Η Αταλάντα άλλαξε το ιταλικό ποδόσφαιρο κι είναι η δυσκολότερη αντίπαλος για τον Ολυμπιακό
Ο Τσάρλυ γράφει για την Αταλάντα που θα βρεθεί στο μονοπάτι του Ολυμπιακού στα μπαράζ των 16 του Europa League, με την κληρωτίδα να μη χαμογελά στους ερυθρόλευκους, καθώς τους έτυχε ίσως ο πιο δύσκολος αντίπαλος.
Ο Ολυμπιακός στη Super League Interwetten κάνει περίπατο για τρίτη συνεχόμενη σεζόν και έχει μετατρέψει την υπόθεση τίτλος σε μία κούρσα walk over.
Το γεγονός αυτό του δίνει τη δυνατότητα να ασχοληθεί με ακόμα μεγαλύτερη προσήλωση στην προοπτική της ευρωπαϊκής υπέρβασης. Είναι μία καλή βάση το γεγονός πως έχει μονιμοποιηθεί ο σύλλογος στις ομάδες που βρίσκονται στα νοκ άουτ του Europa League, όμως είναι σημαντικό να γίνει και ένα βήμα παραπάνω.
Δύσκολη πραγματικότητα
Η φετινή εικόνα του Ολυμπιακού στην Ευρώπη φωνάζει πως χρειάζεται σοβαρή βελτίωση για να μπορέσει τη φετινή χρονιά να μπει αυτός ο στόχος. Η κλήρωση έκανε ακόμη πιο δύσκολη την κατάσταση. Είναι πραγματικότητα πως ο Ολυμπιακός των δύο προηγούμενων χρόνων δεν θα έχανε την πρόκριση στους ομίλους από καμία Λουντογκόρετς ούτε την πρώτη θέση στον όμιλο του από την Άιντραχτ, που βρίσκεται στην μέση της βαθμολογίας στη φετινή Bundesliga.
Μέσα από αυτό το πρίσμα καταλαβαίνει κανείς πόσο δύσκολα έκανε τα πράγματα η κλήρωση που του έφερε για αντίπαλο του Ολυμπιακού την Αταλάντα. Άλλαξε με την ποδοσφαιρική της πρόταση το ιταλικό ποδόσφαιρο.
Την ομάδα που ουσιαστικά άλλαξε την σύγχρονη ιστορία του ιταλικού ποδοσφαίρου. Το πέτυχε όχι επειδή κατέκτησε τίτλους αλλά με την ποδοσφαιρική της πρόταση. Όποιος παρακολουθεί ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο καταλαβαίνει πως η εποχή του κατενάτσιο και του συντηρητισμού ανήκει στο παρελθόν.
Η Αταλάντα του Γκασπερίνι είναι η ομάδα που έδειξε τον δρόμο και βλέπουμε να το ακολουθούν και οι υπόλοιποι. Τα παιχνίδια στην Serie A έχουν πολλά γκολ, υψηλό ρυθμό, μεγάλη ένταση. Το γεγονός πως το ιταλικό ποδόσφαιρο έφυγε από τον συντηρητισμό και την αμυντική λογική, είναι και η κύρια αιτία που αναδείχτηκε τα δύο τελευταία χρόνια η αδιαφορία της Γιουβέντους να ακολουθήσει την εξέλιξη του αθλήματος.
Η Γιουβέντους συνέχιζε να πιστεύει πως το να έχει απλά τις καλύτερες μονάδες, είναι αρκετό για να παίρνει τα πρωταθλήματα. Ήταν κάτι που συνέβαινε για πολλά χρόνια, μέχρι να ανέβει η ένταση συνολικά που παίζεται το πρωτάθλημα και να φανεί η γύμνια της.
Την ακολούθησαν πολλές ομάδες
Η αλλαγή νοοτροπίας δεν αφορά μόνο τις ομάδες που κάνουν πρωταθλητισμό. Είναι πολλοί οι σύλλογοι και οι προπονητές που ακολούθησαν την ποδοσφαιρική λογική της Αταλάντα ή αν θέλετε, που κατάλαβαν πως η πρόοδος θα έρθει μέσα από τον πιο γρήγορο ρυθμό που θα δώσουν στις ομάδες του.
Η Σασουόλο, η Βερόνα που δημιούργησε για μία διετία ο Γιούριτς και συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο. Η Τορίνο που την ανέλαβε ο Κροάτης το καλοκαίρι, η Μπολόνια του Μιχαϊλοβιτς, η φετινή Φιορεντίνα είναι ένα μικρό δείγμα του πόσο έχει αλλάξει το ιταλικό πρωτάθλημα τα τελευταία χρόνια.
Η πλειοψηφία των ομάδων παίζει επιθετικά, πιέζει ψηλά και βγάζει ένταση στο μαρκάρισμα ψηλά. Αυτός ο συνδυασμός έχει ανεβάσει σημαντικά το επίπεδο αγώνων της Serie A και έχει κάνει το πρωτάθλημα, ανώτερο από το ισπανικό.
Είδαν την Αταλάντα να ανεβαίνει επίπεδο μέσα από μία συγκεκριμένη ποδοσφαιρική πρόταση
Ο Γκασπερίνι πρέπει να νιώθει περήφανος που η επιτυχία που είχε η δική του δουλειά στο Μπέργκαμο, ήταν η αιτία να αλλάξει το ιταλικό ποδόσφαιρο. Γιατί μέσα από την ποδοσφαιρική του πρόταση είδαν στην Ιταλία να ανεβάζει ένας παραδοσιακός μικρομεσαίος σύλλογος το επίπεδο του.
Η Αταλάντα από μία ομάδα ασανσέρ από την πρώτη στην δεύτερη κατηγορία και το αντίστροφο με φανατικό κοινό, μεγάλωσε σημαντικά, καταφέρνοντας να αγωνίζεται σε ρυθμούς που βλέπεις στο πιο υψηλό επίπεδο. Μονιμοποιήθηκε στην πρώτη τετράδα της Serie A και μπήκε για πρώτη φορά στην ιστορία της στους ομίλους του Champions League.
Έφθασε στα προημιτελικά και δεν έμεινε εκεί, μονιμοποιήθηκε. Μεγάλωσε τόσο πολύ που το γήπεδο της, έπαψε να καλύπτει τις ανάγκες της, καθώς είχε προδιαγραφές ομάδας που παίζει για την παραμονή της και όχι συλλόγου που ανήκει στην ελίτ του Champions League. Έγιναν λοιπόν τα βελτιωτικά έργα και το Μπέργκαμο μετατράπηκε σε ένα μικρό παλάτι.
Βλέποντας αυτήν την πρόοδο σύλλογοι και οι προπονητές που δουλεύουν σε ανάλογα ποδοσφαιρικά μεγέθη ήταν φυσικό να ακολουθήσουν αυτήν την φιλοσοφία. Δεν είναι τυχαίο που οι περισσότερες μικρομεσαίες ομάδες στην Ιταλία προσπαθούν να εξελιχθούν μέσα από το 3-4-2-1. Γιούριτς, Ματσάρι, Μιχαϊλοβιτς, Τούντορ, Ντι Φραντσέσκο και πολλοί ακόμα πατάνε σε αυτό που πέτυχε, ο Γκασπερίνι με την Αταλάντα.
Της λείπουν μόνο οι τίτλοι
Πολλές φορές σε ερωτήσεις που δέχεται ο Γκασπερίνι για το αν η ομάδα του θα διεκδικήσει τον τίτλο, απαντούσε "πως με βάση το μέγεθος του συλλόγου, το πώς ξεκινήσαμε, εμείς ζούμε το όνειρο μας και πως για εμάς η δεύτερη θέση, είναι τεράστιο επίτευγμα".
Η αλήθεια είναι πως είναι και ο μόνος λόγος που η Αταλάντα, δεν έχει καταφέρει να κατακτήσει ακόμα τους τίτλους που αξίζει στην Ιταλία. Τα τρία χρόνια που πέρασαν η ομάδα του Γκασπερίνι έπαιζε στους πιο υψηλούς ρυθμούς στην πιο υψηλή ένταση, παρουσίαζε την καλύτερη αγωνιστική πρόταση στο πρωτάθλημα. Ήταν δεδομένο πως μπορούσε να κερδίσει οποιονδήποτε μέσα κι έξω, όμως δεν πήρε τίτλους γιατί ποτέ δεν έβαλε σαν στόχο την κατάκτηση τους.
Ήρθε η ώρα να κοιτάξει ακόμη πιο ψηλά
Για την ακρίβεια το μέγεθος του συλλόγου δεν επέτρεπε να υπάρξει μεγαλύτερη πίεση στην ομάδα. Έχοντας όμως η Αταλάντα καθιερωθεί στις καλύτερες ομάδες της Serie A, φέτος δικαιούται να σηκώσει το κεφάλι της και να κοιτάξει πιο ψηλά. Να δει πως δεν της λείπει τίποτα για να δώσει την μάχη της, για την κατάκτηση του τίτλου.
Το γεγονός πως η Αταλάντα είχε πολλούς παίκτες στο Euro 2020, έφερε ένα προβληματικό ξεκίνημα στο πρωτάθλημα. Για να μπει στην μάχη του τίτλου, χρειάστηκαν δύο σπουδαίες εκτός έδρας νίκες. Κέρδισε την Γιουβέντους, μετά από 32 χρόνια στο Τορίνο και 2-3 με ανατροπή την Νάπολι.
Τρέχοντας ένα ρεκόρ με 6 συνεχόμενες νίκες, μπήκε στην μάχη του τίτλου και φέτος η διαφορά είναι πως ο Γκασπερίνι, μπορεί να μην το φωνάζει, γνωρίζει όμως, πως η ομάδα του, δικαιούται να διεκδικήσει τίτλους.
Η πιο δύσκολη δυνατή κλήρωση
Ο Ολυμπιακός είχε την πιο δύσκολη δυνατή κλήρωση πολύ απλά επειδή καμία από τις 8 ομάδες, που θα μπορούσε να βρει σαν αντίπαλο, δεν παίζει στον ρυθμό της Αταλάντα.
Απέναντι στην Αταλάντα είναι δεδομένο πως δεν μπορείς να τα καταφέρεις παίζοντας άμυνα. Το μηδέν με την ομάδα του Γκασπερίνι δεν μπορείς να το κρατήσεις. Φέτος το έχει καταφέρει μόνο η Μπολόνια σε παιχνίδι όμως που έγινε Αύγουστο, με τον Γκασπερίνι να μην έχει στην διάθεση του τον Ζαπάτα και πολλούς σημαντικούς παίκτες που προέρχονταν από ένα σπουδαίο Ευρωπαϊκό.
Πρέπει να μπορείς να παίξεις όπως η Βιγιαρεάλ
Για να έχεις ελπίδες να χτυπήσεις την Αταλάντα πρέπει να μπορείς να κάνεις ό,τι η Βιγιαρεάλ. Ο Έμερι αξιοποίησε το γεγονός πως η ομάδα του Γκασπερίνι στον δικό τους τελικό ήθελε μόνο την νίκη και τιμώρησε με επιθετικότητα, την επιθετικότητα της. Δηλαδή της έβγαλε κλεψίματα στην αρχική της ανάπτυξη και τη χτύπησε, στην μεοσαμυντική της λειτουργία.
Θα πρέπει δηλαδή για να είναι ο Ολυμπιακός ανταγωνιστικός με την Αταλάντα, να ανεβάσει σημαντικά την ένταση που αγωνίζεται και να μπορέσει να αντέξει στον ρυθμό της και να την χτυπήσει με πίεση ψηλά.
Ξέρουν πως χρειάζονται μεσοαμυντική βελτίωση
Να σημειώσω εδώ πως το καλοκαίρι όλες οι προσθήκες είχαν σαν κύριο στόχο να μεγαλώσουν και να ανεβάσουν το ρόστερ μεσοαμυντικά.
Δόθηκαν 20 εκατ. ευρώ στην Ουντινέζε για τον τερματοφύλακα Μούσο, 13 εκατ. ευρώ στην Άλκμααρ για τον 23χρονό αμυντικό χαφ Κουπμάινερς, 9 εκατ. ευρώ στην Τσέλσι για τον δεξί μπακ, Ζαπακόστα, 8 εκατ. ευρώ στη Βερόνα για τον 21 ετών στόπερ Λοβάτο.
Επίσης ήρθε σαν δανεικός από την Γιουβέντους ο 23χρονος στόπερ Ντεμιράλ και από την Πάρμα, ο επίσης 23χρονος μπακ Πετσέλα.
Ο Γκασπερίνι γνώριζε καλά πως το μεγαλύτερο πρόβλημα της Αταλάντα είναι πως είχε στο ρόστερ του πολύ καλύτερους μεσοεπιθετικούς από ό,τι μεσοαμυντικούς. Όπως εύκολα μπορούμε να παρατηρήσουμε επένδυσε σε νέα παιδιά για να ανεβάσει και το βάθος του ρόστερ αλλά και μέσα από δουλειά να δημιουργήσει συνθήκες για να μειωθεί αυτή η απόσταση.
Παρόλα αυτά, η Αταλάντα παραμένει μία ομάδα, που στο μεσοεπιθετικό κομμάτι, λειτουργεί καλύτερα από ό,τι στο μεσοαμυντικό. Για να μπορέσεις όμως να χτυπήσεις πάνω σε αυτήν την αδυναμία θα πρέπει να μπορείς και εσύ να παίξεις σε ανάλογες, ταχύτητες. Κάτι που πέτυχε η Βιγιαρεάλ στον τελικό της δεύτερης θέσης και πήρε την πρόκριση, στους 16 του Champions League.