Το φαινόμενο της πεταλούδας
Τι πρέπει να κάνουν; Αυτό που δεν θέλει ούτε η Ρεάλ, ούτε η ΤΣΣΚΑ. Ότι έγινε δηλαδή και στο 3o ματς. Ο Στέφανος Τριαντάφυλλος αναλύει τον Ολυμπιακό που έστειλε "αδιάβαστη" τη Ρεάλ και τον Παναθηναϊκό που θυμίζει τον Μοχάμεντ Άλι.
Το "αδιάβαστη" φυσικά έχει να κάνει με το "διάβασμα" και ο Μοχάμεντ Άλι με την πεταλούδα. Μπερδευτήκατε;
Τα κοινά σημεία;
Η εξέλιξη των αγώνων: Οι "αιώνιοι" μπήκαν αμφότεροι πολύ δυνατά στην αναμέτρηση και πήραν ένα προβάδισμα στο πρώτο ημίχρονο, που έφτασε και σε διψήφια επίπεδα. Στο δεύτερο ημίχρονο ένιωσαν την ανάσα των αντιπάλων τους, έχασαν το προβάδισμα στις τελευταίες φάσεις, αλλά αντέδρασαν σωστά.
Το αποτέλεσμα: Προφανώς... Πήραν τη νίκη, μείωσαν τη σειρά και τώρα καλούνται να την ισοφαρίσουν στο -κατά τη γνώμη μου- δυσκολότερο παιχνίδι που έχουν παίξει ως τώρα. Γιατί στο τρίτο ματς και με το σκορ στο 0-2 λειτουργεί πολύ περισσότερο (σε σχέση με τώρα) το ένστικτο της επιβίωσης.
Η απόδοση: Και οι δύο έπαιξαν καλύτερα από τον αντίπαλο τους. Φαίνεται από το σκορ, από την διακύμανση του σκορ και από το ranking.
Η έδρα: Και ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός στήριξαν ή έστω υποστήριξαν την τακτική τους στην έδρα. Ενέργεια, ριμπάουντ, επαφές, hustle plays. Οι "αιώνιοι" πήραν πόντους και άμυνες από τον τρόπο που έπαιξαν, από το παραπάνω που έβγαλαν, από τις φάσεις που "καθάρισαν" ξεπερνώντας την κόκκινη γραμμή. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει συνήθως σε παιχνίδια εντός έδρας και έχει να κάνει με την αυτοπεποίθηση, η οποία μεγάλωσε με τον τρόπο που ξεκίνησαν οι αναμετρήσεις (με προβάδισμα και καλή απόδοση).
Το κατόρθωμα: Ουσιαστικά αυτό που κατάφεραν οι δύο ομάδες είναι να υποχρεώσουν τον αντίπαλο σε ένα παιχνίδι που δεν τους αρέσει. Δηλαδή, ο Ολυμπιακός έκανε την Ρεάλ "να σκεφτεί" (και όχι να παίξει), ενώ ο Παναθηναϊκός το αντίθετο: έβαλε την ΤΣΣΚΑ σε μια διαδικασία να παίξει περισσότερο ατομικά και με τη μπάλα στο παρκέ από ότι της αρέσει.
Αυτό, βέβαια, χρειάζεται αρκετή ανάλυση και θα ήταν πιο χρήσιμο να ξεχωρίσουμε τα δύο παιχνίδια.
Διάβασμα και φάουλ
Ο Ολυμπιακός παρουσίασε ένα εντελώς διαφορετικό αγωνιστικό πλάνο σε σχέση με τα παιχνίδια της Μαδρίτης. Οι "ερυθρόλευκοι" επέλεξαν στην άμυνα να καταφύγουν σε αρκετές αλλαγές (τακτική που χρησιμοποιούσε ο Γιώργος Μπαρτζώκας στο ξεκίνημα της χρονιάς) ακόμη και μακριά από τη μπάλα, αναγκάζοντας τη Ρεάλ να σταματήσει απλά να... παίζει και να πρέπει να διαβάσει τα mismatch και να ψάξει τις κατάλληλες επιλογές.
Από τη στιγμή που οι Μαδριλένοι είναι μια ομάδα που παίζει κατά κύριο λόγο "από έξω προς τα μέσα", δηλαδή περιφερειακά, δίνοντας ελάχιστες μπάλες στο low-post (Μπουρούσης, Ρέγιες σαν "4" και Μίροτιτς μετά από αλλαγή), το αποτέλεσμα ήταν το ματς να πάει σε καταστάσεις ένας-εναντίον-ενός στα τελευταία δευτερόλεπτα. Η κλασσική εικόνα δηλαδή με τον Ρούντι και τον Σέρχιο να... κάνουν τα δικά τους.
Ναι, η Ρεάλ έχει το ταλέντο να το κάνει αυτό. Μπορεί δηλαδή να παίζει όλο το βράδυ έτσι. Όχι, αυτό δεν είναι μπάσκετ που κερδίζει όμως. Για παράδειγμα ο Φερνάντεθ έβαλε μερικά εκπληκτικά τέτοια σουτ. Θυμάται όμως κανείς ότι αυτό το έκανε κυρίως στο ξεκίνημα των ημιχρόνων, πριν δηλαδή κουραστεί από όλη αυτή τη διαδικασία; Εντέλει είχε 6/13 σουτ, χαρίζοντας αρκετά εύκολα αμυντικά ριμπάουντ στον Ολυμπιακό.
Μέσω αυτής της διαδικασίας στην οποία αφοσιώθηκε τακτικά η ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα (για αυτό δεν έπαιξε για παράδειγμα ο Σερμαντίνι και προτιμήθηκε ο Πέτγουεϊ του Πρίντεζη, ή για παράδειγμα έπαιξε στη μπάλα ο Κόλινς που είναι δυνατός και μπορεί να σπρώξει μες στο καλάθι), η Ρεάλ είχε μόλις 12 ασίστ, την ώρα που στο πρώτο ματς μοίρασε 16 και στο δεύτερο 17.
Το μοναδικό ουσιαστικό πρόβλημα ήταν ο Φελίπε Ρέγιες που έπαιξε περισσότερο από ότι συνήθως (22') και έκανε ζημιά πηγαίνοντας με δύναμη στο επιθετικό ριμπάουντ. Μπορεί να πήρε τελικά μόνο 2, αλλά επειδή ήταν μέσα σε όλες τις φάσεις, φάνηκε εντέλει σαν να πήρε 20.
Η στατιστική της "Βασίλισσας" ήταν "πεσμένη" σε πόντους (88, 82 και τώρα 76), ranking (108, 91 και 72!) και ποσοστό δύο πόντων (65%, 50%, 47%). Μην ξεχνάμε ότι ο Ολυμπιακός είναι η ομάδα με το καλύτερο ποσοστό διπόντων αντιπάλων (δηλαδή οι αντίπαλοι σούταραν χειρότερα απέναντι του, συγκριτικά με οποιαδήποτε άλλη ομάδα) στο Top-16 και μόλις στο 3ο ματς κατάφερε να κρατήσει χαμηλά τους Μαδριλένους.
Από εκεί και πέρα οι Πειραιώτες άπλωσαν την πίεση τους στο γήπεδο (με το "4άρι" να κάνει παγίδα για να διώχνει τη μπάλα από τα χέρια του πλέι-μέικερ), επιλογή που ταιριάζει καλύτερα σε εντός έδρας ματς, ενώ ήταν ιδιαίτερα σημαντικός ο τρόπος που διαχειρίστηκαν συνολικά τα φάουλ. Έκαναν δυνατά (βλέπε Κόλινς), απέφυγαν τα γκολ-φάουλ, σταμάτησαν αιφνιδιασμούς και γενικά έδωσαν το στίγμα τους και σε ότι αφορά τη συγκέντρωση και σε ότι αφορά την αποφασιστικότητα από τον τρόπο που σταματούσαν (αντικανονικά έστω) τον αντίπαλο. Είχαμε συζητήσει στο προηγούμενο άρθρο πόσο σημαντικά είναι τα φάουλ στο σύγχρονο μπάσκετ.
Ολοκληρώνοντας με το παιχνίδι του Ολυμπιακού θα πρέπει να σημειωθεί η σημασία του αποτελέσματος. Οι Πειραιώτες δεν κέρδισαν επειδή απλά έτυχε να είναι σε καλή μέρα. Για την ακρίβεια δεν ήταν. Σούταραν με 27% στο τρίποντο. Ήταν, όμως, αποφασισμένοι και συγκεντρωμένοι να κάνουν αυτά που χρειάζονται. Και έκαναν εντέλει ένα τόσο καλό παιχνίδι σε όλους τους άλλους τομείς, που κατάφεραν να κερδίσουν μέσα από τα ριμπάουντ, μέσα από την αμυντική τους προσέγγιση, μέσα από την ομαδικότητα τους (19) και φυσικά από την τακτική τους στο τέλος να κάνουν φάουλ στους 2 πόντους, ποντάροντας στην πίεση που έχει ένας παίκτης όταν σουτάρει δύο βολές και η ομάδα του είναι στο -2. Για αυτό και η διαφορά στο ranking σε ένα ματς που κρίθηκε στο τέλος ήταν τόσο μεγάλη (93 με 72).
Επιθετικά ο Ολυμπιακός κατάφερε να "απαντήσει" στην άμυνα της Ρεάλ, παίζοντας με ακόμη μεγαλύτερη ταχύτητα στο πέντε-εναντίον-πέντε, αλλάζοντας τις γωνίες των σκριν, αλλά και συχνά τη διάταξη του κατά τη διάρκεια των πικ-εν-ρολ για να βάλει προβληματισμούς στους Ισπανούς την ώρα που προσπαθούσαν να αναχαιτίσουν τον Σπανούλη.
Πίεση στη μπάλα
Ο Γιάννης Ντεντόπουλος το έθεσε εξαιρετικά γράφοντας για τους δείκτες του πάθους και τους δείκτες ποιότητας. Ο Παναθηναϊκός κυριάρχησε στις διεκδικήσεις για αυτό και τελικά πήρε τη νίκη. Είχε 13 επιθετικά ριμπάουντ (και 9 περισσότερα στο σύνολο), που του έδωσαν πολύτιμους πόντους στο τέλος, προσπάθησε να σπρώξει τη μπάλα μπροστά στον αιφνιδιασμό (ακόμη κι αν ακόμη δεν το κάνει αποτελεσματικά, αποδεικνύεται ότι πρέπει να το κάνει) και φέρει σε μια γενικότερη ανισορροπία τον αντίπαλο.
Το ματς ήταν σαν να βλέπεις αγώνα μποξ, σαν να παρακολουθείς τον Μοχάμεντ Άλι ("who flies like a butterfly") απέναντι στον βραδυκίνητο Τζο Φρέιζερ. Ε, τελικά ο Άλι πήγε το παιχνίδι εκεί που ήθελε.
Πως τα κατάφερε; Το κλειδί για την άμυνα του Παναθηναϊκού ήταν η πίεση. Βάζοντας χέρια στη μπάλα και αρνούμενος πάσες, το "τριφύλλι" χάλασε τις γωνίες και τα τρίγωνα της ΤΣΣΚΑ. Ουσιαστικά της αφαίρεσε το μεγάλο της πλεονέκτημα, το low-post παιχνίδι, την υποχρέωσε σε 9 λάθη στο 2ο ημίχρονο και την υποχρέωσε σε ένα παιχνίδι ντρίμπλας και όχι πάσας. Για αυτό και στο φινάλε ήταν χαρακτηριστικές οι φάσεις (και οι κακές επιλογές) του Σόνι Ουίμς να προσπαθήσει να κερδίσει μόνος του μια ομάδα, όπως και εκείνες που οι πάσες των Ρώσων κατέληγαν σε "πράσινα" χέρια. Όλο αυτό ήταν προϊόν της πίεσης.
Κι άλλη απόδειξη; Το γεγονός ότι σε αυτό το ματς, ειδικά στο 2ο ημίχρονο, ο Έτορε Μεσίνα κατέφυγε σε πιο ορθολογιστικά σχήματα παίζοντας δηλαδή με τον Βορόντσεβιτς (ο καλύτερος παίκτης της ΤΣΣΚΑ τη Δευτέρα του Πάσχα) και τον Κριάπα στο "4" και τον Φριτζόν να παίζει έξτρα χρόνο στο "2". Τα ψηλά σχήματα πήγαν περίπατο. Ο Φρέιζερ που λέγαμε.
Στην επίθεση ο Παναθηναϊκός δεν έλυσε τα προβλήματα του. Σκοράρει με το σταγονόμετρο (απόδειξη οι 10 ασίστ, οι μισές από τα χέρια του Διαμαντίδη), ειδικά από τη στιγμή που τα σουτ που βγάζει δεν καταλήγουν στον στόχο (24%). Από την άλλη ο Παναθηναϊκός όταν πήγε σε φάσεις 1on1, ακόμη και σε ενδιάμεσες επιθέσεις, κατάφερε να σκοράρει απέναντι στην ΤΣΣΚΑ, όπως έκανε για παράδειγμα ο Ράιτ που εξελίσσεται σε παίκτη-κλειδί. Στο τελευταίο ματς είχε 10 πόντους και 8 ριμπάουντ, την ώρα που οι προσωπικοί του αντίπαλοι (Τζάκσον και Ράιτ) είχαν 6 πόντους με 3/11 σουτ. Μαζί.
Ο Αμερικανός γκαρντ αποδεικνύεται καθοριστικός παίκτης για τον Παναθηναϊκός για αυτό και μετά τον Διαμαντίδη είναι ο γκαρντ με τον περισσότερο χρόνο συμμετοχής στη σειρά. Παίζει περισσότερο από τον Ούκιτς (18'), αλλά και τον Κάρι (11'). Αν και πρέπει να σημειωθεί ότι το προπονητικό τιμ του Παναθηναϊκού προσπαθεί να κάνει ακόμη καλύτερη διαχείριση στο χρόνο συμμετοχής του αρχηγού του Παναθηναϊκού, που σε αυτό το παιχνίδι ήταν πιο φρέσκος από τα άλλα ματς. Θα χρειαστεί να είναι, διότι από τη στιγμή που η ΤΣΣΚΑ τον "κλειδώνει" σε μια πλευρά, θα χρειαστεί να τρυπήσει την άμυνα και να απειλήσει το αντίπαλο καλάθι απέναντι σε ψηλότερους αντιπάλους.
Το ερώτημα: Τώρα τι γίνεται; Υπογραμμίστηκε ότι το 4ο παιχνίδι είναι το πιο δύσκολο για τις ελληνικές ομάδες. Είναι και το πιο καθοριστικό. Στο τρίτο ματς αποδείχτηκαν καλύτεροι των αντιπάλων και πήραν μια δίκαιη νίκη. Αν επαναλάβουν την ίδια τακτική προσέγγιση θα καταφέρουν να κερδίσουν. Αν βρεθούν και σε καλή μέρα θα γίνουν όλα ευκολότερα.