Το λάθος του Σάντος, το "όφελος" της Εθνικής
Ο Γιάννης Σερέτης προτιμά να γράψει πριν από το παιχνίδι της εθνικής Ελλάδας με την Ιαπωνία για τη διαχείριση της κατάστασης που προέκυψε μετά το συμβάν με πρωταγωνιστές τον Μανιάτη και τον Τζαβέλλα.
Ο Σάντος πήρε τη δύσκολη απόφαση. Κατά τη γνώμη μου λανθασμένη. Μα δύσκολη. Δεν τους έδιωξε. Και τους δύο. Τον Μανιάτη επειδή δεν κατάφερε ΠΟΤΕ να διαχειριστεί όχι μόνο τον ΤΡΟΠΟ του παλαιού του συγκάτοικου στις «εθνικές» αποστολές, Κώστα Κατσουράνη, αλλά και την πίεση του Ολυμπιακού που τού πολλαπλασίασε το πρόβλημα υπό το βάρος και του περιβραχιόνιου.
Δείτε τον καιρό στο Νατάλ, όπου απόψε αγωνίζεται η Εθνική
Τον Τζαβέλλα επειδή δεν κατόρθωσε να τιθασεύσει το στόμα του και να αντιμετωπίσει τον Μανιάτη πρώτα ως άνθρωπο και μετά ως συνεργάτη και συμπαίκτη. Τον ξέρει ο Γιώργος τον Γιάννη. Από παλιά. Παρέα έκαναν εκτός γηπέδου, φίλοι είναι. Και όταν σταματήσουν το ποδόσφαιρο, πάλι φίλοι θα είναι. Δεν γνωρίστηκαν στα ΠΑΟΚ – Ολυμπιακός του Κυπέλλου, όπου – αν το είχατε παρατηρήσει – αμφότεροι είχαν προσπαθήσει να σβήσουν αρκετές φωτιές στα δυο 90λεπτα προτού ανάψει την πυρκαγιά το δηλητηριώδες ορισμένες στιγμές στόμα του εκρηκτικού Κατσουράνη. Ενός απίθανου τύπου, ο οποίος μπορεί στη μια στιγμή να βρίσει χυδαία και την επόμενη ημέρα να σου δώσει και το σπίτι του που λέει ο λόγος αν έχεις ανάγκη, αφού προηγουμένως σου έχει ζητήσει συγγνώμη δέκα φορές.
Ιδιο ήταν και το σφάλμα του Μανιάτη. Που δεν δέχθηκε την μια – δυο – τρεις – προσωπικά – δημόσια – μόνο κωλοτούμπες δεν έκανε – ΕΙΛΙΚΡΙΝΗ ΣΥΓΓΝΩΜΗ και μεταμέλεια του Κατσούρ, μήνες προτού η εθνική Ελλάδας συγκεντρωθεί για προετοιμασία. Και ο Μανιάτης (αυτός κυρίως) και ο Τζαβέλλας που είδε και ένα μαγαζί καμμένο και έχει δίκιο να αισθάνεται περισσότερο άβολα με την όλη κατάσταση, δεν αντιμετώπισαν τον συμπαίκτη τους ως ΑΝΘΡΩΠΟ.
Αν τον είχαν αντιμετωπίσει έτσι, αν είχε μπει ο ένας στη δύσκολη θέση του άλλου, δεν θα είχε συμβεί η έκρηξη. Όχι για τις… σέντρες. Για όλα τα υπόλοιπα. Διότι εδώ μιλάμε για ένα συμβάν που συνεχίστηκε. Όχι για ένα σκληρό μαρκάρισμα, για μια βρισιά – μια απάντηση, για κάτι στιγμιαίο. Πρώτα είναι ο άνθρωπος για μένα, με όλα τα ωραία και τα άσχημα του χαρακτήρα μας και μετά ο «επαγγελματίας». Και επειδή αμφότεροι (παρότι ΓΝΩΡΙΖΑΝ ότι θα έδιναν αφορμές για πολλά) δεν συγκράτησαν τα νεύρα τους ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ, «γεια σας».
Πίσω στην Αθήνα, κύριοι. Με ΑΠΟΦΑΣΗ της ΕΠΟ και του Σάντος. Να μάθετε – και να μάθουν όλοι – ότι το κέλυφος που έχει χτίσει αυτή η ομάδα από την εποχή του Ρεχάγκελ και έχει διαρραγεί ελάχιστες – γι’ αυτό και τόσο φανερές - φορές, δεν είναι διάτρητο στην βούληση κανενός ποδοσφαιριστή. Δεν ήθελες Σωτήρη Κυργιάκο; Γεια και χαρά σου. Δεν ήθελες Φάνη Γκέκα; Γεια σου και εσένα, καλή επιτυχία στην καριέρα σου. ΑΝ και ΟΤΑΝ αποφασίσεις να γυρίσεις με όλη σου τη θετική ενέργεια, είσαι καλοδεχούμενος αν το αξίζεις ποδοσφαιρικά. Αλλιώς, κόκκινη κάρτα και αποβολή από το τουρνουά. Θα τα ξαναπούμε ίσως στο μέλλον, αν κατορθώσεις να καθαρίσεις το μυαλό σου.
Αυτό θα έκανα εγώ. Ισως και πολλοί άλλοι. Είναι το πιο «καφενειακό», συμφωνώ. Δεν το έκανε ο Σάντος. Προτίμησε το δύσβατο. Θα μπορούσε να πάρει τον εύκολο δρόμο. Να τους στείλει στην Αθήνα ή απλώς να τους αφήσει στο ξενοδοχείο για τα δύο τελευταία παιχνίδια. Φεύγει, ούτως ή άλλως. Θα έπαιρνε από όλους τα «μπράβο» για την τιμωρία και από λιγοστούς θα τα άκουγε, επειδή πίστεψε λανθασμένα πως είχε σβήσει και την τελευταία σπίθα. Δεν το έκανε. Ετσι θα έδειχνε το δρόμο για τους υπόλοιπους, τους επόμενους. Και θα ενίσχυε το μήνυμα που είχε περάσει με την επιλογή του για το «Αλάνι» και τον Φάνη, όταν είχαν αποφασίσει να αποχωρήσουν από την εθνική Ελλάδας. Δίστασε. Εθεσε το – κατά την άποψή του – όφελος της ομάδας στο τουρνουά, ψηλότερα από το – κατά την άποψή μου - μακροπρόθεσμο κέρδος της εθνικής Ελλάδας. Για μένα, σφάλμα του και κάθε γνώμη που τεκμηριώνεται με λογικά και όχι «παραγοντικά», ή «πολιτικά» επιχειρήματα, είναι δεκτή και συζητήσιμη.
Αλλωστε, επουδενί θεωρώ πως ό,τι συνέβη μπορεί να επηρεάσει στο ελάχιστο αρνητικά τη σημερινή προσπάθεια της εθνικής Ελλάδας. Καλό μπορεί να της κάνει, κακό όχι. Οποιοι έχουν συζητήσει με αθλητές ομαδικών σπορ για αντίστοιχα περιστατικά που έχουν συμβεί μια – δυο μέρες και όχι ελάχιστες ώρες πριν ή κατά τη διάρκεια του αγώνα, ξέρουν το γιατί. Η εθνική θα έχει απόψε με τους Γιαπωνέζους ΑΠΟ ΟΛΟΥΣ μεγαλύτερο πάθος, ισχυρότερη θέληση, υψηλότερο βαθμό συγκέντρωσης και συσπείρωση στο ζενίθ. Σίγουρα δεν αρκούν για τη νίκη. Όμως αυτά τα στοιχεία θα τα έχει.
Y.Γ. Οι παίκτες της εθνικής δεν δικαιούνται να έχουν κανένα παράπονο από τη στάση των δημοσιογράφων στο ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ θέμα. Για άλλα ζητήματα, ναι, μπορούν να στοιχειοθετήσουν παράπονα. Ο δημοσιογράφος πληρώνεται από το μέσο που τον έχει στείλει στη Βραζιλία (και) για να μαθαίνει και να καταγράφει την καθημερινότητά της, εκτός όλων των άλλων. Αν εντός της καθημερινότητας της ομάδας είναι και οι τσαμπουκάδες στην προπόνηση και ο δημοσιογράφος το ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΕΙ, δεν είναι… δικαίωμά του, αλλά υποχρέωσή του να το γράψει. Πληρώνεται ΚΑΙ γι’ αυτό. Δεν είναι υπάλληλος της ΕΠΟ. Αν αμειβόταν από την ΕΠΟ άμεσα ή έμμεσα, (ισχύει και για τους ρεπόρτερ των ΠΑΕ σε αντίστοιχες περιπτώσεις), τότε – ναι- πρέπει να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να το καλύψει ή να το «απαλύνει». Μα, σε κάθε περίπτωση, όταν μιλάμε για κάτι ΑΛΗΘΕΣ, ισχύει το παντοτινό αξίωμα: «Φταίει αυτός που τα γράφει, ή αυτός που τα κάνει;».
Κατά τα λοιπά, ισχύει ότι στην ελληνική ποδοσφαιρική εθνική ομάδα σχεδόν τα πάντα πριν από μια τόσο σημαντική και ιστορικού χαρακτήρα διοργάνωση όπως είναι το Μουντιάλ της Βραζιλίας, τίθενται υπό μεγεθυντικό φακό. Και τα καλά και τα στραβά. Όλα μεγεθύνονται. Μα πάντα, να ξέρετε κάτι. Από όλα όσα συμβαίνουν στην καταγραφή της ζωής μιας ομάδας (είτε πρόκειται για σύλλογο, είτε για εθνική) γράφεται λιγότερο από το 10%. Τα περισσότερα ΔΕΝ τα μαθαίνουν οι δημοσιογράφοι. Υπάρχει και ένα μικρότερο (μα, δυστυχώς, διαρκώς αυξανόμενο) ποσοστό γεγονότων, τα οποία μαθαίνει αλλά δεν δημοσιοποιεί ο ρεπόρτερ. Είτε επειδή φοβάται (ειδικά αν είναι οικογενειάρχης) απειλές, μηνύσεις, αγωγές και ξύλο, είτε επειδή διστάζει γιατί δεν θα μπορέσει να τα αποδείξει αν φτάσει στο δικαστήριο, είτε διότι γνωρίζει πως δεν θα έχει την πρέπουσα στήριξη από το μέσο στο οποίο εργάζεται (ενδεχομένως και να απολυθεί), είτε διότι πολύ συχνά μπαίνει στη λογική του «μην μπλέξουμε» ασκώντας τη «Nounou & light» δημοσιογραφία, είτε επειδή λειτουργεί συναισθηματικά/οπαδικά. «Οπαδισμός» βγαίνει και στο πλαίσιο του… εθνικού συμφέροντος πολλές φορές: αστείες λογικές που επικρατούν παντού, και σε άλλες χώρες.
Ισα - ίσα, που μερικές φορές, η δημοσιοποίηση τέτοιου είδους γεγονότων βοηθά εμμέσως μια ομάδα να αντιδράσει και να μην βάλει το σκουπίδι κάτω από το χαλάκι. Ενεργοποιεί και το τελευταίο αντίσωμά της και ανάβει το «on» των αμυντικών/αυτοπροστατευτικών/βελτιωτικών μηχανισμών της. Όχι πάντα. Μερικές φορές. Γιατί αν η κατάσταση έχει φτάσει σε επίπεδο… «Φάμπρι», το πράγμα δεν μαζεύεται.
Follow me on Twitter: Seretinio