Πώς ο Άρης "αιχμαλώτισε" τον Παναθηναϊκό
Είδαμε και μπάσκετ στο Αλεξάνδρειο. Για την ακρίβεια είδαμε την σούπερ άμυνα του Άρη, την ακόμη πιο σούπερ απόδοση των γηπεδούχων στο ένας-ένας και την "τιμωρία" της άμυνας του Παναθηναϊκού. Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος αναλύει.
Πέρα από τα κοσμοϊστορικά γεγονότα που συνέβησαν το βράδυ της Δευτέρας στο Αλεξάνδρειο είδαμε και μπάσκετ. Προφανώς ειρωνεύομαι. Ως προς το "κοσμοϊστορικό" του θέματος, όχι του μπάσκετ. Διότι δεν ήταν η πρώτη φορά που είδαμε έναν παίκτη να προσπαθεί να κερδίσει φάουλ, ούτε η πρώτη φορά που ένα γήπεδο τον έβριζε. Ούτε φυσικά η πρώτη φορά που ένας προπονητής επιχείρησε να υπερασπιστεί τον παίκτη του στη συνέντευξη Τύπου. Δεν φταίει ο παίκτης που κάνει θέατρο για φάουλ. Ούτε ο οπαδός που βρίζει. Πάντα σ' αυτές τις περιπτώσεις φταίει ο αρμόδιος που οφείλει να τηρήσει τον κανονισμό. Τεχνική ποινή; Τεχνική ποινή. Αντιαθλητικό φάουλ; Αντιαθλητικό φάουλ. Διακοπή του αγώνα; Διακοπή.
Αρκετά όμως: Θα επιμείνω: ας μείνουμε στο μπάσκετ. Γιατί είδαμε μπόλικο από δαύτο στον τρίτο ημιτελικό. Ο Άρης έκανε ένα σπουδαίο παιχνίδι και κέρδισε κατά κράτος, διατηρώντας το προβάδισμα σε όλο το δεύτερο ημίχρονο. Οι "κίτρινοι" που παρατάχθηκαν με σημαντικότερες απώλειες όπως αυτή του αθλητικού τους σέντερ (Χάγκινς), του καλύτερου τους σουτέρ (Ζάρα) και του έμπειρου πλέι-μέικερ (Ξανθόπουλου), όχι απλά στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, αλλά έπαιξαν στο "κόκκινο". Και δικαιώθηκαν. Είδαμε για μια ακόμη φορά την επιβεβαίωση του κανόνα: η καλή ομάδα να παίζει καλά ανεξαρτήτως απουσιών. Ακριβώς γιατί είναι "καλή ομάδα", έχει δηλαδή δημιουργήσει το πλαίσιο στο οποίο αποδίδει το σύνολο καλά ανεξαρτήτως προσώπων. Αυτό ονομάζεται επίσης "καλή δουλειά του προπονητή".
Οι "κίτρινοι", λοιπόν, πέρα από την ένταση και το πάθος που κατέθεσαν στο παρκέ, βρέθηκαν και σε εξαιρετική ημέρα. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορούμε να το παραλείψουμε. Ειδικά από τη στιγμή που το παιχνίδι στο δεύτερο ημίχρονο κρίθηκε από τις ένας-ένας φάσεις του Ουότερς και του ΜακΝιλ. Κι αν για το δεύτερο γνωρίζαμε ότι αυτό είναι το καλό κομμάτι του παιχνιδιού του, δεν ισχύει το ίδιο για τον Ουότερς που έχει εκτοξεύσει τα νούμερα του στα πλέι-οφ. Ο Αμερικανός γκαρντ είχε 10,8 πόντους και 3,6 ασίστ στην κανονική περίοδο, ενώ στην post-season έχει απογειώσει τα νούμερα του: 19 πόντοι και 5,6 ασίστ!
Σε ότι αφορά το παιχνίδι του Άρη θα πρέπει να απομονώσουμε τρία σημεία:
- Το πρώτο ήταν ο τρόπος που αμύνθηκε. Οι "κίτρινοι" που έχουν ούτως ή άλλως μια από τις καλύτερες άμυνες στο ελληνικό πρωτάθλημα, έκαναν πολύ καλή προστατεύοντας το καλάθι τους. Παράλληλα πήραν το απαιτούμενο ρίσκο δίνοντας ακόμη μεγαλύτερες βοήθειες από τους παίκτες που δεν χαρακτηρίζονται καλοί σουτέρ, όπως είναι ο Παππάς, ο Γκιστ και ο Ουίλιαμς δηλαδή. Και από τη στιγμή που οι "πράσινοι" ήταν φανερά άστοχοι (7/23 συνολικά), η προσπάθεια τους να "κλείσουν" το γήπεδο έγινε ακόμη ευκολότερη.
Αξιοσημείωτη και η προσπάθεια του Βασίλη Σίμτσακ που έπαιξε συνολικά 23 λεπτά (τα περισσότερα στο 2ο ημίχρονο) με μπόλικο ξύλο απέναντι στον Ραντούλιτσα. Οι "κίτρινοι" πήγαν και αυτοί συχνά σε άμυνα με αλλαγές (την απέφυγαν σε ένα σημείο όταν τα σκριν τα έκανε ο Ραντούλιτσα), αλλά γενικότερα είχαν περισσότερο κέρδος από αυτή την τακτική, κυρίως γιατί δεν δεχόντουσαν σουτ από μακριά.
- Το δεύτερο ήταν ο τρόπος που προσαρμοζόντουσαν στα δύο σενάρια: Ραντούλιτσα εντός παρκέ και Ραντούλιτσα εκτός παρκέ. Ειδικά στα σημεία που ο Σέρβος σέντερ βρισκόταν στην 5άδα του Παναθηναϊκού φρόντιζαν να πηγαίνουν όλες τις επιθέσεις πάνω του. Και τον τιμώρησαν είτε αυτός έκανε αλλαγή και έμενε με τον κοντό, είτε έμενε πιο μέσα στο καλάθι. Χαρακτηριστικά οι 6 πόντοι (4 δικοί του και 2 από δική του δημιουργία) του Ουότερς όταν έπαιξε αλλαγή πάνω του ο Σέρβος και άλλοι 6 προσωπικοί του ΜακΝιλ με pull-up σουτ, όταν είδε τον ψηλό του "τριφυλλιού" να μένει μέσα. Όλα αυτά στο δεύτερο ημίχρονο. Στο σημείο που ο Άρης πήρε διψήφια διαφορά.
Λόγω αυτής της συνθήκες ο κόουτς Πεδουλάκης βρέθηκε σε ένα δίλημμα. Χρειαζόταν τον Ραντούλιτσα γιατί αποτελούσε την συνεπέστερη επιθετική επιλογή για την ομάδα του, αλλά από την άλλη δεν μπορούσε να τον "κρύψει" αμυντικά. Και στη "σούμα" ο Παναθηναϊκός βγήκε χαμένος.
- Το τρίτο και τελευταίο ήταν συνολικά η αποτελεσματικότητα στο ένας-ένας. Οι "κίτρινοι" πήραν πολλούς πόντους από τέτοιες φάσεις. Η μισή δουλειά χρεώνεται στους υπόλοιπους παίκτες που υποστήριξαν με καλό spacing και διάβασμα αυτές τις φάσεις και η άλλη μισή στους χειριστές που έβαλαν τη μπάλα στο καλάθι, ή δημιούργησαν φάσεις με ξεκάθαρο πλεονέκτημα. Και δεν είναι μόνο οι δύο Αμερικάνοι που πέτυχαν συνολικά 42 πόντους με 16/28 σουτ (στα προηγούμενα ματς των ημιτελικών είχαν 26 με 9/23 σουτ και 34 με 11/27 σουτ. , αλλά και οι υπόλοιποι όταν χρειάστηκε να βάλουν τη μπάλα στο παρκέ: όπως ο Κοέν μετά από pop-out, ακόμη και ο Μούρτος όταν βρήκε απέναντι τον Διαμαντίδη.
Χαρακτηριστικά ο Ουότερς είχε 16 πόντους από on-ball φάσεις, οι 12 εκ των οποίων ήρθαν στο 2ο ημίχρονο: 8 πόντοι από pull-up απέναντι στον Ραντούλιτσα, 6 πόντους από 1on1 φάσεις και άλλους 2 πάλι σε 1on1 απέναντι σε ψηλό παίκτη μετά από αλλαγή.
Ο ΜακΝιλ από την άλλη είχε 16 πόντους από εντός πεδιάς καλάθια και 21 συνολικά αν προσθέσουμε και βολές από κερδισμένα φάουλ. Εκ των οποίων οι 15 στο δεύτερο ημίχρονο! Αναλυτικά οι 12 πόντοι ήρθαν από "καθαρές" 1on1 φάσεις, οι 4 απέναντι σε αλλαγή και οι 5 με pull-up μετά από συνεργασία που εμπλεκόταν ο Ραντούλιτσα.
Οι 37 αυτοί πόντοι είναι πολλοί, πόσο μάλλον αν υπολογίσουμε ότι οι 28 ήρθαν στο 2ο μέρος!
Ο Άρης είχε αυτό το πλεονέκτημα από το ξεκίνημα ως το τέλος του αγώνα καταστρέφοντας επί της ουσίας το σχέδιο του Παναθηναϊκού, που ξεκίνησε με κοντή φροντ-λάιν (Γκιστ και Φώτση) και ψηλή περιφέρεια (Ουίλιαμς-Ξανθόπουλο) και εντολή για αλλαγές σε όλα τα screen στη μπάλα. Ο Άρης όμως βρήκε τη λύση χάρις στην ικανότητα τους στο ένας-εναντίον-ενός.
Όσο για τον Παναθηναϊκό; Ο Αργύρης Πεδουλάκης μετά το παιχνίδι μίλησε για "κακή πρώτη γραμμή άμυνας" συμπληρώνοντας "τι να λέμε", δείχνοντας πόσο μεγάλη σημασία είχε αυτό το κομμάτι του παιχνιδιού. Πέρα από αυτό υπήρχε συνδυασμός χαμηλής ευστοχίας από την περιφέρεια, αλλά και πολύ μέτριας απόδοσης του παίκτη-κλειδί, του Τζέιμς Γκιστ. Το ένα έφερε το άλλο και έτσι είδαμε αυτή την εικόνα των "πρασίνων".