Σημαδεύω, σημαδεύεις, σημαδεύει...
Λίγες μέρες πριν την μονομαχία των «αιωνίων» στον προημιτελικό κυπέλλου, ο Γιάννης Ντεντόπουλος επιστρατεύει την λογική του "αφοπλισμού" και κάνει μια πρώτη προσέγγιση της τακτικής με βάση τους φανερούς στόχους που προσφέρει ο Παναθηναϊκός στον Ολυμπιακό και το αντίστροφο.
Πολλές φορές μας έχει δοθεί η ευκαιρία να επαληθεύσουμε έναν χρυσό κανόνα: στο μπάσκετ δεν υπάρχει σωστό και λάθος. Το αποτέλεσμα ενός αγώνα, μιας κίνησης ή μιας επιλογής είναι αυτό που τελικά την καθαγιάζει ή την απαξιώνει.
Περιμένοντας λοιπόν το πρώτο μεγάλο ντέρμπι της χρονιάς, έχουμε την άνεση που μας δίνει το πρώιμο του πράγματος, να υποστηρίξουμε ό,τι θέλουμε. Κι έξω να πέσουμε , έχουμε την κάλυψη που μας προσφέρει η πραγματικότητα: είναι πολύ νωρίς, καμιά ομάδα δεν είναι έτοιμη , τα ματς μεταξύ «αιωνίων» είναι τόσο ιδιαίτερα σε σημείο να αλλοιώνουν και να παραμορφώνουν χαρακτηριστικά.
Δεν νομίζω να διαφωνεί κανείς ότι ο Παναθηναϊκός δεν έχει κάνει την προετοιμασία που θα ήθελε λόγω τραυματισμών και νέων προσώπων που προστέθηκαν μέχρι και την τελευταία εβδομάδα (βλέπε Γιάνις Μπλουμς). Ούτε το ότι ο Ολυμπιακός δείχνει μεν πιο ομοιογενής αλλά αυτή η ομοιογένειά του έχει διαταραχθεί σημαντικά με τις απουσίες δυο παικτών στην ίδια θέση , στο «τρία».
Επίσης δεν διαφωνεί κανείς ότι το ΟΑΚΑ είναι ένας σημαντικός παράγοντας, ο οποίος λόγω του «κεκλεισμένων των θυρών», έγινε αστάθμητος. Ο Παναθηναϊκός, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες (φόρμας, ρόστερ), με κόσμο, στο γήπεδό του, έχει αυτόματα ένα πλεονέκτημα. Αλλά όταν μιλάμε για μια διαφορετική , από πέρυσι, ομάδα, ενδεχομένως η παρουσία του να του μετέδιδε την αβάσταχτη πίεση του «πρέπει» που τώρα δεν θα την έχει. Από την άλλη, ο Ολυμπιακός, μπορεί να νιώσει πιο άνετα όταν μπει μέσα σε ένα άδειο γήπεδο, αλλά καμιά φορά τέτοιου είδους αισθήματα, σε χαλαρώνουν- αποπροσανατολίζουν επικίνδυνα.
Σε τεχνικό επίπεδο, δεν είναι εύκολο, αυτή την εποχή, να βάλεις το χέρι σου στη φωτιά, ειδικά για τον Παναθηναϊκό. Με τον τρόπο που κύλησε η προετοιμασία ακόμη και ο Ιβάνοβιτς εξακολουθεί να τον μαθαίνει. Αυτό, από τη μία μπορεί να είναι ένα μειονέκτημα, αλλά από την άλλη μπορεί να αποδειχθεί και πλεονέκτημα: πόσο αξιόπιστο μπορεί να είναι το scouting του Ολυμπιακού, σε μια φάση που στον αντίπαλο δεν έχουν αρχίσει καν να δοκιμάζονται, πόσω μάλλον να αναπτύσσονται οι επιθυμητοί αυτοματισμοί; Και πόσο μπορεί κανείς να προετοιμαστεί από την στιγμή που τελικά μάλλον θα κληθεί να αντιμετωπίσει, όχι τόσο ένα συγκεκριμένο σύστημα, αλλά το ένστικτο και την προσωπικότητα κάποιων παικτών.
Οπότε, με βάση τα φιλικά, ας κάνουμε όμως μια πρώτη απλοϊκή προσέγγιση . Ας απομονώσουμε ένα σημείο για κάθε ομάδα , που προσφέρεται για να αποτελέσει «σημείο αιχμής» μιας πρωτόλειας τακτικής προσέγγισης του ντέρμπι.
Αυτή η προσέγγιση, βασίζεται στην λογική του ‘αφοπλισμού» , η οποία λέει ότι πολλές φορές είναι χρήσιμο να επιχειρήσεις να μετατρέψεις την δύναμη του αντιπάλου σε αδυναμία. Ο βασικός τρόπος που το κάνεις αυτό στο μπάσκετ είναι... σημαδεύοντας. Πού όμως;
Αν σκανάρουμε τα ρόστερ και ανατρέξουμε στα φιλικά που παρακολουθήσαμε ως τώρα, θα δούμε ότι:
* Ο Παναθηναϊκός έχει περισσότερους από έναν λόγους να είναι ικανοποιημένος από την ουσιαστική, δυναμική και πληθωρική παρουσία του, Εστέμπαν Μπατίστα. Ο Ουρουγουανός σέντερ , ακόμη και στις άσχημες βραδιές απετέλεσε ένα σημαντικό προπύργιο αντίστασης , δράσης και αντίδρασης.
* Ο Ολυμπιακός απολαμβάνει έναν βελτιωμένο και σαφώς πιο προσαρμοσμένο Ματ Λοτζέσκι , ο οποίος μετά την πρώτη του χρονιά σε ένα τόσο υψηλό επίπεδο, δείχνει ότι νιώθει μεγαλύτερη άνεση και υψηλότερο δείκτη αυτοπεποίθησης.
Το κοινό σημείο γι αυτούς τους δυο παίκτες, είναι ότι είτε εκ κατασκευής (Παναθηναϊκός), είτε γιατί προέκυψε (Ολυμπιακός) , πίσω τους δεν υπάρχει εφάμιλλος «καθαρός» αντικαταστάτης. Ουσιαστικά , το χρόνο που αυτοί λείπουν από το παρκέ, οι δυο προπονητές προσπαθούν να τον καλύψουν με αλχημείες. Ιδού λοιπόν δυο ξεκάθαροι στόχοι.
Ο Ολυμπιακός να παίξει πάνω στον Μπατίστα , για να τον κουράσει, να τον φορτώσει με φάουλ και να αξιοποιήσει το γεγονός ότι πρόκειται για έναν σέντερ εδάφους και όχι αέρος, όπως ήταν ο Λάσμε. Για να το κάνει αυτό διαθέτει τα κατάλληλα «όπλα», δυο αθλητικούς σέντερ κι ένα αλτικό τεσσάρι Πέτγουεϊ που μπορούν να μεταφέρουν το παιχνίδι πάνω από το ύψος της στεφάνης. Κι επίσης έναν συνδυασμό παικτών που μπορεί να απασχολήσει τον αλτικό Γκιστ, κρατώντας τον μακριά από τις βοήθειες. Ειδικά αν ο Ιβάνοβιτς επαναλάβει το περσινό εγχείρημα και δοκιμάσει να τον τραβήξει μακριά, αναθέτοντάς του το μαρκάρισμα του Σπανούλη. Επίσης, ο Ολυμπιακός , φαίνεται ότι οφείλει να αξιοποιήσει το γεγονός ότι οι επιστροφές του Μπατίστα δεν είναι και οι πιο γρήγορες του κόσμου.
Ο Παναθηναϊκός να παίξει , τις περισσότερες επιθέσεις, ειδικά στο ξεκίνημα, πάνω στον Λοτζέσκι. Για να τον αναγκάσει να καταναλώσει πολύ ενέργεια αμυνόμενος και να τον παρασύρει σε επαφές-φάουλ που μπορούν να αναχαιτίσουν την ορμή του και στην επίθεση. Η απουσία των τραυματιών, Ντάρντεν και Παπαπέτρου υποχρεώνει τον Μπαρτζώκα να προφυλάσσει τον Αμερικανοβέλγο ως κόρη οφθαλμού, αν θέλει να τον έχει στο παρκέ στο τελευταίο κρίσιμο πεντάλεπτο, αν φυσικά το τελευταίο πεντάλεπτοι είναι κρίσιμο. Κι ο Παναθηναϊκός από την πλευρά του έχει παίκτες που είναι ικανοί στο «ένας εναντίον ενός» και οι οποίοι μπορούν να λειτουργήσουν με την λογική της απομόνωσης του Λοτζέσκι, η οποία μπορεί να γίνει με απλές κινήσεις και χωρίς ιδιαίτερη προεργασία. Διαμαντίδης,Παππάς, Γιάνκοβιτς, Σλότερ , αλλά και Μπλουμς μπορούν να τον «προκαλούν» ντριπλάροντας μπροστά του ή δίπλα του.
Από εκεί και πέρα, εξαρτάται πώς και πόσο θα σφυρίξουν οι διαιτητές , γιατί όσο κι αν θέλουμε να αφήσουμε αυτόν τον παράγοντα έξω από την δική μας συζήτηση, δεν μπορούμε να τον αγνοήσουμε. Μακάρι αυτό να συμβεί όταν πια με το καλό έχει τελειώσει αυτό το πρώτο μεγάλο ντέρμπι της χρονιάς, που μπορεί να μεταφράζεται σε μια –εν δυνάμει- κατάκτηση ενός από τους τρεις φετινούς τίτλους, αλλά για το μέλλον των δυο ομάδων μπορεί να μην σημαίνει και τίποτα καθοριστικό.