Legacy, Loyalty, Lakers, Lebron
Ο Βαγγέλης Αρναούτογλου γράφει για τους ημίθεους των Λος Άντζελες Λέικερς που πλέον έχουν στην παρέα τους και τον GOAT του μπάσκετ, Λεμπρόν Τζέιμς.
Ήταν το μακρινό 1988 όταν είδα για πρώτη φορά τους Λος Άντζελες Λέικερς στην τηλεόραση, ήταν η πρώτη έγχρωμη που μπήκε τότε στο σπίτι μας, στη Νέα Φιλαδέλφεια, μια πανδαισία χρωμάτων πλημμύρισε το σαλόνι μας από εκείνη την τεραστίων διαστάσεων Blaupunkt με το εξόγκωμα προς τα πίσω. Μόνο το τηλεκοντρόλ πρέπει να ζύγιzε 4-5 κιλά, μια φορά σε έναν τσακωμό με τον αδερφό μου, προσγειώθηκε στο κεφάλι μου και το είχα νιώσει καλά.
Αντικρίζοντας το κίτρινο με το μοβ που αργότερα έμαθα ότι επρόκειτο για το φημισμένο 'purple and gold', στην αρχή πίστεψα ότι κάποιο λάθος έχει γίνει με αυτές τις φανέλες ή ίσως να τις απέδιδε με κακό τρόπο η γερμανική τεχνολογία. Εγώ ΑΕΚ ήμουν από τότε, όλα κιτρινόμαυρα τα ήθελα. Άλλωστε η χαρά μου δεν ήταν μεγάλη επειδή έβλεπα για πρώτη φορά τον Μάτζικ και τον Καρίμ -που μεταξύ μας, απλά ακουστά τους είχα έως εκείνη τη μέρα- αλλά διότι εκεί μέσα στο κουτί, έβλεπα έναν γνωστό μου... Τον Κυριάκο Ραμπίδη!
Από που τον ήξερα τον Κυριάκο, καλά καλά δεν είχα κλείσει τα 13 χρόνια μου τότε; Μα από τη συχνή παρουσία μου στο κλειστό της Νέας Φιλαδέλφειας αρκετά έτη νωρίτερα (στα 8 μου), τότε που έπαιζα στα μίνι του Ιωνικού και μετά καθόμουν να βλέπω τις προπονήσεις των ανδρικών ομάδων, είτε εκείνου, είτε της ΑΕΚ. Σε κάποια παιχνίδια, ήμουν ball boy, τότε καθόμασταν πίσω από τις τελικές γραμμές καθώς υπήρχε μεγάλη απόσταση από τους τοίχους που δεν υπήρχαν εξέδρες. Οι μπασκέτες κατέβαιναν από την οροφή και ο Κυριάκος ήταν ένας από τους λίγους που κάρφωναν ακόμα και στις προπονήσεις.
Το 1988, λοιπόν, οι Λέικερς κατέκτησαν το πρωτάθλημα του ΝΒΑ κόντρα στους Πίστονς και εμείς στην Ελλάδα λαμβάναμε τις πρώτες εικόνες από την κορυφαία λίγκα στον πλανήτη κι ενώ μια χρονιά νωρίτερα, η Εθνική είχε αναδειχθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης! Όλοι περίμεναν τα παιχνίδια του Άρη τις Πέμπτες που οι πόλεις ερήμωναν από αυτοκίνητα, όμως εγώ είχα πλέον ξετρελαθεί με τον Μάτζικ Τζόνσον. Αυτή η αρχοντιά, ο τρόπος που πάσαρε κοιτάζοντας αλλού, τα winning shots, το αστραφτερό χαμόγελο. Όλοι οι λόγοι για να τρέχω σε κάθε ευκαιρία στην Ομόνοια να προμηθευτώ αμερικανικά μπασκετικά περιοδικά γιατί το περίφημο Τρίποντο, δεν μου αρκούσε.
Από τότε, στο μυαλό μου οι Λέικερς ήταν το συνώνυμο της αφοσίωσης, διότι αυτή ήταν η εικόνα που ελάμβανα από τον Μάτζικ. Ήταν πάντα εκεί, δεν έφυγε ποτέ. Όταν το 1991, ανακοίνωσε ότι είναι φορέας του AIDS, κλονίστηκα όπως όλοι, κυρίως πνιγμένος από τα ηλίθια στερεότυπα της εποχής που χαλούσαν στο μυαλό μου την εικόνα που είχα για εκείνον. Και μετά, τον είδα να αφήνει το μπάσκετ και να δίνει όλη την ενέργειά του για να αλλάξει τον κόσμο γύρω από αυτή την άγνωστη ασθένεια.
Και μετά ήρθε ο Κόμπι...
Το 1996, είχαμε πλέον όλα όσα θέλαμε για το ΝΒΑ στην Ελλάδα και κυρίως, εικόνα, άπλετη εικόνα. Ο Κόμπι Μπράιαντ έκανε τα πρώτα βήματά του και οι ομοιότητες στον τρόπο παιχνιδιού του με εκείνον του Μάικλ Τζόρνταν, δημιουργούσαν την εντύπωση μιας συνηθισμένης ρέπλικας. Ο ίδιος ουδέποτε το αρνήθηκε ότι τον είχε ως είδωλο και πως προσπαθούσε να αντιγράψει κομμάτια του παιχνιδιού του για να γίνεται όλο και καλύτερος. Κι αν υπήρξε ένας που να τον πλησίασε τόσο ή ενδεχομένως και να τον ξεπέρασε σε κάποια επιμέρους σημεία, τότε ήταν μόνον αυτός!
Με τον Κόμπι, όλοι εμείς οι fans των Λέικερς, βρήκαμε το επόμενο σημείο της μπασκετικής αναφοράς μας, του προσδιορισμού μας μέσα από το ΝΒΑ. Δουλεύοντας για να γίνει "ένας που θα μοιάσει στον Τζόρνταν" όπως πολλοί τότε έλεγαν, εκείνος χρόνο με το χρόνο, ξεπερνούσε τον εαυτό του, προσπερνούσε τη σύγκριση και έχτιζε το δικό του μύθο. Όσο κι αν του έλεγαν ότι προσπαθεί να γίνει ίδιος με κάποιον άλλον, τόσο εκείνος ξόδευε ατελείωτες ώρες δουλεύοντας για να το καταφέρει. Δίχως να τον προσβάλει αυτή η νοοτροπία, χωρίς να τον ενοχλεί ή να τον αποκαρδιώνει.
Ο Μπράιαντ πήρε τρία σερί πρωταθλήματα δίπλα στον Σακίλ Ο'Νιλ και ο "Μεγάλος Αριστοτέλης" ήταν δεδομένα ο καταλύτης εκείνων των κατακτήσεων και ο MVP των τελικών. Μετά από χρόνια, ο "Σακ" θα παραδεχθεί ότι αν δεν είχαν φερθεί εγωιστικά, αν δεν είχαν διαλύσει αυτή τη σχέση, θα μπορούσαν να κατακτήσουν μαζί τουλάχιστον 3 πρωταθλήματα ακόμα. Τότε ο Κόμπι αντιμετώπιζε τις καταγγελίες για βιασμό και ο Ο'Νίλ δεν του είχε σταθεί. Πήγε στο Μαϊάμι, κέρδισε ακόμα ένα δαχτυλίδι, φάνηκε να είναι ο κερδισμένος της ιστορίας, όμως ο Μπράιαντ θα έβρισκε ξανά το δρόμο.
Ο Κόμπι δεν έφυγε στα δύσκολα, ενισχύοντας την αδηφάγα επιθυμία μου για αφοσίωση στους Λέικερς και μόνιμη δέσμευση μαζί τους. Κέρδισε δύο ακόμα δαχτυλίδια πρωταθλητή, αποχώρησε από το μπάσκετ, όπως ο Μάτζικ, δίχως να παίξει σε άλλη ομάδα του ΝΒΑ. Έφυγε όμως και από τη ζωή, αφήνοντας πίσω του μια ερημιά στις καρδιές μας, αυτή που δεν πίστευα για παράδειγμα ότι θα μπορούσε να καλύψει ποτέ ο Λεμπρόν.
Και τότε ο Τζέιμς αποφάσισε αφοσίωση!
Όταν οι Λέικερς αποφάσισαν να υπογράψουν τον Τζέιμς, δεν κρύβω ότι απογοητεύτηκα. Τον είχα πάντοτε στο μυαλό μου ως έναν τύπο που ήθελε να αποφασίζονται όλα με γνώμονα τι προτιμά εκείνος, να χτίζονται ομάδες γύρω του με δικές του επιλογές ώστε να κερδίζει δαχτυλίδια, όσα περισσότερα γίνεται. Ένιωθα ότι ήθελε να είναι πάνω από τις ομάδες, πάνω από το ίδιο το μπάσκετ. Δεν έδωσα καν σημασία όταν επέστρεψε στο Κλίβελαντ για να εξιλεωθεί, νιώθοντας τους είχε αφήσει τότε σύξυλους για να πάει στο Μαϊάμι και να πάρει τίτλους. Κακώς δεν το έκανα...
Ακόμα και όταν φόρεσε το δαχτυλίδι του πρωταθλητή με τους Λέικερς, στην περίεργη σεζόν της "φούσκας", δεν τον αποδέχτηκα όπως τον Μάτζικ και τον Κόμπι. Και τότε, μου έδωσε αυτό που πάντοτε περίμενα. Η επιθυμία του να τελειώσει το μπάσκετ ως "Λέικερ" αλλά πολύ περισσότερο το να ξεπεράσει στην κορυφή των σκόρερ όλων των εποχών τον Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ παίζοντας με αυτή τη φανέλα, τον έφερε (σχεδόν) στην ίδια θέση με τους άλλους δύο. Σήμερα τα ξημερώματα, έβαλα να δω το παιχνίδι. Ο Λεμπρόν ξεπέρασε τον Καρίμ, όμως οι Λέικερς έχασαν. Μέσα από το τεράστιο επίτευγμά του, ήταν εμφανής η απογοήτευσή του για την ήττα.
Ο Τζέιμς είναι ο GOAT του μπάσκετ και όχι επειδή είναι Λέικερ. Αυτό το είχα μέσα μου πάντοτε, άσχετα αν δεν ήθελα να το παραδεχθώ, είναι ένας υπεραθλητής που όμοιός του δεν έχει υπάρξει. Είναι 38 και παραμένει ένας από τους 3-4 κορυφαίους της λίγκας, αν δεν είναι ακόμα ο καλύτερος, όπως ο Γιάννης συνηθίζει να λέει. Έτσι θα είναι και μέχρι τα 40 του, όταν και θα αποφασίσει αν θα σταματήσει ή όχι.
Δεν περπάτησε στον αέρα όπως ο Τζούλιους Έρβινγκ και ο Μάικλ Τζόρνταν, δεν στεκόταν σε αυτόν περισσότερο από τον Μπράιαντ, δεν εφηύρε την πιο έξυπνη πάσα όπως ο Μάτζικ, δεν σκοράρει όπως ο Στεφ Κάρι, όμως ουδείς άλλος στην ιστορία του αθλήματος έχει καταφέρει να αλλάξει τόσο πολύ το δικό του μπάσκετ από χρονιά σε χρονιά, ώστε να είναι μόνιμα ο κορυφαίος. Διότι, στο φινάλε, και πάλι η λέξη αφοσίωση είναι αυτή που μετράει περισσότερο. Η αφοσίωση που έχει δείξει στο μπάσκετ ώστε να το κάνει ολοένα και πιο δύσκολο, αν όχι άπιαστο, για τους επόμενους.
O Βασίλης Σκουντής και ο Σπύρος Καβαλιεράτος σχολίασαν το θρυλικό ρεκόρ του ΛεΜπρόν Τζέιμς: