“Μπρε, όλα καλά θα πάνε...”
Ο Μάνος Μίχαλος γράφει για την αποχώρηση του Ντούσαν Ίβκοβιτς, τον ξαφνικό αλλά κάπως υπερβολικό πανικό στις τάξεις του ερυθρόλευκου κόσμου, τι ταιριάζει σε αυτόν τον ερυθρόλευκο πάγκο και σημειώνει ότι “προπονητές υπάρχουν, πρόεδροι δεν υπάρχουν”.
Ψάχνω μετά μανίας να βρω τις δηλώσεις του Ντούσαν Ίβκοβιτς όταν ήρθε στον Ολυμπιακό, αλλά ίσως επειδή είναι περασμένη ώρα ή επειδή στο internet όλα μένουν κι όλα χάνονται μέσα στα περίφημα www των sites και τα cache των servers, δεν μπορώ να τις βρω. Πέφτω συνέχεια στην τότε ανακοίνωση του Ολυμπιακού, που ήταν λιτή, σεμνή και ταπεινή: “Ο Ολυμπιακός ανακοινώνει ότι προπονητής για τα επόμενα δύο χρόνια θα είναι ο Ντούσαν Ίβκοβιτς”, μία λίστα με τους σταθμούς της καριέρας του και μια υποσημείωση ότι “ο Ντούσαν Ίβκοβιτς έχει κατακτήσει όλα τα τρόπαια με 12 ομάδες”.
Από όσο θυμάμαι, πάντως, δεν είχε πει κάτι εντυπωσιακό και πολλά υποσχόμενο, αλλά ούτε είχε ακούσει κιόλας. Η ατμόσφαιρα, τότε, το καλοκαίρι του 2010 ήταν κάπως μουντή, αφού ούτε η προσπάθεια με τον Παναγιώτη Γιαννάκη είχε φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα (έστω και αν έδωσε μια εξέλιξη και πρόοδο στην ομάδα), ούτε τα εκατομμύρια των αδελφών Αγγελόπουλων είχαν πιάσει τόπο, ούτε οι ακριβοπληρωμένοι Έλληνες και ξένοι παίκτες είχαν οδηγήσει τον Ολυμπιακό στην κορυφή της Ευρωλίγκα ή του ελληνικού πρωταθλήματος.
Οπότε, ακόμη και ο “δάσκαλος” (για τους περισσότερους) Ντούντα είδε την καχυποψία στα μάτια και τις απόψεις των φιλάθλων του Ολυμπιακού, παρότι ήταν ο τελευταίος που είχε οδηγήσει αυτή την ομάδα σε ένα πρωτάθλημα, σε μια ευρωπαϊκή κορυφή. Με το πέρασμα των στείρων ετών, αυτά ήταν παλιές αναμνήσεις, περασμένα μεγαλεία, που και διηγώντας τα δεν έκλαιγες καν, αλλά απλώς βάραιναν τον εκάστοτε προπονητή με περισσότερο άγχος, απαιτήσεις και πίεση. Και να τα σχόλια για το αν είναι αρκετά μεγάλος, όντας τότε 67 ετών, και να τα σχόλια για το αν μπορεί να ακολουθήσει το σύγχρονο μπάσκετ και να τα σχόλια για το αν τελικά είναι αυτός η λύση για τον Ολυμπιακό.
Και τελικά, έτσι όπως τα έφερε όχι η ζωή, αλλά η ασίστ του Βασίλη Σπανούλη, το πέταγμα της μπάλας από τον Γιώργο Πρίντεζη και μια ομάδα με παιδιά που έτρεχαν, αλλά πάνω από όλα άκουγαν, ο Ολυμπιακός κατέκτησε την Ευρωλίγκα, ανάγκασε το επίσημο site της διοργάνωσης να βγάζει κάθε δύο μέρες κι από ένα βίντεο (μόνο για τον ηρωικό Δημήτρη Πασχόπουλο, τον φροντιστή της ομάδας, δεν έχει φτιάξει ακόμη βίντεο) και εν συνεχεία πάνω στη φορά, την τρέλα και την (μπασκετική) “αλητεία” του, ο Ολυμπιακός κέρδισε πεντακάθαρα τον Παναθηναϊκό και έγινε πρωταθλητής Ελλάδας για πρώτη φορά μετά το 1997 και ο Ντούσαν Ίβκοβιτς φεύγει όχι απλά με ψηλά το κεφάλι, αλλά ως ο πιο επιτυχημένα συνδεδεμένος προπονητής με τον Ολυμπιακό, αποδεδειγμένα ένας άνθρωπος της ομάδας. Αν η πρώτη θητεία τον είχε κάνει όνομα ιστορικής αναφοράς για τον Ολυμπιακό, τώρα πια αποτελεί ιστορικό σύμβολο της ομάδας.
Προς τι ο πανικός;
Συνεπώς, η ανακοίνωση για την αποχώρηση του Ντούσαν Ίβκοβιτς από τον Ολυμπιακό , δεν θα μπορούσε να μην ήταν διθυραμβική και γεμάτη σεβασμό για αυτό που δημιούργησε και αφήνει τώρα πίσω του. Το περίεργο, όμως, είναι ότι στις τάξεις των φιλάθλων του Ολυμπιακού κανείς δεν μιλάει πια για τα 69 (πλέον) χρόνια του Ίβκοβιτς, για το αν μπορεί να συνεχίσει να είναι στο απαιτούμενο επίπεδο και αρκετοί έχουν καταβληθεί από “προπονητικό” πανικό, σε σημείο που πραγματικά δεν ξέρουν τι λένε.
Ναι, αυτό το τελευταίο ακούστηκε κάπως απότομο. Αλλά όταν έπεσε το μάτι μου σε ένα σχόλιο στο Facebook “πάλι τα ίδια αρχίσανε..”, δεν ήξερα αν έπρεπε να πατήσω unlike (που δεν υπάρχει) ή να σβήσω το profile μου και να γκρεμίσω το wall μου.
Οκ, καταλαβαίνω ότι για κάποιους το να φεύγει ο προπονητής που οδήγησε την ομάδα σε αυτή την ιστορική χρονιά, δεν είναι το καλύτερο ή το πιο φυσιολογικό twist σεναρίου, αλλά δεν είναι και το τέλος του κόσμου, ούτε φυσικά και το τέλος του Ολυμπιακού.
Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, άλλωστε, δεν έκανε κάτι περίεργο. Πήρε σαν φυλαχτό αυτό που πέτυχε και έζησε με τους ερυθρόλευκους φέτος και αποφάσισε να ξεκουραστεί. Εγώ στη θέση του, μπορεί και να μην ξαναέβλεπα μπάσκετ, αν είχα πετύχει όσα αυτός, με τη συγκεκριμένη ομάδα που δεν περίμενε και δεν πίστευε κανείς. Θα καθόμουν με τα περιστέρια μου και θα τους εξιστορούσα το καλάθι του Πρίντεζη ή τη μεγαλειώδη εμφάνιση του Σπανούλη στον 5 τελικό με τον Παναθηναϊκό. Α, και θα τους έλεγα για τον Ντόρσεϊ και τον Λο, που δεν τους ήξερε άνθρωπος και τώρα μιλάει όλη η Ευρώπη για αυτούς. Και αν αυτά μπορούσαν να μιλήσουν, θα μου έλεγαν “δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να ολοκληρώσεις τη συγκεκριμένη, μνημειώδη, καριέρα”.
Ναι, σίγουρα, θα μπορούσε να κάτσει, θα μπορούσε ο Ολυμπιακός να τον κρατήσει, θα μπορούσε να μείνει άλλα δύο χρόνια. Δεν έμεινε όμως. Και κάθε μέρα πλέον που περνάει με το να κοιτάνε οι ερυθρόλευκοι πίσω, χάνεται το focus, που δεν είναι άλλο από το να κοιτάξουν μπροστά, εκεί που τους περιμένουν κι άλλοι στόχοι κι άλλες διεκδικησεις κι άλλοι τίτλοι. Δεν ξέρω αν θα είναι το 2013 ή το 2014, αλλά η συγκεκριμένη κάστα παικτών που έχει αυτή τη στιγμή ο Ολυμπιακός (και μιλάω για το βασικό κορμό) έχει προοπτική, έχει βάσεις και πάνω από όλα χτίζεται σωστά για να έχει χαρακτήρα.
Και κυρίως, το ότι αυτόν τον Ιούνιο δεν βγήκε κάποια ανακοίνωση-ατομική βόμβα ότι αποχωρούν οι Αγγελόπουλοι, όπως συνέβη πέρυσι τέτοιες μέρες, είναι ένα στοιχείο που δεν επιτρέπει στον αναγενημμένο (λόγω των τίτλων) Ολυμπιακό να έχει άγχος και πολύ περισσότερο πανικό για το άμεσο ή απώτερο μέλλον της σταθερότητας της ομάδας. Ακόμη και ο ίδιος ο Ντούσαν Ίβκοβιτς λογικά δεν θα αμφιβάλλει ή θα ανησυχεί για τη συνέχεια του Ολυμπιακού από εδώ και πέρα και αν τον ρωτήσεις, θα σου πει, κοιτώντας μέσα από αυτά τα γυαλιά-έργο τέχνης “μπρε, όλα καλά θα πάνε...”
Είναι σαφές, εδώ και 8 χρόνια πια, ότι ο Παναγιώτης και ο Γιώργος Αγγελόπουλος είναι η βάση στην οποία στηρίζονται οι στόχοι και η ευημερία των ερυθρολεύκων, σε μια περίοδο μάλιστα όπου το ελληνικό μπάσκετ δεν έχει ούτε πολλές σοβαρές επενδυτές και διοικήσεις σε ομάδες, ούτε καν σοβαρές διοικήσεις στις αρμόδιες αρχές.
Γιατί (για να πάμε και στο μείζον θέμα αυτής της στιγμής), αντικαταστάτες για τον πάγκο (ακόμη και για ένα τεράστιο κενό όπως αυτό του Ίβκοβιτς με το legacy που αφήνει πίσω του) υπάρχουν. Αντικαταστάτες για πρόεδρο, δεν φάνηκαν πέρυσι, ούτε κατά τη γνώμη μου είναι εύκολο να βρεθούν.
Και τώρα, ποιος;
Καταρχήν αυτή είναι μια ερώτηση που δεν την απαντάς καθισμένος χαλαρά στο γραφείο σου, με ένα πληκτρολόγιο στα χέρια. Το “αυτός” το λέει ο εκάστοτε αρμόδιος στην εκάστοτε ομάδα (γιατί την ίδια ώρα και στον Παναθηναϊκό ψάχνουν προπονητή), ο οποίος παίρνει και την ευθύνη και στην τελική πληρώνει κιόλας. Το μόνο που μπορείς να πεις αυτή τη στιγμή, είναι ονόματα που είτε μεταδίδονται από στόμα σε στόμα, σε φιλολογικές συζητήσεις (α, αυτός θα έκανε, είναι καλός, έχει κάνει πράγματα, ξέρει από παίκτες, είναι καλός στο κοουτσάρισμα, είναι καλός στην προπόνηση, έχει εμπειρία, παίζει pick & roll, μου αρέσει το στυλ του). Ό,τι θες μπορείς να ακούσεις σε τέτοιες κατάστασεις. Αλλά σημασία έχουν τα δεδομένα.
Και στην προκειμένη περίπτωση τα δεδομένα είναι λίγο πολύ γνωστά. Ο Ολυμπιακός δεν πρόκειται να έχει μεγαλύτερο μπάτζετ από το περυσινό. Πάνω-κάτω στα ίδια πλαίσια θα κινηθεί, οπότε προπονητές που έχουν μάθει ή συνηθίσει να παίζουν monopoly με εκατομμύρια αγοράζοντας όποιους παίκτες θέλουν, δεν θα τους αρέσει αυτή η προοπτική και δεν χρειάζεται να τους αρέσει κιόλας. Οι ερυθρόλευκοι δουλεύουν πάνω σε ένα εξορθολογιστικό μοντέλο από πέρυσι, που στην κατάσταση που βρίσκεται η χώρα, το μπάσκετ ή ο ΕΣΑΚΕ (άλλη πονεμένη κουβέντα) δεν είναι καθόλου παράταιρο, αλλά ίσως αποδίδει και καλύτερα.
Συνεπώς, για τον (συγκεκριμένο, με αυτόν τον νεανικό κορμό παικτών) Ολυμπιακό χρειάζεται πιθανώς προπονητής που θα δουλέψει με τους παίκτες, θα τους κάνει ακόμη καλύτερους, θα προσαρμοστεί σε αυτά τα οικονομικά δεδομένα (που δεν είναι και ευτελή πόσα πάντως, μην το παρατράβαμε το πράγμα – δέκα εκατομμύρια πάνω κάτω, είναι ένα αρκετό σημαντικό ποσό για μπάτζετ) και επίσης παίζει τεράστιο και πρακτικό (για αυτό και τεράστιο) ρόλο οι περιορισμοί. Ποιος είναι ελεύθερος, ποιος θέλει να έρθει στην (συγκεκριμένη) Ελλάδα και το (συγκεκριμένο) ελληνικό μπάσκετ (αν και το γεγονός ότι ο Ολυμπιακός είναι πρωταθλητής Ευρώπης είναι μεγάλο δέλεαρ).
Ο Πιανιτζιάνι, για παράδειγμα (και μόνο παραδείγματα θα πω, γιατί είναι νωρίς ακόμη) που προφανώς είναι μια πολύ καλή προπονητική λύση ή τέλος πάντων δείχνει να είναι, δουλεύει μόνο στη Σιένα όλα αυτά τα χρόνια και στο μεταξύ έχει συμβόλαιο και ο Μινούτσι, ως πρόεδρος της Σιένα, μόνο καλά δεν έχει συμπεριφερθεί όλα αυτά τα χρόνια στις διαπραγματεύσεις που εμπλεκόταν ο Ολυμπιακός. Για τον Μεσίνα ούτε λόγος (πολύ ακριβός, οδεύει προς Ρωσία μεριά και προσωπικά θεωρώ ότι όταν έπρεπε να έρθει, ζήτησε άλλα και τελικά χάθηκε το “momentum”) και από εκεί και πέρα, ονόματα ξένων προπονητών που λίγο πολύ ξέρουμε ποια είναι και πού υπάρχουν, αλλά κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά “αυτός κάνει για τον Ολυμπιακό”, εκτός φυσικά αν τα δεν τα δούμε στην πράξη, αφού όλοι σε αυτήν κρίνονται.
Από την άλλη, υπάρχει η ελληνική αγορά που αν μη τι άλλο δεν είναι αμελητέα. Τα ονόματα που ακούς δεξιά και αριστερά είναι όλα από την new age προπονητική κατηγορία, που εν μέρει ταιριάζει και στον Ολυμπιακό, αφού αποτελεί το μέλλον, κάτι που έχει ως στόχο και η διοίκηση, ο κόσμος και γενικώς η φιλοσοφία των ερυθρολεύκων.
Ο Ηλίας Ζούρος είναι ο προπονητής της Εθνικής ομάδας και με ένσημα στην Ευρώπη, ο Γιάννης Σφαιρόπουλος που πάντα το όνομά του μπαίνει σε τέτοιες συζητήσεις που αφορούν τον Ολυμπιακό (κυρίως λόγω του ότι ήταν πολύ καλός ως assistant coach σε αυτήν την ομάδα και την ξέρει και πήρε εμπειρίες και στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας), ο σταθερός σε πορεία Φώτης Κατσικάρης που έκανε φέτος πολύ καλή χρονιά στην Μπιλμπάο (αλλά έχει συμβόλαιο, οπότε δεν υπάρχει λόγος να το συζητάμε, απλώς το αναφέρουμε ως παράδειγμα) και last but not least ο Γιώργος Μπαρτζώκας, ο οποίος σε κάθε ομάδα που έχει πάει, έχει στήσει ομάδες που δουλεύουν (και παίζουν) για το μπάσκετ, με αποκορύφωμα με το εξαιρετικό σύνολο σε εικόνα και αποτελέσματα (και στην Ευρωλίγκα) του Αμαρουσίου της σεζόν 2009-2010.
Η πίεση στον ερυθρόλευκο προπονητή και η πίεση του χρόνου
Βέβαια, για τον οποιονδήποτε προπονητή ο πάγκος του Ολυμπιακού έχει πλέον διαφορετική πίεση. Μέχρι φέτος, υπήρχε η άβασταχτη απαίτηση για τίτλο εδώ και τώρα, ενώ τώρα που οι τίτλοι ήρθαν υπάρχει το μέτρο σύγκρισης που ενίοτε είναι ντεσαβαντάζ για τον καινούριο coach. Αν πας σε μια ομάδα που είναι πρωταθλήτρια στη χώρα της και πρωταθλήτρια Ευρώπης, δεν μπορείς να κατεβάσεις τον πήχη και δεν εννοώ φυσικά ότι πρέπει να κατακτάς κάθε χρόνο την Ευρωλίγκα. Ωστόσο, πρέπει να είσαι προετοιμασμένος για υψηλές πτήσεις που κρύβουν κενά αέρος. Και αν πέσεις σε κενό αέρος, στον μπασκετικό Ολυμπιακό, θέλει γερό στομάχι για να μην σου γυρίσει ανάποδα.
Το σίγουρο πάντως είναι ότι ο Ολυμπιακός ξεκινάει από μια διαφορετική, αλλά όχι νέα βάση. Τα θεμέλια που μπήκαν τη φετινή σεζόν παραμένουν ίδια, καθώς αν διατηρηθεί ο ίδιος κορμός παικτών είναι το πρώτο βήμα για να υπάρξει συνέχεια και διάρκεια. Από εκεί και πέρα, με το χρόνο να πιέζει (αφού πρέπει να γίνουν και οι συζητήσεις με τους παίκτες και το πλάνο της χρονιάς, καθώς και μεταγραφές) ο Παναγιώτης και ο Γιώργος Αγγελόπουλος καλούνται να δώσουν την απάντηση στο φλέγον ερώτημα του ποιος θα κάτσει τώρα στον πάγκο.
Αυτό το βήμα (εφόσον γίνει και βάσει των ιδιαιτεροτήτων που έχει η ομάδα του Ολυμπιακού, ώστε να αναλάβει ένας προπονητής που ταιριάζει στη φιλοσοφία της, αλλά και στη φιλοσοφία, την όρεξη και το όραμα των “προέδρων”) θα δώσει στην ομάδα του Ολυμπιακού και κυρίως στον κόσμο της, την “ηρεμία” και την αισιοδοξία που χρειάζεται, σχετικά με τη συνέχιση των όσων ξεκίνησαν τη σεζόν που μόλις ολοκληρώθηκε. Κι όλα αυτά τα βήματα, επαναλαμβάνω όπως και νωρίτερα, δεν θα είχαν αξία αν δεν υπήρχε διοικητική υγεία.
Είναι αυτό που λέμε, (διοικητική) υγεία να υπάρχει κι όλα τα άλλα (όπως ο προπονητής) έρχονται.