OPINIONS

Ο Giannis "γεννήθηκε" το 1987

Ο Giannis "γεννήθηκε" το 1987

Ο Γιάννης Σερέτης γράφει για την κούπα που άλλαξε τα πάντα στον ελληνικό αθλητισμό και έβαλε τα θεμέλια για την ανάπτυξη και την εκτίναξη του Νο.1 σπορ στην Ελλάδα.

Τα 80's ήταν μια γλυκιά δεκαετία για τον Έλληνα. Οι πλούσιοι δεν ήταν ζάπλουτοι. Οι φτωχοί δεν ήταν πάμφτωχοι. Η τριτοκοσμικότητα δεν μας ενοχλούσε. Ήμασταν πίσω σε πολλά. Σχεδόν σε όλα. Αλλά δεν μας πείραζε. Διότι προοδεύαμε σιγά – σιγά σε όλα. Και νιώθαμε πως πάμε καλύτερα. Σταδιακά, αλλά καλύτερα. Μπροστά, όχι πίσω.

Οι πιτσιρικάδες ακόμη τρέχαμε και παίζαμε στους δρόμους και τις αλάνες. Δεν ζητούσαμε πολλά. Μια μπάλα μόνο. Το επίπεδο της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης βελτιωνόταν. Το ίδιο και τα πανεπιστήμια. Ο έφηβος περνούσε καλά και έβρισκε εύκολα δουλειά. Για να είμαστε ειλικρινείς, ε-πέ-λε-γε εργασία! Ανάλογα με το μυαλό που κουβαλούσε, τις σπουδές του και τη θέληση που είχε. Ο Έλληνας ήταν ικανοποιημένος με λιγότερα και προσπαθούσε σταθερά για περισσότερα.

Ο 30άρης είχε όλο το δρόμο ανοιχτό για να δημιουργήσει και να βιώσει εμπειρίες ζωής άπιαστες για τις προηγούμενες γενιές. Τα κορίτσια άρχισαν να μπαίνουν πιο δυναμικά στην αγορά εργασίας. Να σπουδάζουν και να εργάζονται, να βγαίνουν από το ρόλο της Ελληνίδας "νοικοκυράς". Οικογένεια, εργασία, σπίτι, εξοχικό, αυτοκίνητο, παρέες και σχέσεις πιο θερμές, πρώτα ταξίδια στο εξωτερικό, περισσότερος ελεύθερος χρόνος... Ο 40άρης μπορούσε να τα βγάλει πέρα χωρίς πολυτέλειες. Ο 50άρης και ο 60άρης έβλεπε τα παιδιά του να κάνουν καλύτερα και περισσότερα από τον ίδιο. Και σε πολλούς αρκούσε αυτή η αίσθηση για να αισθάνονται ευτυχισμένοι.

Οι υπερβολές των 90's δεν είχαν αρχίσει ακόμη για ορισμένους. Η μεσαία τάξη της ελληνικής κοινωνίας ήταν αυτό που ακριβώς περιγράφεται στις λέξεις "μεσαία τάξη". Ο Έλληνας μόλις είχε αρχίσει να βάζει στόχους που ο πατέρας και η μητέρα του ούτε καν είχαν φανταστεί για τη δική τους ζωή. Στόχους μεγάλους, αλλά εφικτούς τελικά. Όπως η κούπα του 1987. Ναι, μερικές φορές ήταν και απροσδόκητη η επιτυχία!

Χωρίς υπολογιστές και internet, ο κόσμος μας ήταν ακόμη μικρός. Δυο τηλεοπτικά κανάλια όλα κι όλα! Χωρίς κινητά και δεκάδες πιθανούς διαφορετικούς τρόπους διασκέδασης. Ο αθλητής, ο κάθε γνωστός αθλητής, ήταν κάτι πολύ μεγαλύτερο για όλους μας απ' αυτό που είναι σήμερα. Τα ερεθίσματα ήταν λιγότερα. Ρόδα, μπάλα και κοπάνα! Και κάνα ποτό και κάνα τσιγάρο. Και Atari και Amiga και κάνας Spectrum και Amstrad. Nα παίζουμε ποδοσφαιράκι ή NBA με Bulls, Pistons, Celtics και Lakers. Ούτε καν Sega και Νintendo. Αυτοί είμασταν. Το μηχανάκι ήταν το όνειρο των περισσότερων, όχι ακόμη ο υπολογιστής!

Η 12ΑΔΑ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ 12ΧΡΟΝΟΥ

Στα μάτια του 12χρονου, ο Γκάλης ήταν ο εξωπραγματικός. Αυτά που έκανε εκείνος, δεν μπορούσε να τα κάνει άλλος σε ολόκληρη τη γη. Ο Γιαννάκης ήταν ο κάπτεν. Ο ηγέτης και αρχηγός, η ψυχή και το μυαλό της ομάδας. Αυτός που αν αποχωρούσε, θα διαλυόταν η ομάδα. Ο Φάνης ήταν το είδωλο. Αυτός στον οποίο θα μπορούσαμε να μοιάσουμε. Αυτός από τον οποίο κοπιάραμε reverse και σουτ, πάσες και ντρίμπλες. Ο πληρέστερος. Και πλέι μέικερ και δυάρι και τριάρι και τεσσάρι. Ο all around, ο πιο ταλαντούχος. Και ο αγαπημένος των κοριτσιών.

Ο Φιλίππου ήταν ο πιο γρήγορος! Ακόμη και από τον Γκάλη. Πότε έπαιρνε το ριμπάουντ, πότε έδινε πάσα, πότε βρισκόταν στην απέναντι ρακέτα για το λέι απ στον αιφνιδιασμό (έτσι το λέγαμε τότε, δεν υπήρχαν τα... transition) ούτε που το έπαιρνες χαμπάρι! Ο Φασούλας ήταν ο αλλόκοτος. Ο εξωγήινος. Σε ύψος, σε άπλωμα χεριών, σε κινήσεις, σε όλα. Το 2.13 δεν ήταν συνηθισμένο τότε. Πώς κινούσε το κορμί του συγχρονισμένα, αυτό δεν μπορούσε να το χωνέψει ο 12χρονος.

Ο Ανδρίτσος ήταν ο "χεράς". Ο "χεράς", ενίοτε και με ταμπλό. Ήταν της μόδας το ταμπλό ακόμα. Το αξιοποιούσαν πολλοί. Ήταν ο ψυχρός σουτέρ με τη γλυκιά προσποίηση που "έστελνε" τον προσωπικό αντίπαλο. Ο Ιωάννου ήταν ο αναπληρωματικός πλέι μέικερ του Γιαννάκη στο μυαλό μας. Αυτός που θα του δώσει ανάσες, που δεν θα κάνει λάθη, που θα μοιράσει ασίστ, που δεν θα πετύχει πολλούς πόντους, αλλά θα είναι σοβαρός. Ο αξιόπιστος. Ο Σταυρόπουλος, όμως, ήταν ο "μάτζικ". Σούπερ στα τρίποντα όταν έπαιρνε καλό σκριν, no look πάσες α λα Γκάλης μερικές φορές, όχι τόσο αθλητικός, αλλά καλός σκόρερ και ικανός αμυντικός. Στα δικά μου μάτια πάντα.

Ο Καμπούρης ήταν ο "φιλότιμος". Ο "σκουπιδιάρης". Ο αθόρυβος, ο χρήσιμος αντιτουριστικός ψηλός. Πεντάρι τότε, με 2.05! Ριμπάουντ, σπρωξίματα, καλές θέσεις. Ο έξυπνος που έμοιαζε να κάνει περισσότερα απ' όσα μπορούσε. Και επιθετικά στη μέρα του δεν τον έπιανες εύκολα! Ο Ρωμανίδης ήταν ο "σωματαράς". Ώμοι, πλάτες, αλτικός, καλός σουτέρ, καλός στις διεισδύσεις, γρήγορος. Όχι τόσο γρήγορος όσο ο Λινάρδος δεδομένου του ύψους του καθενός. Πιτσιρίκος τότε, στον σούπερ Πανιώνιο της εποχής, άρρηκτα συνδεδεμένος με τους Κυανέρυθρους στο μυαλό του 12χρονου. Οπως και ο Καρατζάς με το Παγκράτι. Τεσσαρο-πεντάρι και εκείνος. Άλλου τύπου. Πιο βαρύς, πιο ριμπάουντερ, πιο "μέσα στη ρακέτα".

Αυτοί ήταν. Οι 12 θεοί του μπασκετικού Ολύμπου. Κάποιοι από τους ήρωες των παιδικών μας χρόνων. Ήταν πολλοί τότε οι μπασκετικοί μας ήρωες, αλλά σχεδόν όλοι Έλληνες! Τις ξέραμε απέξω και ανακατωτά τις πεντάδες του ΓΣΠ και του Παγκρατίου, του Ηρακλή και του Πανιώνιου, του Απόλλωνα Πάτρας και του Πανελλήνιου. Καλά, για Άρη – ΠΑΟΚ δεν το συζητάμε καν. Παναθηναϊκός, Ολυμπιακός και ΑΕΚ ήταν πολλές χρονιές χειρότεροι από Πανιώνιο – Ηρακλή. Πού να τα ζήσετε αυτά τώρα, γατάκια;

ΤΟ ΟΑΚΑ, ΤΟ ΣΕΦ, Η ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΜΥΑΛΟΥ

Το "τιριρίρι" από το "Final Countdown" των Europe άλλαξε τα πάντα στον ελληνικό αθλητισμό. Το 1982 ολοκληρώθηκε η κατασκευή του ΟΑΚΑ, το 1985 η κατασκευή του ΣΕΦ. Αλλά ήταν η κούπα του 1987 που ώθησε τις κυβερνήσεις να ρίξουν περισσότερα χρήματα για όλα τα σπορ. Έσπρωξε προς το μπάσκετ χιλιάδες πιτσιρίκια. Έβαλε το άθλημα στα σπίτια απομακρυσμένων χωριών και νησιών.

Κατέστησε το μπάσκετ οικείο προς κάθε Έλληνα και όχι προς κάθε... ψηλό Έλληνα. Έδωσε όραμα και στόχους σε προπονητές και αθλητές ατομικών και ομαδικών αθλημάτων. Έκανε τον Έλληνα μπασκετμπολίστα και συνολικά την ελληνική αθλητική κοινωνία να γίνουν πιο "επαγγελματίες" σε όλα τους. Έβαλε τα αθλητικά ένθετα στις εφημερίδες και αύξησε τον αθλητικό χρόνο στην τηλεόραση. Έγινε η κληρονομιά για κάθε Παπαλουκά και Κακιούζη, για κάθε Διαμαντίδη και Σπανούλη, για κάθε Αντετοκούνμπο, Παπαπέτρου και Ντόρσεϊ.

Το 1987 γέννησε αθλητές, προπονητές, αθλητίατρους, γυμναστές (σούπερ trendy επάγγελμα των 80's και των 90's), δημοσιογράφους, εμπόρους και πωλητές αθλητικών ειδών. Έσπρωξε παράγοντες να δώσουν εκατοντάδες εκατομμύρια δραχμές και δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Επειδή το αγάπησαν. Το σπορ και τις ομάδες τους. Ήταν το θεμέλιο όπου στηρίχθηκε το Νο 1 εξαγώγιμο ελληνικό προϊόν της χώρας.

Μην γελιέστε, το μπάσκετ είναι αυτό. Το όλον μπάσκετ. Παλαιότερα, μόνο αθλητές. Λιγοστοί. Μέχρι και το ΝΒΑ. Tώρα πια, και προπονητές σχεδόν σε όλες τις ηπείρους της γης. Πολλοί και αξιόλογοι. Επιστήμονες του αθλήματος. Σκεφτείτε: για πόσα πράγματα δικαιούται αυτή η χώρα να υπερηφανεύεται; Σε πόσους τομείς είναι από τις καλύτερες σε διεθνές επίπεδο; Στον... τουρισμό; Ναι. Και στο μπάσκετ.

Εδώ που τα λέμε, 30 χρόνια μετά, ο Giannis δεν είναι πλέον ο πιο διάσημος Έλληνας;

*Follow me on Twitter: Seretinio

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ