ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ

Οι δεκατέσσερις μήνες της διαφοράς Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού αποτυπωμένες σε ενενήντα λεπτά

INTIME SPORTS

Το αποψινό ντέρμπι έκρινε τον τίτλο της Stoiximan Super League, με τον Παναθηναϊκό να βιώνει στη διάρκειά του την απόσταση και κυρίως τους λόγους που αυτή έχει δημιουργηθεί στο διάστημα της παρουσίας του Χοσέ Λουίς Μεντιλίμπαρ στα ηνία του Ολυμπιακού.

Την εβδομάδα που ακολουθεί τη δεύτερη αγωνιστική των playoffs της Stoiximan Super League, o Χοσέ Λουίς Μεντιλίμπαρ συμπληρώνει 14 μήνες στον πάγκο του Ολυμπιακού. Διάστημα που στους σύγχρονους ποδοσφαιρικούς ρυθμούς και μέτρα, δεν είναι κολοσσιαίο, είναι όμως επαρκές. Και στην περίπτωση του Βάσκου, κάτι παραπάνω.

Η ομάδα που έχει φτιάξει, απολύτως ευανάγνωστη. Ξέχωρα από τις επιτυχίες, από τα αποτελέσματα. Η ταυτότητά της, συγκεκριμένη. Αντιληπτή, ορατή ακόμη και στο κοινό, απαίδευτο στα ενδότερα του αθλήματος, μάτι. Ξέρουν οι πάντες, με την πρώτη πάσα, με το πρώτο σφύριγμα, τι να περιμένουν από τους “ερυθρόλευκους”. Καταλαβαίνουν όλοι, ακόμη και αν οι ποδοσφαιριστές των πρωτοπόρων του πρωταθλήματος αγωνίζονται χωρίς… φανέλες, τι θέλουν να κάνουν στο γήπεδο, σε ποια ομάδα παίζουν και – κυρίως – ποιανού προπονητή το σχέδιο υπηρετούν.

Σε αυτό το διάστημα, σε αυτούς τους 14 μήνες, στον πάγκο του Παναθηναϊκού έχουν βρεθεί τέσσερις διαφορετικοί προπονητές. Ο καθένας με διαφορετική φιλοσοφία, με διαφορετικά χαρακτηριστικά, με διαφορετική μεθοδολογία. Καμία σχέση μεταξύ τους, καμία συνάφεια, καμία σταθερότητα. Και το κυριότερο, το σημαντικότερο, χωρίς τον παραμικρό χρόνο – ακόμη και στον… μηδενικό που προσφέρεται στα μέρη μας – για να περάσουν οτιδήποτε δικό τους.

Αυτό όλο, αυτή η τραμπάλα, είναι που εννοείται πως περνάει στην ομάδα. Φαίνεται στο γήπεδο. Ούτε και αυτό είναι κάτι που απαιτεί ιδιαίτερη γνώση ή ανάλυση. Απολύτως ευκρινές. Το αποψινό ντέρμπι της πρεμιέρας του ιδιότυπου, μίνι κονταροχτυπήματος μεταξύ των τεσσάρων κορυφαίων της βαθμολογίας, το ανέδειξε ανάγλυφα.

Ο Ολυμπιακός του Μεντιλίμπαρ δεν χρειάζεται τη μπάλα. Δεν τη θέλει, δεν τον ενδιαφέρει. Έχει μάθει να ζει, θέλει να ζει, χωρίς να την ελέγχει. Παρά μόνο να την κυνηγάει. Παντού. Με όλους. Στοχευμένα. Καίρια. Και αποτελεσματικά. Πρώτη φάση, πίεση (μέχρι και) στον τερματοφύλακα, κόντρα και επιβράβευση, γκολ.

Δεύτερη φάση, υπεράριθμο πρεσάρισμα στο κέντρο, κερδισμένη μια διεκδικήσιμη μπάλα, μία ενέργεια – η ατομική ποιότητα δεν αμφισβητείται, ικανή να δημιουργήσει φάσεις ανάλογες αυτής που έχρισε σκόρερ τον Τσικίνιο – δεύτερο γκολ. Στο τέταρτο.

Κόντρα σε έναν Παναθηναϊκό που, ενδεικτικό της αέναης, αλλά εφήμερης, ως και συγκυριακής αναζήτησης για το λειτουργικό και το βέλτιστο, επανήλθε μετά τη διακοπή των plus δύο εβδομάδων, έχοντας ως μπούσουλα την τελευταία… ζαριά.

Στη Φλωρεντία, κόντρα στη Φιορεντίνα, επιστρατεύτηκε για πρώτη φορά φέτος (και όχι μόνο φέτος δηλαδή τόσο για την ομάδα όσο και για τον Ρουί Βιτόρια σε ολάκερη την προπονητική καριέρα του), μια λύση ανάγκης, μια τακτική επιλογή τραβηγμένη από τα μαλλιά. Μια λύση in extremis, για μια συνθήκη in extremis. Λειτούργησε στο “Αρτέμιο Φράνκι” το τότε καινοφανές 3-5-2 του δεύτερου ημιχρόνου; Εκ του αποτελέσματος όχι. Η εικόνα όμως, ήταν καλύτερη. “Καλύτερη”. Βελτιωμένη. “Βελτιωμένη”.

Και έτσι, διατηρήθηκε. Με την ελπίδα πως τα… εισαγωγικά δεν θα χρειάζονταν στο Φάληρο. Τι κουβέντα όμως να γίνει όταν χωρίς επιθέσεις, οι “πράσινοι” πριν καλά καλά πατήσουν το γήπεδο, ήταν με δύο γκολ στην πλάτη; Δύο γκολ, σήμα κατατεθέν των αιωνίων αντιπάλων τους. Δύο γκολ σήμα κατατεθέν μιας στρωμένης ομάδας, ενός συγκροτημένου συνόλου.

Ναι, αντίδραση υπήρξε. Και με το… καινούργιο, το 3-5-2, με τη γρήγορη μείωση στα μέσα του πρώτου ημιχρόνου και την έκτοτε ισορροπία, όσο και μετά από μια άλλη τακτική διαφοροποίηση, το 4-4-2 στο ξεκίνημα του δεύτερου. Μετά όμως το 3-1.

Που έγινε – φυσικά – με άλλη μια φάση, άλλη μια στιγμή trademark της ομάδας του Μεντιλίμπαρ. Με πρωταγωνιστή, δημιουργό και εκτελεστή, τον Ρόμαν Γιάρεμτσουκ, έναν παίκτη που ο ίδιος ο Βάσκος, πιεστικά, πειστικά, έκλεισε την πόρτα της εξόδου που είχε ανοίξει στην περασμένη μεταγραφική περίοδο και τον κράτησε στο ρόστερ των εν αναμονή πρωταθλητών.

Ο Ιωαννίδης – η γλώσσα του σώματός του, οι αντιδράσεις του, η εικόνα του, τα πάντα του, ενδεικτικά πολλών, συνολικά σε ομάδα, αποδυτήρια και οργανισμό – μείωσε ξανά τη διαφορά στο γκολ, αλλά και πάλι, αυτή η αντίδραση, μεμονωμένη, σπασμωδική φαντάζει πλέον σταθερά απότοκο ατομικών ενεργειών, εκλάμψεων.

Και τέτοιες, δεν φτάνουν. Όχι μόνο απόψε, αφού η άμεση απάντηση του Ολυμπιακού με το τέταρτο γκολ από τον Κωστούλα, τελείωσε το ντέρμπι (και το πρωτάθλημα), όχι ακόμη και σε σειρά παιχνιδιών, όχι καν σε μια σεζόν, ή ακόμη ακόμη σε 14 μήνες. Τόσοι όμως – και φαίνεται πως… – μπορεί ναι, να κάνουν και τη διαφορά. Αρκεί να δοθούν. Χωρίς παλινωδίες, χωρίς πισωγυρίσματα, χωρίς ανασφάλειες, απ’ όπου και αν αυτές προκύπτουν και προέρχονται.

Διαφορετικά, η αποψινή ήττα από τους “ερυθρόλευκους”, το -13 πλέον από την κορυφή και η ορατή πιθανότητα για τον Παναθηναϊκό να καταλήξει ακόμη και τέταρτος (όχι πως έχει σημασία σε μια σεζόν, η οποία ξεκίνησε και διαφημίστηκε ως αυτή που με το πλέον φανταχτερό και ακριβό ρόστερ στην ιστορία), δεν θα είναι η μεγαλύτερη ζημιά της χρονιάς. Και της επόμενης.

Ίσα ίσα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ