Ο Ολυμπιακός δεν... παίζεται
Ο Κώστας Καίσαρης γράφει για τον φετινό Ολυμπιακό που δεν έχει... αντίπαλο. Οι προσταγές του σύγχρονου ποδοσφαίρου και το έργο Βαλβέρδε.
Ο κερδισμένος στο ποδόσφαιρο τα παίρνει όλα. Ο χαμένος μπορεί να είναι ευχαριστημένος από την προσπάθεια κι αν τον ευνοούν οι αριθμοί να βρίσκει παρηγοριά στην στατιστική. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να δούμε τι έγινε στο Βικελίδης, πίσω από την κουρτίνα του 2-1:
Ο Ολυμπιακός τρώει ένα εύκολο γκολ με δύο πάσες. Όχι ακριβώς όπως στο Καυταντζόγλειο, αλλά περίπου όπως στο ΟΑΚΑ με τον Παναθηναϊκό. Ο Μέλμπεργκ ενώ έχει χρονικά περιθώρια αργεί κι ο Νέτο πάει πρώτος στη μπάλα και σκοράρει. Επιθετικά έγερνε μονόπαντα. Ο Μανιάτης δεν είναι ΑΤοροσίδης για να φτάνει μέχρι την αντίπαλη γραμμή του άουτ. Ο Τζεμπούρ όσο έπαιξε δεξιά μπερδευόταν. Ο Ζαϊρί έπεσε απάνω στη στάση-Λαζαρίδης και δεν πέρασε ούτε μια ντρίμπλα. Το ότι δεν θα γύριζε να μαρκάρει ήταν γνωστό και αναμενόμενο. Ο Ριέρα «έπαιξε» περισσότερο, αλλά στο «ένας μ’ έναν» ο Βαγγέλι τον νίκησε κατά κράτος. Μέτρια εμφάνιση κι ο Φουστέρ, ενώ ο Μπράβο κάθε φορά που ο Άρης έβγαινε από δεξιά ήταν εκτός τηλεοπτικού πλάνου. Να συνυπολογίσουμε ακόμα και δύο εξωαγωνιστικούς παράγοντες: την αποχώρηση του Μιραλάς στο 27’ και την άρνηση του Σιδηρόπουλου να δώσει το καθαρό πέναλτι επί του Ριέρα. Και να μην αγνοήσουμε ότι Άρης από το 17 ήταν μπροστά στο σκορ.
Στοιχεία για ένα ιδανικό σενάριο της πρώτης γκέλας ύστερα από εννιά σερί νίκες. Δεν ήταν, όμως, η ικανότητα των Τζεμπούρ, Φουστέρ σε ατομικό επίπεδο που έκαναν τη διαφορά και την ανατροπή. Ο Ολυμπιακός ακόμα κι αν δεν ήταν στα καλύτερα ακόμα κι όταν έχει εμφανείς αδυναμίες, δεν παίζεται από καμιά ομάδα. Δεν χρειάστηκε να φτάσει στο 90% των δυνατοτήτων του για να κάνει τη μεγαλύτερη μέχρι τώρα νίκη στο πρωτάθλημα. Πέρασε από το Βικελίδης, με τις μηχανές του να είναι στο 60%. Μπορεί αυτό να εκληφθεί ως υπερβολή αλλά έτσι είναι: Το αν θα κερδίσει ο Ολυμπιασκό, το αν θα χάσει ή αν θα κάνει κάποια στιγμή την πρώτη του ισοπαλία εξαρτάται αποκλειστικά από τον ίδιο. Όχι κι από αυτόν που είναι κάθε φορά αντίπαλος του.
Δεν είναι Μπαρτσελόνα ο Ολυμπιακός. Ούτε πρόκειται να γίνει. Για τα ελληνικά δεδομένα όμως δεν έχει αντίπαλο. Ουσιαστικά παίζει μόνος του. Ξεκινώντας το ματς το Σαββατο έκανε το Κλεάνθης Βικελίδης… Γεώργιος Καραϊσκάκης. Μπήκε μες στο γήπεδο, έπιασε τον Άρη από τον λαιμό και τον έπνιξε. Στο 13’ ο δείκτης των φάουλ έγραφε 1-7 εις βάρος του Ολυμπιακού. Αποτέλεσμα του πρέσινγκ για να μην μπορέσουν να φτάσουν οι γηπεδούχοι ούτε μέχρι τη σέντρα. Και πράγματι μέχρι να γίνει στο 17’ το 1-0 κόντρα στη ροή του αγώνα το ματς παιζόταν στο μισό γήπεδο.
Όλες οι πρωταθλήτριες ομάδες είναι καλές. Ο φετινός Ολυμπιακός όμως είναι μοναδικός. Μπορεί να μην έχει τον μεγάλο σταρ τύπου Ριβάλντο, ή την υψηλή ποιότητα της πρώτης ομάδας του Μπάγεβιτς αλλά είναι απόλυτα προσαρμοσμένος στα στοιχεία που απαιτεί το σύγχρονο ποδόσφαιρο: κατοχή της μπάλας στον μέγιστο δυνατό βαθμό, ασφυκτικό πρέσινγκ που ξεκινάει από την αντίπαλη περιοχή, ώστε κάθε φορά που χάνεται η μπάλα να ξανακερδίζεται. Ένα ποδόσφαιρο κυριαρχίας, που για πρώτη φορά βλέπουμε στην Ελλάδα. Μια συνταγή που κι όταν ο Ολυμπιακός βγάζει προβλήματα, όπως στο ματς του Σαββάτου, του δίνει τη δυνατότητα να κερδίζει. Κάτι που πιστώνεται 100/100 στον Ερνέστο Βαλβέρδε. Και σαν φιλοσοφία, αλλά και σαν σχεδιασμός με τα κατάλληλα πρόσωπα στους κατάλληλους ρόλους. Κάτι που δίνει τη δυνατότητα στον Ολυμπιακό να παίζει πάντα ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας και να επιβάλλεται χωρίς να παίζει κανένα ρόλο που γίνεται το παιχνίδι και ποιος είναι ο αντίπαλος του. Αυτό θα ίσχυε και για το Βικελόιδης, ακόμη κι αν ο Τσέζαρεκ είχε κάνει το 2-2 στη φάση του 89’ που είχε βγει για να.. ψαρέψει ο Πάρντο.