X

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων. Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία μας και των συνεργατών μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν από τη συγκατάθεσή σας ή να αρνηθείτε να δώσετε τη συγκατάθεσή σας. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αντιταχθείτε σε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις μας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο.

EUROLEAGUE

Τα αίτια του εκτροχιασμού

Τι έφτιαξε κι ο Ολυμπιακός εκτροχιάστηκε στη Μόσχα; Τι έφταιξε και εκτροχιάστηκε στο Top-16; Ήταν θέμα ταυτότητας ή θέμα ποιότητας; Θέμα χημείας, επιλογών ή απουσιών; Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος αναλύει το μεγάλο ερυθρόλευκο "τι έφταιξε".

Μετά την βαριά ήττα στη Μόσχα ο Ολυμπιακός πλέον κυνηγάει ένα θαύμα. Έναν συγκεκριμένο συνδυασμό αποτελεσμάτων για να περάσει ως 4ος. Βρίσκεται προ ενός οδυνηρού αποκλεισμού, που σίγουρα πληγώνει το γόητρο της ομάδας, αφήνοντας πλέον την Μπαρτσελόνα (αν καθαρίσει και μαθηματικά την πρόκριση) ως την ομάδα με τις περισσότερες συνεχόμενες παρουσίες στα προημιτελικά του θεσμού. Εν προκειμένω θα πρέπει να εξετάσουμε δύο θέματα: α) τι έφταιξε και ο Ολυμπιακός καταποντίστηκε απέναντι στη Χίμκι και β) γιατί η ομάδα που πέρσι έφτασε στον τελικό φέτος εκτροχιάστηκε στο Top-16. Ο "εκτροχιασμός" δεν είναι τυχαία λέξη. Περιγράφει μια ομάδα που βγήκε από τις ράγες της. Εκτός δρόμου. Εκτός στόχου.

Ο Ολυμπιακός ταξίδεψε για τη Ρωσία θέλοντας να παίξει τον τελικό των τελικών . Ένα πρώτο στοιχείο, το οποίο μάλιστα ανέφερε μετά το ματς ο προπονητής (που πάντα γνωρίζει καλύτερα) ήταν ο παράγοντας κούραση. Οι Πειραιώτες έδωσαν σε έξι ημέρες τρία πολύ δύσκολα ματς: με Ρεάλ, με Άρη στη Θεσσαλονίκη και με Χίμκι στη Μόσχα. Και η επιλογή να κλείσει το rotation, που είχε παρθεί πριν μερικές βδομάδες, δεν βοήθησε σ' αυτή την κατεύθυνση. Λόγω κούρασης δεν υπήρχε ενέργεια, με άλλα λόγια. Ένα το κρατούμενο.

Ο παράγοντας ενέργεια έχει καθοριστική σημασία. Για δύο λόγους: πρώτον λόγω του συγκεκριμένου match-up και δεύτερον γιατί ήταν το καύσιμο του Ολυμπιακού, ο δρόμος του για τη νίκη όλη τη σεζόν. Έτσι σχεδιάστηκε, έτσι πορεύτηκε από την αρχή της χρονιάς. Οπότε όταν ο Ολυμπιακός δεν παίζει στο "κόκκινο", δεν μπορεί να κερδίσει. Πόσω μάλλον απέναντι στην Χίμκι, την πιο ακριβή ομάδα της Euroleague, μια ομάδα με περιφερειακό ταλέντο που περισσεύει.

Βέβαια, θα πρέπει να σημειωθούν εδώ δύο διαφορετικοί παράμετροι:

α) Ο Ολυμπιακός επέλεξε να αλλάξει το rotation του. Ως ένα σημείο ο κόουτς Σφαιρόπουλος θέλοντας να υπηρετήσει το αμυντικό του δόγμα είχε φέρει στο προσκήνιο παίκτες με αθλητικά προσόντα όπως ο Χάκετ, ο Στρόμπερι και ο Τζόνσον-Όντομ. Στα τελευταία ματς έγινε το αντίθετο. Ο χρόνος των συγκεκριμένων παικτών μειώθηκε κατά 8 λεπτά (στον καθένα) και οι Έλληνες ήρθαν στο προσκήνιο , κάτι που τονίστηκε και από τον ίδιο τον προπονητή. Για λόγους που δεν γνωρίζουμε, αλλά εύκολα μπορούμε να φανταστούμε, η "ελληνοποίηση" της ομάδας είχε θετικά και αρνητικά. Το θετικό είχε να κάνει με την δημιουργία των συνθηκών που μπορούν να υποστηρίξουν το παλιότερο παιχνίδι της ομάδας. Ας το ονομάσουμε "pick-n-roll προσέγγιση", που περιστρέφεται γύρω από τον Βασίλη Σπανούλη και υποστηρίζεται από τους υπόλοιπους καλούς σουτέρ (Μάντζαρη, Παπανικολάου, Παπαπέτρου) και τον Γιώργο Πρίντεζη ως δεύτερο επιθετικό άξονα. Το κακό; Η ομάδα έγινε λιγότερο αθλητική, έχασε το βάθος της και βρέθηκε για πολλοστή φορά μες στη σεζόν να ψάχνει να βρει τη χημεία της.

Αρχικά το σχέδιο απέδωσε. Στο τρίτο όμως συνεχόμενο δύσκολο παιχνίδι η έλλειψη βάθους φάνηκε. Ο Χάκετ από μεγάλος πρωταγωνιστής έγινε και πάλι ένας συμπληρωματικός παίκτης που δεν παίρνει πρωτοβουλίες. Ο Στρόμπερι και ο Τζόνσον-Όντομ έμοιαζαν σαν παραφωνίες στην εύρυθμη λειτουργία της ομάδας. Πίσω από τον Χάντερ; Το χάος.

β) Η δεύτερη παράμετρος έχει να κάνει με τον τρόπο παιχνιδιού του Ολυμπιακού. Κατά την ταπεινή μου άποψη δεν είναι τυχαίο ότι ο Ολυμπιακός έκανε μόλις μια εκτός έδρας νίκη στο Top-16, χάνοντας παράλληλα με μεγάλες διαφορές από τη Ζαλγκίρις, την Μπαρτσελόνα, την Ρεάλ και τη Χίμκι. Και δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε τον νόμο του Top-16.

Ολυμπιακός εκτός έδρας: σύμπτωση επαναλαμβανόμενη και ελλιπές σουτ

Το physical παιχνίδι του, αυτό που βασίζεται στην αμυντική προσέγγιση και έχει στόχο να βγάλει τον αντίπαλο από τον ρυθμό του και να τον φέρει στα δικά του μέτρα, είναι πολύ αποτελεσματικό και ευκόλως εφαρμόσιμο εντός έδρας. Εκτός έδρας με άλλα λόγια δεν είναι εύκολο να κάνεις bullying (συγγνώμη για την έκφραση, αλλά είναι ταιριαστή) στον αντίπαλο. Δεν μπορείς να τον "πλακώσεις" και να τον κερδίσεις. Δεν μπορείς να ποντάρεις μόνο στο ότι θα φέρεις το ματς στα μέτρα σου. Στο Κάουνας έμεινε στους 55 πόντους και έχασε. Στη Μαδρίτη δέχτηκε 84 και έχασε. Στη Μόσχα δέχτηκε 92 και έχασε. Στη Βαρκελώνη δέχτηκε 82 και έχασε. Στη Μπάμπεργκ, Οκ η Μπάμπεργκ είναι μια κατηγορία από μόνη της, ένα ματς-χαρακίρι. Και στη Μόσχα με τη Χίμκι; Οι Ρώσοι πέτυχαν 98 πόντους. Ο αμυντικογενής Ολυμπιακός δέχεται 77 πόντους ανά παιχνίδι. Έχει την 8η άμυνα. Εκτός έδρας δέχτηκε 82.7 πόντους.

Σ' αυτό το επίπεδο χρειάζεται και ποιότητα, πέρα από την αθλητικότητα. Χρειάζεται δημιουργία . Χρειάζεται καλό περιφερειακό σουτ. Με τη Ζαλγκίρις; Είχε 5/25 τρίποντα. Με τη Μπαρτσελόνα; Είχε 5/16. Με τη Μπάμπεργκ; Είχε 6/17. Με τη Χίμκι; Είχε 6/24. Το μόνο ματς που σούταρε πάνω από 40% ήταν αυτό με την ΤΣΣΚΑ, το οποίο πάλεψε στα ίσα (42%).

Είναι περιττό να μιλάμε αυτή την εποχή για τη σημασία του σουτ. Το έχουν πει όλοι οι προπονητές υψηλού επιπέδου, το δείχνουν εμπράκτως οι Σπερς και οι Ουόριορς, οι δύο καλύτερες ομάδες του πλανήτη, το επιβεβαιώνουν τα στατιστικά: οι τρεις ομάδες με το καλύτερο ρεκόρ ως τώρα στην Euroleague, είναι αυτές που σουτάρουν καλύτερα τη μπάλα. Δηλαδή η ΤΣΣΚΑ με 42%, η Φενέρμπαχτσε με 39% και η Λοκομοτίβ Κουμπάν με 37%.

Εύκολο να βρούμε τις διαφορές. Έφυγε ο Λαφαγιέτ (40%), ο Ντάρντεν (41% ποσοστό καριέρας στην Euroleague), ο Σλούκας (35%) και ο Πέτγουεϊ (33%), ενώ έχασε πάρα πολλά παιχνίδια και ο καλύτερος catch-n-shoot παίκτης της ομάδας, ο Ματ Λοτζέσκι (43%). Αντ αυτών ήρθαν υποστηρικτικοί περιφερειακοί παίκτες που δεν απειλούσαν απ' έξω. Ο Τζόνσον-Όντομ ευστοχεί σε ένα τρίποντο τα δύο ματς, ο Στρόμπερι ξεκίνησε τη σεζόν με 17% και τώρα έχει 25%, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Χάκετ διέψευσε τα περσινά του στατιστικά σε ότι αφορά το σουτ, έχοντας ένα πολύ αξιόλογο ποσοστό (39%).

Παγιδευμένος σε δύο κόσμους

Πέρσι ο Ολυμπιακός απέκτησε παίκτες που θα μπορούσαν να ανοίξουν το γήπεδο. Να δημιουργήσουν δηλαδή χώρους για να δρα ο Σπανούλης. Αντίθετα ο σχεδιασμός φέτος ήταν διαφορετικός. Δεν ήρθαν παίκτες να υποστηρίξουν τον αρχηγό του Ολυμπιακού και την pick-n-roll φιλοσοφία, αλλά αμυντικογενείς παίκτες, που θα "σκληρύνουν" ακόμη περισσότερο την ομάδα και θα μπορέσουν να δώσουν μια διαφορετική διάσταση (πχ post-up παιχνίδι του Χάκετ). Όταν, δε, τραυματίστηκε ο αθλητικός Πάτρικ Γιανγκ, το πρόβλημα έγινε ακόμη πιο έντονο. Δεν υπήρχε ο παίκτης να ρολάρει. Δεν έπαιξε αυτό το ρόλο ούτε ο Τζέιμς, δεν μπορεί να τον παίξει ο βαρύς Μιλουτίνοφ, δεν ανταποκρίθηκε στις περιστάσεις ο Αγραβάνης, ενώ ούτε ο Ουόρικ ήταν ο παίκτης που πληροί αυτές τις προϋποθέσεις. Και αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι ο Ολυμπιακός προτιμά να παίζει pick-n-roll για παράδειγμα με τον Πρίντεζη, παρά με τον Ουόρικ όταν αυτός βρίσκεται στο παρκέ.

Οπότε ο Ολυμπιακός έζησε για πολλούς μήνες μεταξύ των δύο πλάνων. Αποτέλεσμα; Να δούμε τον Σπανούλη στην κανονική περίοδο να έχει 4.3 στο ranking (!) και νούμερα όμως 9.3 πόντοι, με 26% στα δίποντα, 24% στα τρίποντα. Η ομάδα δεν μπορούσε να δώσει στον Σπανούλη τη βοήθεια που χρειαζόταν για να τη βοηθήσει. Και από την άλλη βέβαια ένας παίκτης που έχει μάθει να παίζει διαρκώς με τη μπάλα στα χέρια δεν μπορούσε να δώσει στην ομάδα τη βοήθεια που χρειαζόταν στο διαφορετικό αυτό αγωνιστικό πλάνο. Και ξαφνικά ο Ολυμπιακός έπαιζε καλύτερα με το αμυντικογενές/αθλητικό του σχήμα παρά με τον Σπανούλη στο ρόλο του δημιουργού.

Δεν είναι τυχαίο σε καμία περίπτωση ότι κατά κύριο λόγο τα καλά παιχνίδια του Χάκετ και του Σπανούλη ήταν διαφορετικά. Ηλίου φαεινότερο ότι δεν μπορούν να παίξουν τόσο καλά μαζί. Παράδειγμα; Οι 14 πόντοι (4/9 σουτ, 4 κερδισμένα φάουλ) του Ιταλού στη Μαδρίτη ήρθαν στο χειρότερο ματς του Σπανούλη (1 πόντους, 0/6 σουτ, 3 λάθη). Ή ότι οι 16 του πόντοι (4/7 σουτ, 6 κερδισμένα φάουλ) κόντρα στη Μπαρτσελόνα ήρθαν στο ματς που ο αρχηγός του Ολυμπιακού είχε 11 πόντους με 5/10 σουτ, καμία ασίστ (!) και 4 λάθη.

Αντίθετα όταν ο Σπανούλης είχε 15 πόντους και 9 ασίστ με τη Μπάμπεργκ ο Χάκετ έμειν στουες 4 με 0/6 σουτ, ή όταν ο Σπανούλης είχε 18 πόντους και 6 ασίστ κόντρα στη Ρεάλ στο ΣΕΦ ο Ιταλός συμπαίκτης του αγωνίστηκε μόλις για 12 λεπτά. Χωρίς βέβαια να υπάρχουν και οι εξαιρέσεις όπως η ταυτόχρονα καλή τους απόδοση στα ματς με τη Μπαρτσελόνα (εντός) ή την ΤΣΣΚΑ (εκτός).

Η μπάλα που δεν πήρε μόνο τον αρχηγό του Ολυμπιακού, αλλά και τους παίκτες που ξεχώριζαν σ' αυτές τις συνθήκες. Όπως για παράδειγμα ο Βαγγέλης Μάντζαρης. Έτσι φτάσαμε στον "ελληνικό" Ολυμπιακό, που θύμιζε περισσότερο τα προηγούμενα χρόνια, χωρίς όμως να έχει τα κατάλληλα στηρίγματα από τον πάγκο. Με μεγαλύτερη απειλή από την περιφέρεια (τυχαίο το ρεκόρ καριέρας του Μάντζαρη σ' αυτό το διάστημα;), με καλύτερο spacing και ρόλους. Όλα αυτά μέχρι το κρίσιμο ματς όπου οι απουσίες (Μιλουτίνοφ, Λοτζέσκι, Γιανγκ) και το πρόβλημα του Πρίντεζη έπαιξαν καθοριστικό ρόλο.

Όλη η χρονιά ένα διαγώνισμα χημείας

Το μπάσκετ πρωτίστως είναι άθλημα χημείας. Και όχι μαθηματικών, αν έπρεπε να το μεταφράσουμε σε διδακτικούς όρους. Και ο Ολυμπιακός από το ξεκίνημα της χρονιάς μπήκε σ' αυτή τη διαδικασία. Μετά τον τραυματισμό του Γιανγκ ήρθαν τα πάνω-κάτω. Το βασικό 4άρι του Ολυμπιακού έγινε αναπληρωματικό 5άρι (Πρίντεζης). Ο Αγραβάνης δοκιμαζόταν και στις δύο θέσεις, χωρίς να κερδίσει καμία. Το 3άρι (Παπαπέτρου) έγινε δεύτερο 4άρι. Ο Στρόμπερι από το "2" πήγε μόνιμα στο "3". Ο Χάκετ που ξεκίνησε να μοιράζεται το χρόνο του με τον Μάντζαρη στο "1", πήγε και στο "2". Και μέσα σε όλα αυτά μια ομάδα που έχασε τον βασικό της σέντερ και κλήθηκε να απαντήσει εξαρχής στο ερώτημα "αν χρειαζόταν δεύτερο 4άρι πίσω από τον Πρίντεζη" έκανε τις εξής κινήσεις: πήρε εντελώς ξαφνικά τον Τζόνσον-Όντομ και τον Κώστα Παπανικολάου. Ένα γκαρντ και ένα 3άρι. Κι αν ο Παπανικολάου ήταν μια διαφορετική υπόθεση (και μια κίνηση που αποδείχτηκε προφητική καθώς έμεινε για πολύ καιρό έξω ο Λοτζέσκι), ο Τζόνσον-Όντομ περισσότερο μπέρδεψε, όπως αποδεικνύεται.

ΟΚ, υπερβολικό, αφού αποκτήθηκε ο Σον Τζέιμς ενδιάμεσα. Και έφυγε. Και έτσι έφτασε ο Ολυμπιακός να μην καλύψει τα προβλήματα του σε μια θέση που είναι νευραλγική λόγω του τρόπου που παίζει. Ο Τζέιμς έφυγε επειδή ακριβώς έπρεπε ο Ολυμπιακός να τον βοηθήσει, αντί να βοηθήσει αυτός τον Ολυμπιακό. Και ήρθε στο... παραπέντε ο Ουόρικ. Όχι ο παίκτης που έλειπε , όπως αποδεικνύεται από το ρεπορτάζ που θέλει τους Πειραιώτες αρχικά να τον απορρίπτουν και στη συνέχεια όταν έκλεισαν οι άλλες πόρτες να τον φέρνουν στο λιμάνι.

Το ότι ο Ολυμπιακός ωστόσο αντιμετώπισε εξ αρχής πρόβλημα χημείας δεν φαίνεται (μόνο) στο παρκέ. Δεν είναι υποκειμενική άποψη. Αποδεικνύεται εμπράκτως. Μια ομάδα που έχει αλλάξει τους περισσότερους παίκτες θέση μετατρέποντας την εξαίρεση σε κανόνα και έκανε τέσσερις προσθήκες κατά τη διάρκεια της χρονιάς, τότε δεν μπορεί παρά να έχει πρόβλημα χημείας.

Τι πήγε στραβά στη Μόσχα

Αν αναλύσουμε πιο προσεκτικά το τελευταίο παιχνίδι του Ολυμπιακού θα βρούμε πολλές απαντήσεις στο ερώτημα "τι έφταιξε". Σε μια ήττα 30 πόντων όλα πήγαν στραβά. Όλα θα μπορούσαν να γίνουν διαφορετικά. Ας σταθούμε όμως στο σημείο που ξέφυγε το παιχνίδι στο 2ο και στο 3ο δεκάλεπτο. Ήταν το σημείο που η άμυνα του Ολυμπιακού έχασε την ισορροπία της. Οι Πειραιώτες επέλεξαν την βασική τους pick-n-roll άμυνα, που είναι αρκετά επιθετική. Κόντρα στα hedge-out η Χίμκι ανταποκρίθηκε πολύ αποτελεσματικά. Το "κλειδί" ήταν η παρουσία ψηλών παικτών με τεχνική κατάρτιση που μπορούν να πασάρουν τη μπάλα. Ο Όγκαστιν και ο Τζον Μπουν στο λεγόμενο short roll (στο μικρό κόψιμο μετά το screen) γινόντουσαν δημιουργοί και έβρισκαν με άνεση τον αμαρκάριστο συμπαίκτη. Έτσι οι Πειραιώτες υποχρεωνόντουσαν να κυνηγούν διαρκώς τη μπάλα και επομένως να είναι ευάλωτοι και στα ριμπάουντ. Αυτό ήταν το βασικό τους πρόβλημα που έδωσε στους Ρώσους 15 επιθετικά (τα 11 στο πρώτο ημίχρονο). Ο ψηλός τους κυνηγούσε μακριά και οι υπόλοιποι βρισκόντουσαν διαρκώς σε μια διαδικασία να τρέξουν να μαρκάρουν, χωρίς να έχουν τις κατάλληλες θέσεις για να διεκδικήσουν το ριμπάουντ.

Είναι ένα πρόβλημα που είχε ο Ολυμπιακός και στο πρώτο ημίχρονο του ΣΕΦ απέναντι σ' αυτή την ομάδα. Στη συνέχεια κατέφυγαν σε άμυνα με αλλαγές και ζώνη, αλλά πλέον ήταν αργά. Η άκρως ποιοτική περιφέρεια της Χίμκι είχε ζεσταθεί, δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα. Μετά ήρθαν τα pull-up σουτ των Κοπόνεν και Σβεντ, ή τα τελειώματα του Όγκαστιν μετά τις πάσες των "κοντών". Μέχρι και άμυνα ζώνης έπαιξαν οι Πειραιώτες που προσπάθησαν να γυρίσουν το ματς, με όλα τα τρικ που κάνουν κατά τη διάρκεια του αγώνα, όπως για παράδειγμα το σχήμα με τον Πρίντεζη στο "5". Η Χίμκι, όμως, δεν είναι μια τυχαία ομάδα. Είναι μια ομάδα έδρας που συνηθίζει να "πατάει στο λαιμό" τον αντίπαλο όταν βρει τον ρυθμό της. Όπως και έγινε.

Μπορεί να φαίνεται περίεργο αλλά το μεγάλο πρόβλημα του Ολυμπιακού δεν ήταν τόσο ο Σβεντ που πέτυχε 17 πόντους στο ημίχρονο. Ο Ρώσος γκαρντ ήταν ο εκτελεστής. Ο δημιουργός όλων των προβλημάτων (πέρα από τους ψηλούς που έγιναν πασέρ μετά τα σκριν) ήταν ο Ταϊρίς Ράις. Ο ταχύτερος παίκτης της διοργάνωσης που είχε πρόβλημα με φάουλ στο πρώτο δεκάλεπτο, πάτησε το turbo στο δεύτερο, "τρύπησε" την άμυνα του Ολυμπιακού και έφτιαξε φάσεις για όλους τους συμπαίκτες του. Και κάπως έτσι ήρθε η μεγάλη διαφορά των δύο ομάδων στη δεύτερη περίοδο:

Την ώρα που ο Ολυμπιακός είχε 1/8 τρίποντα, 3 ασίστ και 2 λάθη, η Χίμκι με τον Ράις κουμανταδόρο είχε 5/10 τρίποντα, 6 ασίστ και κανένα λάθος!

Γενικότερα θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Ολυμπιακός δεν μπορούσε να βρει λύση στο σχήμα της Χίμκι με τους τρεις γκαρντ. Αυτό είναι ένα εξάλλου το πρόβλημα για όλες τις ομάδες που παίζουν απέναντι στους Μοσχοβίτες που παραθέτουν τρεις χειριστές ταυτόχρονα στην 5άδα: τον Ράις, τον Σβεντ και τον Ντράγκιτς. Το μαρκάρισμα του Παπανικολάου στον Σβεντ ήταν δύσκολο εξ αρχής. Όχι όμως ότι έκαναν καλύτερη δουλειά στο να σταματήσουν τους παίκτες τους και οι αμιγώς περιφερειακοί παίκτες του Ολυμπιακού, όπως ο Στρόμπερι, ο Χάκετ ή ο Τζόνσον-Όντομ.

Ο Ολυμπιακός θα γνωρίζει σήμερα (μέσω Βιτόρια) αν θα ελπίζει και την ερχόμενη βδομάδα. Και μετά θα επικεντρωθεί στο πρωτάθλημα για να διατηρήσει τα εν Ελλάδι σκήπτρα του. Να γλυκάνει τη γεύση, που συνήθως ως τελευταία μένει χαραγμένη. Δεν είναι η εποχή ούτε η στιγμή για "μνημόσυνα". Το κείμενο αυτό δεν είναι τέτοιο. Απλά παραθέτει ξανά όσα έχουν γραφτεί από την αρχή της σεζόν. Είχαν αναγραφεί ως τα στοιχήματα που έπρεπε να κερδίσει ο Ολυμπιακός. Στοιχήματα που προς το παρόν τα χάνει.

TAGS EUROLEAGUE
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ