Η Σιένα και οι... άλλοι
Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος γράφει κάποιες σκόρπιες σκέψεις για την Ευρωλίγκα και αναλύει το φαινόμενο "Σιένα".
Ο Ολυμπιακός λοιπόν έκανε το καλύτερο του παιχνίδι στο πιο κρίσιμο –ως τώρα- ματς της χρονιάς. Πήρε την πρωτιά, εξασφάλισε το πλεονέκτημα έδρας και τώρα περιμένει τη Σιένα, έχοντας σαφώς το ρόλο του μεγάλου φαβορί.
Αν μη τι άλλο ο δρόμος για το φάιναλ-φορ είναι ανοιχτός, καθώς το πλεονέκτημα έδρας αποτελεί μεγάλο «όπλο» για κάθε ομάδα. Άλλωστε και τα προηγούμενα χρόνια ελάχιστες ήταν οι φορές που οι ομάδες κατάφεραν να κάνουν το μεγάλο «μπαμ».
Ο Παναθηναϊκός από την άλλη έτσι όπως τα έκανε όχι μόνο έχασε την πρωτιά μέσα από τα χέρια του, αλλά πλέον θα πρέπει να παίξει στη Μάλαγα ακόμη και την πρόκριση του! Το χειρότερο, όμως, είναι ότι οι «πράσινοι» δεν πείθουν ότι και με ένα καλό πλασάρισμα θα μπορέσουν να αποκλείσουν είτε τη Μπαρτσελόνα, είτε τη Μακάμπι. Βέβαια το αν θα διαψεύσουν τους επικριτές και κυρίως την ως τώρα εικόνα τους, θα αποδειχτεί στο παρκέ.
Όσο για τους άλλους; Η Ρεάλ πέρασε πρώτη και… φοβίζει. Όχι με το μπάσκετ που παίζει, αλλά με το μπάσκετ που δεν παίζει. Τι σημαίνει αυτό; Ότι οι Μαδριλένοι είναι πολύ επικίνδυνοι γιατί έχουν καταφέρει χωρίς να εντυπωσιάζουν στο παρκέ να βρίσκονται στις πρώτες θέσεις της ACB, αλλά και να είναι η μοναδική ομάδα του Top-16 χωρίς ήττα. Με άλλα λόγια μια ομάδα που δεν παίζει καλά και κερδίζει είναι πάντα πολύ υπολογίσιμη, διότι καταλαβαίνει κανείς τι μπορεί να κάνει, όταν αρχίσει να αποδίδει καλύτερα!
Προσωπικά βάζω πάντα στο… κόλπο και την Κάχα Λαμποράλ γιατί έχει ένα περίεργο στυλ παιχνιδιού και μπορεί στην καλή της ημέρα να κερδίσει τον οποιονδήποτε. Βέβαια από την άλλη μπορεί να χάσει κι από τη Λιέτουβος Ρίτας, όπως έγινε πριν από μερικές βδομάδες. Οι «Βάσκοι», πάντως, ποντάρουν πολλά στην ταχύτητα τους (σε ανοιχτό και μισό γήπεδο), αλλά και στα μακρινά σουτ, οπότε είναι πάντα απρόβλεπτοι.
Αν μέχρι στιγμής ξεχωρίζει μια ομάδα αυτή δεν είναι άλλη από την Μπαρτσελόνα, που αποτελεί μια ομάδα που βρίσκεται στην… ακμή της! Έχει κορμό, παίκτες σε κατάλληλη μπασκετική ηλικία, δίψα και καλό προπονητή. Οι «μπλαουγράνα» είναι ένα σκαλί (τουλάχιστον) πάνω από τους άλλους αντιπάλους, διότι παίζουν ομαδικά, προσπαθούν πολύ στην άμυνα και διαθέτουν 3-4 παίκτες που μπορούν να κάνουν με ευκολία τη διαφορά στα κρίσιμα σημεία. Πρώτος και καλύτερος είναι ο Χουάν Κάρλος Ναβάρο, αν και πολλές φορές το φίδι από την τρύπα έχει βγάλει ο Άλαν Άντερσον ή ο Έραζεμ Λόρμπεκ.
Τι γίνεται, όμως, με τη Σιένα; Η αντίπαλος του Ολυμπιακού στα προημιτελικά είναι μια ξεχωριστή περίπτωση. Είναι από τις λίγες (στην ίδια κατηγορία ανήκει ο Παναθηναϊκός ,η ΤΣΣΚΑ του Μεσίνα κτλ) που έχει τη δική της ταυτότητα. Τα τελευταία χρόνια έχει κρατήσει τον κορμό της, κάνει λίγες και καλές κινήσεις και φέρει διαχρονικά τη «σφραγίδα» του Σιμόνε Πιανιτζάνι.
Το δίδυμο Πιανιτζάνι-Μπάνκι
Ο Ιταλός (τελευταία και ομοσπονδιακός) τεχνικός αποτελεί έναν εκ των κορυφαίων στην Ευρώπη, έχοντας επιδείξει συνέπεια, αποτελέσματα και μια ομάδα που παίζει σύγχρονο μπάσκετ. Εξίσου σημαντικό ρόλο στην επιτυχία έχει και το… δεξί του χέρι, ο Λούκα Μπάνκι. Ο τελευταίος αποτελεί τον άμεσο συνεργάτη του από την πρώτη ημέρα που ανέλαβε, έχοντας το φόρτο της αμυντικής λειτουργίας.
Και δεν πρόκειται για κανέναν τυχαίο προπονητή, αλλά για έναν με μεγάλη εμπειρία ως head-coach (έκανε καλές χρονιές στην Τεργέστη), που κάθισε στην… σκιά, έχοντας το ρόλο να βοηθήσει με την εμπειρία του τον ανερχόμενο (πλην άπειρο τότε) Πιανιτζάνι.
Η "ταυτότητα" της Σιένα
Οι Ιταλοί όλα αυτά τα χρόνια φημίζονται για το δικό τους στυλ μπάσκετ. Οι παίκτες δείχνουν να απολαμβάνουν να παίζουν πιεστική άμυνα, να ψάχνουν τον αμαρκάριστο συμπαίκτη και να μην τα… παρατούν ποτέ! Αυτό τόνισε κι ο Βαγγέλης Αγγέλου κάνοντας μια πρώτη ανάλυση του αγωνιστικού στυλ της Μοντεπάσκι, λέγοντας ότι «παίζει σκληρά για 40 λεπτά».
Μπορεί το ρόστερ να μην έχει την ποιότητα του παρελθόντος (μεγάλη απώλεια ο Τερέλ ΜακΙντάιρ, αλλά κι ο Σάτο), δεδομένης της μείωσης στο μπάτζετ, αλλά από την άλλη παρατηρώντας το παιχνίδι της Σιένα, τίποτα δεν έχει αλλάξει.
Στους αγώνες οι Ιταλοί προσπαθούν να επιβάλλουν το δικό τους στυλ. Στην άμυνα τους είναι αρκετά επιθετικοί, τους αρέσει να «χαλούν» τις συνεργασίες των αντιπάλων και γενικά αρέσκονται στις επαφές και στις μάχες σώμα με σώμα. Για παράδειγμα όλοι οι παίκτες από τους κοντούς, ως τον πιο ψηλό προσπαθεί να πιέσει μακριά από τη ρακέτα κι όλοι κάνουν μεγάλη προσπάθεια σε ατομικό επίπεδο.
Ο δημιουργός κι ο... άνθρωπος για όλες τις δουλειές
Στην επίθεση ο Σιμόνε Πιανιτζάνι ψάχνει αρκετά τη δημιουργία με τον Καουκένας, είτε από καταστάσεις πικ-εν-ρολ (βασικός άξονας στο παιχνίδι της Σιένα), είτε από σκριν μακριά από τη μπάλα.
Σημαντικό ρόλο παίζει στο low-post ο Ράκοβιτς που παίρνει φάσεις με πλάτη στο καλάθι, αλλά κι ο Σον Στόουνρουκ, η «ραχοκοκαλιά» της Σιένα. Ο Αμερικανός, που κατά τον Πιανιτζάνι θα γίνει προπονητής στην ιταλική ομάδα, μπορεί να μην είναι εντυπωσιακός, αλλά είναι ίσως ο καλύτερος «παίκτης ομάδας» στην Ευρώπη. Η πάσα του είναι για σεμινάριο και είναι ο πρώτος που θα βάλει το σώμα του για να κλείσει τους διαδρόμους των αντιπάλων.
Η αλήθεια είναι ότι η Σιένα έχει αποδυναμωθεί αρκετά με τον τραυματισμό του ΜακΚάλεμπ, που ήταν ο κατ’ εξοχήν δημιουργός της χάρις στην έκρηξη και τα καλά του τελειώματα μες στη ρακέτα. Ήταν με άλλα λόγια ο αντι-ΜακΙντάιρ. Και το πρόβλημα του δεν τον κράτησε απλά εκτός γηπέδου, αλλά τον φέρνει και αρκετά πίσω σε ότι αφορά την ετοιμότητα του. Η επιστροφή του θα γίνει λίγο πριν τα ματς με τον Ολυμπιακό, αν και το ζητούμενο είναι το αν θα προλάβει να βρει ρυθμό και να βοηθήσει την ομάδα του ή αν τελικά θα τη ζημιώσει στην προσπάθεια επανένταξης του.
Κατά τα άλλα οι Χέρστον και Μος είναι δύο Αμερικανοί που χρησιμοποιούν τη δύναμη τους, παίζουν πολύ με τις επαφές και αποτελούν λύσεις τόσο στην άμυνα, όσο και στην επίθεση, ενώ ένας ακόμη παίκτης σημείο-αναφοράς είναι ο Λαβρίνοβιτς, που διαθέτει ποιότητα, πάσα και σκορ τόσο μέσα, όσο έξω από το καλάθι.
Όσο για τους υπόλοιπους; Οι Καραρέτο-Αραντόρι ρίχνουν… άγκυρα στο τρίποντο για να εκτελέσουν, ο Ρες (κυρίως) κι ο Μικελόρι δίνουν ανάσες στους ψηλούς, ενώ ο Ακιντέλε προστέθηκε στο ρόστερ για να αποτελέσει ένα σημείο αναφοράς σε ότι αφορά τα τελειώματα μες στο καλάθι.
Να τους... Ζήση
Κι υπάρχει κι ο… Ζήσης! Ο πρώτος παίκτης σε χρόνο συμμετοχής για την ιταλική ομάδα στο Top-16, με περισσότερα από 31 λεπτά συμμετοχής στο παρκέ. Ο διεθνής γκαρντ αποτελεί –τώρα που λείπει ο ΜακΚάλεμπ- τον βασικό κουμανταδόρο της Σιένα, έχοντας 10.5 πόντους (2 σκόρερ πίσω απόι τον Καουκένας), 3.1 ασίστ (1) και μόλις 1.2 λάθη!
Μπορεί να μην περνούν όλες οι φάσεις δημιουργίας από τα χέρια του, αλλά παρόλα αυτά έχει αναλάβει το κομμάτι του ρυθμού, προσπαθώντας παράλληλα στην άμυνα να πιέσει τον αντίπαλο πλέι-μέικερ. Γενικότερα έχει ανταπεξέλθει πλήρως στα καθήκοντα του κι η επιτυχία της πρόκρισης οφείλεται σε ένα μεγάλο ποσοστό σε αυτόν!
Μια ομάδα, όμως, δεν φτιάχνεται μόνο στο παρκέ. Η Σιένα είχε όλες τις προϋποθέσεις να πρωταγωνιστήσει. Το γήπεδο της είναι συνεχώς γεμάτο, παρά το γεγονός ότι η πόλη της Σιένα δεν ξεπερνά τους 50.000 κατοίκους. Παρόλα αυτά έχει ιδιαίτερα εκδηλωτικό και φανατικό κοινό.
Ο άνθρωπος πίσω από όλα αυτά
Διαθέτει πίσω της μια ισχυρή τραπεζική δύναμη (Μοντεπάσκι) κι έναν εξαιρετικό παράγοντα, τον Φερντινάντο Μινούτσι. Ο τελευταίος ίσως είναι ο «πρωταγωνιστής» της ομάδας, με την έννοια ότι έχει οργανώσει εξαιρετικά την ομάδα, σε ότι αφορά το οικονομικό πλάνο, τη στρατηγική, αλλά και τις ακαδημίες που δαπανούν κάθε χρόνο κοντά στο 1 εκατομμύριο ευρώ για να αναδείξουν παίκτες για την πρώτη ομάδα.
Η τακτική της Σιένα διαφέρει πολύ από αυτή άλλων ομάδων της Ευρώπης, ίσως ακριβώς επειδή δεν μπορούν να τις συναγωνιστούν οικονομικά. Συνήθως «δένουν» τους παίκτες με συμβόλαια αρκετών ετών, όπως έγινε με τον ΜακΙντάιρ, αλλά κι άλλους ξένους. Για παράδειγμα όταν απέκτησε τον Μος, η ομάδα προτίμησε να τον δώσει δανεικό και μετά να τον πάρει πίσω. Κάτι αντίστοιχο είχε γίνει με τον Φίνλεϊ, ή παλαιότερα τον Σάτο.
Το μεγάλο «συν» της Σιένα σε ότι αφορά το ρόστερ, είναι ότι ελέγχει πλήρως την ιταλική αγορά. Είναι με διαφορά η καλύτερη ομάδα στη γειτονική χώρα και μπορεί έτσι να «τσεκάρει» παίκτες και να χτυπάει ουσιαστικά χωρίς ανταγωνισμό αυτούς που θα κάνουν τη διαφορά. Έτσι βρήκε τον ΜακΙντάιρ, έτσι πράττει και με άλλους παίκτες. Άλλωστε οι επιλογές δεν είχαν να κάνουν ποτέ με «ονόματα» ή συμβόλαια, αντίθετα πάντα ο γνώμονας για το αν θα αποκτηθεί ένας αθλητής, είτε το αν ταιριάζει στη χημεία της ομάδας.
Έτσι παίκτες με «φτωχά» νούμερα, λιγοστές περγαμηνές ή κακή… φόρμα αναγεννήθηκαν στα περίχωρα της Φλωρεντίας. Για παράδειγμα ο Λαβρίνοβιτς ήταν στα αζήτητα, ο Ντόμερκαντ έμοιαζε «τελειωμένος» κι ο Εζέ πριν κάνει τα μεγάλα συμβόλαια στη Ρωσία έπαιζε σε μικρές ομάδες της Ιταλίας.
Αυτή είναι λοιπόν η Σιένα. Με την καλή άμυνα (1 στην κανονική διάρκεια), το πνεύμα του μαχητή, το εξαιρετικό τιμ προπονητών-τζένεραλ μάνατζερ και τον…. Ολυμπιακό απέναντι της.