OPINIONS

Τα "καλά παιδιά" του ελληνικού ποδοσφαίρου

Τα "καλά παιδιά" του ελληνικού ποδοσφαίρου

Ο Θέμης Καίσαρης γράφει για τα "καλά παιδιά" του ελληνικού ποδοσφαίρου και τον πελάτη που συνεχίζει να πληρώνει παρά τις ομορφιές που συμβαίνουν. Στην ταινία του Σκορτσέζε πάντως, τα "Καλά παιδιά" την πάτησαν...

Είναι απ’τα καλύτερα, αλλά και υποτιμημένα σημεία στα “Καλά Παιδιά” του Σκορτσέζε είναι η σεκάνς όπου αλλάζει ο αφηγητής. Σε όλη την ταινία πρωταγωνιστής και αφηγητής είναι ο Ρέι Λιότα, αλλά σε κάποιο σημείο, μετά το γάμο του ζευγαριού, το ρόλο παίρνει για λίγο η γυναίκα του, η Κάρεν.

Σχολιάζει τις γυναίκες των υπολοίπων μαφιόζων και μέσα σε λίγα λεπτά δίνει την αίσθηση το πως είναι να ζεις με σύζυγο μέλος της μαφίας. Μ’αρέσει αυτό το σημείο για έναν λόγο: η Κάρεν εξηγεί πως όλα της φαίνονταν φυσιολογικά, γιατί δεν έβλεπαν ποτέ άλλο κόσμο.

Μετά από ένα σημείο, όλα ήταν φυσιολογικά, τίποτα δεν φαινόταν σαν έγκλημα. Ήμασταν όλοι πολύ δεμένοι. Εννοώ πως δεν υπήρχαν ποτέ άγνωστοι ή ξένοι ανάμεσά μας. Απολύτως ποτέ. Τα κάναμε όλα μαζί. Εξόδους, φαγητά, διακοπές, γιορτές, γενέθλια. Και το γεγονός πως ήμασταν συνέχεια μαζί ήταν αυτό που τα έκανε όλα να φαίνονται απολύτως φυσιολογικά”.

ΣΤΟΝ ΜΙΚΡΟΚΟΣΜΟ (ΤΟΥΣ) ΟΛΑ ΜΟΙΑΖΟΥΝ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΑ

Τα πάντα σε ένα γκρουπ ανθρώπων μπορούν να φαίνονται φυσιολογικά σε όσους ανήκουν σ’αυτό το γκρουπ. Όσο περισσότερο χρόνο περνούν σε αυτό, όσο περισσότερο νοιάζονται για ο,τι συμβαίνει στο γκρουπ και μόνο μέσα σ’αυτό, τόσο περισσότερο κάνουν αποδεκτή την πραγματικότητά τους ως φυσιολογική και χάνουν την αίσθηση του πως φαίνονται στους απ’έξω.

Απόλυτα ταιριαστή εφαρμογή, ο μικρόκοσμος του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ιδιοκτήτες, παράγοντες, πολιτικοί, δημοσιογράφοι και οργανωμένοι οπαδοί. Ένα γκρουπ δεμένο τόσο σφιχτά, που έχει φτάσει στην απόλυτη ψευδαίσθηση: ζει τόσο καιρό μέσα σ’αυτόν τον μικρόκοσμο, επαναλαμβάνοντας διαρκώς τα ίδια και τα ίδια πράγματα, που πλέον όλα είναι φυσιολογικά.

Ο πόλεμος, οι αντιδράσεις, οι ανακοινώσεις δημοτικού σχολείου, οι εκφράσεις, οι βρισιές, η ευκολία με την οποία εξαπολύονται οι πιο βαριές κατηγορίες. Μαζί με όλα αυτά, η βία, η διαφθορά, οι μαφιόζικες επιθέσεις.

Συμβαίνουν για χρόνια, συμβαίνουν ανάμεσα στους “ίδιους”, στο ίδιο γκρουπ. Αποτέλεσμα, το γκρουπ συνεχίζει σαν αυτό να είναι το φυσιολογικό, έχοντας χάσει πια την αίσθηση του πως φαίνονται όλα αυτά στους απ΄έξω.

Ποιος νοιάζεται για τους απ’έξω", θα πει κάποιος, “ ποιοι είναι αυτοί που θα μας απασχολήσει το τι λένε”. Well, το θέμα εδώ δεν είναι μόνο το φαίνεσθαι, είναι πολύ πιο σημαντικό. Οι απ’έξω δεν είναι οι γείτονες για να τους πούμε “κοιτάτε τη δουλειά σας”.

ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ ΤΟ ΚΡΑΤΑΝΕ ΖΩΝΤΑΝΟ

Η αλήθεια είναι πως οι απ’έξω είναι οι μόνοι που κρατάνε το οικοδόμημα όρθιο. Είναι αυτοί που δίνουν κάθε μήνα τα λεφτά τους γιατί γουστάρουν να το βλέπουν αυτό το ρημαδιασμένο το πρωτάθλημα. Πληρώνουν κάθε μήνα και τα λεφτά τους κρατούν το μαγαζί ανοιχτό. Όποιος πιστεύει πως μπορεί η Super League να ζήσει χωρίς το συνδρομητικό συμβόλαιο να σηκώσει το χέρι του και να χαϊδέψει τον μονόκερο που σίγουρα κάθεται δίπλα του.

Οι “απ’έξω” είναι περισσότεροι απ’αυτούς που πηγαίνουν στα γήπεδα, είναι περισσότεροι απ’τον “υπέροχο κόσμο” των οργανωμένων, είναι περισσότερο απ’τα πέταλα. Εξακολουθούν να δίνουν κάθε μήνα τα λεφτά τους και αυτοί που τα παίρνουν και επιζούν χάρις σ’αυτά κάνουν τα πάντα για να τους δείξουν πως η επένδυσή τους είναι ηλίθια.

Οι άνθρωποι του ελληνικού ποδοσφαίρου, ο συνεταιρισμός των ομάδων που λέγεται Super League συνεχίζει να φέρεται λες και θέλει να πει σε όλους τους πελάτες του πως η γυναίκα τους έχει δίκιο. Τι τους λέει η γυναίκα τους; Αυτά, πάνω κάτω.

Είναι πεταμένα τα λεφτά που δίνεις για να βλέπεις αυτό το πράγμα, κόφτο. Είναι διεφθαρμένο, στημένο, χαμηλού επιπέδου, έχει εγκληματικές οργανώσεις, έχει μαφιόζικα χτυπήματα, έχει εμπρησμούς, αλητείες, τραμπουκισμούς. Δεν στο λέω εγώ. Το λένε οι ίδιοι: οι παράγοντες, οι ανακοινώσεις των ομάδων, οι τίτλοι των ΜΜΕ, τα άρθρα των δημοσιογράφων, το λέει η ίδια η κυβέρνηση που στέλνει την αντι-τρομοκρατική στην υπόθεση, το λέει η Λίγκα που δεν έχει καμία πρόταση, το λέει και ο εκάστοτε υπουργός, αφού πρώτα επιβάλει κι αυτός μια προσωρινή αναστολή”.

Ο “απ’έξω”, ο πελάτης, κουνάει το κεφάλι. Δεν έχει τίποτα να απαντήσει. Ξέρει πως είναι έτσι, δεν έχει αντίλογο πέρα απ’το “ εντάξει, θέλω να βλέπω την ομάδα μου, μια διασκέδαση έχω”. Συνεχίζει να πληρώνει κάθε μήνα αυτούς που κάθε μήνα φέρονται με τρόπο που του δείχνει πως δεν αξίζει να το κάνει.

Μπορεί να συνεχίσει για πάντα, μπορεί και όχι. Μέχρι να δούμε τι θα κάνει, ας σκεφτούν τα καλά παιδιά του ελληνικού ποδοσφαίρου πως τα “Καλά παιδιά” του Σκορτσέζε δεν είχαν καλό τέλος, στο τέλος την πάτησαν. Γιατί; Γιατί όταν συνηθίζεις τη δική σου πραγματικότητα, όταν όλα σου φαίνονται φυσιολογικά, δεν αργεί η στιγμή που χάνεις τελείως τον έλεγχο.

Τα "καλά παιδιά" του ελληνικού ποδοσφαίρου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ