X

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων. Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία μας και των συνεργατών μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν από τη συγκατάθεσή σας ή να αρνηθείτε να δώσετε τη συγκατάθεσή σας. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αντιταχθείτε σε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις μας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο.

OPINIONS

H D-Team κι ό,τι έμεινε από το τουρνουα

INTIME SPORTS

Η Αμερική επέστρεψε στο θρόνο της κι οι… αμφισβητίες του Μάικ Σιζέφσκι στο λάκκο τους. Οι ΝΒΑερ ολοκλήρωσαν το Μουντομπάσκετ με τον καλύτερο τρόπο, με μια άνετη νίκη επί των Τούρκων, η οποία κι οδήγησε στο δίκαιο αποτέλεσμα, καθώς αν μη τι άλλο οι ΗΠΑ ήταν η καλύτερη ομάδα του τουρνουά.

Εντάξει, μπορεί το επίπεδο να ήταν χαμηλότερο από τα προηγούμενα χρόνια, ωστόσο, αυτό δεν μειώνει την επιτυχία της «B-Team» όπως την χαρακτήρισαν. Και για να σκεφτεί κανείς το μέγεθος της επιτυχίας, αρκεί να αναλογιστεί ότι η Αμερική επέστρεψε στην κορυφή μετά από 16 ολόκληρα χρόνια.


Ναι, 16… καθώς η διάδοχος της «Dream Team» είχε να γευτεί χρυσάφι από το Τορόντο (1994). Οπότε αν κάποιος βιάστηκε να κρίνει την Ελλάδα και τη φετινή της απόδοση, ας καθίσει λίγο να σκεφτεί…

Με άλλα λόγια η διάρκεια είναι πολύ δύσκολο πράγμα. Το δυσκολότερο στον αθλητισμό. Εδώ ολόκληρη Ισπανία και κατέληξε στην 6 θέση. Ας μην είμαστε σκληροί στους χαρακτηρισμούς μας, οπότε όταν μιλάμε για μια ομάδα που είχε μια 8ετία γεμάτη επιτυχίες.

Επιστροφή τώρα στην Αμερική. Μπορεί η ομάδα του Σιζέφσκι να μην είχε την «αύρα» του Κόμπι Μπράιαντ ή τη λάμψη ενός ΛεΜπρόν Τζέιμς, είχε ωστόσο άλλα στοιχεία. Ήταν περισσότερο ομάδα από κάθε άλλη… Κι επειδή μια εικόνα ισούται με χιλιάδες λέξεις (όχι ότι βαριέμαι…), αρκεί κάποιος να θυμηθεί τον τρόπο με τον οποίο πανηγύριζε ο πάγκος τα τρίποντα του Ντουράντ για να πεισθεί επ’ αυτού.

Οι ΗΠΑ συμπεριφέρθηκαν ως ομάδας έξω από το γήπεδο, αλλά και μέσα σε αυτό. Κι εδώ πρέπει να δοθούν συγχαρητήρια στον «Κόουτς-Κ» για τις επιλογές του. Πήρε στην Τουρκία παίκτες συγκεκριμένων προδιαγραφών και πέτυχε μια πολύ καλή χημεία, ακόμη κι αν θυσίασε ποιοτικούς σκόρερ όπως ο Ντάνι Γκρέιτζερ ή ο Στέφεν Κάρι που περιορίστηκαν σε ρόλους… θεατή. Εδώ ο Αντρέ Ιγκουοντάλα που αποτελεί το «πρόσωπο» των Σίξερς, έμπαινε μόνο για να παίξει άμυνα και να σπρώξει για μερικά ριμπάουντ.

Αυτή ήταν όμως η επιτυχία της Αμερικής. Πέρα από την εκπληκτική της άμυνα (από "Dream Team" έγινε "D-Team" εκ του... Defense), στην επίθεση στηρίχτηκε σε συγκεκριμένους ρόλους. Ο Λαμάρ Όντομ συχνά έκανε τον… πλέι-μέικερ παρά το γεγονός ότι έπαιζε σέντερ, οι Ουέστμπρουκ-Ρόουζ πήγαν με δύναμη στο καλάθι κι ο Κέβιν Ντουράντ πήρε την μπαγκέτα στα χέρια του. Ήταν φανερό από τα φιλικά κιόλας ότι η εθνική του 2010 ήταν η… ομάδα του. Αρκετά από τα plays κατέληγαν σε απομονώσεις του άσου των Θάντερ, που απλά βρήκε το χώρο, το χρόνο και τη σιγουριά για να επιδείξει τις μοναδικές του επιθετικές ικανότητες.

Θα ήταν τελείως διαφορετικά αν ο Ντουράντ έπιανε τη μπάλα κάθε πέντε λεπτά, επειδή έπρεπε ο Ουέιντ ή ο Μπος να κάνουν τα... σουτάκια τους.

D-Team...

Πέρα, όμως, από τον χαρισματικό 22χρονο σκόρερ η Αμερική θα πρέπει να μείνει στην ιστορία για τον τρόπο που έπαιξε άμυνα. Ο τρόπος με τον οποίο οι παίκτες του Σιζέφσκι χρησιμοποιούν τα χέρια τους και δίνουν βοήθειες είναι ανεπανάληπτος. Και το κυριότερο ζητούμενο ήταν για κάθε αντίπαλο το πώς θα σκοράρει απέναντι σε αυτή την ομάδα κι όχι το πώς θα τη σταματήσει στην επίθεση.

Η αλήθεια είναι ότι… μπροστά οι Αμερικάνοι δεν παρουσίασαν κάτι το ιδιαίτερο. Εκμεταλλεύτηκαν την ικανότητα των πόιντ-γκαρντ με τη μπάλα στα χέρια (Ρόουζ, Μπίλαπς, Ούεστμπρουκ, Κάρι), τα αθλητικά προσόντα που έφεραν αρκετά επιθετικά ριμπάουντ (το μεγάλο τους όπλο) την οξυδέρκεια του Λαμάρ Όντομ και φυσικά τον οίστρο του Ντουράντ. Δεν είδαμε, όμως, εξαιρετικές συνεργασίες, παρά μόνο απλές επιλογές και καμιά φορά… άναρχο παιχνίδι με τρίποντα από τα 8 μέτρα και «μπουμπουνητά» στον αιφνιδιασμό.

Η αλήθεια, βέβαια, είναι ότι οι Αμερικάνοι ήρθαν πιο υποψιασμένοι .Σεβάστηκαν κάθε αντίπαλο, θυσίασαν το θέαμα για την ουσία και δίκαια κατέκτησαν τον τίτλο, που είναι… σημαντικότερος κι από δαχτυλίδι στο ΝΒΑ, όπως τόνισε χαρακτηριστικά ο Τσάνσεϊ Μπίλαπς. Κάτι θα ξέρει παραπάνω.

Εκπλήξεις και απογοητεύσεις


Εκπλήξεις πολλές δεν είδαμε… Έτσι η Λιθουανία κέρδισε επάξια τον σχετικό τίτλο. Η ομάδα του Κεζμούρα πόνταρε στην ταχύτητα της στο μισό γήπεδο, και στα υψηλά ποσοστά ευστοχίας για να φτάσει στο χάλκινο μετάλλιο. Επιβεβαιώνεται, όμως και σε αυτή την περίπτωση το γεγονός ότι όλα… κρίνονται στους «8». Εκεί οι Λιθουανοί «πάτησαν» την Αργεντινή και διακρίθηκαν. Διαφορετικά, μπορεί και να είχαν… ξεχαστεί.

Στο συγκεκριμένο παιχνίδι, ωστόσο, επέλεξαν μια πολύ σωστή τακτική. Πόνταραν πάνω στην κούραση των βασικών της Αργεντινής και την «έπνιξαν» με πιεστική άμυνα σε όλες τις πάσες, χαλώντας τις γωνίες των αντιπάλων και την «άνεση» των ταλαντούχων παικτών της «μπιανκοσελέστε».

Αν στις απογοητεύσεις βάλουμε την Ισπανία (άλλη ομάδα με Γκασόλ –κυρίως- και Καλντερόν), τότε στις ομάδες που κέρδισαν τις εντυπώσεις πρέπει να βάλουμε την Τουρκία, τη Σερβία, τη Ρωσία, τη Νέα Ζηλανδία, αλλά και τη Βραζιλία. Η «σελεσάο» μπορεί να αποκλείστηκε στους «16», αλλά έδωσε μια μεγάλη μάχη, έπαιξε πιο δυνατά από κάθε άλλο αντίπαλο και γενικά είχε μια πολύ καλή παρουσία η οποία δεν επιβεβαιώνεται από τη θέση που κατέκτησε.

Η Τουρκία ήταν με διαφορά η 2 καλύτερη ομάδα του τουρνουά, κερδίζοντας τα περισσότερα παιχνίδια από τα οποία έδωσε πολύ καθαρά. Στον ημιτελικό κόντρα στη Σερβία ήταν χειρότερη, αλλά στάθηκε πιο τυχερή και πέρασε στον τελικό. Εκεί η… μοίρα της ήταν προγεγραμμένη. Διότι είναι πολύ δύσκολο μια ομάδα μετά από ένα τόσο δραματικό φινάλε (και τόσο έξαλλους πανηγυρισμούς) να βρει τη συγκέντρωση της, να «γεμίσει» πάλι και να δώσει άλλη μια μεγάλη μάχη. Ήταν ακριβώς ότι έγινε με τη δική μας Εθνική το 2006. Ήταν απόλυτα φυσιολογικό.

Αναλυτικότερα τα κορμιά που παρέταξε στο παρκέ ήταν το μεγάλο της όπλο. Η ομάδα του Τάνιεβιτς «απλωνόταν» στο γήπεδο (τη βοήθησε πολύ κι η ζώνη) κι ουσιαστικά περιόριζε πολύ την ελευθερία του αντιπάλου. Στην επίθεση χρησιμοποίησε αρκετές έξυπνες ιδέες κι αν εξαιρέσουμε την… αναρχία του Τούρκογλου, είχε εντυπωσιακή ισορροπία. Εδώ να σημειώσω ότι κατά τη γνώμη μου ο παίκτης-κλειδί της ομάδας ήταν ο Σεμίχ Ερντέν που αποτέλεσε «κολώνα» στην άμυνα και μια πολύ καλή λύση στην επίθεση.

Η Σερβία για δεύτερη σερί χρονιά αποδείχτηκε… χάρμα οφθαλμών. Έπαιξε όμορφο μπάσκετ στην επίθεση και στηρίχτηκε σε ένα νεανικό σύνολο, κάτι που σημαίνει ότι κάθε χρονιά γεμίζει «ένσημα» για το μέλλον.

Το μεγάλο κόλπο της Σερβίας είχε να κάνει με τις θέσεις των φόργουορντ. Πολύ ψηλά «3άρια» με καλό σουτ κι ο δημιουργός Βελίτσκοβιτς στο «4». Κέσελι-Σαβάνονοβιτς έκαναν πολύ καλό τουρνουά κι οι Τεόντοσιτς-Ράσιτς έδωσαν την απαιτούμενη ποιότητα στην περιφέρεια. Ότι έκανε δηλαδή ο Κρστιτς μες στη ρακέτα.

Το σημαντικότερο για τους «πλάβι», ωστόσο, δεν είναι η θέση. Είναι η πεποίθηση –που αντλείται από την εικόνα της στο γήπεδο- ότι η Σερβία είναι μια ομάδα ικανή να παίξει ως το τελευταίο σουτ οποιονδήποτε αντίπαλο. Μια ομάδα που αρνείται να χάσει.

Με θετικό πρόσημο αποχαιρέτησαν την Τουρκία η Ρωσία κι η Νέα Ζηλανδία. Η πρώτη διότι έπαιξε με πολλές απουσίες κι είχε μια πολύ καλή παρουσία (άλλη μια ομάδα που στηρίχτηκε στα αθλητικά προσόντα των παικτών της και στα μεγάλα ύψη) με πρωταγωνιστές τους Μοζγκόφ, Πονκρασόφ και Βοροντσέβιτς κι η δεύτερη διότι έπαιξε το πιο ωραίο μπάσκετ από όλους και μάλιστα ρίχνοντας στο παρκέ το λιγότερο… ταλέντο Ήταν, όμως, με διαφορά η πιο δουλεμένη και «κουρδισμένη» εθνική από όσες παρατάχθηκαν στην Πόλη. Λογικό διότι δεν ήταν πολλές αυτές που αγωνίζονται για πολλά χρόνια με τον ίδιο προπονητή και τον ίδιο κορμό.

Να μη λησμονηθεί κι η Αργεντινή του μεγάλου Λουίς Σκόλα, που κατέκτησε την 5η θέση, αψηφώντας απουσίες και προβλήματα.

Μόδα η ζώνη

Τέλος σε ότι αφορά τις… μόδες και τις τάσεις του Μουντομπάσκετ, ασφαλώς και την παράσταση έκλεψαν οι άμυνες ζώνης. Πολλοί μάλιστα θεωρούν ότι μετά την αλλαγή σε τρίποντο και ρακέτα τέτοιου είδους τακτικές θα γίνουν ο… κανόνας κι όχι η εξαίρεση.

Εδώ θα ήθελα να τονίσω για τα 6.75 ότι θα πρέπει να περιμένουμε για να δούμε. Το ότι θα ανοίξουν οι χώροι είναι η μια όψη του νομίσματος. Η άλλη έχει να κάνει με την αποτελεσματικότητα της επίθεσης. Αν τα σουτ δεν μπαίνουν, τότε είναι σίγουρο ότι οι άμυνες θα «ταμπουρωθούν», θα γίνουν πιο κλειστές κι η ρακέτα ακόμη πιο δυσπρόσιτη.

Κλείνοντας την… παρένθεση για την μετατόπιση της γραμμής των τριών πόντων θα εκτιμούσα ότι τα δύο στοιχεία που θα κάνουν θραύση τα επόμενα χρόνια θα είναι το σουτ μετά από ντρίμπλα (αυτό που ελάχιστοι παίκτες διαθέτουν στην Ευρώπη) και το σουτ των ψηλών από τη μέση απόσταση. Αυτό προκύπτει τουλάχιστον από την εξίσωση του τριπόντου με αυτό του ΝΒΑ.

Η τάση πάντως που τείνει κι αυτή να γίνει κανόνας έχει να κάνει με την παράταξη στο παρκέ ολοένα και ψηλότερων παικτών. Μπιέλιτσα, Κέσελι, Ιλιασόβα, Νάχμπαρ, «πύργοι» όπως οι Τόμιτς, Βίντμαρ, Ασίκ, Γκασόλ, Πέροβιτς, αλλά και δίδυμα σαν ψηλών Γκονλούμ-Ερντέν, Σλόκαρ-Μπρέζετς, Ρέγιες-Βάσκεζ, αποτέλεσαν βασικές επιλογές των ομάδων κι όχι σχήματα ειδικών συνθηκών. Έχει ξαναγραφτεί: το μπάσκετ ψηλώνει.

Κι αν πει κανείς για την Αμερική; Μπορεί ο Όντομ που έπαιξε στο «5» να μην είναι καθαρός παίκτης-ρακέτας αλλά έχει τεράστιο άνοιγμα χεριών. Το ίδιο κι ο Ντουράντ που από «2άρι» κατέληξε «4άρι». Είναι όμως και 2.08.

ΥΓ. Απάντηση στον Δημήτρη Μ, που έστειλε χθες μήνυμα για να με προκαλέσει λέγοντας «γράψε τώρα ότι ο Ντουράντ είναι καλύτερος του ΛεΜπρόν». Η απάντηση μου: εδώ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ