OPINIONS

Η Οδύσσεια δύο κυνηγημένων

Η Οδύσσεια δύο κυνηγημένων

Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος αφήνει τα γενικά των ημιτελικών και πιάνει τα ειδικά: την ομαδική "κωλοτούμπα" για την περίπτωση Μάρντι Κόλινς και τον Λουκά Μαυροκεφαλίδη που απέτρεψε μόνος του τον ΠΑΟΚ από το να γράψει ιστορία.

Το τζάμπολ των ημιτελικών του ελληνικού πρωταθλήματος πυροδότησε μια σειρά από σκέψεις, συμπεράσματα και συζητήσεις. Καφενειακές ή μη... Θα μπορούσαν να γραφτούν σεντόνια για το πόσο μεγάλη διαφορά δυναμικότητας έχουν η 2η με την 3η ομάδα του πρωταθλήματος, όπως φάνηκε στο ΣΕΦ. Θα σβηνόντουσαν, όμως, λίγη ώρα αργότερα, μετά την εξαιρετική εμφάνιση του ΠΑΟΚ που θα μπορούσε να έχει φύγει νικητής από το ΟΑΚΑ. Ευτυχώς οπότε που δεν ξεκίνησα αυτά το κείμενο. Οι κωλοτούμπες για έναν άνθρωπο στα δικά μου κιλά, δεν είναι το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο.

Στους δύο ημιτελικούς είδαμε τις δύο διαφορετικές όψεις του νομίσματος. Και αν τους συγκρίνουμε μεταξύ τους, αλλά πολύ περισσότερο αν συγκρίνουμε το τι έχει γίνει, με το τι πραγματικά συνέβη.

Παρένθεση:

(Ο ΠΑΟΚ παραλίγο να κάνει μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις που έχουμε δει σε ημιτελικές σειρές. Να θυμίσω απλά ότι από το 2005-2006 όταν και ορίστηκε το best-of-five στη φάση των "4", ούτε ο Ολυμπιακός, ούτε ο Παναθηναϊκός έχουν χάσει εντός έδρας. Ο Ολυμπιακός, βέβαια, τη σεζόν 2007-2008 είχε βρεθεί ένα... γκελ της μπάλας προ της ήττας-αποκλεισμού, όταν ο Μιλισάβλιεβιτς αστόχησε στο 5ο και τελευταίο ματς της σειράς με το Μαρούσι.

Για να βρούμε την τελευταία εντός έδρας ήττα του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού σε ημιτελική φάση θα πρέπει να ανατρέξουμε για τους "ερυθρολεύκους" στη σεζόν 1999-2000 όταν ο ΠΑΟΚ είχε αλώσει το ΣΕΦ με 69-66 χάρις στους Μπαζάρεβιτς και Μπαλογιάννη και για τους "πράσινους" τη σεζόν 2002-2003 όταν είχαν χάσει στα Πατήσια (82-85) από το Περιστέρι του πρώην προπονητή τους, Αργύρη Πεδουλάκη. Κλείνει η παρένθεση).

Ας ξεκινήσουμε με τα γενικά:

Ο Ολυμπιακός επικράτησε με χαρακτηριστική άνεση του Πανιωνίου. Με μεγάλο rotation και ένα καλό αμυντικό πρόσωπο κατάφερε να κρατήσει τον αντίπαλο στους 43 πόντους και στο 25% στα δίποντα (μην ξεχνάμε ότι οι Πειραιώτες ήταν η καλύτερη ομάδα στην Euroleague στο ποσοστό διπόντων αντιπάλου). Με παίκτη-κλειδί τον Μάρντι Κόλινς.

Ο Παναθηναϊκός πήρε τη νίκη χωρίς να παίξει καλά. Στο τέλος μέτρησε η κλάση του Μαυροκεφαλίδη και του Διαμαντίδη, που σημείωσαν προσωπικά καλάθια και απέκρουσαν την φιλότιμη προσπάθεια του ΠΑΟΚ. Ο "δικέφαλος" που ξεκίνησε με υψηλά ποσοστά και 31 πόντους στο πρώτο δεκάλεπτο, κατάφερε να μείνει συγκεντρωμένος ως το τέλος. Οπότε δεν μπορούμε να πούμε ότι ήταν απλά μια σούπερ εμφάνιση που στηρίχτηκε σε εξωπραγματικά νούμερα. Η ομάδα του Σούλη Μαρκόπουλου έπαιξε καλά. Πήρε το ρίσκο του στην άμυνα, έμεινε προσηλωμένος σε ένα πλάνο με μεγαλες επιθέσεις και έμφαση στο low-post παιχνίδι, φρόντισε να παίξει σε όλο το πλάτος του γηπέδου (εξάλλου ο Παναθηναϊκός ξέρει πως να εξολοθρεύει το "κάθετο" παιχνίδι) και κέρδισε τα εύσημα. Να αναφερθεί ξανά ότι παίκτης-κλειδί ήταν ο Λουκάς Μαυροκεφαλίδης.

Ας αποφύγουμε τα κλασσικά

Για κάθε "πως κατάντησε έτσι το ελληνικό μπάσκετ", έρχεται ένας ΠΑΟΚ ως απάντηση. Όπως δηλαδή έρχεται ένας ΚΑΟΔ, μια Καβάλα ή ένας Ίκαρος να φέρουν στα ίσα τους, αυτούς που μιλούν για την τεράστια διαφορετικά δυναμικότητας και το αφοριστικό "οι αιώνιοι δεν θα χάσουν πουθενά".

Η Οδύσσεια δύο κυνηγημένων

Ας αφήσουμε αυτή την κουβέντα. Γιατί δεν θα συμφωνήσουμε κιόλας. Συγγνώμη, αλλά δεν θεωρώ ότι για την ψαλίδα που άνοιξε φταίει ο Ολυμπιακός ή ο Παναθηναϊκός. Δεν μπορούμε να τους κατηγορήσουμε για την τύχη τους να έχουν δύο ισχυρές οικονομικά οικογένειες από πίσω τους. Ειδικά από τη στιγμή που όλες οι άλλες ομάδες είχαν κατά καιρούς κάτι αντίστοιχο, πέρασαν από καθεστώς εκκαθάρισης και τελικά τώρα πληρώνουν πέρα από την οικονομική κρίση, την κακοδιαχείριση, τη ματαιοδοξία και τη μεγαλομανία τους.

Ο ασφαλέστερος δρόμος προς την παρεξήγηση, όμως, είναι η γενίκευση. Ο λόγος δεν γίνεται ούτε για τον Πανιώνιο, ούτε για τον ΠΑΟΚ. Καλύτερα να γίνει μια ξεχωριστή ανάλυση εν καιρώ. Γιατί είναι ώρα...

Να καταλήξουμε στα ειδικά

Και στο πως δύο παίκτες κατάφεραν να γυρίσουν το παιχνίδι. Ο λόγος για τον Μάρντι Κόλινς και τον Λουκά Μαυροκεφαλίδη, τους δύο πρώτους σκόρερ και καλύτερους παίκτες των χθεσινών αναμετρήσεων σε ΣΕΦ και ΟΑΚΑ.

Ο Κόλινς... ήταν πρώτος σκόρερ (16 πόντοι), δεύτερος σε ranking (16 - με 17 ο Πρίντεζης) και πρώτος σε χρόνο συμμετοχής (24'). Το τελευταίο λέει νομίζω και τα περισσότερα, επιβεβαιώνοντας την εικόνα του αγώνα, ότι με τον συγκεκριμένο παίκτη στο παρκέ ο Ολυμπιακός έπαιζε καλύτερα.

Και δεν είναι κάτι τυχαίο. Λαμβάνοντας υπόψη τα ματς μετά τα πλέι-οφ της Euroleague, ο Κόλινς έχει εξελιχθεί στον πιο σταθερό παίκτη του Ολυμπιακού. Δηλαδή, αν υπολογίσουμε σε σύνολο τα παιχνίδια με Τρίκαλα, με ΚΑΟΔ, με ΑΕΝΚ, με Πανιώνιο και τα τρία των πλέι-οφ ο Αμερικανός γκαρντ είναι: πρώτος σκόρερ (68 πόντοι), πρώτος πασέρ (με 20 ασίστ - μαζί με τον Σλούκα), πρώτος σε χρόνο συμμετοχής (148 λεπτά) και πρώτος στο ranking (81) στην ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα.

Συν του ότι έκανε και αυτό:

Αν λάβουμε υπόψη μας μόνο τα τρία ματς των Playoffs ο Κόλινς είναι 2ος σκόρερ (11.3 πόντους, πίσω μόνο από τον Σπανούλη), 3ος πασέρ, 3ος σε ranking (πίσω από Σπανούλη και Ντάνστον) και 1ος σε χρόνο συμμετοχής (23').

Τι άλλαξε; Τίποτα. Ο Κόλινς είναι ο ίδιος παίκτης που ήταν και πριν. Αυτός που μπορούσε και μπορεί να κάνει συγκεκριμένα πράγματα, όπως είχε γραφτεί την εποχή που ήταν ο εύκολος στόχος . Τότε που όλος ο κόσμος τον έβριζε και το προπονητικό τιμ και η διοίκηση τον στήριζε, διότι έβλεπε το πραγματικό του πρόσωπο στις προπονήσεις.

Απλά βρήκε α) την αυτοπεποίθηση που είχε χάσει μετά τα ματς με Φενέρ και Μιλάνο, αλλά και την αντίδραση του κόσμου που τον αποδοκίμασε β) την ευκαιρία να προσαρμοστεί γ) τη φυσική του κατάσταση, διότι είναι κοινό μυστικό ότι δεν ήταν σε φουλ φόρμα όταν ήρθε στην Ελλάδα από την Ιταλία.

Ο Αμερικανός γκαρντ ήρθε σε μια δύσκολη περίοδο για τον Ολυμπιακό, με διπλά παιχνίδια κάθε βδομάδα και "τελικούς" για την πρόκριση στην επόμενη φάση. Δεν κατάφερε ποτέ να καλύψει το χάντικαπ από τη μη συμμετοχή του στην ομάδα από την προετοιμασία, ούτε και το ψυχολογικό χαστούκι όπως μεταφράζεται το ένα-γήπεδο-να-σε-αποδοκιμάζει. Και όχι εκτός έδρας, αλλά εντός.

Στη σειρά με τη Ρεάλ ο Κόλινς ήταν ο πιο έτοιμος παίκτης του Ολυμπιακού. Ακριβώς. Ο πιο έτοιμος. Και το έδειξε κυρίως στα ματς στη Μαδρίτη, όπου ανταποκρίθηκε στο πλάνο του αγώνα, κάνοντας σκληρά φάουλ και σωστές επιλογές. Αποκορύφωμα η εμφάνιση του στο 5ο παιχνίδι, εκεί όπου ο Γιώργος Μπαρτζώκας τον χρησιμοποίησε στα πιο δύσκολα σημεία του ματς (όταν δηλαδή η Ρεάλ έχτιζε προβάδισμα και momentum) και εκείνος ανταποκρινόταν και πάλι.

Πέρα από τα δεδομένα (μέγεθος, ομαδικότητα, αίσθηση της πάσας και διάθεση να βρει τον αμαρκάριστο συμπαίκτη, καλή αμυντική παρουσία) ο Κόλινς ξεπέρασε τις προσδοκίες στο κομμάτι του "μυαλού". Αυτός ο μονοκόμματος (στην καλύτερη), ή μονόχνωτος (στη χειρότερη) χαρακτήρας που βγάζει, είναι αυτός που τον έκανε να επιβιώσει και να διαψεύσει τους πάντες. Σε μια χώρα με πολλά βουνά και λαγκάδια* o Μάρντι Κόλινς ήταν μια ευθεία γραμμή, όπως ακριβώς προστάζει ο πρωταθλητισμός.

*"Μην αφήνεις τις κορυφές να γίνονται πολύ ψηλά και τις κοιλάδες πολύ βαθιές" είχε συμβουλέψει ο μεγαλύτερος προπονητής στην ιστορία του μπάσκετ, ο Τζον Γούντεν, εννοώντας ακριβώς ότι ο υπέρμετρος ενθουσιασμός και η υπερβολική απογοήτευση είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε μια ομάδα.

Η μεταμόρφωση του Κόλινς είναι κάτι που πιστώνεται τόσο στον ίδιο (και στον χαρακτήρα που έδειξε - όπως προαναφέρθηκε), αλλά και στον Γιώργο Μπαρτζώκα, που τον στήριξε.

Ο Λουκάς Μαυροκεφαλίδης... είναι μια διαφορετική ιστορία. Γνώστης του τι σημαίνει "κάνω πρωταθλητισμό στην Ελλάδα", έμπειρος, αλλά εξίσου ευάλωτος. Ξεκίνησε με μειονέκτημα λόγω του κακού φίνις που είχε στην Εθνική και δυσκολεύτηκε αρχικά να βρει το ρόλο του.

Στον πρώτο γύρο έπαιξε μόνο μια φορά πάνω από 11 λεπτά, σκοράροντας και πάλι μόνο μια φορά διψήφιο νούμερο πόντων. Στα πρώτα δέκα ματς έιχε 4.3 πόντους με 50% στα σουτ, με χρόνο συμμετοχής στα 6.39 και ranking που μετά βίας άγγιζε το 3.6

Η Οδύσσεια δύο κυνηγημένων

Στο Top-16 ξεκίνησε με δύο καλά παιχνίδια (σε περιορισμένο χρόνο) απέναντι στο Μιλάνο (6 πόντοι σε 4') και Φενέρμπαχτσε/Ούλκερ (11 πόντοι σε 9.45') και στη συνέχεια πέρασε τον περισσότερο χρόνο του στον πάγκο. Στα υπόλοιπα 8 παιχνίδια, ως και το ματς στο ΣΕΦ δηλαδή, πέτυχε 11 πόντους (ΣΥΝΟΛΙΚΑ), έχοντας 4/12 σουτ, 2 στο ranking και 38 λεπτά λεπτά συμμετοχής.

Μετά την αλλαγή προπονητή ο ρόλος του αναβαθμίστηκε. Στο εκτός έδρας παιχνίδι με τον Ολυμπιακό είχε 17 πόντους (7/7 δίποντα), 5 ριμπάουντ, 4 κερδισμένα φάουλ και 21 ranking, κάνοντας στη συνέχεια πολύ καλύτερα ματς στα playoffs της Euroleague.

Οι μέσοι όροι του αυξήθηκαν στα 13 λεπτά συμμετοχής, στους 7 πόντους, στο 8.1 ranking και στο εκπληκτικό 71% στα δίποντα. Ήταν δηλαδή ο 4ος σκόρερ (πίσω από Λάσμε, Μασιούλις και Γκιστ) του Παναθηναϊκού και 2ος στο ranking (41 - πίσω από τον Λάσμε που είχε 52).

Στα playoffs του ελληνικού πρωταθλήματος φιγουράρει στην πρώτη θέση των σκόρερ (18π), στην πρώτη των ριμπάουντ (17) και στην κορυφή της λίστας με το ranking, έχοντας ευεργετηθεί από την αλλαγή πλάνου στον Παναθηναϊκού και την στροφή στους Έλληνες παίκτες.

Αποκορύφωμα φυσικά το ματς με τον ΠΑΟΚ όπου έκανε μια εκπληκτική εμφάνιση με 32 πόντους (11/16 δίποντα, 10/11 βολές, 10 ριμπάουντ, 11 κερδισμένα φάουλ) και 47 (!!!) στο σύστημα αξιολόγησης. Κι όλα αυτά σημειώνοντας το καθοριστικό καλάθι μετά από επιθετικό ριμπάουντ στην πιο κρίσιμη φάση του αγώνα.

Όπως ισχύει και στην περίπτωση του Κόλινς, η θεαματική βελτίωση του Μαυροκεφαλίδη πιστώνεται στον ίδιο, αλλά και στον νέο προπονητή, που σημειωτέον έχει και μια έξτρα δυσκολία, αφού καλείται να βρει εκ νέου τη χημεία, τους χρόνους και την ισορροπία της ομάδας. Και θα έχει ενδιαφέρον να δούμε αν πλέον ο Φραγκίσκος Αλβέρτης θα εμπιστευτεί περισσότερο το ταλέντο του διεθνούς φόργουορντ στην επίθεση, ή θα επιστρέψει στο αμυντικό πλάνο του Αργύρη Πεδουλάκη, το οποίο είναι "χτισμένο" γύρω από τους Λάσμε και Γκιστ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ