OPINIONS

Αυτή η Εθνική μας αξίζει

ΠΡΟΚΡΙΜΑΤΙΚΑ EURO 2020 / ΕΛΛΑΔΑ - ΛΙΧΤΕΝΣΤΑΙΝ (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΑΝΤΩΝΗΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ / EUROKINISSI)
ΠΡΟΚΡΙΜΑΤΙΚΑ EURO 2020 / ΕΛΛΑΔΑ - ΛΙΧΤΕΝΣΤΑΙΝ (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΑΝΤΩΝΗΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ / EUROKINISSI) EUROKINISSI SPORTS

Ο Τσάρλυ γράφει για την Εθνική Ελλάδας και τους παίκτες της που έδειξαν στον αγωνιστικό χώρο κόντρα στο Λιχτενστάιν πως δεν ήθελαν να προσπαθήσουν και στέκεται στα κακώς κείμενα που έχουν φέρει αυτή την απαξίωση μέσα σε πέντε χρόνια.

Σε ένα άδειο από κόσμο Ολυμπιακό Στάδιο, μια αποκαρδιωτική Εθνική ομάδα, έγραψε ακόμα μία μαύρη σελίδα στη σύγχρονη ιστορία της. Μετά τα Νησιά Φερόε, το Λουξεμβούργο, την Εσθονία, τους Βόρειο Ιρλανδούς, ήρθε η ώρα του Λιχντενστάιν.

Κανονικά στο Σαν Μαρίνο, θα πρέπει να απαιτήσουν από τους ιθύνοντες της UEFA, στην επόμενη κλήρωση, να γίνει ορισμός και να πέσουν με την Εθνική μας.

Είναι αμαρτία, μία τόσο μικρή χώρα, χωρίς παράδοση και επαγγελματίες ποδοσφαιριστές, να ταλαιπωρείται τόσα χρόνια και να μην της δοθεί η δυνατότητα να παίξουν ένα ανταγωνιστικό παιχνίδι και να πάρουν αποτέλεσμα.

ΔΕΝ ΗΘΕΛΑΝ ΝΑ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΟΥΝ

Πραγματικά δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψει κανείς αυτήν την εικόνα. Ποδοσφαιριστές που δεν ήθελαν να προσπαθήσουν. Ο αντίπαλος ήταν υπερβολικά χαμηλού επιπέδου, τους έδινε το δικαίωμα να τον εγκλωβίσουν στην πίεση, να κερδίσουν την μπάλα, όμως το πρέσινγκ ήταν ψεύτικο. Πήγαιναν οι δύο επιθετικοί, οι κεντρικοί χαφ όμως, δεν ακολουθούσαν για να πάρουν τη μπάλα.

Στη δική μας κατοχή, τα μέτρα που μπορούσαμε να κερδίσουμε χωρίς ρίσκο, ήταν υπερβολικά για επίσημο παιχνίδι. Όμως δεν υπήρχε καμία διάθεση για οποιοδήποτε τρέξιμο. Είμαι ο πρώτος που αναφέρω, για τη χαμηλή ποιότητα του ρόστερ, εκνευρίζομαι μάλιστα, όταν ακούω η διαβάζω, πως έχουμε παίκτες με ποιότητα και παραστάσεις, όμως εδώ δεν ήταν θέμα ποιότητας, αλλά αδιαφορίας. Δεν ήθελαν, να προσπαθήσουν, ήταν ενοχλητικό να βλέπεις στο γήπεδο βαριεστημένους ποδοσφαιριστές.

Πραγματικά δεν έχει κανένα νόημα, να σχολιάσει κανείς, αυτό το παιχνίδι. Δεν αξίζει σε αυτούς τους αθλητές να αφιερώσεις λέξεις, ούτε για να τους κάνεις κριτική. Η εικόνα τους ήταν προσβλητική για τους ελάχιστους, που έκαναν τον κόπο να τους παρακολουθήσουν, είτε στο γήπεδο, είτε από την τηλεόραση. Το μόνο που είχε αξία, ήταν τον ακριβό κουστούμι του Φαν Σιπ, όλα τα άλλα πρέπει να τα πετάξουμε.

Νόημα έχει μία πιο συνολική συζήτηση, που μπορεί να κάνει, πιο ξεκάθαρους τους λόγους που φθάσαμε μέχρις εδώ. Και η αλήθεια είναι, πως μπορεί εύκολα στο τέλος να γίνει αντιληπτό, πως αυτή η Εθνική μας αξίζει.

ΟΤΑΝ ΑΠΑΙΤΟΥΣΑΝ ΑΝΑΝΕΩΣΗ

Μιλώντας για την Εθνική ομάδα, πολλές φορές σκέφτομαι και γελάω, με αυτούς που στα καλά μας χρόνια έκαναν κριτική στον Ρεχάγκελ, στον Σάντος επειδή παρουσίαζαν μία ομάδα που τολμούσε να φέρνει αποτελέσματα χωρίς να παίζει καλό ποδόσφαιρο. Μάλιστα μετά από τις πρώτες επιτυχίες, υπήρχε απαίτηση για άμεση ανανέωση.

Άραγε έχουν καταλάβει πόσο ανόητοιήταν αυτοί που στα τελευταία χρόνια των μεγάλων παικτών του 2004, αρθρογραφούσαν, έπαιρναν στα ραδιόφωνα, έκαναν αναρτήσεις με στόμφο στα social media, έκαναν κριτική και απαιτούσαν την άμεση ανανέωση. Το έχω αναφέρει αρκετές φορές στο ραδιόφωνο.

Η ΕΚΠΟΜΠΗ ΠΟΥ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΘΑ ΞΕΧΑΣΩ

Μία από τις χειρότερες εκπομπές που έχω κάνει, ήταν μετά από το μπαράζ στο Βουκουρέστι, όπου εξασφαλίσαμε την πρόκριση για το Μουντιάλ της Βραζιλίας. Είχαμε κερδίσει 3-1 στο "Γ. Καραϊσκάκης" τους Ρουμάνους, λίγες ημέρες αργότερα πήραμε πολύ εύκολα την ισοπαλία στο Βουκουρέστι.

Το να εξασφαλίζει μία χώρα την πρόκριση της στο Μουντιάλ, είναι τεράστιο επίτευγμα, ειδικά αν γίνεται μέσα από διαδικασία μπαράζ, παίρνει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις. Θυμάμαι πως ήμουν πολύ χαρούμενος και άνοιξα τις γραμμές με πολύ ευχάριστη διάθεση, πραγματικάτο τι άκουσα εκείνη την ημέρα δεν περιγράφεται. Με μία φωνή, όσοι βγήκαν σε εκείνη την εκπομπή, απαιτούσαν να σταματήσουν από την Εθνική οι Καραγκούνης, Κατσουράνης, που συγκέντρωναν το περισσότερο μίσος, αλλά και οι Μανιάτης, Τζιόλης.

Θυμάμαι πως όταν γύριζα σπίτι ήμουν πολύ στενοχωρημένος, σκεφτόμουν πως αυτό δεν θα μπορούσε να συμβεί σε καμία ραδιοφωνική εκπομπή στον υπόλοιπο κόσμο. Οπότε είχα και εγώ ένα μερίδιο στην ευθύνη, μόνο και μόνο επειδή η μορφή της εκπομπής μου, έδινε το δικαίωμα σε κάποιους ανόητους να σπιλώσουν, μία τόσο σημαντική επιτυχία και να μειώσουν αθλητές, που έχουν δοξάσει τη χώρα παίζοντας για το εθνόσημο.

Εννοείται πως τα χρόνια που έκανα επικοινωνία, γνώρισα και εκπληκτικούς ανθρώπους, με τους οποίους διατηρώ ακόμα επαφή. Για να μην πλατειάσω,επιστρέφοντας στις σκέψεις που έκανα εκείνο το βράδυ, κυριάρχησε μία σκέψη.Δεν υπάρχει άλλο μέρος στον πλανήτη, που με το που τελειώσει αγώνας που μία Εθνική ομάδα έχει κερδίσει εισιτήριο πρόκρισης στο Μουντιάλ, ο κόσμος δεν θα βγει μαζικά για να πανηγυρίσει για την επιτυχία, αλλά για να μειώσει τους ποδοσφαιριστές που την έφεραν και να ζητήσει να αποχωρήσουν.

Η ΑΠΟΨΗ ΤΩΝ ΛΙΓΩΝ

Ασφαλώς και αυτή η άποψη, δεν κυριαρχούσε στα περισσότερα σπίτια των Ελλήνων, αλλά είναι ένα από τα ελαττώματα της σύγχρονης Ελλάδας. Σε πολλά θέματα που στην πλειοψηφία τους, είναι και πιο σημαντικά από την Εθνική Ελλάδος στο ποδόσφαιρο, κυριαρχεί η ανόητη άποψη των λίγων. Άνθρωποι που εκφράζουν με υπερβολικό φανατισμό, μία δίχως γνώση ανόητη άποψη και νοιώθουν την ανάγκη να την επιβάλουν.

ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΑΝ, ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΟΗΤΟΥΣ

Σε κάποια θέματα τα καταφέρνουν, η Εθνική όμως των Ρεχάγκελ, Σάντος, Ζαγοράκη, Καραγκούνη, Κατσουράνη, είχε στεγανά. Ανθρώπους που την προστάτευαν, που δεν λύγιζε και δεν επηρεαζόταν από την ανοησία του Έλληνα. Από φωνέςανόητων πολιτευτών που δήλωναν αηδιασμένοι με την ομάδα κλίκα του Ρεχάγκελ, από δημοσιογράφους που έλεγαν μπάρμπα ξεμωραμένο τον προπονητή που το 2004 έκανε την Ελλάδα πρωταθλήτρια Ευρώπης.

Πραγματικά, δεν πιστεύω πως αυτό θα συνέβαινε σε καμία άλλη χώρα του κόσμου, δεν θα τολμούσε κανένας δημοσιογράφος στον πλανήτη, να πει μπάρμπα ξεμωραμένο, ενώ δεν είχε περάσει ούτε χρόνος, από την ημέρα που έφερε την Εθνική τους στην κορυφή της Ευρώπης. Και εδώ μιλάμε για τον Ρεχάγκελ που έκανε το απόλυτο θαύμα. Που πήρε μία ομάδα, από το μηδέν, που δεν είχε πετύχει ούτε γκολ σε τελικά διοργάνωσης και πήρε μαζί της το Ευρωπαϊκό.

Συνέβη όμως στην Ελλάδα, έγιναν χοντρά πράγματα, όπως κριτική για την εικόνα της ομάδας μας, όταν κερδίζαμε με δύο στημένα 2-0 τους Κροάτες. Δεν μας έφθανε ότι νικούσαμε ποδοσφαιριστές, που έκαναν τη διαφορά στο πιο υψηλό επίπεδο, θέλαμε να γίνει και με επιθετικό στιλ ποδοσφαίρου. Σχόλια, τα οποία υπήρχαν και για τις παλιές Ευρωπαϊκές επιτυχίες του Παναθηναϊκού, λες και επρόκειτο για άθλημα επίδειξης και όχι επικράτησης, όπου για να νικάς σε διάρκεια κάτι πρέπει να κάνεις καλά.

ΣΠΟΥΔΑΙΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ

Είναι δεδομένο πως αυτό που συνέβη, με την Εθνική μας ομάδα ήταν υπερβολικό για το ποδόσφαιρο που έχουμε. Ένα περιβάλλον γεμάτο άγνοια για το άθλημα και γνώση για θέματα που δεν έχουν σχέση με τον αθλητισμό. Ποδόσφαιρο παραγόντων, ισορροπιών και κατάλληλων γνωριμιών, σε όλα τα επίπεδα.

Η Εθνική κατάφερε να μείνει έξω από όλα αυτά για 13 περίπου χρόνια. Από την ημέρα που ανέλαβε ο Ότο Ρεχάγκελ μέχρι και την επιστροφή μας από τα γήπεδα της Βραζιλίας. Οι λόγοι που συνέβη αυτό ήταν συγκεκριμένοι.

Ευτυχήσαμε να δημιουργηθεί ένα πάντρεμα με σπουδαίες προσωπικότητες. Ποδοσφαιριστές γεμάτους δίψα, γνώση και μεράκι για το ποδόσφαιρο, που καθοδηγήθηκαν από δύο σπουδαίους προπονητές. Ήταν αποκλειστικά δικό τους και οι λόγοι που κατηγορήθηκαν, ήταν και αυτοί που έφεραν αυτές τις μακροχρόνιες επιτυχίες, που δεν έχουν καμία σχέση με το Ελληνικό ποδόσφαιρο. Δεν αποτελούσαν συνέχεια της Εθνικής ομάδας, ούτε μπόρεσε η επόμενη φουρνιά να συνεχίσει στην ίδια κατεύθυνση, αποδείχθηκε αποκλειστικά δικό τους επίτευγμα.

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΟ ΙΔΙΟ ΜΕΡΑΚΙ

Υπήρχαν οι λεπτομέρειες που έκαναν τη διαφορά. Όταν γνωρίζεις τι συμβαίνει σήμερα στην Εθνική και θυμάσαι τις συνομιλίες με τους ποδοσφαιριστές εκείνης της γενιάς καταλαβαίνεις και τη διαφορά. Είναι θέμα προσωπικότητας, μία λαχτάρα που δημιουργούσε το μεράκι, το οποίο δεν υπάρχει στους σημερινούς διεθνείς.

Ο Σκίμπε για παράδειγμα μέτρησε αντίστροφα και πλήρωσε το γεγονός, πως οι διεθνείς δεν γνώριζαν στην Βουδαπέστη το παιχνίδι των Ούγγρων. Θυμίζω πως οι ίδιοι και ενώ είχε κάνει το ίδιο λάθος στο Ζάγκρεμπ, είχαν ζητήσει την παραμονή του. Μετά όμως από το παιχνίδι στην Βουδαπέστη, τον θεώρησαν υπεύθυνο, καθώς μέσα στο γήπεδο, διαπίστωσαν πως δεν είχαν ενημερωθεί κατάλληλα για τον τρόπο ανάπτυξης των αντιπάλων τους.

Εδώ είναι και μία σοβαρή διαφορά, δεν υπήρχε περίπτωση η παλιά φουρνιά της Εθνικής ομάδα να αφήσει τίποτα στην τύχη. Δεν υπήρχε περίπτωση, να μην κάτσουν κάποια σημαντικά γρανάζια της ομάδας, να ξεψαχνίσουν μόνοι τους τον αντίπαλο και να μεταφέρουν τη γνώση τους, στους συμπαίκτες τους.

Πολλές φορές μάλιστα, όταν ένιωθαν πως οι εντολές δεν ήταν κατάλληλες, η πως στην ενδεκάδα υπάρχει κάποιος αδύναμος κρίκος, φρόντιζαν με δικές τους παρεμβάσεις, να κρύψουν το λάθος και να φέρουν την κατάσταση στα μέτρα τους. Σιγά μην χάσω το Μουντιάλ επειδή ξύπνησε στραβά ο Ρεχάγκελ μου είχε πει κάποτε ένας διεθνής.

ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΜΕΓΕΘΗ

Ασφαλώς και τίποτα από αυτά, δεν υπάρχει στην Εθνική του σήμερα. Βλέπετε η φουρνιά του 2004, ήταν γεμάτοι από ποδοσφαιριστές που ότι κατέκτησαν, από χρήματα, μέχρι μεταγραφές και τίτλους, το κατέκτησαν με πολύ ιδρώτα. Δεν ήταν η εποχή, που από ένα γκολ, μία πάσα, είτε αποκλειστικά από προσόντα, έκανες μεγάλη μεταγραφή.

Έγιναν πρωταγωνιστές στις ομάδες τους, ενώ δεν έπαιρναν τα ανάλογα χρήματα, η άγνοια που υπάρχει από ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων που ασχολείται με το ποδόσφαιρο, για το ίδιο το άθλημα, τους έκανε να αναγνωριστούν με μεγάλη καθυστέρηση και έχω την αίσθηση πως ποτέ στο μέγεθος που τους αναλογούσε.

ΤΕΡΑΣΤΙΑ Η ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΚΛΑΣΑΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ

Όμως ήταν πραγματικά τεράστια μεγέθη και για αυτό κατάφεραν να βάλουν την Εθνική ομάδα σε πέντε τελικές διοργανώσεις από τις έξι που είχαν τη δυνατότητα. Αυτή η διάρκεια ήταν πιο σημαντική και από την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού, γιατί είναι και κάτι που δεν ταιριάζει στο Ελληνικό ποδόσφαιρο. Δυστυχώς δεν καταφέραμε να κρατήσουμε τίποτα, από αυτήν την κληρονομιά.

Παρέδωσαν μία Εθνική με υψηλή βαθμολογία, που εξασφάλιζε στους επόμενους εύκολες κληρώσεις, μία Εθνική που είχε την αυτοτέλεια της και τους δικούς της κανόνες. Δεν ήταν εύκολο να κρατηθούμε στο ίδιο επίπεδο, γιατί η επόμενη φουρνιά, δεν είχε το ίδιο ταλέντο σε σημαντικές θέσεις, χρειαζόταν όμως τεράστιο έλλειμμα προσωπικότητας από τους πρωτοκλασάτους ποδοσφαιριστές και αδιαφορία εκ μέρους τους, για να φθάσει σε αυτό το χάλι η Εθνική ομάδα. Που σήμερα δεν έχει καμία σχέση, ούτε με τις Εθνικές που θυμόμασταν στην προ Ρεχάγκελ εποχή.

Η αποτυχία τους, είναι τόσο μεγάλη σε μέγεθος και σε διάρκεια που δεν έχει κανέναν ηθικό δικαίωμα να στέκεται ένας διεθνής μπροστά στις κάμερες και να ζητά την αλλαγή προπονητή. Θα το είχε, αν με τους προηγούμενους είχε πετύχει.

ΔΕΝ ΒΓΑΖΟΥΜΕ ΠΑΙΚΤΕΣ

Δυστυχώς, η πτώση ήταν απότομη και δεν φαίνεται να υπάρχει τρόπος και ενδιαφέρον, για να δημιουργηθεί κάτι που θα υπάρχει προοπτική. Δεν βγάζει το Ελληνικό ποδόσφαιρο κάποιο σπουδαίο ταλέντο. Οι Ελληνικές ομάδες, δεν επενδύουν στην εξέλιξη των νεαρών ταλαντούχων ποδοσφαιριστών. Για να βρεις νέο ποδοσφαιριστή, που να αξίζει να του δώσεις ευκαιρία, πρέπει να έχει φύγει μικρός στο εξωτερικό και να αγωνίζεται σε ένα χαμηλό επίπεδο που να του προσφέρει χρόνο συμμετοχής. Είναι όμως διαφορετικό, να παίζεις στην Βίλεμ και διαφορετικό στην Εθνική ομάδα.

Βλέπεις στην Εθνική, ακόμα και με την Φινλανδία να παίζεις, θα βρεις απέναντι σου τον καλύτερο Φινλανδό αμυντικό. Δεν είναι λοιπόν το ίδιο με ένα παιχνίδι της Βίλεμ με την Γκρόνιγκεν ή της Τουλούζ με την Ντιζόν. Για αυτό και βλέπουμε παιδιά, όπως ο Κουλούρης που έχουν κάνει πράγματα με τις ομάδες τους σε ένα χαμηλό επίπεδο, να μην είναι σε θέση να προσφέρουν στην Εθνική.

ΔΕΝ ΒΟΗΘΑ Η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ

Το πιο σημαντικό όμως είναι, πως δεν βοηθά η ομοσπονδία. Μόνο το βιογραφικό του Φαν Σιπ να δει κανείς καταλαβαίνει, πως οι άνθρωποι, δεν ενδιαφέρονται και πολύ. Παρότι ένα σημαντικό μέρος της επιτυχίας μας, το οφείλουμε στην συνεργασία μας, με τον Ρεχάγκελ κατά πρώτον και την συνέχεια που έφερε η παρουσία του Φερνάντο Σάντος, οι επιλογές προπονητών, είναι η μία χειρότερη από την άλλη.

Η κουβέντα όμως φθάνει στο τέλος της, όταν μπαίνει μέσα η συζήτηση για το γήπεδο. Εκεί καταλαβαίνεις, πως δεν αξίζει και να ασχολείσαι. Η ομοσπονδία έβγαλε την Εθνική από το "Γ. Καραϊσκάκης". Δεν σεβάστηκε πως απέκτησε το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα, ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο, που μας είχε βοηθήσει στο να πάρουμε σημαντικά εντός έδρας αποτελέσματα.

Που είναι εύκολη η πρόσβαση και δεν χρειάζεται πολύ κόσμο για να γίνει έδρα. Επειδή τις εκλογές της ΕΠΟ της κέρδισε παράταξη, που υποστηριζόταν από τον ΠΑΟΚ και όχι αυτή που υποστηριζόταν από τον Ολυμπιακό, δημιουργήθηκε πρόβλημα στην έδρα της Εθνικής ομάδας.

Η ΕΘΝΙΚΗ ΠΟΥ ΑΞΙΖΟΥΜΕ

Δεν χρειάζεται τίποτα άλλο, για να καταλάβει κανείς πως δεν υπάρχει γιατρειά και πως αυτή η Εθνική μας αξίζει. Χωρίς ενδιαφέρον, να αγωνίζεται σε ένα άδειο ΟΑΚΑ και να μην αφορά κανέναν τι θα κάνει, ποιοι αγωνίζονται, με τι κριτήρια γίνονται οι επιλογές των ποδοσφαιριστών, ακόμα και το ποιος θα κάτσει στο τιμόνι αυτής της ομάδας.

Μέσα σε πέντε χρόνια φθάσαμε στην απόλυτη απαξίωση. Είναι τρελό, αν σκεφτεί κάποιος πόσο σημαντική ήταν η Εθνική το 2014, πως μόλις πέντε χρόνια μετά η ομοσπονδία, έχει το δικαίωμα να φέρει προπονητή με τόσο φτωχό βιογραφικό όπως ο Φαν Σιπ.

Δίχως να έχει στην καριέρα του, ούτε μία επιτυχία και αυτός να χρησιμοποιεί ποδοσφαιριστές, που δεν έχουν κάνει το παραμικρό στην καριέρα τους, για να αξίζουν να φορέσουν τόσο νωρίς την φανέλα με το εθνόσημο. Δυστυχώς αυτήν όμως την Εθνική αξίζουμε, αυτή έχουμε, όταν είχαμε την ομαδάρα και πηγαίναμε στις μεγάλες διοργανώσεις, ο κόσμος ήθελε ανανέωση.

Ας χαρούμε την Εθνική του Φαν Σιπ, που μπορούν να είναι βασικός από το πουθενά ο Βρουσάι και να παίρνει χρόνο ο Παυλίδης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ