Η μάχη των πρωτάρηδων
Μαρίνος Ουζουνίδης και Βασίλης Βούζας θα βιώσουν για πρώτη φορά από τον πάγκο την ένταση και την αγωνία "ντέρμπι αιωνίων" και ο Γιάννης Σερέτης αναλύει τις ελάχιστες ομοιότητες και τις πολλές διαφορές τους.
Απίθανο, αλλά πραγματικό: πέρασαν 16 χρόνια από την τελευταία φορά που διεξήχθη ντέρμπι “αιωνίων” στο πρωτάθλημα με Έλληνες προπονητές και στους δύο πάγκους.
Ηταν 1η Δεκεμβρίου 2001 στο Ολυμπιακό Στάδιο, όταν δυο πρώην συμπαίκτες στους Ερυθρόλευκους, ο αείμνηστος Γιάννης Κυράστας και ο Τάκης Λεμονής, καθοδήγησαν Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό στο συναρπαστικό 2-2 με πρωταγωνιστή τον “Μανώλη” Ολισαντέμπε.
Ο Νιγηριανός με δυο γκολ στο 71' και στο 77' είχε ισοφαρίσει τα γκολ των Αλεξανδρή (24') - Τζόρτζεβιτς (42'), ο Παναθηναϊκός είχε φύγει αλώβητος και με την αίσθηση του “νικητή” λόγω της ανατροπής, αλλά ήδη – ενώ “κάλπαζε” στο Champions League – είχε μείνει πολύ πίσω στο πρωτάθλημα, με αλησμόνητη ισοπαλία εναντίον του Ακράτητου (0-0) και εκτός έδρας ήττες από την ΑΕΚ του Ντέμη, του Τσιάρτα, του Ζαγοράκη και του Φερνάντο Σάντος (2-0), αλλά και από τον Ηρακλή του Στολτίδη, του Χάγκαν, του Εντερσον Φονφόνκα και του Άγγελου Αναστασιάδη.
Οκτώ ημέρες αργότερα, ο Κυράστας παραιτήθηκε μετά την εντός έδρας ήττα 1-2 από τον ΠΑΟΚ του Ντούσαν Μπάγεβιτς, κάθισε στον πάγκο και στο αποχαιρετιστήριο 0-2 στη Νεάπολη επί του Ιωνικού και ο Παναθηναϊκός συνέχισε με τον Σέρχιο Μαρκαριάν. Ο Ολυμπιακός κατέκτησε το πρωτάθλημα με κόουτς τον Λεμονή, ο οποίος αποχώρησε μετά τις πρώτες αγωνιστικές της επόμενης σεζόν. Τον είχε διαδεχθεί ως “υπηρεσιακός” ο Γιάννης Κόλλιας κααι εν συνεχεία ο Σρέτσκο Κάτανετς.
'Εκτοτε, ο Ολυμπιακός προσέλαβε μόνο δύο φορές Ελληνα προπονητή ως “μόνιμο”. Τον Νίκο Αλέφαντο στο τελευταίο σκέλος της σεζόν 2003-2004 και πάλι τον Τάκη Λεμονή το 2007 (με ιστορικό “σπάσιμο” της εκτός έδρας... κατάρας στο Champions League).
Αντίθετα, ο Παναθηναϊκός εμπιστεύτηκε περιστασιακά προπονητές από τον τόπο του: και τον Νίκο Νιόπλια και τον Γιάννη Αναστασίου, εκτός από τον “υπηρεσιακό” Γιάννη Βονόρτα που είχε κλείσει το 2013 με ισοπαλία 1-1 στο Φάληρο. Με αυτούς τους δύο, μάλιστα, έχει κατακτήσει και τους τελευταίους τίτλους του: νταμπλ το 2010 και Κύπελλο το 2014. Όμως ουδείς εκ των δύο αντιμετώπισε Έλληνα συνάδελφό του στον αντίπαλο πάγκο. Ακόμη και στο 0-1 με το γκολ του Ματ Νταρμπισάιρ το 2010 στο ΟΑΚΑ, ο Μπόζινταρ Μπάντοβιτς και όχι ο Ανδρέας Νινιάδης, ήταν head coach στον Ολυμπιακό.
Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΥΖΟΥΝΙΔΗ
Ο Μαρίνος Ουζουνίδης θα μπορούσε να κάθεται αύριο στον... διπλανό πάγκο, αν οι αντιδράσεις των οπαδών του Ολυμπιακού δεν επηρέαζαν σε τόσο μεγάλο βαθμό τον Βαγγέλη Μαρινάκη μετά την απόλυση του Βίκτορ Σάντσεθ. Το φλερτ με τους Ερυθρόλευκους προκάλεσε το διαζύγιο με τον Πανιώνιο και ο 48χρονος προπονητής επανήλθε στη δράση ως η απόλυτα λογική επιλογή του Γιάννη Αλαφούζου μετά την απόλυση του Αντρέα Στραματσόνι, έπειτα από την ήττα εναντίον του ΟΦΗ στο Ηράκλειο, η οποία άφηνε ελάχιστα περιθώρια πρόκρισης του Παναθηναϊκού στη δεύτερη φάση του Κυπέλλου Ελλάδας.
Ο Ουζουνίδης έχει πανηγυρίσει νίκη επί των Ερυθρόλευκων και με τη Λάρισα και με τον Ηρακλή και με την Ξάνθη: εκείνος την καθοδήγησε στο 1-0 του 2012 με διαιτητή τον Πέτρο Κωνσταντινέα και σκόρερ τον Παναγιώτη Βλαχοδήμο. Είναι πρωτάρης σε ντέρμπι “αιωνίων”, μα συνολικά έχει ήδη αντιμετωπίσει 15 φορές τους Ερυθρόλευκους, με έξι ομάδες και απολογισμό 3 νίκες – 2 ισοπαλίες – 10 ήττες.
Mαζί με τον Νίκο Λυμπερόπουλο ανέλαβε τον Παναθηναϊκό στην πιο δύσκολη στιγμή του μετά το 2013. Με χαμένο τον στόχο του τίτλου, σχεδόν αποκλεισμένο από το Κύπελλο, τελειωμένο από τους “32” του Europa League και σε φουλ μνημονιακή περίοδο, με χίλια μύρια οικονομικά προβλήματα τα οποία παραμένουν άλυτα. “Ντου” στο Κορωπί, σχεδόν άδεια Λεωφόρος, ανακατατάξεις στο ρόστερ τον Ιανουάριο, βελτίωση από τον Φεβρουάριο.
Οδεύει με 4-2-3-1 και 4-4-2, παίρνει πολύτιμες βοήθειες από το τιμ των Γιάγκου – Καρβουνίδη – Κωτσή στους τομείς της εκγύμνασης και της αποκατάστασης, έμεινε αήττητος στα δύο εντός έδρας ντέρμπι με ΠΑΟΚ (1-0) και ΑΕΚ (0-0), αλλά τα δύσκολα και καθοριστικά είναι μπροστά του. Τρία ντέρμπι, δυο ημιτελικοί Κυπέλλου, κρίνεται όλη η χρονιά σε 40 ημέρες.
Είναι απόλυτα συνειδητοποιημένος ως προς τις δυνατότητες του ρόστερ και τις δυσκολίες για την αδειοδότηση, ξέρει ότι το μπάτζετ θα μειωθεί ακόμη περισσότερο το καλοκαίρι. Έχει επιβάλλει τους δικούς του όρους στα αποδυτήρια από τα οποία σπανίως πια “βγαίνουν”... πραγματάκια, αξιοποιεί σωστά το “μαστίγιο και καρότο”, φαίνονται ήδη κάποια ποδοσφαιρικά στοιχεία της ταυτότητας που θέλει στον Παναθηναϊκό, αλλά το περιβάλλον δεν είναι το ιδανικό.
Είναι μαχητής, έχει τρομερή αυτοπεποίθηση και γνωρίζει το DNA του Παναθηναϊκού. Σπανίως θα τον ακούσει κάποιος να μιλά με υπερβολές, είναι μετρημένος στα λόγια του. Ως χαρακτήρας είναι σταθερός, ρεαλιστής, τόσο νευρικός και τόσο “χαλαρός”, όσο πρέπει για έναν προπονητή. Έχουν δίκιο όσοι υποστηρίζουν ότι σε πολλά ομοιάζει με τον Γιάννη Κυράστα στην προπονητική λειτουργία του, με τη διαφορά ότι το επάγγελμα έχει γίνει πολύ πιο σύνθετο και ότι ο Παναθηναϊκός δεν διανύει εποχή “παχιών αγελάδων”.
Είναι η πρώτη φορά που αναλαμβάνει εργασία σε ομάδα του “Big – 4”, εξαργυρώνοντας την καταπληκτική δουλειά του στον Πανιώνιο και σε περίοδο που δύσκολα οι “μεγάλοι” πλην Παναθηναϊκού εμπιστεύονται Έλληνα προπονητή. Έχει φιλοδοξίες και στόχους, αλλά δεν είναι αγχωτικός με την καριέρα του, ούτε έχει κάποιου είδους “ψύχωση” με την ανέλιξή του. Αντιμετωπίζει την εργασία του στον Παναθηναϊκό ως μια σπουδαία πρόκληση, μια ευκαιρία να αντιμετωπίσει συνθήκες που δεν είχε κληθεί να διαχειριστεί στις προηγούμενες ομάδες του, ένα δέλεαρ για να δοκιμάσει τις ικανότητες και τις αντοχές του. Αφιερώνει πολλές εργατοώρες εκτός αγώνων και προπονητικού κέντρου, είναι συγκροτημένος, ισορροπημένος και κυνικά ρεαλιστής.
Η ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΟΥ ΒΟΥΖΑ
Το σημείο εκκίνησης του Βασίλη Βούζα στον Ολυμπιακό ήταν διαφορετικό από εκείνο του Ουζουνίδη. Στα 51 του, τρία χρόνια μεγαλύτερος από τον αντίπαλό του, ίδιας γενιάς ποδοσφαιριστές και προπονητές. Κλήθηκε να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά σε ιδιαίτερα δύσκολη και τεταμένη περίοδο για τον Ολυμπιακό που άλλαξε για τρίτη φορά προπονητή μετά την ήττα από τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα και τις ενοχλητικές για τους διοικούντες δηλώσεις του Πάουλο Μπέντο, ο οποίος στηρίχθηκε... μέχρι το “ως εδώ και μη παρέκει” από τον Βαγγέλη Μαρινάκη.
Προπονητής σε εννέα ομάδες της Β΄ Εθνικής, τον οποίο ο Ολυμπιακός αποφάσισε να στείλει στον ωκεανό για να κολυμπήσει, λόγω της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης και της εξοικείωσής του με τον ερυθρόλευκο οργανισμό, στον οποίο εργάζεται τα τελευταία τρία χρόνια . Επιτυχημένος στην Κ-19 των πρωταθλητών και εκ των αποτελεσμάτων μα κυρίως εκ της ανάδειξης ικανότατων νεαρών, ανέλαβε τα ηνία με πρώτο στόχο την ηρεμία, την ισορροπία, την “κανονικότητα”. Δηλαδή, την κατάκτηση του πρωταθλήματος με πλεύση σε απάνεμα νερά, την καλύτερη δυνατή προσπάθεια ως αουτσάιντερ απέναντι στην Μπεσίκτας και την κατάκτηση του Κυπέλλου.
Την ευκαιρία για υπέρβαση την έχασε στην Κωνσταντινούπολη. Μια πρόκριση επί ανώτερης ομάδας με καλύτερο ρόστερ και μάλιστα στην Τουρκία, θα πολλαπλασίαζε τις φαινομενικά ελάχιστες πιθανότητές του να μείνει στον πάγκο του Ολυμπιακού και την επόμενη σεζόν.
Το πρωτάθλημα θεωρείται “εκ των ων ουκ άνευ”, συνεπώς η πρόκληση είναι το Κύπελλο και το ντέρμπι στη Λεωφόρο. Αν τα καταφέρει με τον Παναθηναϊκό, προχωρήσει με νίκες στην Σούπερ Λίγκα και σηκώσει την κούπα έχοντας αποκλείσει έναν από το Big – 4 στους ημιτελικούς και έχοντας νικήσει κάποιον άλλο στον τελικό, ίσως να αυξηθεί το σχεδόν μηδαμινό ποσοστό παραμονής του. Οι πιθανότητες, ωστόσο, δεν είναι υπέρ του...
Για την ακρίβεια, είναι αμφίβολο ακόμη και το αν θα παραμείνει στον πάγκο έως τη λήξη της σεζόν. Ο Μαρινάκης αυτό θέλει, μα όλα και όλοι κρίνονται απο τα αποτελέσματα και το φεγγάρι του Ολυμπιακού δεν είναι λαμπερό. Καμπιάσο – Τσόρι – Μάριν επανήλθαν στο rotation, μα οι αντοχές του ρόστερ μειώνονται μαζί με τις αντοχές του οπαδού. Η κατάκτηση του τίτλου – είναι, αλλά - δεν θα θεωρηθεί επιτυχία και ο Βούζας, με την υποστήριξη των Πάντου – Ιμπαγάσα και διοικητικά του Φρανσουά Μοντεστό έχει “βουνό” μπροστά του.
Καταρτισμένος τεχνικά, ήπιος και συγκεντρωμένος ως χαρακτήρας, ανέλαβε τον ρόλο του “κασκαντέρ” και προσπαθεί με αξιοπρέπεια να αναδείξει την επαγγελματική επάρκειά του και να ισορροπήσει στο πιο “ηλεκτρικό” και σίγουρα πιο τεντωμένο στην τσίτα αυτή την περίοδο σκοινί ελληνικής ομάδας. Εχει κατορθώσει με λεπτούς χειρισμούς να επαναφέρει τη συσπείρωση και τη θετική ατμόσφαιρα στα αποδυτήρια, αλλά αυτό δεν αρκεί σε μια ταλαιπωρημένη εφέτος ομάδα με δεκάδες σκαμπανεβάσματα, αφόρητη πίεση, υψηλότατες απαιτήσεις και αβάσταχτες συγκρίσεις με το πρόσφατο παρελθόν της. Διατήρησε το 4-2-3-1 και το 4-3-3, προσέχει τους μικρούς, επανέφερε τους έμπειρους, προσπαθεί για την ιδανική χημεία, όντας πιο προσιτός και λιγότερο απόμακρος και αυστηρός συγκριτικά με τον προκάτοχό του.
Αν τα καταφέρει με νταμπλ ο Βούζας θα θεωρηθεί και θα είναι επιτυχημένος. Αν δεν τα καταφέρει, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί αποτυχημένος. Σε κάθε περίπτωση, αξίζει για έναν σοβαρό επαγγελματία που αναλαμβάνει τόσο βαριά ευθύνη, να του αναγνωριστεί ο βαθμός δυσκολίας της ανάρρωσης ενός ασθενή. Ο “γιατρός” δίνει όλο το “είναι” του καθημερινά για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις. Αλλά δεν εξαρτώνται όλα από εκείνον...
* Follow me on Twitter: Seretinio