OPINIONS

Η τρέλα που νίκησε την παράνοια

Η τρέλα που νίκησε την παράνοια

Ο Μάνος Μίχαλος δεν προσπαθεί να βρει λογική στο πώς ο Ολυμπιακός κατέκτησε την Ευρωλίγκα, γιατί αυτή η λέξη έλειπε έτσι και χρόνια από τη ζωή του μπασκετικού ερυθρόλευκου τμήματος. Κι όπως γράφει, με μια τρελή ιστορία ο Ολυμπιακός νίκησε την παράνοια 15 ετών.

Όπου κι αν γυρίσεις το κεφάλι σου, από το 0.7 του τελικού Ευρωλίγκα της Κυριακής 13 Μαΐου, βλέπεις ανθρώπους να συζητάνε για το καλάθι του Γιώργου Πρίντεζη, για την ανατροπή του –19 από τον μικρό στο μάτι, μεγάλο στο μπασκετικό κρεβάτι Ολυμπιακό απέναντι στην αρκούδα, στο θηρίο, στην ΤΣΣΚΑ, στον Κιριλένκο και τον Τεόντοσιτς. Όλοι αναρωτιούνται «πώς έγινε αυτό;», όλοι συμφωνούν ότι «δεν μπορώ να το εξηγήσω» και όλοι ψάχνουν να βρουν λογική, εκεί που δεν υπάρχει.

Ναι, στην ομάδα μπάσκετ του Ολυμπιακού ποτέ δεν επικράτησε η λογική τα τελευταία 7 χρόνια και για αυτό ευθύνονται τα 15 σε σύνολο χρόνια, κατά τα οποία οι ερυθρόλευκοι έμεναν πάντα στην απ’ έξω. Δεν έπαιρναν πρωτάθλημα, δυσκολεύονταν ακόμη περισσότερο στην Ευρωλίγκα, ο Παναθηναϊκός καρφίτσωνε στη φανέλα του το ένα αστέρι μετά το άλλο (και εντός συνόρων έπαιρνε το ένα πρωτάθλημα μετά το άλλο), με συνέπεια στον Πειραιά, άπαντες να αρχίσουν να τρελαίνονται.

Πρώτα ο κόσμος, μετά οι δημοσιογράφοι, στη συνέχεια πάλι ο κόσμος και στο τέλος όλοι όσοι πατούσαν το πόδι τους στο ΣΕΦ: προπονητές, παίκτες, στελέχη, σεκιουριτάδες, φύλακες, σύζυγοι, ό,τι μπορείς να φανταστείς. Πίεση, άγχος, πίεση, άγχος. Πίεση. Άγχος. Κάθε χαμένη σεζόν, κάθε χαμένη χρονιά και ο παραλογισμός μεγάλωνε, γινόταν ένα τεράστιο τείχος σε όλες τις προσδοκίες που είχε η ομάδα, γινόταν μια αρρώστια κολλητική θα έλεγες, που κανείς δεν ήξερε ποιο φάρμακο θα έκανε καλά αυτή την ομάδα.

Και ίσως αυτή η νίκη επί της ΤΣΣΚΑ Μόσχας να ήταν μυθική, παράλογη, τρελή, ανώμαλη, να ήρθε από το πουθενά, μπορεί και κατά τύχη. Αλλά πόσες φορές όλα αυτά τα χρόνια ο Ολυμπιακός βρέθηκε στην απέναντι θέση σε Ελλάδα και Ευρώπη και έπεσε στο καναβάτσο, ενώ ήταν λίγο πριν κερδίσει, έστω στα σημεία; Πόσες φορές, αυτή η πίεση και ο παραλογισμός επικράτησαν της λογικής και της ηρεμίας; Χαμένες βολές, χαμένα λέι απ, χαμένα σουτ, χαμένες ευκαιρίες, χαμένα λεφτά, χαμένα χρόνια.

Ο μεγαλύτερος νόμος στη ζωή και τη φύση είναι η ισορροπία. Ό,τι κι αν συμβεί, κάποια στιγμή αυτή θα επικρατήσει. Και ο Ολυμπιακός, αυτό ακριβώς έψαχνε, την ισορροπία του. Ούτε 10 αστέρια ήθελε, ούτε να κατακτήσει τον κόσμο, ούτε να τον γράψει ιστορία. Στον Πειραιά, ήθελαν απλώς να βρουν την ηρεμία τους και αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη του Ολυμπιακού. Όποιος κοιτάζει το δάσος, το καταλαβαίνει.

Κι όχι μόνο καταλαβαίνει, αλλά θυμάται κιόλας. Ότι Χάινς, Ντόρσεϊ, Λο προσγειώθηκαν στο Ελευθέριος Βενιζέλος όταν συμφώνησαν με τον Ολυμπιακό, λες και ήταν τίποτα μετανάστες που ήρθαν στην Ελλάδα για μια καλύτερη τύχη. Ότι ο Μάντζαρης πλήρωνε σε κάθε ματς το εύηχο και χρήσιμο σε τέτοιες περιπτώσεις επώνυμό του (τύπου «που να πας με τον Μάντζαρη;»). Ότι ο Σλούκας περίμενε να φύγουν Παπαλουκάς, Τεόντοσιτς, Πεν για να δείξει ότι ξέρει κι αυτός λίγο από μπάσκετ.

Ότι ο Γιώργος Πρίντεζης ήταν πάντα καλός, αλλά «λίγος» μπροστά στα τεσσάρια του Παναθηναϊκού, της ΤΣΣΚΑ, της Σιένα και όποιας άλλης ομάδας σας έρχεται στο μυαλό. Ότι ο Βασίλης Σπανούλης ήταν πάρα πολύ καλός παίκτης, αλλά με την αμφιβολία «μήπως ήρθε στον Ολυμπιακό για τα λεφτά;», ότι ο Ντούσαν Ίβκοβιτς είχε το σεβασμό, αλλά και (όπως όλοι οι προηγούμενοι) το πιστόλι στον κρόταφο. Ότι οι αδελφοί Αγγελόπουλοι ήταν «ολυμπιακάρες», αλλά πολεμούσαν με σφεντόνες τα συστήματα, έπαιρναν παίκτες του κεφαλιού τους (λες και είναι οι μοναδικοί πρόεδροι που κάνουν ό,τι όλα τα αφεντικά: αποφασίζουν).

Μέχρι και ο Χρήστος Μπαφές, ο υπεύθυνος Επικοινωνίας και Γραφείου Τύπου του Ολυμπιακού, ήταν πάντα «το καλύτερο γραφείο», αλλά μπορεί να άκουγες και κάνα «δεν προστατεύεται η ομάδα από τα ΜΜΕ». Τρέλα.

Βέβαια, το ότι η κατάκτηση της Ευρωλίγκα ήλθε με τον πιο τρελό τρόπο, με το πιο τρελό σενάριο, δεν μειώνει ούτε 1% την επιτυχία του Ολυμπιακού. Μπορεί να μην χωράει η λογική στα όσα έγιναν, αλλά είναι κοινώς αποδεκτό ότι χωράει η παραδοχή. Ακόμη και αν ο Ντούσαν Ίβκοβιτς κάνει μάγια κάθε φορά που πάει σε ιστορική πόλη (όπως γράφαμε και το Σάββατο) και πηγαίνει στις παραλίες για να περπατήσει πάνω στο νερό ή δεν ξέρω και εγώ τι άλλο, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν τα κάνει καλά αυτά τα μάγια.

Οι χαμένες βολές του Σισκάουσκας δεν λένε τίποτα. Ας τις έβαζε. Ας τι έβαζαν και πέρυσι ο Παπαλουκάς ή ο Μπορούσης στους τελικούς της Α1. Δεν το γράφω με ελαφρότητα, αγνοώντας πόσο βαριά είναι η μπάλα τέτοιες στιγμές, απλώς το σημειώνω για να όσους λένε ο Ολυμπιακός ήταν τυχερός. Και η Πατουλίδου ήταν το 1992 στη Βαρκελώνη, και όταν το είπε ο Ίβκοβιτς στη συνέντευξη Τύπου πριν τον τελικό, έλεγα ότι «δεν έχει γλιστρήσει κανείς όμως, ο Ολυμπιακός κερδίζει». Να που γλίστρησε η ΤΣΣΚΑ. Εκεί που έτρεχε πρώτη και καμαρωτή, πάτησε σε λάδια, έκαψε λάδια, πείτε το όπως θέλετε και ο Ολυμπιακός, δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη.

Και μπορεί να σας φανεί τραβηγμένο, προκλητικό έως και προβοκατόρικο, αλλά αν ο Ολυμπιακός έχανε στον τελικό, είτε με 1, είτε με 20 πόντους, δεν θα ήταν όλοι οι φίλαθλοί του νηφάλιοι και στη λογική «δεν πειράζει, το ότι βγήκε δεύτερη η ομάδα είναι τεράστια επιτυχία». Τώρα θα σχολιάζαμε ποιος έφταιξε, τι έγινε, γιατί δεν πήρε ο Σπανούλης μια επίθεση, γιατί ο Ίβκοβιτς ξέχασε τον τάδε στον πάγκο, ότι αν οι Αγγελόπουλοι είχαν δώσει 2-3 εκατομμύρια παραπάνω η ομάδα θα πέταγε και ότι αν η τρέλα είχε χρώμα, σίγουρα θα ήταν ερυθρόλευκο και με λίγο πορτοκαλί, σαν την μπάλα.

Όμως, τα πράγματα δεν ήρθαν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Το σενάριο γράφτηκε αλλιώς, ο σεναριογράφος αποφάσισε να παίξει με τα νεύρα των Ρώσων, τα όνειρα του Ολυμπιακού και την αγάπη του μπασκετόφιλου κοινού, δημιουργώντας ένα κράμα από συναισθήματα, που συναντάς μόνο στις σειρές του HBO ή κάποιου άλλου αμερικανικού τηλεοπτικού δικτύου. Να, για παράδειγμα, ο Ολυμπιακός είναι ίδιος με τους Lions στο Friday Night Lights, την ομάδα που πήρε ο κόουτς Τέιλορ διαλυμένη, χωρίς γήπεδο, χωρίς παίκτες και την οδήγησε στο πρωτάθλημα του Texas, ολοκληρώνοντας μία από τις καλύτερες σειρές όλων των εποχών, με τον πιο συγκινητικά αθλητικό τρόπο.

Κάπως έτσι, ο Ντούσαν Ίβκοβιτς σε ένα παιχνίδι της μοίρας, σε μια στροφή της ζωής, βρέθηκε στο ίδιο κομβικό σημείο όπως πριν από 15 χρόνια κι ενώ όλοι νόμιζαν, πως θα ήταν απλώς μια παραμυθένια ιστορία, με πικρό ή έστω γλυκόξινο τέλος, εκείνος είχε κάνει άλλη προφανώς συμφωνία με το διάβολο, το Θεό ή με τίποτα αρχαίες θεότητες του Βελιγραδίου που μόνο ο ίδιος ξέρει και τις συναντά στους περιστερώνες του. Δύο χαμένες βολές από κάποιον που δεν χάνει, δύο-τρία σουτ που μπήκαν ενώ όλες τις άλλες ερυθρόλευκες φορές είχαν βρει σίδερο, η πάσα του πληγωμένου Σπανούλη στο σωστό χρόνο και σε μια προσπάθεια προσωπικής εξιλέωσης και ο παίκτης που μεγάλωσε στον (και για τον) Ολυμπιακό και το άξιζε λίιιιιγο περισσότερο από τους άλλους, με ένα χουκ ευθύ και απλό.

Ένα μαεστρικό φινάλε (ενός τελικού και μιας σκληρής 15ετιας), μια ομηρική αρχή (μιας καινούριας εποχής).

Λένε ότι η ψυχή ζυγίζει 21 περίπου γραμμάρια όταν φεύγει από το σώμα. Είναι αλήθεια, ότι του μπασκετικού του Ολυμπιακού του βγήκε η ψυχή για να φτάσει εδώ. Και ήταν πολύ, πολύ, πολύ πιο βαριά από 21 γραμμάρια. Φάνηκε, όταν την κατέθεσε ολόκληρη το βράδυ της 13 Μαΐου.

Μία μέρα μετά τον ημιτελικό, έγραφα εδώ στο Sport24.gr ότι ο Ολυμπιακός άξιζε να φτάσει στη βρύση και άξιζε να μην περιοριστεί σε αυτήν, αλλά να πιει μια κούπα νερό και να συνεχίσει. Είναι δεδομένο ότι ξανάνιωσε. Από την άλλη, είναι σίγουρο, ότι δεν ξεδίψασε…

Ερωτήσεις, απαντήσεις εδώ στο Sport24.gr και συζήτηση για στο @manmihalos

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ