Ποδοσφαιριστής, σταρ και επιχειρηματίας
Ο Κώστας Καίσαρης αναλύει το φαινόμενο Ντέιβιντ Μπέκαμ. Τον χαρακτηρίζει μοναδική περίπτωση και υποκλίνεται στον επαγγελματισμό του, σε σχέση με όλες τις άλλες δραστηριότητες του.
Λέγεται ότι δεν χωράνε δύο καρπούζια σε μια μασχάλη. Μαλακίες. Χωράνε και παραχωράνε. Και τρία μαζί μάλιστα. Ο Μπέκαμ ήταν ταυτόχρονα και ποδοσφαιριστής και επιχειρηματίας και σταρ. Κι έπαιρνε και στα τρία άριστα. Δεν με ενδιαφέρει πόσα χρόνια μπάλα έπαιζε, σε ποιες ομάδες έπαιξε και πόσους τίτλους έχει κατακτήσει. Αυτές είναι άχρηστες πληροφορίες, που δεν λένε απολύτως τίποτα. Η στατιστική είναι το όπλο όσων δεν έχουν γνώση και κρίση.
Από όσα παιχνίδια έχω δει του Μπέκαμ, κρατάω δύο. Αυτά με την Αγγλία απέναντι στην Εθνική Ελλάδος για τα προκριματικά του Μουντιάλ του 2002. Στο ματς της Αθήνας ένας άνθρωπος του ποδοσφαίρου που ήμασταν δίπλα-δίπλα στην εξέδρα γυρίζει κάποια στιγμή και μου λέει: "Δεν ξέρω τι λένε και δεν με ενδιαφέρει, αν όλα αυτά είναι αλήθεια ή ψέμματα. Αν ο Μπέκαμ φοράει τα στρινγκ της γυναίκας του, αν τον δίνει, αν τον παίρνει, ή αν τα κάνει όλα μαζί. Αυτό που βλέπει είναι ότι πετάει σε όλο το γήπεδο. Τρέχει σαν σκυλί και γυρίζει στη δικιά του του περιοχή για να μαρκάρει σαν δεξί μπακ".
Λόγια που δεν είχαν ίχνος υπερβολής. Κι έτσι ακριβώς είναι οι μεγάλοι ποδοσφαιριστές. Η πατέντα είναι ότι ο μπαλαδόρος δεν χρειάζεται να τρέχει γιατί τρέχουν οι άλλοι για αυτόν είναι 100/100 ελληνική. Το δεκάρι αλά-Βασίλης Τσιάρτας, δηλαδή, που όταν δεν έχει τη μπάλα αράζει, βάζει τα χέρια στη μέση και περιμένει. Αυτά δεν υπάρχουν στους πραγματικά μεγάλους ποδοσφαιριστές. Δεκάρι ήταν κι ο Μίμης Δομάζος, αλλά έτρωγε τα γήπεδα. Δεκάρι ήταν κι ο Ζινεντίν Ζιντάν, αλλά ο ιδρώτας του έτρεχε ποτάμι.
Μοιρογνωμόνιο ήταν το δεξί πόδι του Μπέκαμ. όπου ήθελε κι όπως ήθελε την έστελνε τη μπάλα. Ένας πραγματικά μεγάλος παίκτης, όμως, ποτέ δεν είναι αραχτός και λάιτ. Έτσι κι ο Μπέκαμ. Μπορεί η φωνή του να ακούγεται σαν αδερφίστικη, αλλά τη φανέλα την ίδρωνε και με το παραπάνω. Και το σώβρακο το λέρωνε. Με το ίδιο ακριβώς πάθος είχε παίξει και στη ρεβάνς όταν μόνος του στο Γουέμπλεϊ γύρισε το 2-1 της Εθνικής Ελλάδος, ισοφάρισε με το γκολ-φάουλ στο τέλος κι έστειλε την Αγγλία στο Μουντιάλ.
Ο Μπέκαμ, όπως, είπαμε, δεν ήταν μόνο επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Ήταν ταυτόχρονα και επιχειρηματίας. Με τεράστιο τζίρο εκατομμυρίων για τα προϊόντα που διαφημίζει. Ήταν και είναι ταυτόχρονα ένας σταρ. Όταν έκανε μεταγραφή από τη Γιουνάιτεντ στη Ρεάλ ο προσωπικός κομμωτής του, ταξίδευε κάθε εβδομάδα από την Αγγλία στη Μαδρίτη για να τον περιποιηθεί. Άλμπουμ γεμίζουν οι φωτογραφίες με τα διάφορα χτενίσματα.
Υπηρετώντας τον κανόνα της σόου-μπιζ που επιβάλλει στους σταρ, να ανανεώνουν συχνά το λουκ τους για να ανανεώνεται έτσι και το ενδιαφέρον του κοινού για αυτούς. Όλα αυτά, όμως, σε τίποτα δεν διατάραξαν την επαγγελματική ποδοσφαιρική του καριέρα. Ο Μπέκαμ είχε την προσωπικότητα, τον επαγγελματισμό και την εργατικότητα να τα προλαβαίνει όλα. Και να τα κάνει όλα στην εντέλεια.
Η φύση ήταν γενναιόδωρη μαζί του. Του έδωσε ταλέντο. Του έδωσε ένα ωραίο πρόσωπο και μια καλοφτιαγμένη σωματική κατασκευή. Ο Μπέκαμ δε κάθισε πάνω όλα αυτά τα δώρα. Τα δούλεψε, τα εξέλιξε, τα συντήρησε. Πέρα από όλα αυτά είχε την προσωπικότητα για να κάνει την καλύτερη δυνατή διαχείριση, σαν μάνατζερ του εαυτού του.
Ο Ντέιβιντ Μπέκαμ είναι μια σπάνια και μοναδική περίπτωση: Ήταν ταλαντούχος. Ήταν ωραίος. Ήταν έξυπνος. Ήταν εργατικός. Ήταν επιχειρηματίας. Ήταν τεχνίτης με τη μπάλα στα πόδια, αλλά είχε και τα πνευμόνια για να καταπίνει χιλιόμετρα, αλλά και το τσαγανό. Σε καμία από τις δραστηριότητες του δεν ήταν "απατεώνας". Δεν ήταν ψεύτικος. Δεν κορόιδευε. Σε ότι έκανε, έδωσε τον καλύτερο του εαυτό. Τη δόξα την κέρδισε και τα λεφτά που έχει βγάλει τα δικαιούται με το παραπάνω.