Ο κακός Ολυμπιακός κερδίζει, ο καλός Παναθηναϊκός χάνει
Ο Ολυμπιακός έγινε ξανά... κακός για αυτό και κέρδισε. Ο Παναθηναϊκός έκανε το χατίρι του Γιουλ και έχασε μια ακόμη ευκαιρία, αλλά και τον Γκιστ. Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος αναλύει τα τελευταία παιχνίδια των "αιώνιων" και τα δεδομένα πριν το μεταξύ τους ντέρμπι.
Ο κακός Ολυμπιακός είναι πολύ καλός. Και όταν καταφέρει να κάνει τη ζωή του αντιπάλου δύσκολη στο γήπεδο του, τότε θα έχει πάντα το πάνω χέρι. Μέσα σε μια βδομάδα από την απόλυτη ελευθερία που έδωσε στη Γαλατά, απαγόρευσε στην Μπαρτσελόνα να εφαρμόσει τις συνήθειες της. Πήρε τα "θέλω" της και τα έκλεισε στα αποδυτήρια.
Από την άλλη ο φορμαρισμένος Παναθηναϊκός από την άλλη ξέρει να μένει στα ματς, αλλά αναζητά ακόμη τον τρόπο για να τα κερδίσει. Το "close" αρχίζει να μην του αρκεί. Αυτό που ψάχνει είναι ένας "closer". Θα μπορούσε, όμως, να ελπίζει σε νίκη στη Μαδρίτη απέναντι στη Ρεάλ ενός τ έ τ ο ι ο υ Σέρχιο Γιουλ; Δεν νομίζω.
Ο γνωστός... κακός Ολυμπιακός
Από τον Δρ. Τζέκιλ της Κωνσταντινούπολης στον Μίστερ Χάιντ του ΣΕΦ. Μέσα σε λίγες ημέρες ο Ολυμπιακός παρουσιάστηκε αγνώριστος. Ή μάλλον πιο... γνώριμος από ποτέ. Κόντρα στη Μπαρτσελόνα εμφάνισε το καλό του αμυντικό πρόσωπο και έγινε ξανά ο "κακός" της υπόθεσης. Την περασμένη βδομάδα είχε αναφερθεί αυτό ακριβώς, στο κείμενο με τίτλο "Give me some nasty" . Τα τελευταία χρόνια ο Ολυμπιακός - ειδικά στο γήπεδο του - φρόντιζε να κάνει με το παιχνίδι του bullying στους αντιπάλους. Έπαιζε δυνατά, πήγαινε το παιχνίδι στις επαφές, πίεζε τη μπάλα, υποχρέωνε τους αντιπάλους να φτάσουν στο κέντρο του γηπέδου για να ξεμαρκαριστούν, ξόδευε τα φάουλ του χωρίς δεύτερη σκέψη. Με αυτόν τον τρόπο κατάφερνε να "χαλάσει" το παιχνίδι της άλλης ομάδας, την έβγαζε από τη νόρμα της και από τη βολή της.
Κόντρα στη Γαλατά, αλλά και στο μεγαλύτερο μέρος της φετινής χρονιάς, δεν είδαμε αυτόν τον Ολυμπιακό. Για παράδειγμα οι Τούρκοι πήγαν στα δυνατά τους σημεία χωρίς κόπο ή φθορά. Ο Γκιοιυλέρ έκανε αυτό που ξέρει καλά, να περνάει αριστερά και να βρίσκει τον αμαρκάριστο συμπαίκτη του. Δίχως πίεση. Ο Ντίμπλερ έκανε το μοναδικό πράγμα που ξέρει και αυτό για το οποίο πληρώνεται: να σουτάρει. Το ίδιο και ο Ντέτμοντ που αντί να βλέπει σώματα στη ρακέτα, έβλεπε καθαρά και ξάστερα το καλάθι από τη γραμμή των τριών πόντων. Ακόμη και ο Τάιους σκόραρε 5 φορές στη ρακέτα, εκτελώντας μόνο μια φορά βολές που είναι η αχίλλειος πτέρνα του.
Ο Ολυμπιακός στην Τουρκία δεν ήταν "nasty". Την Τετάρτη κόντρα στην Μπαρτσελόνα ήταν και παραήταν. Κυρίως γιατί κατάφερε να βγάλει την Μπαρτσελόνα από την άνεση της. Τι κάνει καλά η ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα; Κυκλοφορεί τη μπάλα, εκμεταλλεύεται το πλάτος του γηπέδου και αξιοποιεί τους καλούς σουτέρ που έχει, αλλά και την ικανότητα του Ταϊρίς Ράις να τρυπήσει την αντίπαλη άμυνα. Τι από αυτά κατάφερε να κάνει αποτελεσματικά η Μπαρτσελόνα; Τίποτα.
Η άμυνα με αλλαγές ήταν και πάλι το κλειδί, καθώς υποχρέωσε τους Καταλανούς να ντριμπλάρουν και όχι να πασάρουν. Έκαναν δηλαδή αυτό που δεν ήθελαν και όχι αυτό που ήθελαν. Παίκτης-κλειδί ο Κεμ Μπιρτς, που ήταν και πάλι απροσπέλαστος στο ένας-εναντίον-ενός. Να μιλήσουμε με στοιχεία; Ο Ταϊρίς Ράις είχε 11 πόντους (όλους στο 2ο ημίχρονο), αλλά με 4/17 σουτ και εντέλει μοίρασε 2 ασίστ για τα 3 λάθη που έκανε. Ήταν το χειρότερο φετινό του παιχνίδι. Παράλληλα όλη η Μπαρτσελόνα είχε10 τελικές πάσες (και 18 λάθη - τα 11 στο πρώτο μέρος) και κατάφερε να σουτάρει 15 τρίποντα, σουτάροντας επίσης 35% στο δίποντο.
Που καταλήγουμε; Ότι ο Ολυμπιακός κυριάρχησε στον τομέα της ενέργειας και κατάφερε να "στραγγίξει" την αποδεκατισμένη Μπαρτσελόνα. Το έργο της οποίας μάλιστα έγινε ακόμη δυσκολότερο όταν χρεώθηκε με φάουλ ο Άντε Τόμιτς. Ο Ολυμπιακός επέμεινε πολύ στην άμυνα του. Έπαιξε overplay, αρνήθηκε screen μακριά από τη μπάλα, έβαλε χέρια στη μπάλα και σώματα στους διαδρόμους προς το καλάθι. Ακόμη και η πιο απλή εισαγωγική πάσα γινόταν επικίνδυνη αποστολή για τους "μπλαουγράνα", που δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν σ' ένα τόσο physical παιχνίδι. Κάπως έτσι κατάφερε ο Ολυμπιακός να μακιγιάρει την κακή του φόρμα στην επίθεση. Οι Πειραιώτες σ' ένα ματς που κέρδισαν με σχετική άνεση είχαν μικρότερο ranking (53) από τον αντίπαλο (54). Είχαν μόνο έναν παίκτη με διψήφιο αριθμό πόντων (τον Σπανούλη με 15 - οι περισσότεροι εκ των οποίων σημειώθηκαν στο πρώτο μέρος) και μέτρια ποσοστά.
Αυτό όμως που μετράει στην Euroleague είναι το αποτέλεσμα και όχι η εμφάνιση. Όσο κυλούν οι βδομάδες δεν θα παίζει ρόλο η φόρμα, αλλά το ρεκόρ. Μέχρι να φτάσουμε στα προημιτελικά. Οπότε ο Ολυμπιακός κατάφερε να επιστρέψει στις νίκες (μετά από δύο ήττες) και να μπει στην προετοιμασία για το ματς με τον Παναθηναϊκό με το κατάλληλο αποτέλεσμα. Παρουσιάζοντας παράλληλα ένα διαφορετικό πρόσωπο. Για παράδειγμα ο Παπαπέτρου πήρε χρόνο (17 λεπτά) και ήταν πολύ θετικός, τη στιγμή που στην Πόλη έπαιξε κάτι περισσοτερο από ένα λεπτό. Ο Χάκετ επέστρεψε στην κατηγορία "πρωταγωνιστές" έστω κι αν μέτρησε περισσότερο η προσωπική του άμυνα και περισσότερο οι 5 πόντοι, τα 2 ριμπάουντ και μια ασίστ που είχε. Οι Μπιρτς-Μάντζαρης παρέμειναν πυλώνες στο αμυντικό κομμάτι και επί της ουσίας το μόνο που δεν άλλαξε ήταν το ερωτηματικό δίπλα από το status του Πάτρικ Γιανγκ.
Αυτό όμως είναι ένα ζήτημα που θα απασχολήσει τους "ερυθρολεύκους" μετά το παιχνίδι της Παρασκευής.
Close αλλά όχι closer
Συνεχίζοντας από τα προηγούμενα η φετινή Euroleague θα ευνοήσει τις ομάδες που κερδίζουν όταν δεν παίζουν καλά (βλέπε Ολυμπιακό), παρά αυτές που παίζουν καλά, αλλά χάνουν. Ο Παναθηναϊκός όπως και στη Μόσχα στάθηκε εξαιρετικά. Θα μπορούσε να είχε πάρει τη νίκη, αν ορισμένες λεπτομέρειες ήταν διαφορετικές. Αν για παράδειγμα δεν είχε κάνει δύο λάθη ο καλύτερος παίκτης της ομάδας ως τότε ο Φελντέιν. Αν ο Σέρχιο Γιουλ δεν ήταν σε τέτοια ημέρα. Αν, αν, αν...
Αυτό που μένει, ωστόσο, είναι α) ότι ο Παναθηναϊκός έχασε μια ευκαιρία Β) ότι πληγώθηκε πολύ με τον τραυματισμό του Τζέιμς Γκιστ.
Ένα-ένα όμως. Στη Μαδρίτη οι "πράσινοι" έδειξαν ότι είναι σε καλή αγωνιστική κατάσταση. Ο Καλάθης για παράδειγμα (15 πόντοι και 9 ασίστ) είναι σε εξαιρετική κατάσταση. Κατάφερε να τιμωρήσει την χωρίς βάθος άμυνα των Ισπανών. Ο Φελντέιν έκανε ρεκόρ καριέρας. Το σφιχτό rotation του Τσάβι Πασκουάλ έχει επιτρέψει στους πρωταγωνιστές να βρουν ρυθμό. Έστω κι αν ο ίδιος ακόμη ψάχνεται και ψάχνει να βρει τα σχήματα που μπορεί να εμπιστευτεί. Για παράδειγμα είδαμε τον Μπουρούση και τον Παππά, που έπαιζαν λιγότερο στα προηγούμενα ματς, να αγωνίζονται για 24 και 22 λεπτά αντίστοιχα. Είδαμε τον Μπουρούση να τελειώνει το ματς μαζί με τον Σίνγκλετον. Είδαμε τον Παππά να δείχνει ότι διαθέτει και αμυντικές αρετές, σταματώντας επί της ουσίας τον Τζέισι Κάρολ.
Ας είμαστε ρεαλιστές, όμως. Ο Παναθηναϊκός επέτρεψε/ατύχησε/γράψτε όποιο ρήμα θέλετε τον Σέρχιο Γιουλ να βρει ρυθμό. Έδωσε τη δυνατότητα στον πιο streaky παίκτη της διοργάνωσης να κάνει τα δικά του. Το αποτέλεσμα; Στο τέλος να βάζει αυτά που δεν μπαίνουν και να σημειώνει ρεκόρ καριέρας με 30 πόντους. Συγγνώμη, αλλά είναι πολύ δύσκολο για οποιαδήποτε ομάδα να κερδίσει την Ρεάλ με τον τέτοιο Γιουλ. Ή την ΤΣΣΚΑ αν ο Ντε Κολό είναι αντίστοιχα σε τέτοια κατάσταση. Ή τον Ολυμπιακό με τον Σπανούλη να κάνει το παιχνίδι της ζώης του. Ή την Μπαρτσελόνα με τον Ράις από άλλον πλανήτη. Έτσι είναι.
Θα επιμείνω σε κάτι που αναφέρθηκε και την προηγούμενη βδομάδα . Αυτό που προβληματίζει το τεχνικό τιμ είναι ο τρόπος με τον οποίο η ομάδα κλείνει τα παιχνίδια. Ένα ακόμη κλειστό παιχνίδι που χάθηκε. Οι "πράσινοι" δείχνουν αδυναμία στο τέλος. Οι "ένας-ένας" παίκτες τους είναι είτε στα πιτς (Τζέιμς), είτε χωρίς τη μπάλα στα χέρια (Παππάς). Άλλοι δεν υπάρχουν, καθώς και ο Καλάθης επειδή ακριβώς δεν απειλεί με σουτ μετά από ντρίμπλα, γίνεται προβλέψιμος σε τέτοιες καταστάσεις. Είναι ένα στοιχείο που λείπει από τον Παναθηναϊκό. Το "αυτός που θα πάρει το τελευταίο σουτ" είναι λάθος. Τέτοιοι υπάρχουν. Το ζητούμενο είναι το "ποιος θα δημιουργήσει το ρήγμα στο τέλος". Ένας closer όπως τους αποκαλούν στο ΝΒΑ. Αυτό είναι το ερωτηματικό, που μεγεθύνεται αν σκεφτούμε ότι ακόμη και τα επιτυχημένα φινάλε με Μπάμπεργκ αι Μακάμπι ήρθαν με επιθετικό ριμπάουντ, μετά από άστοχη προσπάθεια.
Το ντέρμπι ενόψει και η απουσία του Γκιστ
Οι δύο ομάδες μπαίνουν στο πρώτο ευρωπαϊκό τους ραντεβού από διαφορετικές θέσεις. Ο Ολυμπιακός έχει δείξει ότι βρίσκεται σε χειρότερη αγωνιστική κατάσταση, αλλά προέρχεται από μια καλή νίκη, ενώ ο Παναθηναϊκός δείχνει να παίζει καλύτερα, αλλά θα υποδεχτεί τον αιώνιο αντίπαλο μετά από ήττα. Και ταξίδι. Χωρίς μάλιστα τον Τζέιμς Γκιστ. Σίγουρα ο Αμερικανός φόργουορντ είναι πολύ σημαντικός παίκτης για το "τριφύλλι", αλλά υπάρχει και η θεωρία που λέει ότι όταν μια ομάδα καλείται να παίξει 1-2 ματς με μια σημαντική απουσία συσπειρώνεται και βλέπει τους υπόλοιπους παίκτες να υπερβάλλουν, παίζοντας παράλληλα χωρίς άγχος. Σ' αυτές τις περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι θετικό, αν και σε βάθος χρόνου ένα τόσο καθοριστικό πρόβλημα θα προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις.
Ποιοι από τα δύο θα ισχύσει θα το μάθουμε την Παρασκευή. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι ο Παναθηναϊκός θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί την ενέργεια του Γκιστ, αλλά και την ικανότητα του να μαρκάρει τον Σπανούλη μετά από αλλαγή. Τώρα οι λύσεις στους ψηλούς λιγοστεύουν και θεωρείται σίγουρο ότι θα δούμε τον Φώτση να ενεργοποιείται και τον Νίκολς να μετακομίζει στο "4".
Το παιχνίδι πέρα από τη βαθμολογική του σημασία (ποιος μας λέει ότι οι δύο ομάδες θα είναι τόσο μακριά η μια από την άλλη στο τέλος του μαραθωνίου), έχει και ψυχολογική, αφού υπάρχει στο βάθος του μυαλού των περισσοτέρων το παιχνίδι του πρωταθλήματος και η ευρεία νίκη του Ολυμπιακού. Το 2-0 θα γεμίσει αυτοπεποίθηση τους "κόκκινους" και το 1-1 θα σημαίνει γλυκιά ρεβάνς για τους "πράσινους".
Για να δούμε τι θα δούμε.