Η ενέργεια στοιχίζει & το σουτ προβληματίζει
Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος καταλήγει ότι ο Παναθηναϊκός έχασε από την Κουμπάν του Γιώργου Μπαρτζώκα γιατί δεν ήταν αρκετά σκληρός. Η ανάλυση της ήττας των "πρασίνων", ο προβληματισμός του σουτ που "παντρεύτηκε" ο Ολυμπιακός και ο έλεγχος των νέων "ερυθρολεύκων".
Μια νίκη και μια ήττα ο απολογισμός για τους "αιώνιους" λίγες ημέρες πριν τα ξαναπούν, αυτή τη φορά για άλλο θεσμό και άλλο περιβάλλον. Το ντέρμπι της Δευτέρας, όμως, μπορεί να περιμένει. Γιατί εδώ είναι Euroleague, δεν είναι παίξε-γέλασε.
Όπως λέει και ο Καίσαρης "φρέσκια κουλούρια φωνάζει ο κουλουράς": ο Παναθηναϊκός ηττήθηκε στο Κράζνονταρ σ' αυτό το τρίτο εκτός έδρας παιχνίδι που έδωσε μέσα σε μια βδομάδα για τρίτο διαφορετικό θεσμό. Κόντρα στη Λοκομοτίβ, ωστόσο, οι "πράσινοι" φάνηκε να μένουν από δυνάμεις στο τέλος. Επηρεασμένοι ίσως και από τα συνεχόμενα ταξίδια σε Θεσσαλονίκη και στη μακρινή Ρωσία.
> Η ουσία, όμως, είναι ότι σ' αυτό το παιχνίδι η μάχη της "ενέργειας" ήταν αυτή που έχασε η ομάδα του Σάσα Τζόρτζεβιτς και προφανώς αυτή που έκρινε τον "πόλεμο". Διότι εκεί κρίθηκε το παιχνίδι. Στο δεύτερο και στο τέταρτο δεκάλεπτο οι παίκτες του Γιώργου Μπαρτζώκα αποδείχτηκαν αυτοί που είχαν περισσότερη ενέργεια, αλλά και τη διάθεση να πάνε πρώτοι στη μπάλα. Το αποτέλεσμα; Οι γηπεδούχοι να κερδίζουν τις διεκδικήσεις. Όχι μόνο τη μάχη των ριμπάουντ (42-26), αλλά και τις μπάλες που κυλούσαν στο παρκέ ή βρισκόντουσαν στον αέρα μετά από ένα deflection. Αν υπολογίσουμε τώρα και τη διαφορά στα ποσοστά ευστοχίας, τότε μπορούμε να καταλήξουμε στα σημεία-κλειδία που έκριναν την αναμέτρηση. Οι "πράσινοι" σούταραν με 31% από το τρίποντο (αλλά ήταν άστοχοι στο καθοριστικό σημείο) και 47% στα δίποντα, χάνοντας κάποιες φάσεις που θα μπορέσουν να χρεωθούν και στην κατηγορία των "σουτ με καλές προϋποθέσεις".
Απόδειξη; Η παρουσία του Τζέιμς Γκιστ, του παίκτη που αποτελεί την απάντηση για τον Παναθηναϊκό κάθε φορά που το ερώτημα είναι το ίδιο και εμπεριέχει τη λέξη "ενέργεια". Το πόσο καταλυτικός είναι για το παιχνίδι της ομάδας του ο Αμερικανός αποδεικνύει την αντίστοιχη έλλειψη στις άλλες θέσεις. Αν δεν βγάλει αυτός ενέργεια, τότε μοιραία η ομάδα γίνεται υποτονική. Εξαίρεση, θα μπορούσαν να αποτελέσουν οι Φελντέιν και Γιάνκοβιτς, οι οποίοι όμως στο Κράζνονταρ να το έδειξαν από λίγο, ως καθόλου.
> Τα μεγάλα κορμιά της Λοκομοτίβ όμως (2.01 ο Μπρόκχοφ, 2.06 ο Κλαβέρ, 2.06 ο Σίνγκλετον, 2.05 ο Ζούμπκοφ και 2.16 ο Φεζένκο) σκέπασαν το καλάθι και μετέτρεψαν τη ρακέτα του Παναθηναϊκού σε ναρκοπέδιο. Για αυτό και για ένα ολόκληρο ημίχρονο οι "πράσινοι" έμειναν να απειλούν μόνο με τον Ραντούλιτσα στο post και μέσω του αιφνιδιασμού, από όπου ήρθαν τα εύκολα καλάθια, όπως και τα τρίποντα του Δημήτρη Διαμαντίδη.
> Έχει γραφτεί πολλές φορές ότι ο φετινός Παναθηναϊκός θα κριθεί από την αμυντική του εικόνα, δεδομένου ότι είναι μια ομάδα που δεν έχει χτιστεί από αμυντικογενείς παίκτες. Παρόλα αυτά έδειξε κάποια καλά δείγματα, όπως για παράδειγμα η πίεση της πρώτης πάσας, που οδήγησε τους ούτως ή άλλως επιπόλαιους Ρώσους σε αρκετά λάθη (18). Χαρακτηριστικό και το διάστημα στην τρίτη περίοδο όταν υποχρέωσαν τον αντίπαλο σε 5 λάθη σε 6 διαδοχικές επιθέσεις! Από εκεί και πέρα, όμως, ο Παναθηναϊκός φάνηκε να έχει προβλήματα να σταματήσει τον αντίπαλο. Και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπολογίζει ότι θα σκοράρει 82 πόντους για παράδειγμα εκτός έδρας για να κερδίσει το παιχνίδι, είτε μιλάμε για την κανονική περίοδο, είτε για το Top-16. Όχι ότι δεν μπορεί να γίνει, αλλά δεν μπορεί να θεωρηθεί για παράδειγμα η "συνταγή της επιτυχίας".
> Για παράδειγμα αμυντική ήταν η ολιγωρία στο κρίσιμο σημείο. Η ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα έκανε πολύ καλή δουλειά στο να εκμεταλλευτεί την ικανότητα του Φεζένκο στο post (μαζί με τον Σχορτσιανίτη είναι οι πιο dominant παίκτες στην Euroleague με πλάτη στο καλάθι), ενώ στη συνέχεια κατόρθωσε να σημαδέψει τα αργά πόδια του Ραντούλιτσα με τον Κρις Σίνγκλετον, έναν παίκτη πουκ κατά την προσωπική μου άποψη θα εξελιχθεί στην αποκάλυψη της φετινής διοργάνωσης. Ο Αμερικανός, που τόσα χρόνια στο ΝΒΑ αγωνιζόταν ως "3", αλλά μετακόμισε στο Κράζνονταρ για να πάρει το ρόλο του σέντερ, έπαιξε δύο φορές 1on1 με πρόσωπο τον αντίπαλο του και ως αποτέλεσμα ήταν ένα επιμέρους 6-0. Τρίποντο και στη συνέχεια γκολ-φάουλ. Όταν ο Σάσα Τζορτζεβιτς προσπάθησε να ισορροπήσει τα πράγματα με τον Γκιστ στο "5" ήταν αργά, όπως αποδείχτηκε.
Τι "παράπονο" μπορεί να έχει κάποιος από τον Παναθηναϊκό της Παρασκευής; Ότι δεν ήταν αρκετά σκληρός. Ότι έχασε τις μάχες σώμα-με-σώμα. Ή έστω ότι άφησε την Λοκομοτίβ να τις κερδίσει σε προσωπικό επίπεδο. Όπως τις φάσεις του Κλαβέρ απέναντι στον Φώτση. Όπως τις μάχες του Μπίκοφ που άλλαξε το ρυθμό του αγώνα με τη σκληρή του άμυνα πάνω στον Διαμαντίδη (υποδειγματική η χρήση των φάουλ από τον έμπειρο Ρώσο, που έδειξε πόσο σημαντικό είναι στο σύγχρονο μπάσκετ να ξέρει ο παίκτης πότε και πως να κάνει φάουλ). Όπως εντέλει το παιχνίδι των ριμπάουντ. Αν για παράδειγμα για τον Ολυμπιακό γράφεται και λέγεται ότι δεν σουτάρει καλά και ότι ενδεχομένως αυτό να είναι ένα χαρακτηριστικό του, θα μπορούσαμε να πούμε και κάτι αντίστοιχο για τον Παναθηναϊκό. Ότι θα είναι αμυντικά ευάλωτος και όχι ιδιαίτερα σκληρός ίσως να χαρακτηριστεί ως "ταυτότητα" της ομάδας, αφαιρώντας (ειδικά στα εκτός έδρας παιχνίδια) πολλούς από τους πόντους που κερδίζει με την καλή της επιθετική λειτουργία, τον πλουραλισμό και την ισορροπία.
Το ερώτημα για τον Ολυμπιακό...
Ο Ολυμπιακός από την άλλη κέρδισε ένα παιχνίδι με εντελώς πλασματικό σκορ . Όχι μόνο το τελικό σκορ δεν δείχνει το πόσο κλειστό ήταν το παιχνίδι για 27 λεπτά, αλλά και το σκορ ως το 27ο λεπτό δεν έλεγε όλη την αλήθεια για την απόδοση της ομάδας του Γιάννη Σφαιρόπουλου. Οι Πειραιώτες στη μεγαλύτερη διάρκεια του αγώνα έκαναν το σωστό. Οπότε τους αδικεί και το "κλειστό" σκορ στο ξεκίνημα. Επειδή ακριβώς έκαναν το σωστό σε όλους τομείς εκτός από αυτόν της εκτέλεσης. Όταν κούμπωσαν και αυτό το κομμάτι του παζλ (χάρις στους Λοτζέσκι και Μάντζαρη, τους καλύτερους δηλαδή spot-up σουτέρ που διαθέτουν), τότε όλα έγιναν εύκολα και η αντίσταση της Τσεντεβίτα μειώθηκε κατά κόρον.
Οπότε μπορούμε να εντοπίσουμε τα καλά νέα και τα κακά νέα. Τα καλά νέα είναι ότι ο Ολυμπιακός κάνει πολλά πράγματα καλά. Είναι συνεπής στην άμυνα, έχει ενέργεια, ριμπάουντ και ομαδικότητα. Τα κακά; Ότι για δεύτερο παιχνίδι έδειξε την ίδια αδυναμία και το ίδιο επιθετικό πρόσωπο. Ο Βασίλης Σπανούλης να είναι μακριά από τον καλό του εαυτό (για δεδομένα Σπανούλη) και να μένει με 5 πόντους και 1/10 σουτ και οι υπόλοιποι παίκτες να συνεχίζουν να σουτάρουν με χαμηλά ποσοστά (28% από το τρίποντο για παράδειγμα).
Επανέρχεται οπότε η ίδια συζήτηση. Είναι φανερό ότι στα συγκεκριμένα ματς ο Ολυμπιακός έδειξε μια συγκεκριμένη αδυναμία στην αποτελεσματικότητα από την περιφέρεια. Μπορεί αυτό να λυθεί; Με άλλα λόγια τα βράδια που ο Ολυμπιακός θα σουτάρει καλύτερα θα είναι περισσότερα από αυτά που θα σουτάρει χειρότερα; Δυστυχώς ή ευτυχώς το σουτ στο σύγχρονο μπάσκετ παίζει καθοριστικό λόγο. Τόσο καθοριστικό που -κατά τη γνώμη μου τουλάχιστον- η απόδοση του καλύτερου παίκτη της ομάδας (του Σπανούλη δηλαδή) κρίνεται από το πόσο καλά θα σουτάρουν οι συμπαίκτες του. Ο κοινός παρανομαστής των Πειραιωτών με άλλα λόγια στα δύο αυτά ματς που δεν "τράβηξε" στην επίθεση, δεν είναι το κολύμπι του Σπανούλη σε ρηχά νερά, όσο η αστοχία των υπολοίπων. Κοινώς; Όσο οι υπόλοιπο δεν βάζουν, δεν θα βάζει ούτε ο Σπανούλης. Τα περισσότερα βράδια τουλάχιστον.
Κατά τα άλλα ο Ολυμπιακός κατάφερε να ξεπεράσει αρκετά εμπόδια και αυτό είναι υπέρ του. Έπαιξε για παράδειγμα χωρίς δύο σέντερ (Χάντερ, Μιλουτίνοφ) και είδε τον Αγραβάνη να αντιμετωπίζει προβλήματα με φάουλ νωρίς. Όλα αυτά ήταν εμπόδια που ξεπέρασε. Μαζί με το τρακ της πρεμιέρας, την ιδιαιτερότητα της αλλαγής έδρας, αλλά και την πίεση που του έβαλε για τρία δεκάλεπτα το αουτσάιντερ.
Ο έλεγχος των καινούργιων
Από εκεί και πέρα μένει να δούμε πόσο θα διαρκέσει το διάστημα προσαρμογής των καινούργιων. Ο Στρόμπερι για παράδειγμα ήταν άστοχος για ένα ακόμη παιχνίδι και φαίνεται ότι συνεχώς θα δοκιμάζεται από τα 6.75 (όπως έγινε με άλλους ξένους, όπως για παράδειγμα ο Μάρντι Κόλινς). Ο Γιανγκ είναι μια τεράστια δύναμη μέσα στη ρακέτα. Κάθε μέρα που περνάει θα είναι κέρδος για τον ίδιο, διότι είναι ακόμη σε νεαρή ηλικία και έχει πολλά να μάθει για το παιχνίδι όπως παίζεται στην Ευρώπη. Όταν λόγου χάρη βελτιώσει το footwork και την ισορροπία του, θα είναι ένας μια ασταμάτητη δύναμη τόσο στο επιθετικό ριμπάουντ, όσο και σε καταστάσεις pick-n-roll ή υποδοχή ασίστ μετά από διείσδυση. Τέλος, ο Χάκετ εξακολουθεί να είναι διστακτικός και έξω από νερά του. Προσπαθεί, βέβαια, να βρει τον ρυθμό του από την άμυνα, ένα κομμάτι που ο Ολυμπιακός επιδεικνύει σταθερότητα και ίσως αδίκως να μην μνημονεύεται διότι έχει περάσει πλέον ως σταθερά.