Οι αξίες δεν "καίγονται"
Με αφορμή τον νέο θρίαμβο του Πεπ Γκουαρντιόλα και της Μπάγερν, λίγες μέρες μετά την φραστική επίθεση που δέχθηκε από τον Σάμουελ Ετό, ο Γιάννης Ντεντόπουλος επιχειρεί "παραλλαγή σε ένα θέμα" και εξηγεί γιατί πέφτουν στα μάτια του οι παίκτες που υπηρετούν το "αμύνεσθαι περί... πάρτης"
Στο ημίχρονο του μεγάλου ποδοσφαιρικού ντέρμπι του Μάντσεστερ, έκανα ένα αναγνωριστικό ζάπινγκ. Κάπου μεταξύ “Παπαφλέσσα” και “Μαντώς Μαυρογένους” που , λόγω της ημέρας, έπαιζαν στα κανάλια, έπεσα πάνω στα πανηγύρια της ποδοσφαιρικής Μπάγερν Μονάχου, για την κατάκτηση του 24ου τίτλου πρωταθλητή στην ιστορία της.
Ανάμεσα τους δέσποζε η μορφή του νέου της προπονητή, του Πεπ Γκουαρντιόλα, ο οποίος άρχισε να ξαναζεί στιγμές από εκείνες που τον είχαμε συνηθίσει όταν καθόταν στο τιμόνι της Μπαρτσελόνα, την οποία έφτασε στο μάξιμουμ του συνδυασμού απόδοσης και αποτελεσματικότητας.
Στο μυαλό μου ήρθαν αμέσως δυο πράγματα:
Το πρώτο ήταν η κλασσική συζήτηση που γινόταν το καλοκαίρι. Τότε που οι περισσότεροι αναρωτιόνταν τί πάει κάνει στην Μπάγερν, μετά την σαρωτική τελευταία σεζόν του Γιουπ Χάϊνκες, o οποίος έφυγε , αφού πρώτα την οδήγησε σε ένα αξέχαστο triple crown.
Στο δικό τους το μυαλό η κυρίαρχη σκέψη ήταν ότι ο Καταλανός θα μπορούσε να απομυθοποιηθεί, αφού δεν υπήρχε κάτι περισσότερο να πετύχει. Το κάτι λιγότερο μήπως θα λογιζόταν αποτυχία; Μήπως “καεί” και χαλάσει το όνομά του;
Λίγο πολύ, τα ίδια ερωτήματα που συνόδευαν την αποστολή του Γιώργου Μπαρτζώκα, ο οποίος ανέλαβε τον Ολυμπιακό μετά την σούπερ τελευταία σεζόν του Ιβκοβιτς ( κατάκτηση της Euroleague και ελληνικού πρωταθλήματος) και του Αργύρη Πεδουλάκη μόλις επιλέχθηκε να καθίσει στη θέση του Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς μετά από 13 χρόνια δόξας. Το ίδιο εκφράστηκε και προσφάτως, στην περίπτωση του Φραγκίσκου Αλβέρτη, ο οποίος βαφτίστηκε σε ένα βράδυ προπονητής , για να διαδεχθεί τον Πεδουλάκη.
Το δεύτερο, ήταν η επίθεση που εξαπέλυσε πρόσφατα ο άλλοτε σέντερ φορ της Μπαρτσελόνα, την Ίντερ και τώρα της Τσέλσι , Σαμουέλ Ετό , κατά του Πεπ Γκουαρντιόλα, με τον οποίο είχαν στεφθεί -εκτός των άλλων- και πρωταθλητές Ευρώπης. Όμως ας τα πάρουμε ένα-ένα.
Ο καλός δεν... καίγεται
Για το πρώτο ερώτημα,η απάντηση στην οποία έχω καταλήξει είναι ότι : ο καλός δεν καίγεται ποτέ. Ακόμη και στην Ελλάδα της παράνοιας και της αναξιοκρατίας. Μέσα από την δουλειά του έχει πράγματα να δείξει και να καταφέρει, ανεξάρτητα αν πάντοτε θα υπάρχουν καμμένα ή προκατειλημμένα μυαλά που δεν θα τον αναγνωρίσουν, ακόμη και ο κόσμος να γυρίσει ανάποδα.
Στην περίπτωση του Γκουαρντιόλα, η Μπάγερν , αφενός κατέκτησε το γερμανικό πρωτάθλημα και όχι κανένα πρωταθληματάκι της πλάκας,μήνα Μάρτιο, αλλά κυρίως αποδίδοντας σαφώς πιο ελκυστικό ποδόσφαιρο από πέρυσι. Με τις εμφανίσεις της, έχει πείσει ότι έχει τον πρώτο λόγο στην κατάκτηση και του κυπέλλου Γερμανίας, αλλά και ένα από τα μεγαλύτερα φαβορί να ξαναστεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης.
Αλλά επειδή στο Champions League συμμετέχουν όλα τα μεγάλα κλαμπ της Ευρώπης, που έχουν τις προδιαγραφές να φτάσουν μέχρι το τέλος της διαδρομής, είναι θέμα και συγκυρίας ποιός τελικά θα τα καταφέρει. Μη ξεχνάμε ότι η Τσέλσι πήγαινε γκαζωμένη με τον Μουρίνιο, αλλά αξιώθηκε να σηκώσει την κούπα με τον Ντι Ματέο. Η Ιντερ , πανηγύρισε με τον Μουρίνιο (και τον Ετο για να μην το αδικούμε) όταν -θεωρητικά- είχε τις μικρότερες πιθανότητες από κάθε άλλη σεζόν.
Κανείς λοιπόν δεν εγγυάται ότι η Μπάγερν θα τα καταφέρει. Και στατιστικά να το πάρουμε θα είναι μεγαλύτερο επίτευγμα να το κατακτήσει για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Κι εδώ μπαίνει το ερώτημα : αν δεν τα καταφέρει αυτό θα σημάνει ότι ο Γκουαρντιόλα απέτυχε; Κάηκε; Λίγο σοβαροί να είμαστε. Είδαμε πόσο δύσκολο είναι το έργο ,στην μετά Φέργκιουσον Γιουνάϊτεντ, του Ντέϊβιντ Μόγιες, ο οποίος ξαφνικά - και άδικα κατά τη γνώμη μου - έχει περίγελος της παγκόσμιας ποδοσφαιρικής κοινότητας. Ακόμη κι ο Φέργκιουσον όταν ξεκίνησε , τα ίδια και χειρότερα είχε υποστεί, απλά ήταν τυχερός που δεν παρέλαβε από κάποιον άλλο Φέργκιουσον.
Ο Μπαρτζώκας λοιπόν οδήγησε τον Ολυμπιακό στο repeat , που ήταν κάτι πολύ πιο δύσκολο από το θαύμα της Πόλης. Αυτά τα περί ομάδας του Ιβκοβιτς τα ακούω βερεσέ, γιατί τότε θα πρέπει να πούμε ότι το πρωτάθλημα που χάθηκε , αμέσως μετά, το έχασε η ομάδα του Ιβκοβιτς. Τότε και ο Ιβκοβιτς το 1997 το είχε πάρει με την ομάδα του Ιωαννίδη και την πρώτη σεζόν της τελευταίας του θητείας αποκλείστηκε από τη Σιένα με πλεονέκτημα έδρας, ενώ την προηγούμενη σεζόν ο Ολυμπιακός του Γιαννάκη είχε φτάσει μέχρι τον τελικό του Παρισιού. Ο Πεδουλάκης , ανέλαβε μια ομάδα με μοναδικούς παραμένοντες τον Διαμαντίδη και τον Τσαρτσαρή και βρήκε τον τρόπο να φτάσει στο νταμπλ και να αποκλειστεί στο φτερό πριν το φάϊναλ φορ,από την Μπαρτσελόνα που είχε πλεονέκτημα έδρας. Την τελευταία του σεζόν ο Ομπράντοβιτς τελείωσε με το κύπελλο και την παρουσία στο φάϊναλ φορ της Πόλης.
Για τον Φραγκίσκο Αλβέρτη, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Όχι μόνο γιατί ανέλαβε στη μέση και προς το τέλος της σεζόν, μια ομάδα που δεν “έχτισε” αυτός και γιατί δεν έχει δουλέψει πουθενά αλλού σε αυτό το πόστο για να έχουμε μια γεύση από το προπονητικό του έργο. Την Euroleague και το πρωτάθλημα να κατακτήσει φέτος, ουσιαστικά θα κριθεί από την συνέχεια που θα έχει, είτε μείνει ως πρώτος προπονητής του Παναθηναϊκού, είτε αποφασίσει να πάει σε άλλη ομάδα να παλέψει για την καριέρα που τόσο ξαφνικά ξεκίνησε. Αν δεν τα κατακτήσει φέτος θα σημάνει ότι “κάηκε”; Για όνομα...
Αμύνεσθαι περί... πάρτης
Και πάμε στο δεύτερο ζήτημα. Μόλις διάβασα τις δηλώσεις του Ετό κατά του Γκουαρντιόλα, εκτός από εγωκεντρικές, μου φάνηκαν και ανάγωγες. “...Αμύνεσθαι περί πάρτης” . Δηλαδή ο καθένας για τον εαυτό του, σχολίασα στο facebook. Με κάτι τέτοια τερτίπια, ακόμη και οι μεγαλύτεροι παίκτες πέφτουν στα μάτια μου όσο δεν φαντάζεσθε. Όλη η δήλωση του Ετο, ήταν ένα έκτρωμα από την πρώτη μέχρι την τελευταία λέξη. Όπως “έκτρωμα” φάνηκαν στα μάτια μου τα τιτιβίσματα του Βάϊς κατά του Μίτσελ, του Αντιτς και του Γκετσεβίτσιους κατά του Μπαρτζώκα, ειδικά τις στιγμές που διοχετεύτηκαν.
Και καλά, ο Γκουαρντιόλα είναι αυτός που είναι και δεν νομίζω ότι κανένας , έστω κι αν λέγεται Ετό , ή Ιμπραϊμοβιτς, μπορεί να πείσουν κανέναν. Φανταστείτε τί μπορεί να συμβεί στις άλλες περιπτώσεις. Ειδικά αν υπάρχουν άνθρωποι πρόθυμοι να παρασυρθούν , ή δεν μπορούν να διαβάσουν τί κρύβεται πίσω από τέτοιες “επιθέσεις”.
Ειδικά αν, οι αποδέκτες τους, αντί να ξεμπροστιάσουν με τα στοιχεία που προφανώς διαθέτουν, τους αντιμετωπίζουν με μεγαλοψυχία και συγκαταβατικότητα, από την στιγμή που υπήρξαν μέλη μιας ομάδας που μοιράστηκαν τον ιδρώτα και τον αγώνα της καθημερινότητας.
Για παράδειγμα, πόσες φορές ο Βάϊς άφησε τη φάση για να διαμαρτυρηθεί στο διαιτητή, ή έκανε του κεφαλιού του μέσα στο παιχνίδι. Δεν είπαμε ότι ο Μίτσελ είναι Μουρίνιο, αλλά δεν νομίζω ότι προτιμούσε άλλους παίκτες πριν τον Σλοβάκο, χωρίς να έχει ένα σκεπτικό. Θυμάστε τον αποκλεισμό του στο ματς του Καραϊσκάκης με την Μπενφίκα, επειδή επικαλέστηκε έναν τραυματισμό που δεν είχε.
Πόσο πιο σημαντική ήταν η απώλεια του Άντιτς ή του Γκετσεβίτσιους , που απλά θεώρησαν ότι μόνο αυτοί λείπουν και αμέλησαν ότι από την περσινή ομάδα του Ολυμπιακού λείπουν φέτος ο Χάϊνς, ο Παπανικολάου και ο Λο; Για ρίξτε μια ματιά στα στατιστικά του Αντιτς στους περσινούς τελικούς με τον Παναθηναϊκό. Ο Γκετσεβίτσιους , έπαιζε άμυνα με τα μάτια και έχασε όλες τις ευκαιρίες που πήρε.
Η δουλειά του προπονητή δεν είναι εύκολη. Ειδικά στις μεγάλες ομάδες πληρώνεται για να τα αντέχει (και) όλα αυτά. Κυρίως αυτά. Και ρωτήστε όσους παίκτες έγιναν προπονητές, ποια είναι η μόνιμη επωδός τους: "Όταν έπαιζα, είχα να σκεφτώ μόνο τον εαυτό μου. Ως προπονητής πρέπει να σκέφτομαι δώδεκα εαυτούς και να τα κοντρολάρω όλα με μοναδικό γνώμονα το καλό της ομάδας , γιατί από αυτό κρινόμαστε όλοι...."