X

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων. Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία μας και των συνεργατών μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν από τη συγκατάθεσή σας ή να αρνηθείτε να δώσετε τη συγκατάθεσή σας. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αντιταχθείτε σε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις μας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο.

OPINIONS

Πρωταθλητής γίνεσαι, δεν γεννιέσαι

Το αιώνιο ερώτημα βρίσκει απάντηση. Την έδωσε το AIS και την αποτυπώνει ο Στέφανος Τριαντάφυλλος, που γράφει ότι τη σύγχρονη αθλητική ιστορία δεν τη γράφουν υπεραθλητές, αλλά η τεχνολογία. Τα τέσσερα δέκατα της Τζόουνς, το μοναδικό επίτευγμα των "Aussies" και ο επιστημονικός μονόδρομος των σπορ.

Τέσσερα δέκατα του δευτερόλεπτου. Λίγα για να διαβάσεις αυτό το κείμενο. Πολλά αν κυνηγάς ένα ιστορικό ρεκόρ στα 100 μέτρα πρόσθιο. Η 26χρονη Λέισελ Τζόουνς έκανε καθημερινή σκληρή προπόνηση για να "ρίξει" αυτά τα τέσσερα δέκατα που θα την έκαναν την πρώτη κολυμβήτρια της Αυστραλίας με τέσσερις συμμετοχές στους Ολυμπαικούς Αγώνες.

Εισπνοή. Δυνατό άλμα. Βουτιά. Εκπνοή. Και ξανά έξω. Και ξανά άλμα από το βατήρα. Τα πρώτα μέτρα της κούρσας είναι αυτά στα οποία οι κολυμβητές πιάνουν τη μεγαλύτερη τους ταχύτητα, καλύπτοντας περίπου 5 μέτρα ανά δευτερόλεπτο. Οι αισθητήρες κίνησης και οι 30 κάμερες (οι μισές υποβρύχιες) κατέγραφαν με την παραμικρή λεπτομέρεια τι έκανε καλά και τι όχι τόσο καλά η Τζόουνς.

"Εισέρχεται στο νερό με μια αρνητική κλήση 20 μοιρών. Πρέπει να οριζοντιώνεται περισσότερο και να μην καταλήγει τόσο βαθιά στην πισίνα" ήταν η ετυμηγορία των επιστημόνων του AIS, του Αθλητικού Ινστιτούτου της Αυστραλίας, που πίστευαν ότι έτσι η 26χρονη θα ρίξει το χρόνο της κατά τέσσερα δέκατα του δευτερολέπτου.

Λίγες βδομάδες μετά η Τζόουνς ταξίδεψε στο Λονδίνο. Ήταν οι 4οι Ολυμπιακοί Αγώνες που έβαζε το μπουρνούζι με τη σημαία της Αυστραλίας. Κατέκτησε την 5η θέση στον τελικό των 100 μέτρων στο πρόσθιο, 12 ολόκληρα χρόνια από την εποχή που ήταν το 15χρονο κοριτσάκι που κατακτούσε το ασημένιο μετάλλιο στο Σίδνεϊ. Προκρίθηκε με τέσσερα δέκατα του δευτερολέπτου πάνω από το όριο.

Η τεχνολογία υπηρετεί τον αθλητισμό

Στο μουσείο Design του Λονδίνου, στην όχθη του Τάμεση στο Tower Bridge, η έκθεση αφορούσε αυτό ακριβώς το θέμα: τη βοήθεια της τεχνολογίας στην αύξηση των αθλητικών επιδόσεων. Στα εκθέματα μπορούσε να βρει κανείς όλες τις μπάλες που χρησιμοποιούνται στα ολυμπιακά αθλήματα, τα 27 διαφορετικά παπούτσια της Adidas ανάλογα με το άθλημα, τα "πόδια του τσιτάχ" που χρησιμοποιεί ο Όσκαρ Πιστόριους, στολές, κράνη, ποδήλατα, κωπηλατικά σκάφη, αυτοκίνητα, φόρμουλες. Αποτύπωνε την εξέλιξη της τεχνολογίας και το ρόλο τους στη βελτίωση των επιδόσεων και των ρεκόρ.

Το 2012 δεν μιλάμε μόνο για υπεραθλητές. Μιλάμε για υπερπροπονητές και υπερομάδες υποστήριξης. Διατροφολόγοι, φυσιοθεραπευτές, γυμναστές, προπονητές, επιστήμονες κάθε είδους όλοι στην υπηρεσία του αθλητισμού. Οι πρωταθλητές, πλέον, δεν χρειάζεται να γνωρίζουν την τεχνική. Πρέπει να ξέρουν τι είδους τροφές πρέπει να καταναλώνουν, το είδος της αποθεραπείας που ακολουθούν μετά τη σκληρή προπόνηση, ακόμη και το πόσες ώρες πρέπει να κοιμούνται για να βελτιώσουν τα κατορθώματα τους κατά μερικά δέκατα του 1%.

Οι προπονήσεις πλέον είναι εξειδικευμένες. Οι γυμναστές και οι προπονητές είναι επιστήμονες κι αυτό δεν αφορά μόνο τα ατομικά σπορ, αλλά και τα ομαδικά. Κι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το μπάσκετ. Η εκγύμναση των αθλητών είναι εξαιρετικά μεθοδική και λεπτομερείς, σε σημείο που ο Ντιρκ Νοβίτσκι έγινε ένας από τους καλύτερους παίκτες του κόσμου ενώ έπαιζε σε μια ομάδα Β' Εθνικής. Κι όμως, ο προπονητής-μέντορας (και φυσικός) του όταν άρχισε να δουλεύει μαζί του είχε μελετήσει κάθε παράμετρο: το άνοιγμα των χεριών, το μήκος των δαχτύλων, την ακριβή τροχιά που θα έπρεπε να βάζει στη μπάλα. Και το αποτέλεσμα γνωστό.

Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Το παγκόσμιο ρεκόρ στον δίσκο ανδρών έχει αυξηθεί κατά 140% από τότε που ο Ρόμπερτ Γκάρετ είχε πετάξει τον δικό του στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας (1896) στα 29,15 μέτρα. Ο Βιργκίλιους Αλέκνα "έγραψε" 69,89, δηλαδή δηλαδή 1 1/2 φορά παραπάνω (40 μέτρα).

Στη σφαίρα γυναικών το παγκόσμιο ρεκόρ ανέβηκε κατά 71% από το 1958 ως το 1980, το αντίστοιχο στο επί κοντώ ανδρών κατά 81% από το 1896 ως το 1980. Στα 100 μέτρα γυναικών ο χρόνος έπεσε κατά 16% από το 1928 ως το 1988 (δύο ολόκληρα δευτερόλεπτα), ενώ στα 200 μέτρα ανδρών ο Ουέσιν Μπολτ στο Πεκίνο έτρεξε 20% πιο γρήγορα από τον Ουίλιαμ Χόλαντ, χρυσό ολυμπιονίκη στο Παρίσι (1900).

Στις 10 Απριλίου του 1896, συνολικά 17 αθλητές από 5 χώρες πήραν μέρος στον Μαραθώνιο. Τερμάτισαν οι οκτώ, με πρώτο τον Σπύρος Λούη που κάλυψε την απόσταση σε 2 ώρες 58 λεπτά και 50 δευτερόλεπτα. Ακριβώς 112 χρόνια αργότερα ο Σαμουέλ Ουανγίρου αποδείχτηκε 30% πιο γρήγορος με 2.06.32.

Το DNA του ανθρώπου δεν αλλάζει σε 100 χρόνια. Δεν έχουμε καλύτερους αθλητές. Έχουμε απλά καλύτερα προπονημένους αθλητές. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που η Μ. Βρετανία φέτος ξόδεψε 160 εκατομμύρια για έρευνα. Ο Καναδάς, αντίστοιχα, για τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες δαπάνησε 100 εκατομμύρια, ενώ στην Κίνα πάνω από 360.000 υποψήφιοι ολυμπιονίκες φοιτούν στα 3.000 αθλητικά σχολεία της χώρας.

Η στροφή έχει γίνει. Και όπως το θέτει πολύ σωστά ο αθλητικός επιστήμονας Τζουζέπε Λίπι που αναλύει τα παγκόσμια ρεκόρ "οι αθλητικές επιδόσεις εξαρτώνται ολοένα και λιγότερο από την ποιότητα του αθλητή και περισσότερο από την επιστημονική και τεχνολογική εξέλιξη". Ξεχάστε λίγο το ντόπινγκ. Επίσης ξεχάστε ότι το μυστικό της επιτυχίας είναι το να βρεις τον κατάλληλο αθλητή. Αυτό που χρειάζεται είναι να βρεις τον κατάλληλο επιστήμονα με διδακτορικό.

Το AIS, στο "στολίδι" της Αυστραλίας

Το 1976 οι "Aussies" κατέκτησαν (μόλις) ένα ασημένιο μετάλλιο και 4 χάλκινα μετάλλια, την ώρα που η γειτονική Νέα Ζηλανδία είχε πανηγυρίσει δύο χρυσά μετάλλια. Ήταν ένα ισχυρό χτύπημα για μια χώρα που αναζητούσε την αθλητική υπεροχή για να επισημοποιήσει την ταυτότητα της, να αποτινάξει από πάνω της τα κατάλοιπα της πρώην βρετανικής αποικίας και να να βρει έναν τρόπο για παγκόσμια προβολή.

Αυτό το "χαστούκι" γέννησε ουσιαστικά το AIS, το αθλητικό ινστιτούτο το οποίο μελετούσε συγκεκριμένα σπορ και ανέδειξε πρωταθλητές και ολυμπιονίκες. Ένα χώρο με δεκάδες γήπεδα και πισίνες και ακόμη περισσότερα εργαστήρια και εκατοντάδες κάμερες. Μόνο το κολυμβητήριο στο οποίο γίνονται οι μετρήσεις κοστίζει 17 εκατομμύρια δολάρια. Είναι σαν το εργαστήριο του Q από το Τζέιμς Μποντ και αυτό του (επίκαιρου) Λούσιους Φοξ από το Μπάτμαν, μαζί!

Στόχος του AIS είναι καταρχήν η έρευνα για τη βελτίωση των επιδόσεων όλων των Αυστραλών αθλητών. Από προπονητική τακτική, μεθόδους αποθεραπείας (από στολές αποσυμπίεσης, μέχρι και υδροθεραπεία), μέχρι τη λεπτομερή καταγραφή της κάθε κίνησης. Έχουν εισάγει μια συσκευή το Minimax, το οποίο καταγράφει όλες τις ενέργειες και τις φυσικές δυνάμεις που ασκούνται από τον (και στον) κάθε αθλητή. Έχουν τελειοποιήσει συστήματα αξιολόγησης ώστε να καταλήγουν το άθλημα στο οποίο ταιριάζει στον καθένα και έχουν αναπτύξει προχωρημένες μεθόδους ελέγχου ντόπινγκ.

Το αποτέλεσμα; Το 1988 η Αυστραλία κατέκτησε 14 μετάλλια. Το 1992 πήρε 27. Το 2000 και μετά από τη δαπάνη 20 εκατομμυρίων δολαρίων για ερευνητικούς σκοπούς οι "Aussies" ανέβηκαν 58 φορές στο βάθρο, κατακτώντας στην 3η θέση στον σχετικό πίνακα. Στο Σίδνεϊ αντιστοιχούσε ένα αυστραλέζικο μετάλλιο για κάθε 360.000 κατοίκους! Χαρακτηριστικά η Κίνα, που επίσης κατέκτησε 58 μετάλλια, είχε ένα μετάλλιο για κάθε 21,7 εκατομμύρια κατοίκους!

Και η καταμέτρηση γίνεται ακόμη εντυπωσιακότερη: από το 2000 ως το 2008 οι Αυστραλοί έχουν το καλύτερο ποσοστό μετάλλιο/ανά κάτοικο σε παγκόσμιο επίπεδο (1 ανά 398.000), με την Κούβα, τη Λευκορωσία και την Ολλανδία να ακολουθούν, την ώρα που η Αμερική βρίσκεται στην 12η θέση και η Κίνα στην 14η. Κι είναι αν μη τι άλλο εντυπωσιακή η επίδοση της Αυστραλίας, που ρίχνει έναν κολυμβητή στο νερό για κάθε τρεις Αμερικάνους ή δέκα Κινέζους. Οπότε κάπως έπρεπε να γεφυρωθεί αυτό το αριθμητικό χάσμα.

Πρωταθλητής γίνεσαι, δεν γεννιέσαι

Το 1993 Άνερς Έρικσον έγραφε στο βιβλίο του "Ο ρόλος της εξειδικευμένης προπόνησης στην τελειοποίηση της απόδοσης ότι "για να γίνει κάποιος πραγματικά σπουδαίος σε αυτό που κάνει πρέπει να ασχοληθεί 10.000 ώρες με το συγκεκριμένο αντικείμενο".

Το AIS βάλθηκε (και κατάφερε ) να ανατρέψει το νόμο. Συγκεκριμένα όταν στο πρόγραμμα των Χειμερινών Αγώνων προστέθηκε το άθλημα του "skeleton" (ένα είδος αγώνα ταχύτητας με ένα ειδικό διαμορφωμένο έλκυθρο) οι Αυστραλοί είχαν ένα μεγάλο πρόβλημα. Δεν υπήρχε ούτε ένα αθλητής "skeleton" σε όλη τη χώρα. Έτσι αποφάσισαν - τι πιο φυσικό;- να φτιάξουν έναν από την αρχή.

Πρώτα έκαναν φύλλο και φτερό το αγώνισμα, ανακαλύπτοντας ότι τίποτα δεν έχει μεγαλύτερη σημασία στο συγκεκριμένο είδος αγώνα από το πόσο γρήγορα θα σπρώξει ο αθλητής το έλκυθρο τα πρώτα 30 μέτρα της κούρσας, μέχρι δηλαδή να μπει μέσα σε αυτό. Και από εκεί και πέρα προθέρμαναν τον φούρνο και ζύμωσαν έναν πρωταθλητή.

Πέρασαν από "ακρόαση" αθλητές από διαφορετικά σπορ, όπως σπρίντερ, σκιέρ ακόμη και σέρφερ. Μελέτησαν το βιογραφικό τους, τέσταραν τις επιδόσεις τους και δοκίμασαν τον βαθμό δεκτικότητας τους στην σκληρή προπόνηση. Τελικά η πρώτη αθλήτρια "skeleton" της Αυστραλίας πήρε την πρόκριση στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες 18 μήνες από τη στιγμή που είδε το έλκυθρο για πρώτη φορά στη ζωή της. Χρειάστηκε να κάνει 220 κούρσες, την ώρα που ένας αντίστοιχος Αμερικάνος αθλητής κάνει 2.000 κούρσες πριν πιάσει το όριο πρόκρισης.

Απέδειξαν, δηλαδή, ότι πρωταθλητής δεν γεννιέσαι. Γίνεσαι. Σκεφτείτε το λίγο. Για τέσσερα δέκατα του δευτερολέπτου, όχι παραπάνω.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ