπως βάδιζα προς το Γραφείο του "κιτρινόμαυρου" κόουτς που βρισκόταν δίπλα στον αγωνιστικό χώρο, άκουσα μπάλες. "Βαγγέλη, αν έχεις προπόνηση, έρχομαι αργότερα" λέω. Ο Αγγέλου χαμογέλασε: "'Όχι, εμείς έχουμε το απόγευμα. Για δες ποιοι κάνουν σουτάκια..." μου απάντησε. Κάνω δυο βήματα προς την κεντρική σάλα και βλέπω Σπανούλη και Διαμαντίδη με μια μπάλα στα χέρια.

Το προηγούμενο βράδυ, ο Παναθηναϊκός είχε κατακτήσει το Κύπελλο Ελλάδος. Δεν είχαν κανένα λόγο να έρθουν πρωινιάτικα στο γήπεδο. Όλοι οι συμπαίκτες τους, εκείνη την ώρα πρέπει να ξύπναγαν ή να έψαχναν το... μαξιλάρι τους. Για αυτούς, όμως, ήταν αδιανόητο να χαλάσουν τη ρουτίνα τους και να χάσουν μια πρωινή προπόνηση με εκατοντάδες σουτ...

"Εμ, πως νόμιζες ότι γίνεται κανείς ο καλύτερος;" με ρώτησε ο Αγγέλου, όταν ξαναμπήκα στο Γραφείο του. Ο Βαγγέλης έχει πει ίσως και την κορυφαία ατάκα για τον Βασίλη, όταν στο Μαρούσι, διαπίστωσε τι ακριβώς ήταν ο νεαρός από τη Λάρισα: "Βρίσκονται σε ένα δωμάτιο ο Οσάμα Μπιν Λάντεν, ένας σκύλος και ο Σπανούλης, με μια μπριζόλα στο πάτωμα και σβήνουν τα φώτα. Όταν ανάψουν τη μπριζόλα θα την έχει αρπάξει ο Βασίλης".

Δεν φοβήθηκε κανένα αντίπαλο

Παρεμπιπτόντως "Μπιν Λάντεν" ήταν το παρατσούκλι που του είχε βγάλει ο Μάικ Μπατίστ στον Παναθηναϊκό. Ένας από τους πολλούς Αμερικανούς, που αξιοποίησε τις πάσες του, στα χιλιάδες πικ εν ρολ της ζωής του. Όσοι ήταν καλοί... μαθητές, του χρωστάνε πάρα πολλά, ενδεχομένως και ένα μέρος των καταθέσεων τους στην τράπεζα. Ειδικά στον Ολυμπιακό, κάθε δυο χρόνια, έκανε τους σέντερ της ομάδας του εκατομμυριούχους: Χάινς, Ντάνστον, Χάντερ, Μιλουτίνοβ, Μπιρτς. Όλους τους... τάισε, σε όλους έφτιαξε το προφίλ και ανέβασε το κασέ.

Για να τα πετύχει όλα αυτά όμως, δούλεψε ατέλειωτες ώρες. Από μικρό παιδί, όταν καβαλούσε το μηχανάκι τα πρωινά για να κάνει ατομικές προπονήσεις στο κλειστό της Λάρισας (και μετά επέστρεφε στο σχολείο για να συνεχίσει τα μαθήματα του, όντας πολύ καλός, σχεδόν σε όλα) μέχρι τις τελευταίες μέρες του στον Ολυμπιακό, επεξεργαζόταν κάθε βήμα, από τις ζεϊμπεκιές που θα χόρευε στο γήπεδο.

Μα πάνω απ' όλα λειτουργούσε χάρη στην απαράμιλλη αποφασιστικότητα του. Κάποτε τον κάλεσε ο Μάνος Παπαδόπουλος για να του πει κάτι σε σχέση με την απόδοση του στον Παναθηναϊκό: "Μάνο σε παρακαλώ, μη μου το ξαναπείς. Να ξέρεις ότι τίποτε δεν θα με σταματήσει, να γίνω ο πρώτος μπασκετμπολίστας στην Ευρώπη". Αυτή η θέληση να ξεπεράσει τα όρια του, τον οδήγησε στην κορυφή. Πήγαινε βήμα-βήμα.

Δεν φοβήθηκε κανένα αντίπαλο, ακόμα κι αν προσπαθούσε να τον κόψει με μανία, όπως ο ΛεΜπρον Τζέιμς στο περίφημο Ελλάδα-ΗΠΑ 101-95 στη Σαϊτάμα. Δε λύγισε ποτέ, πλην ίσως της στενόχωρης σεζόν που έζησε στο ΝΒΑ. Μόνο εκεί βρέθηκε έξω από τα νερά του. Η πρώτη και η τελευταία φορά, που έμοιαζε να βρίσκεται πίσω από τον στόχο του.

Αυτό που ήθελε, συνήθως το έπαιρνε. Το έκανε δικό του.

Στον Πειραιά μεγαλούργησε

Όταν το καλοκαίρι του 2010 συζητούσε με τους αδερφούς Αγγελόπουλους, ήταν σίγουρος ότι φορώντας τα "ερυθρόλευκα" θα οδηγούσε τον Ολυμπιακό στην κορυφή. Θα μπορούσε να είχε μείνει στον Παναθηναϊκό, φυσικά. Πρωταθλητής ήταν, όλα τα είχε κατακτήσει, η πιο εύκολη διαδρομή για περισσότερους τίτλους ξεκινούσε εκείνη την εποχή από το ΟΑΚΑ.

Ο Βασίλης διάλεξε να ταράξει τα νερά. Μετακόμισε στο ΣΕΦ, σήκωσε όλο το βάρος μιας τεράστιας μεταγραφής και έγινε τελικά αυτό που ζητούσαν οι ιδιοκτήτες της ΚΑΕ. Ο ηγέτης (ο μεγαλύτερος που υπάρχει, όπως είχε πει ο αείμνηστος Ντούσαν Ίβκοβιτς), το σύμβολο της πραγματικής αναγέννησης και ισχυροποίησης του μπασκετικού Ολυμπιακού. Δεν ήταν καθόλου εύκολο, αλλά ο Σπανούλης γεννήθηκε για τα δύσκολα.

Στον Πειραιά μεγαλούργησε. Τα σουτ του έχουν γίνει αφίσες. Οι πάσες του χάρισαν Ευρωλίγκες. Οι τραυματισμοί του ήταν το σκληρό τίμημα, γιατί τίποτε στη ζωή δεν χαρίζεται, αλλά κατακτιέται με κόπο και ιδρώτα. Ο Σπανούλης ίδρωσε τη φανέλα του Ολυμπιακού, μάτωσε γι αυτήν. Αλλά και με το 7 στην πλάτη, γνώρισε την αποθέωση, έγινε ο πρώτος σκόρερ και πασέρ στην ιστορία της Ευρωλίγκας, σαρώνοντας τα ρεκόρ και εντυπωσιάζοντας εχθρούς και φίλους.

Το αποτύπωμα του έμεινε ανεξίτηλο, πέρασε στην ιστορία. Η επιρροή του τεράστια. Και η αίγλη του, επίσης. Απόδειξη η κοσμοσυρροή και η συγκέντρωση των καλών του φίλων στο ωραίο σαββατόβραδο, που πέρασαν όλοι μαζί (μέχρι και ο Σάσα Βεζένκοβ από την Αμερική, ήρθε) στον Αστέρα της Βουλιαγμένης.

Σήμερα κι ενώ ήδη στη ζωή του έχει αρχίσει να γράφεται ένα νέο συναρπαστικό κεφάλαιο (αυτό ενός σπουδαίου προπονητή) ήρθε η ώρα, η ομάδα του, ο κόσμος της, ολόκληρο το ελληνικό και το ευρωπαϊκό μπάσκετ να τον χειροκροτήσουν για τελευταία φορά.

Να τον ευχαριστήσουν και να του αφιερώσουν ένα τελευταίο ζεϊμπέκικο...

TAGS ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΠΑΝΟΥΛΗΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ ΜΠΑΣΚΕΤ STOIXIMAN GBL EUROLEAGUE ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ ΜΠΑΣΚΕΤ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ