Η μαρμαρωμένη βασίλισσα
Ο Γιάννης Ντεντόπουλος αναλύει τα μηνύματα του φάιναλ φορ, αναλογίζεται πόσο δύσκολη θα είναι η επόμενη χρονιά για την πανάξια θριαμβεύτρια Μακάμπι και ψάχνει μια εξήγηση για το "δις εξαμαρτείν" της Ρεάλ.
Επαναλαμβάνω λοιπόν για να το εμπεδώσουμε: «τίποτα στη ζωή δεν είναι τυχαίο». Μετά την ΤΣΣΚΑ, ήρθε και η περίπτωση του «δις εξαμαρτείν» της Ρεάλ Μαδρίτης για να το επιβεβαιώσει. Δεν μπορεί να φτάνει για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά στον τελικό, ως το απόλυτο φαβορί και να μετατρέπεται σε …μαρμαρωμένη βασίλισσα. Δηλαδή, να χάνει από του αουτσάιντερ σχεδόν με τον ίδιο τρόπο. Άρα λοιπόν, κάτι δεν κάνει καλά. Δική της ευθύνη είναι να το βρει και να το διορθώσει.
Η Μακάμπι, βάδισε στα χνάρια του περσινού Ολυμπιακού και δεν νομίζω ότι υπάρχει έστω κι ένας που να αμφιβάλει ότι στέφθηκε δίκαια πρωταθλήτρια Ευρώπης για το 2014. Ήταν η μόνη ομάδα που προκρίθηκε στο φάιναλ φορ του Μιλάνου με «μπρέικ» και εκείνη που νίκησε κατά σειρά τα δυο μεγάλα φαβορί του φετινού ραντεβού. Τη θέση της συμπάθειας των ουδέτερων, οι οποίοι συνήθως υποστηρίζουν τον Δαυίδ πήρε ο θαυμασμός και η αναγνώριση.
Γι αυτήν τα πράγματα θα γίνουν πολύ δυσκολότερα την επόμενη σεζόν, τότε που θα κληθεί να υπερασπιστεί τον τίτλο της. Μέχρι τότε, της αξίζει να το χαρεί με την ψυχή της. Γιατί πιστεύω ότι η φετινή επιτυχία είναι πολύ μεγαλύτερη από εκείνη του 2004, που επικράτησε στο γήπεδό της επί της Φορτιτούτο και από εκείνη του 2005, που νίκησε την ΤΑΟΥ, η οποία είχε κάνει τη μισή δουλειά, αποκλείοντας την ΤΣΣΚΑ του Ιβκοβιτς μέσα στην έδρα της. Επιπλέον, μη ξεχνάμε ότι το υλικό της δεν έχει καμία σχέση σε ποιότητα και εμπειρία, με εκείνο που διαχειρίστηκε ο Γκέρσον, εκείνη την εποχή.
Για να χρησιμοποιήσουμε όρους εκλογών, (και) το φετινό φάιναλ φορ έστειλε μηνύματα, τα οποία οφείλουμε να αφουγκραστούμε, να τα αναλύσουμε και να τα κατανοήσουμε και εν τέλει να τα συνθέσουμε. Γιατί τα όλα τα πράγματα δεν είναι «άσπρο» ή «μαύρο». Ενδιάμεσα υπάρχουν πολλές αποχρώσεις.
* Το πρώτο είναι ότι η βασικότερη δυσκολία είναι να φτάσεις μέχρι το φάιναλ φορ. Άπαξ και έφτασες , σημαίνει ότι έχεις πιθανότητες (πολλές ή λίγες, δεν έχει σημασία) να κατακτήσεις το τρόπαιο. Όποιους κι αν έχεις να αντιμετωπίσεις. Δεν επέλεξα τυχαία να ξεκινήσω αυτή τη στήλη με ένα θέμα που είχε τίτλο «Staying Alive”.
* Στο φάιναλ φορ, δεν βαθμολογείται το ταλέντο, ούτε οι δυνατότητες, αλλά η επίδοση. Θα νικήσει η ομάδα που θα παίξει καλύτερα και όχι εκείνη που θεωρητικά είναι καλύτερη, βάσει του μπάτζετ , του ρόστερ ή της πορείας που έχει διανύσει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Αυτό το τριήμερο δεν έχει καμία σχέση με όσα προηγήθηκαν τόσους μήνες.
* Παίζει καλύτερα η ομάδα που συμπεριφέρεται ως ένα σώμα και μια ψυχή και όχι ως άθροισμα ταλέντων και προσωπικοτήτων. Αυτή η προσέγγιση της προσφέρει μεγαλύτερη πνευματική δύναμη για να αντέξει την πίεση , τα απρόοπτα και τις δοκιμασίες που θα συναντήσει εμπρός της, χωρίς να πανικοβληθεί. Και μέσα σε αυτό το χαρακτήρα συμπεριλαμβάνεται η υπεροψία κακομαθημένων παικτών που διαμαρτύρονται σε κάθε φάση, αλλά και η αρρώστια που βάζεις στον οργανισμό της αν μπεις στην διαδικασία να διαλέξεις αντίπαλο.
* Το μπάσκετ πλέον είναι στα χέρια των κοντών. Μετά τη διετία του Σπανούλη, ήρθε ο άλλοτε παίκτης του Πανιωνίου, Ταϊρίς Ράις να τινάξει την μπάνκα στον αέρα.
* Χωρίς καλούς αθλητές, με γρήγορα πόδια, δεν μπορείς να ανταποκριθείς στους σύγχρονους ρυθμούς του παιχνιδιού.
* Η βασική δουλειά του προπονητή, εκτός από το να καταστρώσει το αγωνιστικό πλάνο, είναι να βοηθήσει τους παίκτες του να παίξουν με αυτοπεποίθηση και χωρίς το φόβο της ήττας. Ο Μπλατ επέλεξε και προετοίμασε τις σύνθετες άμυνες που «μίκρυναν» το γήπεδο και δεν επέτρεψαν στην Ρεάλ Μ. να αναπτύξει τις ικανότητες των παικτών της στο «ένας εναντίον ενός». Από εκεί και πέρα, αν ο Ράις, ο Χίκμαν, ο Σμιθ ή ο Τάιους δεν κέρδιζαν τις προσωπικές μάχες ή δεν έβαζαν τη μπάλα στο καλάθι, οποιοσδήποτε σχεδιασμός θα πήγαινε στον βρόντο.
* Πάντα οι «εμφύλιοι ημιτελικοί», ειδικά μεταξύ παραδοσιακών αντιπάλων όπως Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός, Ρεαλ Μ.-Μπαρτσελόνα θα απαιτούν ειδική προσέγγιση και πριν την έναρξή τους και μετά τη λήξη τους. Η Ρεάλ Μ., μπορεί να μην καταπονήθηκε, αλλά σίγουρα «παραμυθιάστηκε» από τον αφύσικο τρόπο που σάρωσε την Μπαρτσελόνα στον ημιτελικό.
Αποκρουστική
Η Μακάμπι λοιπόν , μας υπενθύμισε με τον πιο εμφατικό τρόπο ότι το μπάσκετ είναι ομαδικό άθλημα και όχι ατομικό. Η Ρεαλ Μ. , όταν ένιωσε εγκλωβισμένη, κόμπλαρε, πάγωσε και προφανώς δεν ήταν καλά προετοιμασμένη , αφού δεν παρουσίασε κάποιο εναλλακτικό πλάνο. Υπό αυτές τις συνθήκες άρχισαν να βγαίνουν οι κακές της συνήθειες. Ακόμη και ο μεγάλος Σέρχιο Ροντρίγκεζ, δεν μπορεί να κερδίσει μόνος του ένα παιχνίδι , πόσω μάλλον έναν τελικό, χωρίς να αλλάξει καμία πάσα και εκτελώντας με το έτσι θέλω, την ώρα που οι υπόλοιποι τέσσερις στέκουν ακίνητοι. Οι περισσότερες επιθέσεις της ομάδας του Λάσο στο τέλος του δεύτερου ημιχρόνου και στην παράταση, πρέσβευαν ό,τι πιο αποκρουστικό και άναρχο μπορεί να παρουσιάσει μια υποψήφια πρωταθλήτρια Ευρώπης.
Έχω την αίσθηση ότι η ευθύνη του προπονητή δεν εντοπίζεται στο ότι άφησε δυο λεπτά παραπάνω στον πάγκο τον Ρούντι ή τον Ρέγιες που ήταν ο πιο συνεπής ψηλός του, ή ότι επέμεινε στον Γιουλ και τον Μίροτιτς που ήταν σε μαύρα χάλια. Από μακριά φαίνεται ότι επειδή έχει στα χέρια του τόσους χαρισματικούς σουπερ σταρ, ο βασικός του προσανατολισμός είναι να τους βοηθήσει να πάνε στο φάιναλ φορ νιώθοντας καλά. Έλα όμως που η πράξη έχει δείξει ότι το σημαντικότερο είναι να τους προετοιμάζει να αντιδράσουν όταν στην εξέλιξη του παιχνιδιού αρχίζουν να μην νιώθουν καλά. Γιατί όπως ξέρουμε, η ψυχολογία και η αυτοπεποίθηση είναι η πιο ευμετάβλητη παράμετρος στον αθλητισμό. Μπορεί να αλλάξει όχι μόνο από παιχνίδι σε παιχνίδι (ημιτελικός-τελικός) , όχι μόνο από ημίχρονο σε ημίχρονο αλλά και από φάση σε φάση. Αυτή την ψυχολογία η Μακάμπι την «έχτισε» παίζοντας και πολεμώντας κάθε διεκδικούμενη μπαλιά.