Ένας φαύλος κύκλος γεμάτος αδιέξοδα
Ο Θανάσης Κρεκούκιας γράφει "εκτός επικαιρότητας" για τη θλιβερή πραγματικότητα του ελληνικού ποδοσφαίρου που βρίσκεται πάντοτε στην επικαιρότητα. Μικρές ιστορίες καθημερινής τρέλας μέσα, έξω και επί τα αυτά. Πού; Μα στα ελληνικά γήπεδα φυσικά.
Οι φαύλοι κύκλοι, η φαυλότητα, οι ισχυροί και οι ανίσχυροι μιας θλιβερής ιστορίας.
Το ελληνικό ποδόσφαιρο και η απίστευτη ικανότητά του να δημιουργεί συνεχώς αδιέξοδα σε κάθε επίπεδο.
Γεια σας. Σε αυτή τη ζωή ο καθένας ότι θυμάται χαίρεται. Πρόκειται για μια φράση με συνεχείς εφαρμογές σε καθημερινή βάση. Για όλα τα γούστα. Σήμερα έχει εφαρμογή στο δικό μου πληκτρολόγιο. Και όχι επειδή χαίρομαι. Αλλά επειδή η έννοια «επικαιρότητα» είναι πολύ σχετική. Υπάρχουν γεγονότα που μπορεί να συνέβησαν πριν μια εβδομάδα, πριν δυο, πριν ένα μήνα, δυο, πέντε, δέκα. Αδιάφορο. Διότι η άρρωστη πραγματικότητα του ελληνικού ποδοσφαίρου φροντίζει να ανανεώνεται με συνεχείς αφορμές, υπενθυμίζοντας πως η φαυλότητα που κυριαρχεί, έχει δημιουργήσει έναν λαβύρινθο χωρίς έξοδο, αλλά με άπειρα αδιέξοδα.
Μια παρένθεση πριν ξεκινήσει το κείμενο. Οι εικόνες και τα γεγονότα που περιγράφονται στη συνέχεια, έχουν να κάνουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία με τον Ολυμπιακό. Απευθυνόμενος σε αναγνώστες που μπορούν να σκεφτούν, θέλω να πω το εξής: Η λογική αυτής της επιλογής δεν έχει να κάνει ούτε με κάποια δική μου αντι-ολυμπιακή στάση, ούτε επειδή στους υπόλοιπους συλλόγους και τα γήπεδά τους τα πράγματα είναι ρόδινα. Αντίθετα, έχει να κάνει με την εικόνα που πρέπει να βγάζει προς τα έξω ένας σύλλογος που θέλει να ονομάζεται ο κορυφαίος στην Ελλάδα. Γιατί είναι αυτός που με τη «συμπεριφορά» του σε όλα τα επίπεδα αποτελεί παράδειγμα για όλους τους υπόλοιπους. Κλείνει η παρένθεση. Και περνάμε στο προκείμενο.
Ένα ακόμη πρωτάθλημα φτάνει στο τέλος του, την Κυριακή είχαμε και το ντέρμπι αιωνίων σαν κερασάκι, ενώ στην ουρά της βαθμολογίας επικράτησε ένας μικρός πανικός, που ξεκαθάρισε μια ώρα αρχύτερα με τις καφρίλες στο ΟΑΚΑ και τον – δυστυχώς – διαφαινόμενο υποβιβασμό της ΑΕΚ. Τα αγωνιστικά τα γνωρίζετε όλοι μια χαρά, οπότε ας ασχοληθούμε με τα υπόλοιπα. Για να εξετάσουμε κατά πόσο τελικά το ποδόσφαιρό μας είναι ζωντανός οργανισμός. Όπως κάθε μαζική κοινωνική εκδήλωση. Με πλαίσια και κανόνες. Και βέβαια να ψάξουμε αν η δομή αυτών των πλαισίων και των κανόνων έχει λογική και λειτουργικότητα.
ΑΡΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΣΗΜΟ
Για να μην το ταλαιπωρούμε, από όποια πλευρά και αν το εξετάσει κανείς, ο «οργανισμός» αυτός μπορεί να είναι ζωντανός στη θεωρία (γίνονται πρωταθλήματα, βγαίνουν πρωταθλητές, υποβιβάζονται ομάδες, πηγαίνει κόσμος στα γήπεδα, ο Τύπος ασχολείται με όλα αυτά), στην πράξη όμως η «ζωντάνια» του είναι κάτι τόσο πολύ συζητήσιμο που στην πορεία χάνεται το ίδιο το νόημα αυτής της συζήτησης. Και αυτό συμβαίνει, επειδή οι «συνομιλητές» στην πλειοψηφία τους έχουν παγιώσει πλέον ως status quo έναν μονόλογο, όχι απλώς στείρο, αλλά και απολύτως καταστροφικό για το ίδιο το ποδόσφαιρο.
Σε ελεύθερη τροχιά ο "κομήτης"...
Αν θέλουμε να μαζέψουμε τις βασικές «ομάδες» που αποτελούν τον οργανισμό του ποδοσφαίρου, αυτές είναι οι σύλλογοι, οι φίλαθλοι και ο Τύπος. Γύρω τους, περιφερειακά, κινούνται και άλλες «ομάδες», τις οποίες θα δούμε αργότερα. Ξεκινώντας από τους τρεις βασικούς πυλώνες (δεχόμενοι ότι και το ελληνικό ποδόσφαιρο διέπεται από τις αρχές ενός ζωντανού οργανισμού), καταλήγουμε πολύ εύκολα – δυστυχώς – στο συμπέρασμα ότι το τελικό πρόσημο είναι εξόχως αρνητικό. Παντού μείον. Στους συλλόγους, στους φίλαθλους, στον Τύπο, στη διοίκηση του ποδοσφαίρου, στην περιφρούρησή του, στην αστυνόμευσή του, στην αθλητική δικαιοσύνη, στην ποινική δικαιοσύνη, σε όλα.
ΕΛΛΕΙΨΗ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
Η έλλειψη παιδείας είναι ο κυριότερος παράγοντας που έχει οδηγήσει το ελληνικό ποδόσφαιρο στην ολοκληρωτική απαξίωση. Πριν το αναλύσουμε, να προσθέσουμε ότι όπως κάθε «ζωντανός οργανισμός» που υπάρχει και λειτουργεί μέσα στην Ελλάδα, έτσι και το ποδόσφαιρο αποτελεί μια μικρογραφία αυτής της κοινωνίας. Καταλαβαίνουμε λοιπόν σχετικά εύκολα γιατί η βάση του οικοδομήματος είναι τελείως σαθρή. Το επίπεδο της κοινωνικής συμπεριφοράς είναι ανύπαρκτο στη χώρα μας. Και ο χώρος του ποδοσφαίρου δεν αποτελεί εξαίρεση. Η πλειοψηφία που ασχολείται με αυτό, διαθέτει μηδενικά «εφόδια» για να κατανοήσει οτιδήποτε.
Κανείς δε φρόντισε να μάθει στον παράγοντα, τον παίκτη, τον προπονητή, τι ακριβώς εκπροσωπεί συμμετέχοντας σε αυτό που είναι το δημοφιλέστερο άθλημα. Κανείς δεν δίδαξε σε όλους αυτούς συμπεριφορές, λογικές, αντανακλαστικά, έτσι ώστε να «προστατεύσουν» το προϊόν που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι και επάγγελμά τους. Κανείς δεν ασχολήθηκε με την αθλητική παιδεία, αφήνοντας τους φίλαθλους να χάσουν στη μεγάλη πλειοψηφία τους αυτή την υπέροχη ιδιότητα και να εξελιχθούν σε οπαδούς και κάφρους, αγνοώντας έννοιες όπως ο σεβασμός, το fair play, η αναγνώριση στην (πάντοτε πιθανή) ανωτερότητα του αντίπαλου.
Πώς και τί να σχολιάσει κανείς;
Ιδού ένα σοκαριστικό παράδειγμα από το κυριακάτικο ντέρμπι στο Φάληρο. Ο πατέρας μαζί με τον γιό του στο γήπεδο. Ο πιτσιρικάς δεν είναι με τίποτα πάνω από 12 χρονών. Πηγαίνει δηλαδή ακόμα δημοτικό. Σε μια ηλικία που όλα είναι υπό διαμόρφωση. Η μπλούζα που φοράει γράφει στην πλάτη: «Χανουμάκια, βαζελάκια ετοιμαστείτε. Του χρόνου έρχεται γαμήσι». Το δε «γαμήσι» με τεράστια, κεφαλαία γράμματα για να εντυπωθεί στο μυαλό του μικρού αλλά και σε όσους το βλέπουν. Ο πατέρας – ο οποίος προφανώς είναι αυτός που έφτιαξε το μπλουζάκι και το χάρισε στον γιό του – κάθεται και καμαρώνει για το «δημιούργημά» του. Ένας ακόμα κάφρος «εκκολάπτεται». Αν δεν έχει ήδη γεννηθεί…
Στη διάρκεια της φετινής σεζόν είχαμε μία από τα ίδια. Επεισόδια, τραμπουκισμούς, βία, ξύλο, ντου, βρισιές, καταστροφές, εκατέρωθεν ανακοινώσεις, φτωχό θέαμα, τα τρίτα πιο ακριβά εισιτήρια (πίσω από Αγγλία και Ισπανία) και ότι άλλο τραβάει η όρεξή σας. Έχουμε συνηθίσει βέβαια, οπότε τίποτε από αυτά δεν μας κάνει πλέον εντύπωση. Αποτελούν όχι απλά μέρος της αθλητικής πραγματικότητας, αλλά την ίδια την ποδοσφαιρική ρουτίνα. Αν με ρωτήσετε τι ήταν αυτό που με ενόχλησε περισσότερο από όσα είδα και άκουσα σε αυτή την αγωνιστική περίοδο που τελειώνει, θα κρατήσω δυο συμβάντα που έζησα στον επαναληπτικό αγώνα του Ολυμπιακού με τη Λεβάντε. Το ένα αφορά τους οπαδούς στις κερκίδες, το άλλο έναν «συνάδελφο». Αναδεικνύουν αμφότερα την «ταυτότητα» του ποδοσφαίρου μας.
IN MEMORY…
Γνωρίζουμε όλοι την ευαισθησία που έχει ο κόσμος του Ολυμπιακού στο θέμα των νεκρών της θύρας 7 τον Φεβρουάριο του 1981, κάτι απόλυτα φυσιολογικό. Μια ευαισθησία που έχει γιγαντωθεί με το πέρασμα των χρόνων, όχι μόνο λόγω της μνήμης εκείνης της μαύρης μέρας για ολόκληρο το ελληνικό ποδόσφαιρο, αλλά και γιατί κατά καιρούς, «απέναντι» έχουν βρεθεί αρρωστημένοι οπαδοί άλλων ομάδων που έχουν συλήσει πάνω σε αυτή την τραγωδία με ακατονόμαστα συνθήματα.
Η Λεβάντε, μαθαίνοντας την ιστορία αυτή, θέλησε να τιμήσει τη μνήμη των νεκρών της θύρας 7 με μια υπέροχη χειρονομία. Πήρε μια εμφάνιση της ομάδας της, έβαλε πίσω τον αριθμό «21» (όσοι και οι νεκροί), πρόσθεσε και τις λέξεις «In Memory» και την παρέδωσε την παραμονή του αγώνα στη διοίκηση του Ολυμπιακού. Αν δεν απατώμαι, το Sport24.gr ήταν το πρώτο που είχε γράψει την είδηση. Είχα ενημερωθεί εγώ από συναδέλφους της τοπικής Superdeporte για την πρόθεση των ανθρώπων της Λεβάντε και είχαμε ανεβάσει το θέμα στο site, ενώ στη συνέχεια δημοσιεύτηκε σε όλο τον ελληνικό Τύπο.
Τα εκατοντάδες σχόλια – τότε – κυρίως των φίλων του Ολυμπιακού, αλλά και φιλάθλων άλλων ομάδων, ήταν διθυραμβικά. Η συγκινητική – ομολογουμένως – πρωτοβουλία της Λεβάντε, προσέξτε εδώ, της πρώτης ξένης ομάδας που έκανε ποτέ κάτι τέτοιο, άγγιξε το θυμικό των μη μαθημένων σε τέτοιες εκδηλώσεις ποδοσφαιρικού πολιτισμού Ελλήνων. Βρέθηκα στο «Καραϊσκάκης» λίγες μέρες αργότερα για να παρακολουθήσω τον αγώνα. Και περίμενα μια έμπρακτη αναγνώριση στον αντίπαλο.
Ποδοσφαιρικός πολιτισμός...
Αυτό που ειλικρινά δεν περίμενα, ήταν τα συνθήματα που υποδέχτηκαν και συνόδεψαν την ισπανική ομάδα σε όλη τη διάρκεια του 90λεπτου. Η αισχρολογία απέναντι στους παίκτες της Λεβάντε ήταν μια ζωντανή απόδειξη του πόσο «πεθαμένη» είναι κάθε έννοια ζωής στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Και μην παραμυθιαζόμαστε με τον δήθεν μύθο των οπαδών. Όχι. Το «Καραϊσκάκη» σύσσωμο σκυλόβριζε αυτούς που φρόντισαν να τιμήσουν τους νεκρούς του. Θα μου πείτε, τι έπρεπε να γίνει ρε φίλε, να μη φωνάξουμε για την ομάδα μας;
Να φωνάξετε όσο γουστάρετε, να ξελαρυγγιαστείτε, να βγάλετε τα λυσσακά σας, αλλά να σεβαστείτε. Και το επιχείρημα ότι στα ελληνικά τα λέμε, σιγά μην καταλαβαίνουν, μου ακούγεται θλιβερό. Δεν θα αποδείξετε στη Λεβάντε ότι τη σέβεστε, στους εαυτούς σας θα το αποδείξετε. Είναι άθλιο – πάντα κατά τη γνώμη μου – να βρίζεις χυδαία αντίπαλους ποδοσφαιριστές, αλλά είναι πολύ χειρότερο να βγάζεις τον «βόθρο» σου σε αυτούς που στη δική τους φανέλα έγραψαν «In Memory».
Όσοι ξεστόμισαν εκείνο το βράδυ έστω και ένα μπινελίκι κατά των Λεβαντίνων, γνωρίζοντας τί είχε προηγηθεί (και πιστεύω ότι ήταν τεράστιος ο αριθμός αυτών που ήξεραν τη χειρονομία των Ισπανών), πρόσβαλλαν τους ίδιους τους νεκρούς τους. Εκτός και αν η «ένταση» σε ένα σχεδόν αδιάφορο ευρωπαϊκό ματς, είναι τελικά μεγαλύτερη από τη δύναμη της μνήμης.
ΑΠΟΒΡΑΣΜΑ, ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΑΝΩΝΥΜΟ
Δικαιολογία δε βρίσκω σε αυτό το συμβάν, ούτε μπορώ να κατανοήσω αυτή τη συμπεριφορά. Αν όμως είμαι αυστηρός απέναντι σε αυτούς που έβρισαν τους παίκτες της Λεβάντε (ειδικά, επαναλαμβάνω, αν γνώριζαν τι είχε προηγηθεί), τότε δεν μπορώ να βρω λέξεις για να χαρακτηρίσω το θλιβερό απόβρασμα που βρέθηκε να κάθεται ακριβώς δίπλα μου, στα δημοσιογραφικά του «Καραϊσκάκης». Με την ιδιότητα του δημοσιογράφου. Τι έγινε με αυτόν;
Κάποια στιγμή, στη διάρκεια του δεύτερου ημιχρόνου, ο Μάρτινς της Λεβάντε έπεσε στο χόρτο μετά από μαρκάρισμα ενός παίκτη του Ολυμπιακού. Κάποιοι οπαδοί, πολύ λίγοι ευτυχώς, θεώρησαν σωστό να μιμηθούν τους ήχους του πίθηκου, νομίζοντας προφανώς ότι αυτός ήταν ο τρόπος που ταίριαζε για να διαμαρτυρηθούν για την καθυστέρηση που θεωρούσαν πως έκανε ο Νιγηριανός. Την ίδια στιγμή, ο «δημοσιογράφος» δίπλα μου, άρχισε να κάνει τους ίδιους ήχους, συνοδεύοντάς τους μάλιστα και με κινήσεις, ενώ κοίταζε δεξιά και αριστερά του, θέλοντας να εισπράξει την επιδοκιμασία άλλων συναδέλφων.
Τα δημοσιογραφικά του "Καραϊσκάκης" - όπως και τα αντίστοιχα όλων των ελληνικών γηπέδων άλλωστε - φιλοξενούν κάθε καρυδιάς καρύδι.
Ο μοναδικός λόγος που δεν «ασχολήθηκα» μαζί του, είναι ότι σεβάστηκα τον χώρο στον οποίο βρισκόμουν. Σε όποιο γήπεδο και αν πάω, θεωρώ τον εαυτό μου φιλοξενούμενο και κατά συνέπεια δεν θέλησα να δημιουργήσω επεισόδιο. Όμως ο γίββωνας παρέμεινε εκεί. Και θα συνεχίσει να βρίσκεται εκεί, φροντίζοντας για την αντικειμενική ενημέρωσή σας. Αλλά παράλληλα και για να ξεφτιλίζει τη δημοσιογραφία. Γιατί αυτός ο τύπος είναι κλασικό παράδειγμα ανθρώπου που ποτέ του δεν ενδιαφέρθηκε να μυηθεί στην έννοια «λειτούργημα», όπως θα έπρεπε, όταν διάλεξε αυτό το επάγγελμα. Και δεν ήταν κανένα παιδάκι, στην ηλικία μου ήταν.
Τυπικό παράδειγμα κάφρου με παράσημο. Και υπάρχουν αμέτρητοι τέτοιοι στον χώρο. Πολλοί δε από αυτούς, παρασύρουν (κυρίως τους νέους συναδέλφους) με προπαγανδιστικές πρακτικές σε έναν εγκληματικά παράλογο ευνουχισμό, που μοναδικό σκοπό έχει την οπαδικά μονόπλευρη «ενημέρωση» και την εξαφάνιση της οποιασδήποτε επιχειρηματολογίας σε ένα επάγγελμα που όχι μόνο διαμορφώνει κοινή γνώμη στους μεγάλους, αλλά και γαλουχεί τις (ποδοσφαιρικές) συνειδήσεις των νέων.
ΕΝΑ ΛΕΠΤΟ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΠΑΡΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΟ
Τι να περιμένει όμως κανείς από τον χώρο, όταν οι διοικήσεις του είναι η μια χειρότερη από την άλλη; Συνδικαλιστές της συμφοράς στην πλειοψηφία τους, ένας θεός γνωρίζει τι ακριβώς εκπροσωπούν. Χαμένοι στο διάστημα και μέσα σε έναν ατελείωτο κυκεώνα ανούσιων ανακοινώσεων και ψηφισμάτων, έχουν χάσει κυριολεκτικά (και) τη μπάλα. Σαν φορείς, τόσο η ΕΣΗΕΑ, όσο και ο ΠΣΑΤ, μου είναι παγερά αδιάφοροι. Ειδικά από τότε που έφεραν πρόταση προς ψήφιση στα μέλη τους, οι «συνάδελφοί» τους στον ηλεκτρονικό τύπο να μην παίρνουν καμία ταυτότητα ΓΓΑ. Ως μέσο πίεσης…
Θέλησαν να καταστήσουν ομήρους τους «συναδέλφους» τους, για να πιέσουν τους εκδότες και τους ιδιοκτήτες. «Συναδέλφους», τους οποίους θυμούνται μόνο στις απεργίες, τότε που για 24 ώρες, από σερβιτόροι και μερεμετατζήδες (με όλο το σεβασμό προς τα συγκεκριμένα επαγγέλματα) ξαφνικά γινόμαστε και εμείς δημοσιογράφοι. Πάρτε ας πούμε για παράδειγμα, την αντίδρασή τους στα τελευταία γεγονότα που συνέβησαν στο «Καραϊσκάκης» με στόχο δημοσιογράφους. Κήρυξαν 15λεπτη στάση εργασίας στα ματς της 29ης αγωνιστικής.
Και προειδοποιούσαν (sic) στην ανακοίνωσή τους, ότι «αν οι αρμόδιες κρατικές αρχές και οι αντίστοιχες του ποδοσφαίρου, δε λάβουν τα μέτρα τους για να αποτρέψουν παρόμοιες καταστάσεις, τότε η απάντηση του δημοσιογραφικού κόσμου θα είναι σκληρή και οι κινητοποιήσεις θα κλιμακωθούν». Και για να καταλάβετε ποια είναι η θέση του δημοσιογραφικού κόσμου σε όλα αυτά, ακούστε αυτό: ΕΣΗΕΑ και ΠΣΑΤ προσκάλεσαν πριν δυο περίπου εβδομάδες σε σύσκεψη 80 μέλη τους, για να συζητήσουν το πώς θα αντιδράσουν μετά τα επεισόδια με τον Τομαρά και τον Γιαννόπουλο.
Στα 6 χρόνια που εργάζομαι στο Sport24.gr, αυτό είναι το μοναδικό δελτίο ελευθέρας εισόδου που έχω πάρει από την ΓΓΑ. Και αυτό, επειδή το 2010 είχα μέσα έναν γνωστό μου, ο οποίος "είχε πετύχει τον υπεύθυνο σε καλή διάθεση" εκείνη την ημέρα. Κατά τα άλλα, εγώ είμαι δημοσιογράφος και ο ΠΣΑΤ θέλει να με βοηθήσει να κάνω τη δουλειά μου.
Στη σύσκεψη παραβρέθηκαν τελικά καμία δεκαριά δημοσιογράφοι. Να ήταν 15; Μέχρι εκεί. Κατά τα άλλα όμως, με μια 15λεπτη αποχή από την κάλυψη των αγώνων της Κυριακής, ο δημοσιογραφικός κόσμος θα «διατράνωνε» την αντίθεσή του σε όσα συνέβησαν. Πίνοντας καφεδάκι, καπνίζοντας τσιγαράκι και κάνοντας καυλάντα μέχρι να περάσει το επίμαχο τεταρτάκι. Από εκεί και μετά όμως, η ανακοίνωση το λέει καθαρά, θα στέκεται συναδελφικά αλληλέγγυος σε όποια ντου και ξυλοφορτώματα ακολουθήσουν.
Με άλλα λόγια, ο γίββωνας που καθόταν δίπλα μου στο ματς με τη Λεβάντε, μαζί με διάφορους άλλους ξεπουλημένους, γκεμπελίσκους συναδέλφους του, την επόμενη φορά που κάποιοι κάφροι θα εισβάλλουν στα δημοσιογραφικά του «Καραϊσκάκης», του ΟΑΚΑ κλπ και θα περιποιηθούν όποιον γουστάρουν, δε θα μείνουν αγάλματα – όπως στο συμβάν με τον Γιαννόπουλο – αλλά αντίθετα, θα γίνουν έξαλλοι και θα εκφράσουν με όλους τους δυνατούς τρόπους την οργή τους προς τους δράστες και τη συμπαράστασή τους προς το θύμα. Η αρχή έγινε άλλωστε από την τελευταία συνάντηση, τότε που προσήλθαν 15 για να πάρουν την ιστορική απόφαση του 15λεπτου. Ένα λεπτό για κάθε παρευρισκόμενο…
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Ένα μεγάλο μέρος του «δημοσιογραφικού κόσμου» έγραψε κανονικότατα την απόφαση αυτή στα παπάρια του και μετέδωσε ή κάλυψε τα παιχνίδια από την αρχή. Η δε NOVA έδωσε το καλό παράδειγμα, βάζοντας περιγραφή από την αρχή των αγώνων. Αφού τα «θύματα» δεν ήταν δικά της. Όταν βέβαια θα πλακώσουν κανέναν δικό τους στις φάπες, τότε το πράγμα θα αλλάξει. Τότε ο περίφημος «δημοσιογραφικός κόσμος» θα κληθεί να δώσει σκληρή απάντηση. Σε έναν συνδικαλιστικό χώρο όπου οι έννοιες σοβαρότητα, αλληλεγγύη και ευαισθησία λάμπουν δια της απουσίας τους.
ΑΝΤΕΧΟΥΜΕ ΤΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ;
Ας αφήσουμε όμως την αστειότητα της ΕΣΗΕΑ και του ΠΣΑΤ, έτσι κι αλλιώς, λίγες ανάποδες, καμιά κλωτσιά και μερικά μπινελίκια σε κάποιους συναδέλφους που σε τελική ανάλυση δεν έχουν καν το προνόμιο να αποτελούν μέλη των ανωτέρω φορέων, δεν είναι και μεγάλη ζημιά. Οι παράπλευρες απώλειες δεν έχουν παρά ελάχιστη σημασία. Αν βέβαια, μας απειλήσουν το ασφαλιστικό ταμείο, τότε θα κατέβουμε όλοι μαζί στους δρόμους και θα γίνει της πουτάνας. Τότε ναι, θα ασχοληθούμε. Αλλά τώρα άσε μας μωρέ με το μαλακισμένο που πήγε να τραβήξει βίντεο και είχε το θράσος να φοράει και πράσινη φανέλα. Ας πρόσεχε.
Λίγα δευτερόλεπτα μετά το επεισόδιο στο "Καραϊσκάκης" με την επίθεση στον Γιαννόπουλο. Όλοι κοιτάζουν προς το σημείο του συμβάντος. Δείτε πού κοιτάζει ο σεκιουριτάς. Και για να μην παρεξηγηθώ, είναι ο τελευταίος που μου φταίει. Πριν από αυτόν, μου φταίνε όσοι τον εκπαίδευσαν, όσοι τον τοποθέτησαν εκεί και όσοι του αφαίρεσαν κάθε δυνατότητα να μπορεί να επέμβει.
Για να περάσουμε όμως στα δυο πρόσφατα γεγονότα. Ο μεν Τομαράς τις άρπαξε φεύγοντας από το γήπεδο (έξω από τα δημοσιογραφικά του «Καραϊσκάκης, μέσα όμως σε χώρο του γηπέδου), ο δε Γιαννόπουλος είδε τους τρεις σαλταδόρους να προσγειώνονται πάνω στα τραπέζια των δημοσιογραφικών. Αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, ο Ολυμπιακός έχει φτιάξει τα δημοσιογραφικά του με τη λογική των σύγχρονων γηπέδων της Ευρώπης. Βασισμένος σε έναν ποδοσφαιρικό πολιτισμό που υπακούει στο εξής αξίωμα: Οι φίλαθλοι που βρίσκονται δίπλα, σέβονται τον Τύπο και δεν υπάρχει η παραμικρή επαφή μαζί του. Για κανέναν λόγο.
Από τη στιγμή όμως που όλοι ξέρουμε ότι δεν υπάρχει ποδοσφαιρικός πολιτισμός στην Ελλάδα και πως από αυτόν τον κανόνα δεν εξαιρείται κανείς, οι προφυλάξεις θα έπρεπε να υπάρχουν για να προλάβουν τα δυο σκηνικά αλλά και για να αποτρέψουν οποιοδήποτε άλλο στο μέλλον. Η ΠΑΕ Ολυμπιακός είναι υποχρεωμένη να γνωρίζει ότι οι κάφροι δεν είναι αποκλειστικό «προνόμιο» των άλλων ομάδων. Η προπαγάνδα της τελευταίας εικοσαετίας (που συντηρείται από μεγάλη μερίδα του Τύπου), σύμφωνα με την οποία όποιος είναι Ολυμπιακός, είναι αυτόματα και μάγκας, παλικάρι, ξηγημένος και οπωσδήποτε όχι επικίνδυνος για το ποδόσφαιρο, μπορεί να πείθει αμόρφωτα παιδάκια, αλλά δεν επιτρέπεται να γίνεται ανεκτή από τη διοίκηση του μεγαλύτερου συλλόγου της χώρας.
Αν θέλετε να δεχτούμε ότι το ποδόσφαιρο είναι ζωντανός οργανισμός, τότε θα πρέπει να ξεκινήσουμε από τα βασικά. Αν πάρουμε λοιπόν όλους τους «κόσμους» των ελληνικών ομάδων, τους φίλαθλους δηλαδή του ΟΣΦΠ, του ΠΑΟ, της ΑΕΚ, του ΠΑΟΚ, του Άρη κλπ, τότε αξιωματικά εκεί μέσα θα βρούμε τα πάντα. Αγνούς φίλαθλους, τρελούς φίλαθλους, επικίνδυνους φίλαθλους, ρεμάλια, ρετάλια, κάφρους. Και ο κόσμος του Ολυμπιακού δεν αποτελεί εξαίρεση. Δεν είναι μια ξεχωριστή κοινωνία ο κόσμος του Ολυμπιακού, αγγελικά πλασμένη. Η ιστορία ενός συλλόγου και αυτά που αντιπροσωπεύει, δεν ορίζουν κατ’ ανάγκη ούτε το ποιόν των φιλάθλων του, ούτε – πολύ περισσότερο – τον χαρακτήρα τους.
Και αφού είδαμε τον δικό μας σεκιουριτά, ας δούμε και τον αντίστοιχο Ισπανό. Μέσα στο "Σαν Μαμές". Και οπωσδήποτε χωρίς σχόλια.
Οι κορυφαίες ομάδες στον κόσμο, Ρεάλ, Μπαρτσελόνα, Μπάγερν, Μίλαν, Μάντσεστερ κλπ, δεν έχουν δηλαδή ρεμάλια και κάφρους που να τις υποστηρίζουν; Σαφώς και έχουν, όμως εκεί τα περιθώρια για κάποιον από αυτούς να «καφρίσει» είναι από ελάχιστα έως ανύπαρκτα. Η πρώτη μεγάλη διαφορά μας είναι ότι εκεί υπάρχει η αθλητική παιδεία. Αλλά και για όσους ξεφύγουν από αυτή, υπάρχει η μηδενική ανοχή. Φανταστείτε τρεις σαλταδόρους σαν αυτούς του «Καραϊσκάκης», να έκαναν ντου στα δημοσιογραφικά του «Καμπ Νόου», του «Μπερναμπέου» ή του «Ολντ Τράφορντ».
Με απλά ελληνικά, αυτοί οι τρεις δεν θα ξανάβλεπαν το γήπεδο ούτε σε ζωγραφιά. Οι σεκιούριτι μαζί με την αστυνομία θα τους είχαν μπαγλαρώσει και ο σύλλογος θα απαγόρευε δια βίου την παρουσία τους εκεί μέσα. Από εκεί και μετά, θα ήταν η δικαιοσύνη που θα αποφάσιζε τι θα έκανε μαζί τους. Στα ισπανικά γήπεδα, η διακριτική παρουσία της αστυνομίας λειτουργεί προληπτικά. Αποθαρρύνει χωρίς να χρειαστεί να επέμβει. Και αυτό συμβαίνει σε μια χώρα όπου η φαντασία πρέπει να καλπάσει για να σκεφτεί κάποιος ότι θα επιτεθεί σε φίλαθλο της φιλοξενούμενης ομάδας ή (πολύ περισσότερο) σε δημοσιογράφο.
ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΑΝΟΧΗ Ή ΟΧΥΡΑ
Για να επιστρέψουμε στα δικά μας, ανεξάρτητα λοιπόν από το τι έκανε ο Γιαννόπουλος στα δημοσιογραφικά (το οποίο θα εξετάσουμε αργότερα), η ΠΑΕ Ολυμπιακός έχει δυο επιλογές. Η πρώτη: μηδενική ανοχή στον κάθε κάφρο που νομίζει ότι το γήπεδο είναι τσιφλίκι του και πιστεύει ότι μπορεί να αλωνίζει εκεί μέσα, σίγουρος για την ατιμωρησία του. Δεν επιτρέπεται αυτοί που ξυλοφόρτωσαν τον Τομαρά και οι τρεις που επιτέθηκαν στον Γιαννόπουλο μέσα στα δημοσιογραφικά, να συνεχίζουν να είναι θεατές μέσα στο «Καραϊσκάκης». Σε τελική ανάλυση, αν η διοίκηση του Ολυμπιακού πιστεύει ότι ο δικός της κόσμος είναι ξεχωριστός, ας το αποδείξει έμπρακτα, καθαρίζοντας τον χώρο των κερκίδων από κάθε παράσιτο. Και θα την παραδεχτούμε όλοι μαζί, τουλάχιστον οι υγιείς φίλαθλοι.
Αυτή η εικόνα των δημοσιογραφικών ακολουθεί πράγματι τα σύγχρονα ευρωπαϊκά πρότυπα. Από μόνη της όμως δεν είναι αρκετή.
Η δεύτερη επιλογή: αν θεωρείτε ότι δεν μπορείτε να διαμορφώσετε συνθήκες ασφαλούς εργασίας για τους δημοσιογράφους, τότε εγκαταλείψτε αυτό που δημιουργήσατε. Έναν χώρο δηλαδή δημοσιογραφικών σύμφωνα με τα σύγχρονα ευρωπαϊκά πρότυπα. Και φτιάξτε κάτι άλλο. Κλουβί, αμπρί, χαράκωμα, οχυρό, ότι θεωρείτε πιο ταιριαστό στην περίπτωση. Να είναι τουλάχιστον ίσες οι πιθανότητες. Στο γιουρούσι του εχθρού να μπορούν να υπερασπιστούν τις θέσεις τους οι αμυνόμενοι. Και οπωσδήποτε φτιάξτε μια ξεχωριστή έξοδο από το γήπεδο για τους δημοσιογράφους. Γιατί αν υπήρχε μια τέτοια, ο φουκαράς ο Τομαράς θα είχε πάει με ασφάλεια στο σπίτι του.
ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ "ΧΟΜΠΙ"
Οι επιθέσεις σε δημοσιογράφους τείνουν να εξελιχθούν σε ένα άκρως επικίνδυνο «χόμπι» των κάφρων. Όχι ότι δεν υπήρχαν ανάλογα φαινόμενα τα προηγούμενα χρόνια, όμως φέτος το πράγμα έχει ξεφύγει. Η σεζόν ξεκίνησε νωρίς νωρίς με τον Άρη Ασβεστά και την ενέδρα έξω από το σπίτι του. Συνεχίστηκε με τον Αντώνη Καλκαβούρα στο πάρκινγκ του ΟΑΚΑ (όχι, μην «ανησυχείτε», οι δημοσιογράφοι των υπόλοιπων αθλημάτων δίνουν και αυτοί το παρόν σε αυτή τη λίστα του θρασύδειλου φανατισμού). Και μέσα στο 2013 έχουμε την τριάδα του «Καραϊσκάκης» με τους Τομαρά, Γιαννόπουλο και Τσελίκα.
Όλοι αυτοί τις άρπαξαν είτε επειδή όσα γράφουν δεν αρέσουν σε κάποιους, είτε επειδή έχουν στοχοποιηθεί (οι ίδιοι ή τα μέσα στα οποία εργάζονται) όχι μόνο από θλιβερούς παράγοντες, αλλά ακόμα και από «συναδέλφους» τους. Τα είπαμε και πιο πάνω, στο βωμό της «καθαρότητας» διαφόρων «φυλών» αγρίων, σε αυτόν της παράλογης πρακτικής μιας μονόπλευρης, οπαδικής «αντικειμενικής» ενημέρωσης, ο τσαμπουκάς, οι απειλές, οι βρισιές και το ξυλοφόρτωμα λειτουργούν σαν όπλα εκφοβισμού και ξεκαθαρίσματος λογαριασμών. Το σκεπτικό (λέμε τώρα) είναι απλό. Δε γράφεις αυτά που «πρέπει» να γράφεις; Είσαι υποψήφιος να τις αρπάξεις. Τελεία.
Πάρτε παραδείγματα (Σαντιάγο Μπερναμπέου). Και μη θαυμάζετε μόνο τις ευρωπαϊκές ομάδες, αλλά και την οργάνωση και συνεργασία όλων των σχετικών με το ποδόσφαιρο φορέων στις πολιτισμένες ποδοσφαιρικά χώρες.
Αλλά και έτσι να μην είναι, οι «αφορμές» μπορούν να δοθούν ανά πάσα στιγμή. Όπως με τον Γιαννόπουλο που σήκωσε το κινητό του για να γράψει τη σκηνή ενός τσαμπουκά λίγες σειρές πιο μπροστά του, στην κερκίδα του «Καραϊσκάκης». Τον πήραν χαμπάρι οι τσαμπουκαλεμένοι, επιχείρησαν να μπουν στα δημοσιογραφικά από την κανονική είσοδο, προς τιμήν του ο φύλακας δεν τους άφησε και τότε οι εισβολείς σκαρφάλωσαν το προστατευτικό χώρισμα και έφτασαν στον στόχο τους. Έλουσαν με μπινελίκια τον συνάδελφο, του έβγαλαν τη μπλούζα επειδή ήταν πράσινη (sic) και πάνω στην ταραχή ένας από αυτούς του δάγκωσε το αυτί. Και στη συνέχεια εξαφανίστηκαν…
Θα μου πείτε τώρα, σε τι φταίει ο Ολυμπιακός στο όλο συμβάν; Η πρόθεσή μου, μετά από περίπου 3000 λέξεις κειμένου, δεν είναι να κατηγορήσω τον Ολυμπιακό. Σε τελική ανάλυση, οι άνθρωποι του συλλόγου και φρόντισαν τον συνάδελφο και ο τρόπος με τον οποίο του ζήτησαν να σβήσει το παράνομο (sic) βίντεο, ήταν, αν μη τι άλλο, ευγενικός. Το πρόβλημά μου όμως - και εκεί δεν αφήνω να πέσει απολύτως τίποτα κάτω - είναι η συνολική κατανόηση του τι επιτρέπεται και τι όχι μέσα σε ένα γήπεδο. Πώς ερμηνεύεται η κάθε κίνηση ενός δημοσιογράφου και γιατί. Και - οπωσδήποτε - με ποιο τρόπο χειρίστηκε στη συνέχεια το όλο θέμα ο πειραϊκός σύλλογος.
ΣΕ ΔΩΔΕΚΑ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Σύμφωνα με την υπερασπιστική γραμμή του Ολυμπιακού, στην εκδίκαση της υπόθεσης ενώπιον της Πειθαρχικής Επιτροπής της Super League, ο Γιαννόπουλος:
1. Ήταν παράνομος γιατί διέθετε κάμερα και κατέγραφε το γεγονός. 2. Έπρεπε να γνωρίζει ότι απαγορεύεται ρητώς να καταγράφει ότι του αρέσει (ειδικά μέσα στο γήπεδο). 3. Το γεγονός ότι κατέγραφε με την κάμερα τον κατέστησε ύποπτο. 4. Είπε ψέματα ότι του δάγκωσαν το αυτί για να δημιουργήσει εντυπώσεις. 5. Δεν κατήγγειλε το γεγονός στην αστυνομία ή στον παρατηρητή. 6. Δεν έκανε μήνυση. 7. Δεν υπέδειξε επί τόπου τους ενόχους. 8. Ήταν αυτός ο παράνομος και οι άλλοι του ζήτησαν τα ρέστα. 9. Αν διαπληκτίστηκε, αυτό δεν ήταν μεμπτό. 10. Θα έπρεπε να ενημερώνει τον Ολυμπιακό κάθε φορά που θα κατέγραφε την εικόνα του συλλόγου. 11. Ίσως να είχε χτύπημα λόγω πιθανής πάλης ή ενός φερμουάρ. 12. Και τέλος, η αντιπαράθεση που είχε, δεν έγινε κατόπιν παραβίασης του πλέξι γκλας, αλλά face to face.
Μέσα σε 12 προτάσεις ο νομικός εκπρόσωπος του Ολυμπιακού, όχι μόνο έκανε τη μέρα νύχτα, αλλά – προκειμένου να αθωωθεί ο σύλλογος – δε δίστασε καθόλου να προσβάλλει με κάθε δυνατό τρόπο τον συνάδελφο. Για την ακρίβεια, ήταν αδίστακτος. Μπορεί να ακούγεται βαριά η λέξη, αλλά φυσικά ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος είναι. Σε παρόμοιες απολογίες άλλων ΠΑΕ στο παρελθόν έχουμε ακούσει ανάλογα «τέρατα». Αφού το μοναδικό ζητούμενο είναι η «αθώωση». Με κάθε τρόπο. Ακόμα και με τέτοιο τρόπο που η λογική και η ηθική θα ποδοπατηθούν βάναυσα. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Και δαιμονοποιεί τον (κάθε) Γιαννόπουλο.
Μέσα σε 12 προτάσεις, ο συνάδελφος μετατράπηκε από θύμα επίθεσης σε παράνομο, ύποπτο, ψεύτη, αδιάφορο και άσχετο. Και αν μπορώ να αφήσω όλα τα υπόλοιπα να περάσουν ασχολίαστα, υπάρχει μια πρόταση που αποτελεί προσβολή σε κάθε έννοια κοινής λογικής και καταδεικνύει περίτρανα το γιατί έχουμε φτάσει εδώ που βρισκόμαστε. Πρόκειται για το νούμερο 8. "Ήταν αυτός ο παράνομος και οι άλλοι του ζήτησαν τα ρέστα". Με αυτή του τη φράση ο κ. Γιαννίκος - ελαφρά τη καρδία - απαλλάσσει στην ουσία τους κάφρους που έκαναν την επίθεση στον Γιαννόπουλο. Μέσα στο γενικότερο μπέρδεμα (δεν έγινε απολύτως τίποτα, αλλά και να έγινε δεν ήταν μεμπτό), τους δίνει - εμμέσως πλην σαφώς - δίκιο. Για να γλυτώσει τί; Βάλτε ότι θέλετε στη ζυγαριά. Πρόστιμο; Μεγαλύτερο πρόστιμο; Τιμωρία έδρας; Τί; Ποιο είναι αυτό που αν το βάλουμε στη μια μεριά της ζυγαριάς, θα είναι σημαντικότερο από τον ποδοσφαιρικό πολιτισμό;
Ξαναπάρτε παραδείγματα από το "Σαντιάγο Μπερναμπέου". Και από όπου αλλού θέλετε, αν σκοπεύετε να τους μοιάσετε.
Κλείνοντας την αναφορά στην υπερασπιστική γραμμή που επέλεξε η νομική εκπροσώπηση της ΠΑΕ Ολυμπιακός, να προσθέσω τούτο μόνο. Ο κύριος Μώραλης, πρόεδρος της Super League, θα πρέπει να νιώθει πολύ τυχερός που δεν διαψεύστηκαν ή δεν καταδικάστηκαν και οι δικές του φράσεις από τον κύριο Γιαννίκο. Όπως το «είναι αυτονόητο ότι καταδικάζουμε το συμβάν». Ή το «να συλληφθούν όσοι τα κάνουν και να δούμε τι μπορεί να γίνει». Επίσης το «ούτε κρύβουμε, ούτε κουκουλώνουμε, ούτε ξεσκεπάζουμε». Και το «κακώς στοχοποιούνται οι δημοσιογράφοι».
ΒΓΕΙΤΕ ΜΠΡΟΣΤΑ
Είπε όμως κάτι ακόμα ο κύριος Μώραλης στις δηλώσεις του: «Ήταν βαριά και άστοχη έκφραση στην ανακοίνωση του ΠΣΑΤ η συνενοχή». Θέλοντας να ξεκαθαρίσει ότι κατά τη γνώμη του ο Ολυμπιακός δε είχε καμία σχέση με τα δυο συμβάντα. Λοιπόν, εγώ να συμφωνήσω μαζί του. Στο δικό μου το κεφάλι δεν θέλει να χωρέσει η σκέψη ή ακόμα έστω και η υποψία, ότι ο Ολυμπιακός έχει σχέση με τις επιθέσεις στον Τομαρά και τον Γιαννόπουλο. Όμως και τα δυο γεγονότα συνέβησαν.
Και ο επίσημος Ολυμπιακός καλείται να περιφρουρήσει αυτό για το οποίο περηφανεύεται τόσο ο ίδιος, όσο και οι φίλαθλοί του. Δε φτάνουν μόνο οι τίτλοι και οι νίκες για να σε χαρακτηρίσουν ως τον κορυφαίο σύλλογο της χώρας. Πρέπει να το δείχνεις σε κάθε επίπεδο και σε κάθε ευκαιρία. Και πάνω απ’ όλα με κάθε κόστος. Δεν ταιριάζει στο προφίλ μιας ομάδας που ονομάζεται «θρύλος», να εμφανίζεται μπροστά σε μια πειθαρχική επιτροπή και να προσπαθεί να κάνει το άσπρο μαύρο, δίνοντας αυτούς τους απαράδεκτους χαρακτηρισμούς σε έναν δημοσιογράφο που δέχτηκε προφανέστατα άνανδρη επίθεση μέσα στο χώρο των δημοσιογραφικών από κάφρους.
Αυτή θα έπρεπε να είναι η κατάληξη κάθε κάφρου που θεωρεί το γήπεδο τσιφλίκι του ("Σαν Μαμές", Μπιλμπάο).
Και δεν ταιριάζει στην εικόνα ενός τέτοιου συλλόγου να μην μπορεί να περιφρουρήσει την εργασία και την ασφάλεια των δημοσιογράφων στο γήπεδό του, εξαφανίζοντας παράλληλα κάθε κακοποιό και επικίνδυνο στοιχείο από τις κερκίδες. Η παρουσία αστυνομικών στα δημοσιογραφικά του "Καραϊσκάκης" την περασμένη Κυριακή είναι θετική κίνηση και ας έγινε μετά την επίθεση στον Γιαννόπουλο. Πριν λίγο καιρό, ο κύριος Μαρινάκης είχε δηλώσει στους εκπροσώπους του Τύπου πως και αυτός «αλλιώς ονειρεύεται τον Ολυμπιακό». Στην μοναδική ίσως ελληνική ομάδα που δεν έχει αγωνιστικά, διοικητικά και οικονομικά προβλήματα, ο πρόεδρός της διαθέτει και δύναμη και εξουσία να αλλάξει τα κακώς κείμενα και να καθαρίσει το «Καραϊσκάκης» από οποιονδήποτε βάζει τον κακώς εννοούμενο φανατισμό και τη βία πάνω από τον ποδοσφαιρικό πολιτισμό.
Να ανεβάσει τον Ολυμπιακό όχι ένα, αλλά πολλά επίπεδα πάνω. Να τον κάνει παράδειγμα προς μίμηση για όλους τους υπόλοιπους. Να βγει μπροστά και να «παρασύρει» και τους άλλους μαζί του. Οι δυνατότητες για να το καταφέρει υπάρχουν, το γνωρίζουν όλοι. Οι προθέσεις όμως είναι αυτές που φέρνουν τα αποτελέσματα. Το να δούμε καθαρό με κάθε έννοια ποδόσφαιρο στην Ελλάδα, είναι κάτι που το εύχονται όλοι οι φυσιολογικοί άνθρωποι που αγαπούν το άθλημα. Που δε βλέπουν τη νίκη σαν αυτοσκοπό, αλλά θέλουν να διασκεδάζουν μέσα στα γήπεδα. Και να νιώθουν ασφάλεια. Είτε πάνε για να περάσουν ευχάριστα ένα δίωρο, είτε πάνε για να εργαστούν.
Γιατί αυτός είναι ο «ζωντανός οργανισμός» με το θετικό πρόσημο. Αυτόν προτιμούν οι υγιείς φίλαθλοι, αυτόν προσπαθούμε κάποια στιγμή να βιώσουμε και στην Ελλάδα. Γιατί τον άλλο, τον «νεκροζώντανο» τον βαρεθήκαμε τόσα χρόνια. Σιχαθήκαμε να ακούμε τους Κούγιες να μιλάνε για ροζ στρινγκάκια και γιαουρτώματα διαίτης και τους Μπέους να απαντάνε με τακουνάκια και ναύτες στην Ψυτάλλεια. Αυτού του επιπέδου οι «νεκροζώντανοι» είναι που συντηρούν τους φαύλους κύκλους και τα αδιέξοδα. Έχοντας στην υπηρεσία τους στρατιές από «ζόμπι». Μέσα και έξω από τα γήπεδα.
ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ ΤΟΝ ΒΟΘΡΟ
Τα βάλαμε με όλους, μοιράσαμε ευθύνες δεξιά και αριστερά, αλλά τελειώνοντας αυτό το κείμενο, να συμπληρώσουμε κάτι και για τα δικά μας. Τα του ελληνικού Τύπου και στην περίπτωσή μας, τα του αθλητικού. Γιατί και εδώ, εκτός από υγιή στοιχεία, έχουμε "νεκροζώντανους", ρετάλια, ρεμάλια και κάφρους. Και μάλιστα σε καθημερινή βάση. Με εμετικά πρωτοσέλιδα, με άρθρα που καλούν σε «ιερούς» πολέμους, με σχόλια συναδέλφων που επιτίθενται σε συναδέλφους, με την καφρίλα να σέρνεται πάνω στις γραμμές και μέσα στα πληκτρολόγια.
Η δημοσιογραφία (υποτίθεται ότι) επιτελεί ένα λειτούργημα. Ευτυχώς στο εξωτερικό, ο Τύπος που είναι σοβαρός, βρίσκεται πολύ μακριά από τις δικές μας συνταγές. Θα ανεβάσει τους τόνους, θα γίνει γραφικός, θα προκαλέσει ακόμα και την ειρωνεία, αλλά ποτέ δε θα βγει με κεντρικό τίτλο «γαμήστε τους», «πηδήξτε τους», «βαθιά όλο μέσα» κλπ. Εμείς εδώ έχουμε ανακαλύψει μια αμφίδρομη σχέση που με συνέπεια μαθηματικής εξίσωσης οδηγεί στην πλήρη απαξίωση του επαγγέλματος. Υπάρχουν εκδότες, διευθυντές, αρχισυντάκτες, συντάκτες (ολόκληρη η αλυσίδα δηλαδή) που απευθύνονται μόνο σε κάφρους.
Επίπεδο δημοσιογραφίας.
Έχουν επιλέξει για τους δικούς τους λόγους να έχουν αυτό το κοινό. Προφανώς το «συμφέρον» τους είναι τέτοιο, που έχουν αποφασίσει ότι ο αθλητικός Τύπος στην Ελλάδα πρέπει να είναι ντε και καλά ο χειρότερος σε όλο τον κόσμο. Επειδή όμως τα μαθηματικά δεν αστειεύονται, η εξίσωση που συνήθισαν να «λύνουν» εδώ και πολλά χρόνια, οδηγεί με επιστημονική ακρίβεια στα φαινόμενα που εξετάσαμε πριν. Ο κάφρος που «διαβάζει» και «ενημερώνεται» από τον βόθρο της πλύσης εγκεφάλου, τον οποίο συντηρούν οι «συνάδελφοι» και περιφρουρούν πολλές διοικήσεις, είναι ένας από τους βασικότερους λόγους που τα φαινόμενα βίας εναντίον δημοσιογράφων, έχουν αυξηθεί τόσο πολύ.
Μόνο που στην περίπτωσή μας, συνήθως καίγονται μόνο τα χλωρά. Γιατί τα ξερά απολαμβάνουν της προστασίας της πυραμίδας του παραλογισμού. Έχουμε φτάσει στο σημείο, ο Τύπος να «πρέπει» να δουλεύει για τους «υποστηρικτές» του. Να γράφει με τέτοιον τρόπο, ώστε να «μην κάνει κακό» στον Ολυμπιακό, στον Παναθηναϊκό, στην ΑΕΚ, τον ΠΑΟΚ και τους λοιπούς συγγενείς. Να (εξ)υπηρετεί τις ανάγκες των συλλόγων, τη δική τους πολιτική, τη δική τους λογική, το δικό τους συμφέρον. Όποιος το κάνει, από τη μια έχει την «προστασία» και δε χρειάζεται να φοβάται, αλλά από την άλλη χάνει την πραγματική του ιδιότητα. Και για να είμαστε δίκαιοι, όταν δεν τη χάνει απλά, αλλά την παραχωρεί από μόνος του, τότε είναι άξιος της μοίρας του.
Όπως λένε και οι φίλοι μου οι Ισπανοί, πιο δυνατά μπορώ να το πω, πιο καθαρά όχι.