Οι έξι ξένοι, το παγόβουνο και ο αμείλικτος νόμος της αγοράς
Διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Οι έξι ξένοι "πληγώνουν" τους παίκτες και ευνοούν τις ομάδες. Το δέντρο σε ένα δάσος κακώς κειμένων. Τι γίνεται όμως με τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς; Τι συμβαίνει τριγύρω μας; Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος εξετάζει όλο το "παγόβουνο" συνολικά και καταλήγει ότι "αυτό είναι το μικρότερο από τα προβλήματα μας".
Μετά τη γενική συνέλευση του ΕΣΑΚΕ αποφασίστηκε από τον δεύτερο γύρο του πρωταθλήματος ότι οι ομάδες θα μπορούν να χρησιμοποιούν έξι ξένους στη 12άδα τους ανεξαρτήτου εθνικότητας. Θα μπορούν δηλαδή να έχουν έξι Αμερικάνους, ή έξι μη Ευρωπαίους για να το θέτουμε πιο σωστά, εν αντιθέσει με το 4+2 που ίσχυε μέχρι τώρα. Ήταν μια πρόταση του Παναθηναϊκού που δυσκολευόταν λόγω της παρουσίας των Τζέιμς, Γκιστ, Φελντέιν και Σίνγκλετον να βρει κοινοτικούς του υψηλότερου επιπέδου. Οι παραπάνω προτάσεις σηκώνουν πολύ κουβέντα. Είτε μιλήσουμε για το μέτρο που θα ισχύσει από τον 2ο γύρο, είτε για το σκεπτικό πίσω από την πρόταση, είτε για το ίδιο το μέτρο.
Έχει μεγαλύτερη αξία, όμως, να μιλήσουμε για το μέτρο αυτό καθαυτό: Έξι ξένοι ανεξαρτήτου εθνικότητας. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να δει κάποιος το ίδιο νόμισμα. Η μια σωστή σκέψη αναφέρει ότι διευκολύνονται οι ομάδες, διότι έχουν πλέον μια μεγαλύτερη δεξαμενή για να βρουν ξένους. Η άλλη - επίσης - σωστή σκέψη είναι ότι δυσχεραίνεται η θέση των γηγενών παικτών. Η τρίτη εμπλέκει τους νόμους της ελεύθερης αγοράς, που καταρρίπτει κάθε περιορισμό. Όλα σωστά. Όπως το βλέπει κανείς.
Να μιλήσουμε, όμως, στην ουσία του πράγματος κοιτώντας λίγο αριστερά και δεξιά, συμφωνώντας αρχικά με δύο συμπεράσματα: α) η προβληματική ελληνική παραγωγική διαδικασία δεν έχει να κάνει με τον αριθμό των ξένων β) αν οι συνθήκες ήταν ιδανικές θα έπρεπε να εφαρμόζονται στο 100% οι κανόνες της ελεύθερης αγοράς. Όπως ισχύει για παράδειγμα στο ΝΒΑ ή στην Euroleague, τις δύο κορυφαίες μπασκετικές λίγκες του κόσμου. Κατάφεραν να φτάσουν εκεί πατώντας σε απλούς κανόνες, όπως "το να παίζει ο καλύτερος", κάτι το οποίο είχε τονίσει και ο Τζόρντι Μπερτομέου σε ένα πρωινό με δημοσιογράφους στο Βερολίνο. "Ζούμε στην εποχή που έχουν καταργηθεί τα σύνορα".
Να δούμε την ακριβώς αντίθετη πλευρά του νομίσματος; Αυτή τη στιγμή οι δύο χώρες που αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα σε ότι αφορά το επίπεδο των γηγενών τους παικτών είναι η Τουρκία και η Ρωσία. Σ' αυτές τις χώρες είχαν επιβληθεί τα προηγούμενα χρόνια οι περιορισμοί με την υποχρεωτική χρησιμοποίηση γηγενούς παίκτη στην 5άδα. Μηδέν αποτέλεσμα. Και αυτά μετά τις αντίστοιχες επιτυχίες των εθνικών ομάδων, που συνήθως δεν έχουν σχέση. Για παράδειγμα οι Τούρκοι βασίστηκαν σε έναν κορμό παικτών που αγωνίστηκε στο ΝΒΑ (Τούρκογλου, Οκούρ, Ασίκ, Ερντέν, Ιλιασόβα, Κουτλουάι), ενώ οι Ρώσοι στον νατουραλιζέ Χόλντεν και σε NBAer όπως οι Κιριλένκο, Μοζγκόφ, Κριάπα. Η κατάντια της Ρωσίας, δε, είχε ως αποκορύφωμα την πολύ κακή ομάδα που παρουσιάστηκε στο πρωτάθλημα U20 Β' Κατηγορίας στην Χαλκίδα.
Να πάρουμε για παράδειγμα την επίσης "σφιχτή" σε ότι αφορά τους περιορισμούς Ισπανία, όπου επιτρέπονται μόνο δύο ξένοι; Κι εκεί παρουσιάζονται μεγάλο πρόβλημα σε ότι αφορά τους γηγενείς παίκτες. Και μιλάμε για μια χώρα που έχει πολύ υψηλό επίπεδο σε ότι αφορά τις μικρές Εθνικές ομάδες. Παρόλα αυτά οι πρωτοκλασσάτοι Ισπανοί είναι τα γεροντοπαλίκαρα. Ας μείνουμε, όμως, στο παράδειγμα της Ισπανίας. Παρότι υπάρχει ο περιορισμός των δύο ξένων, οι κορυφαίες ομάδες έχουν γεμίσει παίκτες εκτός Ισπανίας. Από τη μια ο κανονισμός με τους "μικρούς" (αν ένας παίκτης αγωνιστεί σε παιδική ή εφηβική ομάδα πριν τα 18 λογίζεται ως "γηγενής" όπως για παράδειγμα ο Ντόνσιτς ή ο Σενγκέιλα) και από την άλλη οι κοινοτικοί Κοτονού (με προέλευση από αφρικανικές χώρες ή από χώρες της κεντρικης Αμερικής για παράδειγμα), έχουν ανοίξει διάπλατα παράθυρα για τις ομάδες.
Έτσι οι ισπανικές ομάδες χρυσοπληρώνουν παίκτες όπως ο Οθέλο Χάντερ (εκ Λιβερίας) ή ο Ντρέιπερ που έχει κοινοτικό διαβατήριο. Για αυτό και άλλοι Αμερικάνοι γίνονται μισθοφόροι παίρνοντας διαβατήριο άλλης χώρας. Το είχε πει δημόσια ο Τζέικομπ Πούλεν, λέγοντας ότι είναι ανοίγει τις πόρτες για τις ισπανικές ομάδες. Που αποτελούν το τελευταίο κάστρο του διαχωρισμού των διαβατηρίων. Στη Ρωσία και στην Τουρκία παράδειγμα δεν γίνεται διαχωρισμός. Όπως πλέον δεν γίνεται και στην Ελλάδα. Όπως δεν υπάρχει και στην Γερμανία.
Οι περιορισμοί ποτέ δεν έκαναν καλό
Πότε οι περιορισμοί έκαναν καλό; Μήπως βοήθησαν την ανάδειξη νέων παικτών οι περιορισμοί στα εθνικά πρωταθλήματα; Ο όρος για δύο U20 στην 12άδα; Τελικά κατέληξαν δύο παιδιά να μπαίνουν λίγα δευτερόλεπτα και να επιστρέφουν ντροπιασμένα στον πάγκο. Τίποτα περισσότερο. Για να φτάσουμε στη φετινή Α2 όπου οι μόνοι παίκτες κάτω των 20 ετών που είχαν χρόνο συμμετοχής να είναι οι Σκουλίδας και Μιλιντίγεβιτς, δύο πρωταθλητές Ευρώπης.
Επιλογές. Από αυτές κρίνονται άπαντες. Για παράδειγμα στην Ιταλία χρεώνουν στην "απελευθέρωση" των ξένων την κατακόρυφη πτώση του πρωταθλήματος. Για τη Γερμανία, όμως, από την άλλη αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να διαφημιστεί το άθλημα, καθώς το πρότυπο εκεί ήταν το ΝΒΑ, με απόλυτο πρεσβευτή τον Ντιρκ Νοβίτσκι. Οι Ιταλοί το πλήρωσαν, όμως. Οι μεθοδικοί Γερμανοί βλέπουν το άθλημα να ανθίζει χρόνο με το χρόνο.
Οι ομάδες που θα επιλέξουν την "αμερικανοποίηση" κινδυνεύουν αφενός να χάσουν το δέσιμο με τον κόσμο και αφετέρου να στερηθούν πόντους σε ότι αφορά το δέσιμο και τη χημεία. Δεν είναι τυχαίο ότι αν εξαιρέσουμε την Μακάμπι οι ομάδες που κατέκτησαν τα τελευταία χρόνια την Euroleague είχαν έντονο εθνικό στοιχείο. Ο Ολυμπιακός (Σπανούλης, Πρίντεζης, Μάντζαρης, Σλούκας, Παπανικολάου), η Ρεάλ (Γιουλ, Ρέγες, Φερνάντεθ, Ροντρίγκεθ) και προσφάτως η ΤΣΣΚΑ (Βοροντσέβιτς, Κριάπα, Φριτζόν). Μπορεί η τριάδα της ΤΣΣΚΑ να μην γεμίζει το μάτι, ωστόσο, δίνει ένα τεράστιο αβαντάζ στην ομάδα του Δημήτρη Ιτούδη που είχε στις τάξεις της τους καλύτερους Ρώσους παίκτες (με εξαίρεση ίσως την Χίμκι). Και θα γίνει πλήρως κατανοητό αν το συνδέσουμε με το εθνικό στοιχείο των αντιπάλων της στο φάιναλ-φορ. Στους ημιτελικούς η Λαμποράλ δεν χρησιμοποίησε ούτε έναν Ισπανό. Η Λοκομοτίβ δεν πήρε ούτε ένα πόντο από τους Ρώσους. Και η Φενέρ είχε μόνο τον Χερσέκ, που επί της ουσίας έμεινε στο παρκέ για μια άμυνα.
Τα πραγματικά προβλήματα
Να επιστρέψουμε, όμως, στην Ελλάδα. Το μέτρο δεν πρόκειται να αλλάξει την εικόνα. Ούτε για τις ελληνικές ομάδες οι μισές εκ των οποίων παίζουν κάθε καλοκαίρι κορώνα-γράμματα την ύπαρξη τους. Φέτος για παράδειγμα σ' αυτή την κατηγορία ανήκουν ο Κόροιβος, τα Τρίκαλα και η Κηφισιά. Παρά το γεγονός μάλιστα ότι υπάρχει στην Α1 το μαξιλαράκι των εγγυημένων εσόδων. Που να μην υπήρχε κιόλας. Η μοίρα του ελληνικού πρωταθλήματος, επομένως, δεν θα επηρεαστεί από τους δύο έξτρα μη Ευρωπαίους. Ούτως ή άλλως με τον κακό χαμό που γίνεται με τα διαβατήρια, η ομάδα που ήθελε να βρει φθηνούς ξένους, θα το έκανε και τώρα. Όπως τα Τρίκαλα για παράδειγμα, που έπαιζαν με έξι ξένους, έναν πρωταγωνιστή Έλληνα παίκτη (Τσιάρα) και φθηνούς Έλληνες με ελάχιστη συμμετοχή.
Η "μοίρα" των Τρικάλων και επομένως του ίδιου του ελληνικού πρωταθλήματος δεν θα αλλάξει από το ότι το 4+2 έγινε 6-0. Ούτε το μέλλον των νέων Ελλήνων παικτών θα περιοριστεί. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι η Ελλάδα πάει από το κακό στο χειρότερο. Αυτό είναι το Νο1 πρόβλημα, που έχει ως συνέπεια να έχει εξευτελισθεί ο αθλητισμός. Θα επαναλάβω, όμως, ότι εδώ στη χώρα μας δεν λειτουργεί κανένας και κανένας θεσμός όπως πρέπει, ο αθλητισμός θα τη γλίτωνε; Λεφτά δεν υπάρχουν. Όπως δεν υπάρχουν και καλοί νεαροί Έλληνες παίκτες. Αυτό είναι το ζητούμενο. Και 2 ξένους να είχε η Α1 το επίπεδο των παικτών δεν θα βελτιωνόταν. Δεν νομίζω ότι πλέον ένας Έλληνας παίκτης που θέλει να λάμψει δεν έχει τη δυνατότητα να το κάνει.
Εξάλλου το έχουν παραδεχτεί πολλοί παίκτες ότι όταν άνοιξαν τα σύνορα με τους Μπόσμαν και κατακάθισε το σύννεφο της σκόνης από την μαζική προσέλευση αμφιβόλου ποιότητας κοινοτικών, ο ανταγωνισμός έκανε καλό. Η καλή γενιά των παικτών μας χρειάστηκε να παλέψει με παίκτες υψηλού επιπέδου για να κερδίσει τη θέση της. Προπονήθηκε και αντιμετώπισε παίκτες υψηλού επιπέδου. Το Περιστέρι είχε τον Πάολο Μορέτι. Ο Ιωνικός Νέας Φιλαδέλφειας τον Τέομαν Αλιμπέγκοβιτς και τον Μίκαελ Κοχ. Το Μαρούσι τον Πάτρικ Μπερκ. Και πάει λέγοντας.
Αυτός ο ανταγωνισμός βοήθησε. Όπως βοήθησε και η άνοδος του επιπέδου των Ελλήνων προπονητών. Η τεχνογνωσία βοήθησε πολύ την ανάδειξη καλών νεαρών παικτών και κατ' επέκταση στην επιτυχία των ελληνικών ομάδων. Οι Έλληνες προπονητές όμως για να "ψηθούν" και να καταλήξουν σήμερα να θεωρούνται οι κορυφαίοι σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έπρεπε να πάρουν γνώση από τους Σέρβους που μια εποχή είχαν γεμίσει την Α1. Πήραν εικόνες, ιδέες, απομόνωσαν τα αρνητικά τους στοιχεία και εξελίχθηκαν. Αν για παράδειγμα είχαν κλείσει τα σύνορα στους ξένους προπονητές, αυτό δεν θα είχε γίνει ποτέ. Αν για παράδειγμα ο ΣΕΠΚ δεν έφερνε τους κορυφαίους ξένους προπονητές οι ορίζοντες δεν θα είχαν ανοίξει.
Οπότε το πρόβλημα δεν είναι οι έξι ξένοι, όσο το γεγονός ότι οι ομάδες εμπιστεύονται φθηνούς ξένους αμφίβολης ποιότητας. Και προτιμούν να στελεχώνουν το ρόστερ με 1-2 Έλληνες υψηλού επιπέδου και να γεμίζουν το υπόλοιπο ρόστερ με παιδιά που θέλουν απλά να ζήσουν το όνειρο της Α1 και οι οποίοι διαφορετικά δεν θα περνούσαν ούτε απ' έξω. Έχει γίνει σύστημα, δε, οι ομάδες να ξεκινούν με μια συγκεκριμένη σύνθεση και κατά τη διάρκεια της χρονιάς να πληρώνουν 1-2 παίκτες υψηλού επιπέδου να κάνουν σ' αυτό το διάστημα τις νίκες που χρειάζονται και μετά να τους αφήνουν να πάνε αλλού. Το βλέπουμε κατά κόρον στο ελληνικό πρωτάθλημα.
Κατά την άποψη η εικόνα σε σχέση με την περσινή σεζόν δεν θα αλλάξει. Έξι ξένοι - έξι Έλληνες. Τα οικονομικά δεδομένα θα είναι πάνω-κάτω τα ίδια. Συν του ότι και αυτό όπως και όλα τα άλλα θα είναι ένα σύννεφο σκόνης που αιωρείται τώρα, αλλά μετά από 2-3 χρόνια θα κάτσει κι αυτό.
Που πάει το πράγμα
Εκεί έχει πάει το πράγμα. Οι Έλληνες προτιμούν καλύτερα συμβόλαια στην Α2. Και αυτό γιατί θα πάρουν +25 χιλιάδες το χρόνο για έναν πρωταγωνιστικό ρόλο. Στην Α1, όμως, επειδή δεν θα έχουν τον ίδιο ρόλο και θα είναι συμπληρωματικοί η ίδια η ομάδα τους προσφέρει λιγότερα χρήματα. Επειδή ακριβώς έχει τη δυνατότητα να ψωνίσει στην ξένη αγορά. Αρνητικό του νόμου των 6 ξένων. Προσοχή των έξι ξένων, άρα και του 4+2. Δεν αλλάζει τώρα επειδή αφαιρέθηκε ο περιορισμός των τεσσάρων μη Ευρωπαίων.
Και αντίστοιχα οι ατζέντηδες προτιμούν να στείλουν τους νεαρούς παίκτες στις λεγόμενες μεγάλες ομάδες. Προτιμούν να "βάλουν" έναν παίκτη έστω και ως 16ο στο υψηλότερο επίπεδο, από το να τον αφήσουν σε "μικρομεσαία" ομάδα να ψηθεί. Κι αυτό γιατί το συμβόλαιο του 16ου παίκτη στον Ολυμπιακό ή στον Παναθηναϊκό είναι πολύ μεγαλύτερο από το αντίστοιχο "καλό" συμβόλαιο στον Κολοσσό ή στο Ρέθυμνο.
Θα πρέπει να σταθούμε αν μη τι άλλο και σε εξωγενείς παράγοντες. Το ΝΒΑ έχει για παράδειγμα εξασθενίσει τα εγχώρια πρωταθλήματος αντλώντας τους καλύτερους παίκτες από κάθε χώρα. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα καθιστά σχεδόν αδύνατο το συνδυασμό του αθλητισμού με τις καλές μαθητικές επιδόσεις. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής παράλληλα έχει πάρει τα παιδιά από τις μπασκέτες και τις παιδικές χαρές και τους έχει βάλει μπροστά από μια οθόνη. Οι παλαιότερες γενιές περνούσαν τη μέρα τους (και τη νύχτα τους) στο γήπεδο. Τώρα τα νέα παιδιά απλά παίζουν ΚΑΙ μπάσκετ. Ενώ, παράλληλα η οικονομική κρίση έχει δυσκολέψει πολύ περισσότερο τα νέα παιδιά να κάνουν το όνειρο τους πραγματικότητα. Για παράδειγμα ένας νέος 20-22 ετών που διεκδικεί τη θέση του και είναι στην κατάλληλη ηλικία να βελτιωθεί δεν μπορεί να το κάνει απερίσπαστος, όπως θα το έκανε για παράδειγμα τα προηγούμενα χρόνια. Παλαιότερα οι γονείς είχαν τη δυνατότητα να συντηρήσουν τα παιδιά. Τώρα βλέπουμε τα παιδιά να συντηρούν τους συνταξιούχους.
Πως μπορεί ένας νέος να κάνει πρωί-απόγευμα προπόνηση; Με τα λιγοστά χρήματα που δίνουν οι ομάδες; Ειδικά από τη στιγμή που πλέον οι νέοι παίκτες πρέπει να πληρώσουν από την τσέπη τους για ενδυνάμωση ή ατομική προπόνηση, επειδή ακριβώς οι ομάδες που αλλάζουν κάθε χρόνο 12 παίκτες έχουν εξαλείψει την έννοια της μεταβατικής;
Λύση υπάρχει;
Ξέφυγα. Είναι κοινό μυστικό ότι ο νόμος δεν ευνοεί κανέναν άλλον πέρα από τις ομάδες. Αλλά για ποιες ομάδες μιλάμε; Για αυτές που βασίζουν τον σχεδιασμό τους απλά στη διαχείριση των εγγυημένων χρημάτων που προσφέρει η Α1. Έχουν δίκιο οι παίκτες που φωνάζουν. Δεν θα πετύχουν τίποτα, όμως. Γιατί εκεί μας έχει οδηγήσει ο περιβόητος νόμος της αγοράς και της ζήτησης. Οι πραγματικές φωνές του ΠΣΑΚ πρέπει να έχουν άλλη κατεύθυνση, όχι σ' αυτό το μέτρο. Όχι γιατί δεν είναι ένα "κακό μέτρο", αλλά επειδή είναι αφορμή και όχι αιτία.
Κατά τη γνώμη μου είναι λάθος να στεκόμαστε αποκλειστικά στο νέο κανονισμό. Από τη στιγμή που το να σταθούμε στους τρόπους που πρέπει να αλλάξουμε την Ελλάδα είναι σαν να κοιτάμε ένα βαρέλι δίχως πάτο, τότε θα πρέπει να δούμε αφενός πως θα αλλάξουμε τη δομή του επαγγελματικού αθλητισμού αφετέρου το πως θα ενισχύσουμε την παραγωγική διαδικασία. Δεν είναι δύσκολο να το κάνουμε. Αρκεί να επιστρέψουμε στα βασικά, αυτά που κάναμε σωστά στο παρελθόν δηλαδή: επαναφορά του σχολικού αθλητισμού, ενίσχυση των παιδικών και εφηβικών πρωταθλημάτων (τα εφηβικά πρωταθλήματα διαλύθηκαν λόγω των Πανελληνίων Εξετάσεων), θεσμοθέτηση του παραγωγικού χαρακτήρα των μικρότερων εθνικών κατηγοριών, βελτίωση των εγκαταστάσεων, στήριξη των συλλόγων και των προπονητών.
Το ελληνικό μπάσκετ είναι ένα παγόβουνο. Η Α1 είναι η κορυφή. Άρα το πρόβλημα μας ούτε είναι, ούτε διορθώνεται μόνο στην κορυφή. Το κάτω έχει τη μεγαλύτερη σημασία.