Τα μαθήματα του δάσκαλου Πεπ
"Το να δουλεύεις μαζί του μπορείς να το συγκρίνεις και με 10 χρόνια σπουδών". Ο Κομπανί αποθέωσε τον Γκουαρδιόλα και ο Πάνος Βόγλης έχει κουραστεί να μιλάμε για άλλα πράγματα στην Ελλάδα.
Ξεκινάει το μάθημα. Όχι από εμένα φυσικά, αλλά από τον Βινσέντ Κομπανί. Τον αρχηγό της Μάντσεστερ Σίτι. Δηλώσεις για τον προπονητή του, μετά την κατάκτηση του (παλιού) Λιγκ Καπ και τη νίκη με 3-0 επί της Άρσεναλ.
«Ο τρόπος με τον οποίο μας μαθαίνει πράγματα και μοιράζεται μαζί μας διάφορες πληροφορίες και γνώσεις που διαθέτει, είναι απίθανος. Πάντα νιώθουμε πως πλεονεκτούμε σε σχέση με τους αντιπάλους μας, λόγω της διεξοδικής ανάλυσης των τακτικών τους. Το επίπεδο των ομιλιών του είναι παρόμοιο με αυτές ενός πανεπιστημίου. Το να δουλεύεις μαζί του μπορείς να το συγκρίνεις και με 10 χρόνια σπουδών. Δεν παύεις ποτέ να μαθαίνεις κάτι καινούριο».
Τελεία, παράγραφος.
Ο Κομπανί (που προφανώς δεν έχει καμία ανάγκη να γλείψει τον κάθε Γκουαρδιόλα), αναφέρει την καθημερινότητα που βιώνουν οι φτασμένοι και πάμπλουτοι παίκτες της εφετινής πρωταθλήτριας Αγγλίας. Και συνεχίζει: «Θεωρώ πως οι λέξεις που περιγράφουν τον Γκουαρδιόλα ως προπονητή είναι ‘αμείλικτος’ κι ‘ανένδοτος’. Η ικανοποίηση είναι ένα άγνωστο συναίσθημα για εμάς. Είμαι σίγουρος πως ακόμα και σήμερα (σ.σ. χθες) θα επιστρέψουμε στις προπονήσεις, εστιάζοντας στον επόμενο αγώνα μας».
Αμείλικτος, ανένδοτος, πιθανώς να ήθελε να πει και κάτι πιο άσχημο λεκτικά, αλλά ξεκάθαρο για τον δύσκολο Καταλανό. Ο Πεπ προσωπικά μου είναι οριακά συμπαθής ως στυλ. Αλλά ως προπονητής ο τύπος έχει απογειώσει το άθλημα, το έχει εξελίξει τόσο, που όσοι δεν τον κατανοούν ή δεν τον συμπαθούν, μόνο να τον μειώσουν προσπαθούν. Και φυσικά εκτίθενται σε βάθος χρόνου, καθώς η αλήθεια είναι μία. Το ποδόσφαιρο που βλέπουμε από τις ομάδες του, δεν το έχουμε δει από καμία άλλη την τελευταία δεκαετία. Και έχει δουλέψει με τρεις διαφορετικές και σε τρεις διαφορετικές χώρες. Αδιανόητα δύσκολο.
Του οφείλουν την καριέρα τους, την απογείωση στο παιχνίδι τους και τον παχυλό τραπεζικό τους λογαριασμό ένα σωρό παίκτες. Που τον άκουσαν, έμαθαν από αυτόν, κατάλαβαν ότι αν εφαρμόσουν τις ιδέες του θα γίνουν καλύτεροι, επιτυχημένοι και πλουσιότεροι.
Τα λόγια του Κομπανί είναι κολακευτικά για τον Πεπ, αλλά και απολύτως αληθινά. Και παράδειγμα προς μίμηση για τους υπόλοιπους προπονητές.
Αυτό φωνάζουμε χρόνια στην Ελλάδα, όσοι το φωνάζουμε, αλλά εσείς φίλοι αναγνώστες ασχολείστε (και θέλετε να ασχολούμαστε) με ταμειακές μηχανές, κουτιά μπύρας, δικαστήρια, φωνές, κραυγές, ξυλίκια, διαιτησίες και τηλεοπτικές παπαριές. Δικαίωμα σας, αλλά μετά μην απορείτε που δεν αλλάζει το ποδόσφαιρο μας.
Δίνουμε άλλοθι αρχικά στους προπονητές που δουλεύουν στην Ελλάδα, να κοροϊδεύουν, ή να είναι ανεπαρκείς και να πατάνε πάνω στην ασχετοσύνη μας και φυσικά στην κλασική ανάγκη του Έλληνα για μίσος, αντιπαλότητα, αντιδικία.
Μετά δίνουμε άλλοθι στους παράγοντες να αλλάζουν προπονητές σαν τα πουκάμισα, αφού πρώτα τους έχουν απαξιώσει, καθώς τους επιτρέπει το ευρύτερο περιβάλλον να το κάνουν.
Το άρθρο αυτό θα το διαβάσουν λιγότεροι από όσοι θα έπρεπε, αν όντως ασχολούνται όσοι λένε με το πραγματικό ποδόσφαιρο. Αν έγραφα όμως για το σκουτεράκι, το πόσο χτύπησε ο Γκαρθία, τον Αλαφούζο και τέτοιες επίκαιρες φανφάρες, θα γινόταν χαλασμός και ανταλλαγή ύβρεων και «επιχειρημάτων» από κάτω. Κλάιν.
Ο Κομπανί δεν μιλάει πουθενά για πάθος, ψυχή, δύναμη, τσαμπουκά, μαγκιά. Πουθενά.
Μιλάει για ανωτερότητα, για διδαχή, για σπουδές πάνω στο άθλημα από τον προπονητή του. Κουράστηκα στην Ελλάδα να διαβάζω για ψυχές, πάθος, κούραση, δύναμη και ταχυδυναμικούς παίκτες. Κλάιν-μάιν.
Το κλείνω εδώ. Το θέμα μας δεν είναι ο Γκουαρδιόλα. Το θέμα μας είναι πως έχει χαμηλώσει τόσο πολύ το επίπεδο στα μέρη μας, που σόρυ, αλλά δεν δικαιούνται πολλοί να μιλούν και να κρίνουν τον κάθε Γκουαρδιόλα, Βαλβέρδε, Κλοπ, χωρίς να έχουν γνώση και σεβασμό. Δηλαδή μπορούν να μιλούν οι πολλοί, απλώς δεν τους παίρνει κανείς στα σοβαρά.