Έρικ Λίντελ: Ο θρήσκος δρομέας και "Οι Δρόμοι της Φωτιάς"
Σαν σήμερα (21/2) το 1945 έφυγε από την ζωή ο "ιπτάμενος Σκωτσέζος", Έρικ Λίντελ. Θρήσκος, χαρισματικός δρομέας, πηγή έμπνευσης για την ταινία "Οι Δρόμοι της Φωτιάς", όπου πήρε Όσκαρ ο Βαγγέλης Παπαθανασίου.
Ίσως η ιστορία του να μην γινόταν ποτέ γνωστή, αν το 1981 ο Χιου Χάτσον δεν δημιουργούσε την κινηματογραφική ταινία "Οι Δρόμοι της Φωτιάς", που απέσπασε -μεταξύ άλλων- Όσκαρ μουσικής με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου και θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα που αφορούν έργα με αθλητικό περιεχόμενο.
Πηγή έμπνευσης αποτέλεσε η ιστορία ενός ανθρώπου πολύ κοντά στον Θεό, ο οποίος υπήρξε ένας χαρισματικός δρομέας στίβου και έβαλε την... σφραγίδα του σε ηλικία 22 ετών στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού το 1924.
Δεν ήταν όμως μονάχα τα αθλητικά προσόντα του Έρικ Λίντελ, του θεολόγου με το παρατσούκλι "ιπτάμενος Σκωτσέζος", ο οποίος για τα "πιστεύω" του αρνήθηκε να τρέξει στα 100μ. και ο οποίος έφυγε μικρός από την ζωή σε στρατόπεδο συγκέντρωσης από εγκεφαλική αιμορραγία. Η ζωή του είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον...
Γεννημένος στις 16 Ιανουαρίου του 1902 στην πόλη Τιέν Τσιν της Κίνας, καθώς ο πατέρας του ήταν ιεραπόστολος εκεί, σε ηλικία πέντε χρονών μετακόμισε οικογενειακά στο Εδιμβούργο και η ενασχόλησή του με τον αθλητισμό δεν άργησε να έρθει.
Πρώτα με το ράγκμπι και μετέπειτα με τον κλασικό αθλητισμό, όπου κατάφερε να αφήσει το στίγμα του και να τρέξει στο υψηλότερο επίπεδο που γινόταν στους δρόμους ταχύτητας. Κάπου εδώ πρέπει να ειπωθεί πως στην ταινία υπήρξαν και ορισμένες ανακρίβειες που σχετίζονται με την ζωή του και τις αποφάσεις του.
Ένα χρόνο πριν σάρωσε στο εθνικό πρωτάθλημα και σύμφωνα με τους "Δρόμους της Φωτιάς" στον δρόμο για το Παρίσι έμαθε πως τα 100μ. θα διεξάγονταν Κυριακή και πως για λόγους θρησκευτικής ευλάβειας δεν θα αγωνιζόταν. "Η Κυριακή είναι αφιερωμένη στον Θεό", έλεγε πάντα ο Λίντελ. Έτσι, με βάση την ταινία, ο λόρδος Μπάργκλεϊ προσέφερε τη δική του θέση στη κούρσα των 400μ., αλλά η αλήθεια είναι κάπως διαφορετική.
Ο Λίντελ γνώριζε το πρόγραμμα των αγώνων τουλάχιστον μισό χρόνο πριν και είχε πάρει την απόφαση να μην τρέξει στα 100μ. και στις σκυταλοδρομίες που επίσης θα γίνονταν την ίδια μέρα. Εν ολίγοις, σε σχέση με το σενάριο, υπάρχει απόσταση, αν και πράγματι θρησκευτικοί λόγοι τον έκαναν να μην τρέξει σε αγωνίσματα που θα μπορούσε να πάρει μετάλλια.
Μάλιστα, υπήρξε και δριμεία κριτική από τους συμπατριώτες του, που ήθελαν να πανηγυρίσουν τη πρώτη νίκη της Σκωτίας στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αυτό, συνέβη τελικά στη κούρσα των 400μ. Την ημέρα, δε, που γίνονταν τα 100μ., ο ίδιος δεν ήταν καν στο στάδιο, αλλά σύμφωνα με την ταινία αποφάσισε να μεταβεί στην εκκλησία για Λειτουργία, διαδίδοντας το λόγο του Θεού. Η πιθανότερη εκδοχή είναι να είχε μείνει στο δωμάτιό του, σκεπτόμενος το αν πήρε την σωστή απόφαση.
Όσο για τον Μπάργκλεϊ που μνημονεύσαμε λίγο πριν, δεν ήταν στην ομάδα για τα 400μ. αλλά για τα 110μ. εμπόδια όπου και έμεινε εκτός τελικών. Χρίστηκε Ολυμπιονίκης τέσσερα χρόνια στα 400μ. με εμπόδια. Σχετικά με το αν ο Λίντελ μετάνιωσε για την απόφασή του, ο ίδιος δήλωσε πως ίσως να έπρεπε να είχε αποφασίσει διαφορετικά, τρέχοντας κανονικά και πως ίσως ο Θεός ο ίδιος να ήθελε να αγωνιζόταν στα 100μ.
Ένα χρόνο μετά, το 1925, επέστρεψε στην Κίνα, ώστε να βρεθεί στο πλάι του πατέρα του και στο ιεραποστολικό έργο διάδοσης του λόγου του Θεού. Κατά την διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, συνελήφθη από τους Ιάπωνες στην πόλη "Ουέι Φανγκ", οδηγήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου και πέθανε στις 21 Φεβρουαρίου 1945 από εγκεφαλική αιμορραγία.
"Θα ανέλθουν με φτερά ως αετοί και θα τρέξουν χωρίς καμιά κούραση".
Λίγα λόγια για την ταινία και τη μουσική της
Σπουδαίο ρόλο στην ταινία που έκανε γνωστή στα πέρατα της Γης τη ζωή του Έρικ Λίντελ, αποτέλεσε η μουσική που έγραψε ο Βαγγέλης Παπαθανασίου. Αν και η ταινία αναφέρεται στη δεκαετία του ‘20, χρησιμοποίησε ηλεκτρονικούς ήχους της δεκαετίας του ‘80, με ευρεία χρήση συνθεσάιζερ και πιάνου. Ιδιαίτερα η μουσική των τίτλων έναρξης, θεωρείται από τις κορυφαίες και δημοφιλέστερες στιγμές στην ιστορία της κινηματογραφικής μουσικής και έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον σε ταινίες και τηλεοπτικά σόου.
Η πρεμιέρα της ταινίας έγινε στις 30 Μαρτίου 1981 στο Λονδίνο, με την παρουσία των μελών της βασιλικής οικογένειας. Η επιτυχία ήταν μεγάλη και τα πρώτα βραβεία ήρθαν δύο μήνες αργότερα, στο Φεστιβάλ των Κανών. Στις 27 Μαΐου 1981 η ταινία κέρδισε το βραβείο δεύτερου ανδρικού ρόλου (Ίαν Χολμ) και το Οικουμενικό Βραβείο της κριτικής επιτροπής, ενώ ήταν υποψήφια για τον Χρυσό Φοίνικα. Την ίδια χρονιά ανακηρύχθηκε καλύτερη βρετανική ταινία, κατά τη διάρκεια της απονομής των κινηματογραφικών βραβείων BAFTA στο Λονδίνο.
Τον επόμενο χρόνο ήταν υποψήφια για επτά Βραβεία Όσκαρ. Στην τελετή της 29ης Μαρτίου 1982 κέρδισε τέσσερα, εκείνο της καλύτερης ταινίας (Ντέιβιντ Πάτναμ), πρωτότυπης μουσικής (Βαγγέλης Παπαθανασίου), πρωτότυπου σεναρίου (Κόλιν Γουέλαντ) και κοστουμιών (Μιλένα Κανονέρο).