Το καμουφλάζ δίνει την πρόκριση
Ο Παναθηναϊκός έδειξε αρετές και αδυναμίες στο φιλικό παιχνίδι με την Ουντινέζε, αλλά ο Μπάμπης Τσιμπίδας επισημαίνει τον καθοριστικό παράγοντα που θα κρίνει την πρόκριση στα ματς με την Μπριζ.
Ένα φιλικό, ακόμα και αν πρόκειται για την τελική πρόβα πριν από το ματς με τη Μπριζ στο "Απόστολος Νικολαΐδης", παραμένει πάντα ένα φιλικό. Αυτό δεν πρέπει να το παραγνωρίζουμε, όταν κριτικάρουμε τα όσα παρακολουθήσαμε στον αγωνιστικό χώρο.
Υπό αυτό το πρίσμα, η ήττα του Παναθηναϊκού από την Ουντινέζε με 1-2 επιτρέπει την εξαγωγή συμπερασμάτων, αλλά, ως ένα βαθμό. Δεν χρειάζεται να το ρίξουμε στις υπερβολές, ούτε προς τη θετική πλευρά, ούτε προς την αρνητική.
Καταρχάς, στη μεγαλύτερη διάρκεια του παιχνιδιού, τουλάχιστον όσο έπαιξε με τους 11 που έχουν προβάδισμα για την ενδεκάδα του γ’ προκριματικού γύρου του Champions League, είχε μία συμπαγή και λειτουργική ομάδα.
Ο Παναθηναϊκός διατήρησε την κατοχή της μπάλας, οι τέσσερις χαφ του συνέβαλλαν στη συνοχή ανάμεσα στις γραμμές, κρατώντας μικρές αποστάσεις και καλύπτοντας χιλιόμετρα, ανταποκρίθηκαν με πολλά τρεξίματα στις απαιτήσεις του ματς, ενώ, σε ορισμένες στιγμές συνδυάστηκαν σωστά.
Κατά διαστήματα, ήταν όσο γρήγοροι έπρεπε, σε άλλα βρίσκονταν μερικά κλικ πίσω από το επιθυμητό, γεγονός λογικό για την εποχή.
Αυτό που έλειψε ήταν οι προωθήσεις στην περιοχή της Ουντινέζε, ώστε να εκμεταλλευτούν την αφοσίωση των στόπερ στους Μπεργκ και Καρέλη, καθώς και η σωστή τελική επιλογή. Οι χαφ του Παναθηναϊκού δεν είχαν δημιουργία και δεν έβγαλαν επιθετικές τάσεις.
Οι Λαγός, Ατζαγκούν και Ζέκα είναι γνωστοί από πέρυσι και το βασικό έχει να κάνει με τον Νίνη. Ο διεθνής χαφ έδειξε έτοιμος από σωματικής άποψης να ανταπεξέλθει σε απαιτητικά παιχνίδια. Μόλις αποκτήσει ρυθμό, θα ανεβάσει την απόδοση του και θα είναι ακόμα καλύτερος. Δεν είχε σουτ και πάσες, αλλά αυτά θα έρθουν.
Στην τετράδα της άμυνας, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι άρχισαν τέσσερις διαφορετικοί παίκτες σε σύγκριση με την έναρξη της προηγούμενης σεζόν. Βέμερ, Ταυλαρίδης, Σάντσεθ και Πράνιτς φέτος, Τριανταφυλλόπουλος, Κουτρουμπής, Σίλντενφελντ, Νάνο πέρυσι.
Για μία νέα τετράδα, είχε τις καλές στιγμές και τις αρνητικές της. Η χημεία και η συνεννόηση έλειψε, ωστόσο, η εμπειρία και η ποιότητα φάνηκαν. Δεξιά, ο Βέμερ είναι κανονικός δεξιός μπακ, χωρίς, να είναι ο Ντάνιελ Άλβες, ενώ, ο Σάντσεθ διακρίθηκε για την ικανότητα του στην προώθηση της μπάλας, στα έξυπνα κοψίματα και στις σωστές μακρινές μεταβιβάσεις. Πάντως, έχει θέμα με τις προσωπικές μονομαχίες και δεν είναι ο πιο δυνατός στόπερ. Ο Ταυλαρίδης είναι γνωστός σε όλους, όσο για τον Πράνιτς, για 65 λεπτά ήταν θετικός, αλλά, προς το τέλος έχασε τις επιστροφές του.
Στην επίθεση, οι Καρέλης και Μπεργκ δεν είχαν τόση φρεσκάδα, δεν συνδυάστηκαν σωστά, όμως, τους έλειψε η υποστήριξη και η τροφοδότηση. Οι τρεις στόπερ της Ουντινέζε ήταν δυνατοί και αποτελεσματικοί και αντιμετώπισαν αποτελεσματικά τους πράσινους φορ.
Τέλος, στην εστία, ο Κοτσόλης έχει τις αδυναμίες του, που είναι γνωστές. Στο πρώτο γκολ, κάνει κακή έξοδο, αδικαιολόγητη για την εμπειρία του. Η ίδια εμπειρία, που σε άλλες φάσεις, του επέτρεψε να τις «διαβάσει» και να βγει σωστά και εγκαίρως.
Στα τελευταία λεπτά, οι πολλές αλλαγές αποδιοργάνωσαν την ομάδα και επιδέχονται ουσιαστικής κριτικής. Ίσως, ο μοναδικός ο οποίος θέτει υποψηφιότητα για το αρχικό σχήμα, είναι ο Κουτρουμπής, ο οποίος συνεχίζει με κεκτημένη ταχύτητα από τα πλέι οφ. Με αυτοπεποίθηση, με εμπιστοσύνη στα πόδια του και με μία εκπληκτική ασίστ στον Λουντ στο φινάλε.
Τακτικά, ο Αναστασίου παρέταξε τον Παναθηναϊκό με ρόμβο στη μεσαία γραμμή και δύσκολα θα τον αλλάξει. Κατά την εκτίμηση μου, ταιριάζει στην ομάδα και τη δεδομένη χρονική περίοδο, καλύπτει τις αδυναμίες που υπάρχουν. Ανασταλτικά προσφέρει τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια και επιθετικά, δεν λύνει όλα τα προβλήματα, αλλά, παρέχει επιλογές.
Στο παιχνίδι υπήρξαν ορισμένα ατομικά λάθη, αλλά, δεν έχει νόημα να σταθούμε. Πρώτοι απ’ όλους τα βλέπουν οι ποδοσφαιριστές και είναι θέμα συγκέντρωσης να τα διορθώσουν. Ότι και να γραφτεί, δεν μπορεί να το υποκαταστήσει.
Στις εναπομείνασες μέρες ως το ματς της Λεωφόρου με τη Μπριζ, η προετοιμασία θα επικεντρωθεί στην ανάλυση του αντιπάλου, στην αποφυγή των λαθών και στην αποφόρτιση από τις δυνατές προπονήσεις.
Εκτιμώ ότι ο Παναθηναϊκός έχει 60 λεπτά ανταγωνιστικής απόδοσης. Η άποψη μου είναι ότι πρέπει να καταφέρει να τα μοιράσει και να κρύψει τα διαστήματα που δεν θα είναι εξίσου φρέσκος. Εάν το πετύχει, σε συνδυασμό με την αποφυγή των λαθών, τότε θα κάνει ένα πολύ σημαντικό βήμα για την πρόκριση.
Υπογραμμίζω αυτό το σημείο, διότι στο συγκεκριμένο παιχνίδι επιτρέπονται τρεις αλλαγές και δεν θα μπορέσει να αλλάξει όσους παραδώσουν πνεύμα από νωρίς…