Πώς η Λόκο τρέλανε την Ευρώπη
Η Λοκομοτίβ Κουμπάν τρέλανε την Ευρώπη και πάει Βερολίνο. Πως έφτασε όμως ως εκεί; Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος εξηγεί όλη την διαδρομή της Λόκο από τον σχεδιασμό της, στα αγωνιστικά της "μυστικά" και από τον "καλύτερο παίκτη του κόσμου" στην υπογραφή του Γιώργου Μπαρτζώκα.
Loko goes Loco... Αυτό ήταν το σύνθημα της φετινής Λοκομοτίβ Κουμπάν, που κατάφερε να τρελάνει όλη την μπασκετική Ευρώπη. Η έκπληξη της χρονιάς, χέρι-χέρι μαζί με την αντίστοιχη μεγάλη επιτυχία της Λαμποράλ. Με τη διαφορά, όμως, ότι οι Βάσκοι το έχουν ξανακάνει. Έχουν βρεθεί ξανά σε φάιναλ-φορ. Η Λόκο όμως; Ποτέ. Μετά την νίκη επί της Μπαρτσελόνα και αυτό το 3-2 έγινε:
Η πρώτη ρωσική ομάδα που δεν ονομάζεται ΤΣΣΚΑ που προκρίνεται σε φάινακ-φορ.
Η δεύτερη πρωτοεμφανιζόμενη ομάδα στους "8" που παίρνει το εισιτήριο για τους "4", μετά τη Μάλαγα (2007).
Κι όλα αυτά ενώ καμιά ρωσική ομάδα πλην της ΤΣΣΚΑ δεν είχε κάνει καν νίκη στα προημιτελικά. Την ώρα που η ίδια η Λοκομοτίβ μπήκε στη διοργάνωση με wild-card, με μοναδικό στόχο την πρόκριση στους "16". Και κατάφερε όχι μόνο να περάσει στο Top-16 ως πρώτη μάλιστα, αλλά να περάσει στους "8" και με πλεονέκτημα έδρας. Οι υπερβάσεις, όμως, δεν σταμάτησαν εκεί. Μπρέικ στη Βαρκελώνη και πρόκριση στο φάιναλ-φορ του Βερολίνου. Το παρθενικό για όλα τα μέλη της ομάδας. Ακόμη και ο Ντρέιπερ που μέτρησε συμμετοχή με τη Ρεάλ το 2013, δεν έπαιξε δευτερόλεπτο λόγω τραυματισμού. Ο μοναδικός με εμπειρία από φάιναλ-φορ ήταν ο προπονητής, ο Γιώργος Μπαρτζώκας. Ο άνθρωπος που κρύβεται πίσω από αυτή την τεράστια επιτυχία . Μια ομάδα με αγωνιστικό μπάτζετ μικρότερο των 6 εκατομμυρίων στις "4" καλύτερες της Euroleague.
Για τον ίδιο τον Έλληνα προπονητή, τον μοναδικό που έχει κατακτήσει την Euroleague, είναι μια μεγάλη επιτυχία. Τρίτη επιτυχία με τρίτη διαφορετική ομάδα. Με το Μαρούσι έφτασε παρά ένα σουτ στους "8". Με τον Ολυμπιακό έκανε το back-to-back τη μια σεζόν και την άλλη κοίταξε στα μάτια την ασταμάτητη -τότε- Ρεάλ , στην πιο δύσκολη στιγμή της προπονητικής καριέρας του Λάσο, όπως παραδέχτηκε ο ίδιος. Και τώρα; Το δεύτερο φάιναλ-φορ για τον ίδιο . Δεν θα το παραδεχτεί ο ίδιος, αλλά είναι μια μεγάλη δικαίωση.
Πως φτάσαμε όμως ως εδώ;
1) Η σειρά με τη Μπαρτσελόνα
Και τι σειρά; Δύο μπρέικ, 5 παιχνίδια και ένας "τελικός" με μεγάλη ποιότητα όπως φάνηκε και από τα νούμερα. Στα τρία πρώτα ματς η Μπαρτσελόνα δεν επέτρεψε στη Λοκομοτίβ να κάνει το επιθετικό της παιχνίδι. Δεν πέτυχε ούτε σ' ένα περισσότερους από 70 πόντους. Το αποτέλεσμα; Να κερδίσει ένα ματς και να χάσει τα επόμενα δύο. Στο Game 2 μάλιστα οι "μπλαουγράνα" επικράτησαν με μεγάλη διαφορά, κυρίως επειδή τιμώρησαν τα λάθη των Ρώσων. Αυτό διαβάζεται και 35 πόντοι στον αιφνιδιασμό. Η κακή επίθεση της Λοκομοτίβ είχε επιτρέψει εύκολους πόντους στη Μπαρτσελόνα, που είναι μια ομάδα χτισμένη από την αρχή της σεζόν για αυτά τα παιχνίδια, με παίκτες έτοιμους και μπαρουτοκαπνισμένους, που γνωρίζουν πολύ καλά τι σημαίνουν playoffs.
Αντίθετα η απειρία των παικτών του Μπαρτζώκα ήταν έκδηλη. Ο Ράιαν Μπρόκχοφ, πρωτάρης στην Euroleague, για παράδειγμα είχε 10 πόντους (συνολικά) στα τέσσερα ματς της σειράς, μένοντας στο μηδέν στη Βαρκελώνη. Ο καλύτερος ίσως catch-n-shoot παίκτης της διοργάνωσης σούταρε 0/10 στα πρώτα ματς, βρίσκοντας εντέλει το χέρι, τον ρυθμό και την αυτοπεποίθηση του στο 5ο ματς όπου είχε 14 πόντους με 4/6. Το ίδιο ισχύει και για τον Ματ Τζάνινγκ που "ξύπνησε" στα δύο τελευταία παιχνίδια έχοντας από 10 πόντους με καθοριστική συμβολή στα τελειώματα των ματς. Ή ακόμη και ο Κλαβέρ που ήταν "αθόρυβος" στη σειρά για να κάνει ένα σπουδαίο παιχνίδι στο 4ο ματς. Είχε 10 πόντους στα υπόλοιπα τέσσερα ματς και 17 (και 10 ριμπάουντ) στο μπρέικ της Βαρκελώνης.
Βέβαια, όλο αυτό έχει εξήγηση. Διότι μιλάμε για τους "εκτελεστές" της Λοκομοτίβ, τους παίκτες που περιμένουν να σκοράρουν μετά από ένα kick-out παιχνίδι. Η Μπαρτσελόνα όμως είχε φροντίσει να το κόψει, να αφαιρέσει δηλαδή από την ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα το μεγαλύτερο της προτέρημα. Πως το έκανε αυτό; Εφαρμόζοντας την εν γένει αμυντική της φιλοσοφία, αυτή που θέλει τον δικό της σέντερ να μένει μες στο καλάθι. Έτσι είδαμε σ' όλη τη σειρά τον Τόμιτς να κλείνει τη ρακέτα και τους άλλους παίκτες να απαγορεύουν τις πάσες. Οπότε μοιραία το παιχνίδι της Λοκομοτίβ πάγωνε επειδή ακριβώς η μπάλα κολλούσε στα χέρια του Ράντολφ και του Σίνγκλετον.
Στο 4ο και στο 5ο παιχνίδι, όμως, η Λόκο κατάφερε να τιμωρήσει την επιλογή της Μπαρτσελόνα. Αφενός επειδή οι υπόλοιποι παίκτες έγιναν πιο επιθετικοί τρυπώντας οι ίδιοι την αντίπαλη άμυνα (που είχε αδυναμίες σε επίπεδο ένας-ένας) και αφετέρου επειδή οι Σίνγκλετον και Ράντολφ μπορεί να μην πάσαραν, αλλά σκόραραν. Οι δύο Αμερικανοί σέντερ πέτυχαν 67 πόντους στα δύο ματς, δηλαδή είχαν από 33.5 ανά ματς. Εκμεταλλεύτηκαν δηλαδή στο έπακρο το πλεονέκτημα τους, το περιφερειακό τους παιχνίδι δηλαδή απέναντι σ' έναν παίκτη 2.17! Όπως και στο ματς της κανονικής περιόδου έτσι και τώρα ο Σίνγκλετον όχι μόνο σούταρε, αλλά κέρδιζε και σε ένας-ένας φάσεις τον Τόμιτς αφού πρώτα τον τραβούσε μακριά από το καλάθι.
Ο 5ος τελικός κρίθηκε από τους 11 πόντους του Σίνγκλετον στην τελευταία περίοδο. Η άμυνα ζώνης και το σχήμα με τον Περπέρογλου στο "4" οδήγησαν τη Μπαρτσελόνα στην ανατροπή και στο επιμέρους 23-8, αλλά η Λοκομοτίβ κατάφερε να βρει τις λύσεις. Ο Γιώργος Μπαρτζώκας απάντησε με τον Μπρόκχοφ στο "4", ο Σίνγκλετον βρήκε φάσεις απέναντι στον Τόμιτς αποδιοργανώνοντας την άμυνα της Μπαρτσελόνα, που είχε καταφέρει και πάλι να παγώσει το παιχνίδι του αντιπάλου. Βέβαια δεν είναι μόνο οι 23 πόντοι που πέτυχε στο τελευταίο δεκάλεπτο η Λόκο. Είναι και το γεγονός ότι δέχτηκε μόλις 5. Αυτό ονομάζεται αμυντική συνέπεια.
Κρατήστε αυτή τη λέξη, διότι είναι πολύ σημαντική για το παιχνίδι της Λόκο. Μιας ομάδας που πιστεύει πολύ σ' αυτά που κάνει. Σπανίως προσαρμόζεται στον αντίπαλο, αλλά αντίθετα προσπαθεί να επιμείνει στους δικούς της αγωνιστικούς πυλώνες και να τους μεταφράζει όσο πιο πιστά μπορεί στο παρκέ. Αυτό φάνηκε και στο αποτέλεσμα: όταν έκανε το δικό της παιχνίδι κέρδισε.
Κρατήστε και μια ακόμη λέξη: το "hustle". Μια από τις λίγες ξένες λέξεις που δεν έχουν ακριβή μετάφραση στα ελληνικά. Σημαίνει προσπάθεια, μαχητικότητα. Μπορεί να διαβαστεί και ως "ενέργεια". Στο 5ο παιχνίδι η Λοκομοτίβ κέρδισε αυτή τη μάχη. Έχοντας βοήθεια και από τους Ρώσους: τον Βορόνοφ που ξεκίνησε με 7 πόντους και έπαιξε σκληρά τον Ναβάρο, ή τον Μπίκοφ που σταμάτησε τον αρχηγό της Μπαρτσελόνα όταν αυτός ξύπνησε στο 4ο δεκάλεπτο. Όπως λέγεται, εξάλλου, πέρα από την τακτική, υπάρχουν κι άλλα πράγματα που μετρούν σε ένα παιχνίδι, ειδικά όταν μιλάμε για τελικό.
2) Ο σχεδιασμός
Ο Γιώργος Μπαρτζώκας επιβεβαίωσε την φήμη που τον χαρακτηρίζει ως έναν από τους κορυφαίους recruiter στην Ευρώπη, χτίζοντας -παρά τις δυσκολίες- μια πολύ ανταγωνιστική ομάδα. Ερχόμενος στη Ρωσία βρήκε δύο ξένους με -υψηλό- συμβόλαιο (Μάλκομ Ντιλέινι και Άντονι Ράντολφ) και τρεις φρέσκους παίκτες, που αποκτήθηκαν πριν συμφωνήσει αυτός με την ομάδα: τον βετεράνο γκαρντ Μπίκοφ που είχε αγωνιστεί ξανά στην Λοκομοτίβ, τον γηγενή Ζοζούλιν και τον Κίριλο Φεζένκο, τον Ουκρανό σέντερ με τα επιθετικά χαρίσματα και τις εμφανείς αμυντικές αδυναμίες, που προερχόταν από μια εξαιρετική χρονιά με την Σαρατόφ. Παράλληλα την ίδια στιγμή η ομάδα είχε χάσει δύο παίκτες πεντάδας. Τον Ντέρικ Μπράουν που υπέγραψε ένα μεγάλο συμβόλαιο στην Εφές και τον Νικίτα Κουρμπάνοφ, έναν από τους κορυφαίους Ρώσους παίκτες, που επέστρεψε στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας.
Η πρώτη του απόφαση ήταν να μην κρατήσει κάποιον από τους Καλνιέτις, Σιμόν και Χέντριξ και να χτίσει γύρω από τον άκρως ταλαντούχο Ντιλέινι και τον ρώσικο κορμό (Βορόνοφ, Ζούμπκοφ, Κολιούσκιν, Μπαλασόφ), που απαρτιζόταν κατά κύριο λόγο από ρολίστες. Το χτίσιμο του παζλ μόνο εύκολη υπόθεση δεν ήταν. Μάλιστα έγινε δυσκολότερη όταν έγινε γνωστό ότι ο Άντονι Ράντολφ, ο βασικός ψηλός της ομάδας, θα έκανε επέμβαση στον Σεπτέμβριο και θα έχανε τους πρώτους δύο μήνες της σεζόν. Χωρίς να υπάρχει η πολυτέλεια για ενίσχυση από τη ρώσικη αγορά (ο κανονισμός των 6 Ρώσων στην 12άδα και η λειψανδρία των παικτών υψηλού επιπέδου) σε συνδυασμό με την ξαφνική υποτίμηση του εγχώριου νομίσματος, οι κινήσεις έπρεπε να είναι προσεκτικές και οικονομικές. Αποκτήθηκε τελικά ο Αυστραλός φόργουορντ με μέγεθος και ικανότητα στο σουτ Ράιαν Μπρόκχοφ από τη Μπεσίκτας (Eurocup) και ο Ντάντεϊ Ντρέιπερ από την Εφές, ακριβώς για να παίζει το ρόλο του στηρίγματος στον Ντιλέινι. Ο Έλληνας προπονητής προτίμησε έναν γκαρντ που δεν θα θέλει συνεχώς τη μπάλα στα χέρια του, που θα μπορεί να παίζει τόσο δίπλα, όσο και αντί του Ντιλέινι. Το "πάντρεμα" τους αποδείχτηκε ιδανικό και σημαντικό ρόλο σ' αυτό έπαιξε η κοινή τους καταγωγή από τη Βαλτιμόρη.
Στο "4" αποκτήθηκε ο Βικτόρ Κλαβέρ, που προερχόταν από ένα μέτριο τελείωμα σεζόν στην Χίμκι. Οι ισπανικές ομάδες τον προσπέρασαν κι έτσι ο Κλαβέρ που είχε προηγουμένως επιστρέψει άπραγος από το ΝΒΑ και το Πόρτλαντ, βρήκε την Ιθάκη του στον ρωσικό νότο. Μαζί και την αυτοπεποίθηση του, με αποτέλεσμα να παίζει ως ένας από τους κορυφαίους φόργουορντ στη λίγκα (9.6 πόντοι, 5.9ριμπάουντ, 57% στα δίποντα και 42% στα τρίποντα), έχοντας το 2ο μεγαλύτερο χρόνο συμμετοχής πίσω από τον Ντιλέινι.
Το τελευταίο κομμάτι του παζλ ήταν ο Κρις Σίνγκλετον. Ο Γιώργος Μπαρτζώκας θέλησε να πάρει έναν παίκτη "αντίθετο" από τον Φεζένκο, ο οποίος ήταν πολύ καλός στην low-post επίθεση, αλλά αργός στην άμυνα. Για αυτό και επέλεξε ένα "3άρι" από το ΝΒΑ, για να παίζει το ρόλο του mobile ψηλού. Ο Σίνγκλετον υπέγραψε αρχικά συμβόλαιο ως τον Δεκέμβριο και ανανέωσε στη συνέχεια, έχοντας αφήσει τα διαπιστευτήρια του, κυρίως στο αμυντικό κομμάτι. Εξάλλου και στο παρελθόν ο συγκεκριμένος προπονητής έχει κάνει επιλογές αμυντικογενών παικτών, ποντάροντας περισσότερο στη χημεία και λιγότερα στα νούμερα. Κάπως έτσι είχαν επιλεχτεί στο παρελθόν ο defensive-stopper Κόρεϊ Μπέλσερ στην Ολύμπια Λάρισας, ο σκληρός σέντερ Τζάρεντ Χόμαν στο Μαρούσι ή ο Μπρεντ Πέτγουεϊ στον Ολυμπιακό.
Όταν τελικά ενσωματώθηκε και στην ομάδα ο Ράντολφ, αυτός που αποχώρησε δεν ήταν ο Σίνγκλετον, αλλά ο Φεζένκο, ο οποίος δεν ταίριαζε καθόλου με το μπάσκετ που θέλει να παίζει ο Γιώργος Μπαρτζώκας, ενώ προηγουμένως είχε αποχωρήσει και ο γηγενής Ζοζούλιν. Τα Χριστούγεννα - όταν τέλειωσε το 3μηνο συμβόλαιο του Αμερικανού- ο Γιώργος Μπαρτζώκας είχε δώσει μάχη για να μείνει. Μπορεί να μην είχε τα νούμερα, είχε όμως την ουσία γύρω από την οποία είχε χτιστεί η άμυνα της ομαδας.
Η τελευταία πινελιά προστέθηκε στον δεύτερο γύρο του Top-16 και δεν ήταν άλλη από τον Ματ Τζάνινγκ. Η Λοκομοτίβ από την αρχή της σεζόν πάλευε με ένα μικρό rotation, έχοντας παράλληλα να αντιμετωπίσει και τα κουραστικά ταξίδια, που συνήθως καλύπτουν μια ολόκληρη ημέρα. Ο Αμερικανός σουτέρ που παίζει και στις τρεις θέσεις της περιφέρειας έμεινε ελεύθερος από τη Χαποέλ Ιερουσαλήμ (Eurocup) και ήρθε να λύσει το βασικό πρόβλημα της Λοκομοτίβ, που δεν ήταν άλλο από την έλλειψη χειριστών στην περιφέρεια. Και ο ερχομός του φάνηκε να ανεβάζει επίπεδο την ομάδα, που διατηρεί εφτά ξένους, αφήνοντας εκ περιτροπής έναν παίκτη έξω στην VTB League, όπως κάνουν και οι άλλες ομάδες (ΤΣΣΚΑ, Χίμκι).
Εξάλλου από την εποχή της Λάρισας, εν συνεχεία στο Μαρούσι, στον Πανιώνιο και στον Ολυμπιακό ο κόουτς Μπαρτζώκας προτιμά τα σχήματα με δύο χειριστές στην 5άδα. Κάτι που δεν γινόταν εύκολα με τον Ζένια Βορόνοφ στο "2", ή τον επιρρεπή στο λάθος (αλλά αμυντικό σπεσιαλίστα) Σεργκέι Μπίκοφ. Ο Τζάνινγκ οπότε δεν είναι απλά ένας ακόμη καλός σουτέρ, αλλά ένας γκαρντ που μπορεί να αποσυμπιέσει τους Ντιλέινι και Ντρέιπερ.
Προσπαθώντας να κωδικοποιήσει τη φιλοσοφία του στην επιλογή παικτών (recruiting) είχε αναλύσει ότι " Δίνουμε μεγάλη βάση στο να είναι ένας παίκτης καλός πασέρ. Να είναι καλός αθλητής γιατί δεν γίνεται διαφορετικά σ' αυτό το επίπεδο και ακόμη να σουτάρει καλά τη μπάλα. Είναι κάτι πολύ σημαντικό στο σύγχρονο μπάσκετ"
3) Η καλύτερη άμυνα της Euroleague
Η Λοκομοτίβ Κουμπάν ήταν η ομάδα που δέχτηκε τους λιγότερους πόντους στην κανονική περίοδο. "Τίτλο" που κατέχει και μετά το πέρας του Top-16: η μοναδική ομάδα που δέχεται κάτω από 70 πόντους (69.8). Παράλληλα είναι αυτή που ρίχνει περισσότερο από κάθε άλλη το ranking του αντιπάλου (73.1), αυτή που αναγκάζει τον αντίπαλο στη δεύτερη χειρότερη επίδοση σε σχέση με τον συντελεστή ασίστ/λαθών, αυτή που υποχρεώνει τον αντίπαλο στα περισσότερα λάθη (15,4), αυτή που δέχεται τα λιγότερα δίποντα (17,5), τα λιγότερα τρίποντα (6,8) και η δεύτερη σε ότι αφορά το ποσοστό τριπόντων αντιπάλου (32%).
Σε ότι αφορά τα προηγμένα στατιστικά ξεχωρίζουν οι επιδόσεις στην άμυνα ένας-ένας (η καλύτερη άμυνα στην κανονική περίοδο και η 2η σ' αυτή τη φάση (πίσω από τον Ερ. Αστέρα), η 3η καλύτερη άμυνα απέναντι σε στατικά σουτ και η καλύτερη άμυνα της Euroleague στην κατηγορία "Shots Around the Basket", δηλαδή στις προσπάθειες (όχι post-up) γύρω από τη στεφάνη. Αυτό διαβάζεται και ως η "ομάδα που σκεπάζει το καλάθι".
Το μυστικό; Το πρώτο και εύκολο κριτήριο αφορά τους παίκτες. Καταρχάς είναι μια ομάδα με μέγεθος. Στο "3" παίζει ο ύψους 2.03 Μπρόκχοφ, ή πολλές φορές ο ύψους 2.08 Κλαβέρ. Στη φροντ-λάιν τον περισσότερο χρόνο μοιράζονται οι Κλαβέρ (2.08), Σίνγκλετον (2.06) και Ράντολφ (2.13). Ο Σίνγκλετον φημίζεται αφενός για τα μακριά του χέρια και αφετέρου για τον τρόπο που τα χρησιμοποιεί, ενώ ο Ράντολφ είναι ένας άκρως προικισμένος παίκτης, με μεγάλο άνοιγμα χεριών, εντυπωσιακό άλμα και μέγεθος.
Το μέγεθος κάνει την Λοκομοτίβ μια πολύ δυνατή ομάδα στα ριμπάουντ. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αντίπαλοι της παίρνουν μόλις 31,2 ανά παιχνίδι (2η καλύτερη επίδοση). Κι όλα αυτό παρά το γεγονός ότι βάσει αμυντικής φιλοσοφίας επιδιώκει διαρκώς το mismatch με τους κοντούς να παλεύουν μες στο καλάθι κι έναν ψηλό να μαρκάρει μακριά από αυτό.
Η απουσία "κλασσικού" σέντερ έχει κάνει επί της ουσίας τη διαφορά στο αμυντικό κομμάτι. Οι Κλαβέρ, Σίνγκλετον και Ράντολφ μπορούν να σταματήσουν με άνεση έναν "κοντό" στην περιφέρεια και παράλληλα να σκεπάσουν τα καλάθια. Ο Κλαβέρ για παράδειγμα είναι ο καλύτερος αμυντικός στο post-up της διοργάνωσης σύμφωνα με τα προηγμένα στατιστικά και ένας από τους κορυφαίος στα τελευταία 4'' των επιθέσεων (όταν δηλαδή επιτίθεται απέναντι του σε mismatch ένας περιφερειακός). Ένας συνδυασμός σπάνιος κι επομένως πολύ χρήσιμος. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι οι Κλαβέρ.
Κι άλλο παράδειγμα; Οι 7 τάπες που έκαναν Κλαβέρ και Ράντολφ στο τελευταίο παιχνίδι απέναντι στην Χίμκι. Αν θα έπρεπε να το προσωποποιήσουμε θα έπρεπε να χαρακτηριστεί ο Κλαβέρ ως η "ραχοκοκκαλιά" της άμυνας της Λόκο. Μαζί με τον εξαιρετικό pick-n-roll αμυντικό Σίνγκλετον και τον defensive-stopper Ντι Ντρέιπερ. Ο βραχύσωμος Αμερικανός (2ος στα κλεψίματα στην κανονική περίοδο στην κατηγορία per 40 minutes - 1ος στο σύνολο ο Ράντολφ) είναι εξαιρετικός on-ball αμυντικός και αυτός που αναλαμβάνει τον πιο δύσκολο περιφερειακό των αντιπάλων.
Το όπλο της Λοκομοτίβ εδώ και αρκετές βδομάδες είναι η άμυνα με αλλαγές, την οποία χρησιμοποιεί πλέον με συχνότητα που αγγίζει το 80%. Εκμεταλλεύεται κοινώς το γεγονός ότι διαθέτει γρήγορους ψηλούς, αλλά και σκληρούς περιφερειακούς που δεν διστάζουν να σπρώξουν τον αντίπαλο τους. Είναι μια άμυνα που εφάρμοζε ο κόουτς Μπαρτζώκας και στον Ολυμπιακό, όπως για παράδειγμα έκανε απέναντι στη Ρεάλ τη σεζόν 2013-14, δημιουργώντας πολλά προβλήματα στους μετέπειτα φιναλίστ, μια σειρά για την οποία ο Πάμπλο Λάσο δήλωσε ότι "ήταν οι πιο δύσκολες ημέρες μου στον πάγκο της ομάδας".
Μέσω των αλλαγών η "Λόκο" επί της ουσίας σταματάει τον ρυθμό των αντιπάλων. Τους αναγκάζει να κάνουν κάτι που συχνά δεν θέλουν. Τους υποχρεώνει να παίξουν αυτό που θέλει η ίδια.
Παράλληλα θα πρέπει να γίνει και ειδική μνεία στον Ντοντάι Ντρέιπερ, ο οποίος έχει "δέσει" απόλυτα με τον Ντιλέινι. Οι δύο εξάλλου γνωριζόντουσαν από την Αμερική, καθώς έχουν μεγαλώσει αμφότεροι στην Βαλτιμόρη. Ο βραχύσωμος γκαρντ όλο το χρόνο παίζει το ρόλο του στηρίγματος. Αποσυμπιέζει τον συμπαίκτη του, αναλαμβάνοντας παράλληλα τον πιο δύσκολο χειριστή του αντιπάλου. Μπορεί στο δεύτερο μισό τα επιθετικά του νούμερα να έχουν πέσει, ωστόσο, η συμβολή του δεν μετριέται με αριθμούς.
4) Επιθετική ταυτότητα
Διαθέτει την 6η καλύτερη επίθεση στο Top-16 (78,5). Συγκεκριμένα το επιθετικό της παιχνίδι χαρακτηρίζεται από τρία στοιχεία. Το πρώτο και το κυρίαρχο έχει να κάνει με την καλή κυκλοφορία της μπάλας. Οι παίκτες της Λοκομοτίβ ψάχνουν να βρουν τον αμαρκάριστο και αρέσκονται να απλώνουν την επίθεση τους σε όλο το πλάτος του γηπέδου. Αυτό αποτελεί σήμα-κατατεθέν της φιλοσοφίας του Έλληνα προπονητή, που προσαρμόστηκε στα δεδομένα, που αλλάζουν λόγω της έλλειψη κλασσικού ψηλού. Δεν πρόκειται για μια pick-n-roll ομάδα όπως ήταν ο Ολυμπιακός επί ημερών Μπαρτζώκα και θυμίζει περισσότερο σε ότι αφορά τον τρόπο παιχνιδιού το Μαρούσι της σεζόν 2009-2010. Ένα Μαρούσι on steroids όμως, όπως θα έλεγαν οι Αμερικάνοι, καθώς η διαφορά στα αθλητικά προσόντα είναι σαν τη μέρα με τη νύχτα.
Η "Λόκο", λοιπόν, παίζει παίζει ένα μπάσκετ από έξω προς τα μέσα, καθώς δεν διαθέτει ούτε low-post παιχνίδι. Αντίθετα το μεγάλο πρόβλημα που βάζει η "Λόκο" στον αντίπαλο έχει να κάνει με το γεγονός ότι διαθέτει ανά πάσα ώρα και στιγμή πάνω στο παρκέ πέντε παίκτες που μπορούν να σουτάρουν και να παίξουν ένας-ένας με πρόσωπο. Για παράδειγμα ο ύψους 2.13 Άντονι Ράντολφ είναι ένας από τους λίγους 7-footer στο παγκόσμιο μπάσκετ που μπορεί να κατεβάσει τη μπάλα ή να βάλει pull-up σουτ σαν να είναι περιφερειακό.
Από τη στιγμή που μπήκε στο πνεύμα της ομάδας η Λοκομοτίβ έχει εκτοξευτεί. Ο ίδιος ο Αμερικανός, που είναι χωρίς αμφιβολία ο πιο ταλαντούχος ψηλός εκτός ΝΒΑ, κάνει σπουδαίες εμφανίσεις όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι έχει κερδίσει τόσες διακρίσεις MVP τόσο στην Euroleague, όσο και στην VTB. Οι 28 πόντοι του στο 4ο ματς απέναντι στη Μπαρτσελόνα και το σόου που έδωσε στην παράταση είναι μια ένδειξη των δυνατοτήτων του. Χαρακτηριστική η βελτίωση του στους αριθμούς: από τους 11.3 πόντους (43% στα δίποντα) και στα 3 ριμπάουντ της κανονικής περιόδου στους 14.2 πόντους (51% στα δίποντα) και στα 6.1 ριμπάουντ στο Top-16. Όσο για το ranking του; Από το 10.0 στα πρώτα ματς, εκτινάχθηκε στο 14.0, έχοντας για παράδειγμα 43 απέναντι στην Τσεντεβίτα (28 πόντοι, 13 ριμπάουντ, 5 ασίστ, 1 κλέψιμο και 1 κόψιμο), σημειώνοντας το σχετικό ρεκόρ στο Top-16. Η βελτίωση του συνεχίστηκε και στους "8" έχοντας ακόμη καλυτερα νούμερα: 17.4 πόντους, 6.6 ριμπάουντ και 18.8 στο ranking.
Η ένας-ένας ικανότητα τόσο του Ράντολφ, αλλά και η τρομακτική έφεση του Ντιλέινι στο σουτ μετά από ντρίμπλα είναι η βασική πηγή δημιουργίας της Λοκομοτίβ, η οποία προσπαθεί να τρέξει και παράλληλα να δημιουργήσει καταστάσεις για σουτ, μέσα από τις πολλές συνεργασίες και το άπλωμα της επίθεσης σε όλο το γήπεδο. Για αυτό και ψάχνει κατά κύριο λόγο να χτυπήσει με πλαϊνά screen στη μπάλα και όχι κεντρικά. Δεν υπάρχει ο παίκτης που θα ρολαρει γρήγορα μετά το σκριν για να υποστηρίξει αυτό το μπάσκετ, αλλά αντίθετα υπάρχουν παίκτες που μπορούν να σουτάρουν, να πασάρουν και να νικήσουν τον προσωπικό τους αντίπαλο βάζοντας τη μπάλα στο παρκέ. Όπως έκανε για παράδειγμα ο Σίνγκλετον απέναντι σε παίκτες τύπου Ραντούλιτσα, ή Πολ Ντέιβις.
Και κάπως έτσι η Λοκομοτίβ μοιάζει ως μια τρίποντη-απειλή, ευστοχώντας σε περισσότερα από 11 σουτ πίσω από τη γραμμή σε κάθε παιχνίδι. Για να μπει το σουτ, ωστόσο, πρέπει πρώτα να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις για αυτό και η μισή δουλειά γίνεται μέσω της καλής κυκλοφορίας.
5) "Ο καλύτερος παίκτης στον κόσμο"
Να δούμε λίγο τι έχει πετύχει ως τώρα ο Μάλκομ Ντιλέινι; Κυριαρχεί στο ranking (3ος σε μέσο όρο πίσω από ΝτεΚολό και Μπουρούση), είναι ο 2ος σκόρερ της διοργάνωσης (15,7 πόντοι), 6ος πασέρ στο Top-16 (5,7), 1ος σε κερδισμένα φάουλ (6,4) και 2ος σε εύστοχα τρίποντα (62) σουτάροντας με 39%. Η ιστορία ότι ο Γιώργος Μπαρτζώκας τον ήθελε στον Ολυμπιακό το καλοκαίρι του 2014 είναι γνωστή. Είναι επίσης γνωστό το πόσο πολύ τον εκτιμά αγωνιστικά, όπως παραδέχτηκε και σε ραδιοφωνική του συνέντευξη στο Sport24 Radio 103,3.
Από την αρχή της σεζόν του ανέθεσε τον ρόλο του ηγέτη και ο Ντιλέινι ανταποκρίθηκε πλήρως. Το μπάσκετ της ελευθεριότητας (και όχι της ελευθερίας) του Σεργκέι Μπαζάρεβιτς, δεν βόλευε τον Μάλκομ Ντιλέινι, ο οποίος άνθισε τη φετινή σεζόν. Σε όλους τους τομείς. Δεν είναι ένας παίκτης που απλά μπορεί να βάλει τη μπάλα στο καλάθι, αλλά ένας γκαρντ που μπορεί να καθοδηγήσει την ομάδα του, να βάλει στο παιχνίδι τους συμπαίκτες του, να παίξει άμυνα και να κερδίσει.
Δύο είναι εξάλλου τα χαρακτηριστικά παραδείγματα για να καταλάβει κανείς τι παίκτης είναι πέρα από το γρήγορο συμπέρασμα ότι είναι ένας σκόρερ. Στο παιχνίδι με την Τσεντεβίτα που η διαφορά ξέφυγε από νωρίς ο Αμερικανός γκαρντ προτίμησε να πασάρει από το να σουτάρει. Έκανε 5 σουτ μόλις σε 31 λεπτά, αλλά αντίθετα μοίρασε 10 ασίστ. Ή αντίστοιχα στο ματς του ΟΑΚΑ. Μετά το κρεσέντο του στο 3ο δεκάλεπτο (20 πόντοι σε 4.21') δεν εκβίασε προσπάθειες, αλλά προτίμησε να πάρει αυτό που του έδινε η άμυνα, έστω κι αν αυτό ήταν η απλά πάσα στον αμαρκάριστο συμπαίκτη του. Είναι μακριά από αυτό που οι Αμερικάνοι αποκαλούν ball-hog, o σκόρερ δηλαδή που θέλει τη μπάλα στα χέρια του. Συνήθως οι στιγμές που αναλαμβάνει δράση και ψάχνει τις προσωπικές φάσεις (κυρίως χάρις στη μεγάλη του ικανότητα στο pull-up σουτ τόσο δεξιά, όσο και αριστερά) είναι όταν η ομάδα χρειάζεται από εκείνον να κάνει αυτό ακριβώς.
Η συνεργασία του με τον Γιώργο Μπαρτζώκα είναι άψογη, όπως τόνισε και ο ίδιος μέσω της ανάρτησης που έκανε στο Instagram , γράφοντας ότι "όσοι παίζουν μπάσκετ καταλαβαίνουν, σπάνιο βρίσκεις κάτι τέτοιο". Ο Έλληνας προπονητής βγάζει το καπέλο του στον Ντιλεινι, έναν παίκτη που δεν παίζει για τα στατιστικά του, αλλά παίζει για να κερδίσει. Αυτό φάνηκε και από την ανάρτηση που έκανε ο ίδιος (εξάλλου είναι αρκετά θορυβώδης στα social media) γράφοντας ότι "η πρόκριση στο φάιναλ-φορ είναι το μεγαλύτερο κατόρθωμα στην καριέρα μου. Ο κόσμος συνήθως κριτικάρει τους Αμερικανους επειδή δεν υπογράφουν στα μεγάλα κλαμπ, αλλά αυτό ήταν κάτι που σημαίνει πιο πολλά για μένα. Δεν είναι θέμα μόνο τα λεφτά. Το θέμα είναι να παίρνεις ομάδες που υποτίθεται ότι δεν μπορούν να κερδίσουν και να τις κάνεις να κερδίζουν. Αυτό κάνω. Είναι πιο ωραίο να κερδίζεις κατ' αυτόν τον τρόπο τις μεγάλες ομάδες, όπως κάναμε εμείς φέτος πολλές φορές". Σπόντα και για όλα αυτά που άκουσε το καλοκαίρι του 2014 όταν προτίμησε τη Λοκομοτίβ από τον Ολυμπιακό.
Ένα ακόμη παράσημο για έναν Αμερικανό που κερδίζει όπου κι αν πάει: Ουκρανία, Γαλλία, Γερμανία. Τώρα και στη Ρωσία. Και έχει ενδιαφέρον να κρατήσουμε μια ξεχωριστή στιγμή: μετά το τέλος του αγώνα στα αποδυτήρια της Λόκο όταν οι τοίχοι έχουν γεμίσει σαμπάνια και ο Γιώργος Μπαρτζώκας πλησιάζει τον Ντιλέινι, χωρίς να γνωρίζει ότι η κάμερα είναι δίπλα και να του ψιθυρίζει στο αυτί ότι "είσαι ο καλύτερος παίκτης στον κόσμο".
Ο Μάτζικ Τζόνσον είχε πει ότι η "ταυτότητα της ομάδας ισοδυναμεί με την ταυτότητα του καλύτερου παίκτη". Είναι ο Ντιλέινι αλτρουιστής; Είναι κι όλη η ομάδα. Είναι μαχητικός; Θα είναι και όλη η ομάδα. Ίσως αυτή η φάση να περικλείει όλο το νόημα πίσω από την επιτυχία της Λοκομοτίβ Κουμπάν. Είναι η φάση που οι δύο πιο ταλαντούχοι παίκτες της "Λόκο", ο Ντιλέινι και ο Ράντολφ, βουτάνε μέσα στην ίδια φάση για να σώσουν μια κατοχή στο πρώτο δεκάλεπτο.