Εθνική Ουγγαρίας, με όνομα βαρύ σαν ιστορία
Η Εθνική Ελλάδας δίνει ένα do or die παιχνίδι απέναντι σε μία πάλαι ποτέ υπερδύναμη του παγκοσμίου ποδοσφαίρου και το Sport24.gr παρουσιάζει την πορεία της Ουγγαρίας μέσα στο χρόνο: από το ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο και τα ασύλληπτα ρεκόρ της παρέας του Πούσκας μέχρι το χαστούκι από τη Σοβιετική Ένωση και την 30χρονη "κατάρα".
H μοίρα ή αν προτιμάτε η αυτοκαταστροφική τάση της Εθνικής ομάδας τα έφερε έτσι ώστε από την 5η κιόλας αγωνιστική των προκριματικών του Euro 2016 να ετοιμαζόμαστε για το πρώτο ματς-τελικό στο δρόμο προς τα γήπεδα της Γαλλίας το καλοκαίρι του 2016.
Το ραντεβού έχει οριστεί για το βράδυ της Κυριακής (21:45, live από το Sport24.gr) στην "Groupama Arena", το γήπεδο-στολίδι της Φερεντσβάρος, και η αντίπαλός μας Ουγγαρία μόνο ευκαταφρόνητη δεν μπορεί να χαρακτηριστεί.
Όχι μόνο για το γεγονός ότι έχει μαζέψει έξι βαθμούς περισσότερους σε σχέση με τη "γαλανόλευκη" σε σύνολο τεσσάρων αγώνων αλλά γιατί κουβαλάει πίσω της ένα ένδοξο παρελθόν το οποίο μοιάζει να είναι βγαλμένο από παραμύθι.
Ένα παρελθόν το οποίο είναι μπολιασμένο με δύο παρουσίες σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου και τρεις Ολυμπιακούς τίτλους αλλά πάνω απ'όλα από τη χρυσή εποχή του Πούσκας, του Κόκσις, του Μπόζικ, του Τσίμπορ και των υπολοίπων θρυλικών Μαγυάρων που μάγεψαν τα ποδοσφαιρικά πλήθη τη δεκαετία του '50 εφαρμόζοντας για πρώτη φορά αυτό που δύο δεκαετίες αργότερα ονομάστηκε "Ολοκληρωτικό Ποδόσφαιρο".
Λίγες ώρες πριν το σημαντικό ραντεβού της Εθνικής Ελλάδας στη Βουδαπέστη, το Sport24.gr ξετυλίγει το ταξίδι της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της Ουγγαρίας μέσα στο πέρασμα του χρόνου, μίας ομάδας που μπορεί να έχει εξαφανιστεί από προσώπου γης εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες αλλά που μπορεί να υπερηφανεύεται ότι κάποτε είχε μετατρέψει την Ουγγαρία σε ομφαλό της ποδοφαιρικής Γης.
➔ Η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Ουγγαρίας έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή της στους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1912 στη Στοκχόλμη και χρειάστηκε να γίνουν ορισμένες δωρεές προκειμένου να μπορέσει να συμμετάσχει στους Αγώνες. Η πρώτη της εμπειρία δεν ήταν πάντως και η πιο ευχάριστη όσον αφορά στο αποτέλεσμα αφού ηττήθηκε με 7-0 από την Αγγλία και αποχαιρέτησε νωρίς στη διοργάνωση.
Η Εθνική ομάδα της Ουγγαρίας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1912
➔ Το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου είχε τεράστιο αντίκτυπο στο ουγγρικό ποδόσφαιρο καθώς το έπληξε σε μία περίοδο ακμής του και έτσι χρειάστηκε να περάσει μία δεκαετία για να επανέλθει στο διεθνές προσκήνιο. Οι Μαγυάροι ήταν παρόλα αυτά οι πρώτοι στην ιστορία του ποδοσφαίρου που μετά το 1920 χρησιμοποίησαν ένα φουλ επιθετικό σύστημα: 2-3-5.
➔ Από το 1927 μέχρι το 1930 η Ουγγαρία συμμετείχε στο Europa Cup, που ήταν η πρώτη χρονικά διεθνής ποδοσφαιρική διοργάνωση, και σε αυτήν αγωνίστηκε μαζί με τις Αυστρία, Τσεχοσλοβακία, Ελβετία, Ρωσία και Γιουγκοσλαβία. Ουσιαστικά αυτό το τουρνουά προλείανε το έδαφος για την έλευση του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
➔ Το 1930 ήταν απούσα από το πρώτο μεγάλο ραντεβού μιας που δεν της δόθηκε πρόσκληση και δεν υπήρχαν αγώνες πρόκρισης (το Μουντιάλ της Ουρουγουάης περιελάμβανε 13 ομάδες και ήταν το μοναδικό στο οποίο δεν ήταν απαραίτητοι οι προκριματικοί αγώνες). Τέσσερα χρόνια αργότερα όμως εμφανίστηκε στα γήπεδα της Ιταλίας και έκανε ντεμπούτο σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου στις 27 Μαΐου 1934, επικρατώντας με 4-2 της Αιγύπτου. Στον προημιτελικό που έγινε στη Μπολόνια ηττήθηκε με 2-1 από τη γειτονική Αυστρία, σε ένα ματς που ήταν ιδιαίτερα βίαιο και μετά το τέλος του ο προπονητής των Αυστριακών, Χιούγκο Μάισλ, το αποκάλεσε "ματς-καυγά".
➔ Το τρίτο Παγκοσμίο Κύπελλο, το 1938, φιλοξενήθηκε στη Γαλλία προς τιμήν των Ζιλ Ριμέ και Ανρί Ντελονέ που ήταν οι εμπνευστές του, και στο Παρίσι το άστρο της Ουγγαρίας έλαμψε πιο πολύ από κάθε άλλη φορά. Στα προημιτελικά ξεπέρασε το εμπόδιο της Ελβετίας (2-0) και στα ημιτελικά αυτό της Σουηδίας (5-1), για να φτάσει έτσι στον μεγάλο τελικό όπου εκεί ηττήθηκε με 4-2 από τους ανώτερους (και κατόχους του τροπαίου) Ιταλούς.
Η διάταξη της περιβόητης Golden Team (Xρυσή ομάδα) του ουγγρικού ποδοσφαίρου και όχι μόνο
➔ Στο άκουσμα της φράσης "Total Football" το μυαλό όλων πηγαίνει ανεπαίσθητα στον Άγιαξ και στην εθνική Ολλανδίας που έφεραν επανάσταση στο ποδόσφαιρο τη δεκαετία του '70 με τον διαφορετικό (και σαφώς επιθετικότερο και ελκυστικότερο) τρόπο παιχνιδιού σε σχέση με τα μέχρι τότε δεδομένα της εποχής όμως η αλήθεια είναι πως η ομάδα που έπαιξε για πρώτη φορά αυτό που αποκαλούμε ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο είναι η εθνική Ουγγαρίας. Ο πυρήνας εκείνης της ομάδας που βαφτίστηκε "Χρύσή Ομάδα" και "Μαγικοί Μαγυάροι" ήταν έξι ποδοσφαιριστές: ο Φέρεντς Πούσκας (ρέκορντμαν σε γκολ στην εθνική ομάδα με 84), ο Σάντορ Κόκσις, ο Ζόλταν Τσίμπορ, ο Γιόζεφ Μπόζικ (ρέκορντμαν συμμετοχών στην εθνική ομάδα με 101), ο Νάντορ Χιντεγκούτι και ο Γκιούλα Γκρόσιτς (τερματοφύλακας).
➔ Με όλους αυτούς τους σπουδαίους παίκτες στην πρώτη γραμμή και υπό την καθοδήγηση του Γκούσταβ Σέμπες (στο τιμόνι της ομάδας από το 1949 μέχρι το 1957) η ουγγρική ποδοσφαιρική μηχανή παρήγαγε όχι μόνο εξαιρετικά αποτελέσματα αλλά και σούπερ θεαματικό ποδόσφαιρο, φέρνοντας μάλιστα σκορ που έχουν γράψει ιστορία. Τέτοια ήταν το 2-0 επί της Σοβιετικής Ένωσης στον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων του 1952, ο θρίαμβος με 6-3 επί της Αγγλίας (4-0 στο ημίχρονο!) μπροστά σε 105.000 θεατές στο "Γουέμπλεϊ" το 1953 (πρώτη εντός έδρας ήττα στην ιστορία των Άγγλων) που πήρε την ονομασία "Ματς του Αιώνα", το 7-1 επί του ίδιου αντιπάλου τον Μάιο του 1954 αλλά και το 9-0 επί της Νοτίου Κορεάς και το 8-3 απέναντι στη Δυτική Γερμανία στη φάση των ομίλων στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1954.
➔ Ήταν μάλιστα τέτοιο το αίσθημα της υπεροχής και της ανωτερότητας που εξεπέμπε η συγκεκριμένη ομάδα ώστε η ήττα της στον τελικό από τη Δυτική Γερμανία (προηγήθηκε με 2-0 αλλά ηττήθηκε με 3-2) να θεωρείται ως μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις -αν όχι η μεγαλύτερη- όλων των εποχών στο Μουντιάλ. Εκείνη η ήττα άλλωστε ήταν η πρώτη για τους φοβερούς Μαγυάρους μετά από τέσσερα ολόκληρα χρόνια ενώ η ανέλπιστη νίκη της Δυτικής Γερμανίας των Ραν, Έκελ και Βάλτερ πήρε την ονομασία "Το θαύμα της Βέρνης" και γυρίστηκε μάλιστα και κινηματογραφική ταινία πριν μερικά χρόνια εμπνευσμένη από αυτό το ιστορικό γεγονός.
Το ρολόι του τελικού Δυτική Γερμανία-Ουγγαρία (3-2) έχει τοποθετηθεί ως μνημείο έξω από το "Stade de Suisse"
➔ Ανεξάρτητα πάντως από την ήττα στον τελικό (σε ένα ματς που ο αρχηγός και ηγέτης της Πούσκας αγωνίστηκε προερχόμενος από τραυματισμό που δεν του επέτρεψε να είναι τόσο αποτελεσματικός όσο είχε συνηθίσει τους συμπατριώτες του), εκείνη η "Golden Team" του ευρωπαϊκού και του παγκοσμίου ποδοσφαίρου άφησε μία σημαντική προίκα πίσω της μέσα από εντυπωσιακα ρεκόρ μέσα στη δεκαετία του '50. Παραθέτουμε ενδεικτικά μερικά από αυτά:
✔ Από τις 4 Ιουνίου 1950 μέχρι τις 19 Φεβρουαρίου 1956 είχε ρεκόρ 42 νίκες, 7 ισοπαλίες και 1 ήττα (στον τελικό του Μουντιάλ του 1954), με το ποσοστό νικών της να ξεπερνάει το 90%.
✔ Για 73 συνεχόμενα παιχνίδια της πετύχαινε τουλάχιστον ένα γκολ (παγκόσμιο ρεκόρ). Το σερί της ξεκίνησε στις 10 Απριλίου 1949 και κράτησε μέχρι τις 16 Ιουνίου 1957.
✔ Έμεινε αήττητη για 4 χρόνια και 1 μήνα (από τις 4 Ιουνίου 1950 μέχρι τις 4 Ιουλίου 1954), το μεγαλύτερο διάστημα που έχει "αντέξει" κάποια ποδοσφαιρική ομάδα τον 20ο και τον 21ο αιώνα.
✔ Ο τεχνικός της Ουγγαρίας Γκούσταβ Σέμπες έχει το υψηλότερο ποσοστό νικών μέσα στο 20ο αιώνα για προπονητή που έχει κάτσει πάνω από 30 ματς στον πάγκο μίας ομάδας. Το ρεκόρ του ήταν 49 νίκες, 11 ισοπαλίες και 6 ήττες, ήτοι 82,58%.
✔ Ο Φέρεντς Πούσκας είναι ο παίκτης με τα περισσότερα διεθνή γκολ μέσα στον 20ο αιώνα (84) ενώ τα 27 γκολ που σημείωσε η Ουγγαρία στο Μουντιάλ του 1954 είναι ο μεγαλύτερος αριθμός τερμάτων που έχει σημειώσει κάποια ομάδα σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου (5,4 ανά ματς).
Οι παίκτες της Ουγγαρίας σε ομαδική φωτογράφιση το 1954
✔ Μετά τους Πούσκας και Πελέ, ο τρίτος κατά σειρά κορυφαίος σκόρερ σε διεθνές επίπεδο τον περασμένο αιώνα ήταν και αυτός Ούγγρος: ο Σάντος Κόκσις ήταν το alter ego του Πούσκας στη θρυλική ομάδα των Μαγυάρων έχοντας μάλιστα (σε αντίθεση με τους δύο πρώτους σκόρερ) πάνω από ένα γκολ κατά μέσο όρο σε κάθε παιχνίδι του. Συνολικά έστειλε 75 φορές τη μπάλα στα δίχτυα σε σύνολο 68 αγώνων!
✔ Το 9-0 επί της Νότιας Κορέας συνιστά τη μεγαλύτερη σε έκταση νίκη κάποιας ομάδας σε τελικά Μουντιάλ, ενώ ο Κόκσις κατέχει ακόμα το ρεκόρ με τα περισσότερα γκολ σε μία διοργάνωση (11 γκολ σε 5 αγώνες στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954, δηλαδή 2,2 ανά αγώνα!)
✔ Έγινε η πρώτη ομάδα εκτός Μεγάλης Βρετανίας που νίκησε μέσα στην έδρα της Αγγλίας μετά από 90 χρόνια ενώ ήταν η πρώτη εθνική ομάδα που νίκησε την Ουρουγουάη σε τελικά Μουντιάλ και η πρώτη στην ιστορία εκτός Νότιας Αμερικής.
➔ "Όταν κάναμε επίθεση, όλοι μας ήμασταν στην επίθεση, και στην άμυνα ήταν το ίδιο. Ήμασταν οι εφευρέτες του Ολοκληρωτικού Ποδοσφαίρου", έχει δηλώσει ο Φέρεντς Πούσκας για μία ομάδα που η διάταξή της έμοιαζε με 2-3-3-2. Δύο οι σέντερ μπακ, τρεις οι παίκτες στο χώρο του κέντρου (με τον έναν να είναι επιφορτισμένος με το να ακολουθεί τον σέντερ φορ στην περιοχή της ομάδας του) και τρεις οι παίκτες που αποτελούσαν τα στηρίγματα των δύο επιθετικών. Το προτέρημα αυτού του συστήματος ήταν πως επέτρεπε στην Ουγγαρία να προσαρμόζει πολύ γρήγορα το παιχνίδι της από άμυνα σε επίθεση και το αντίστροφο, με τους ποδοσφαιριστές να έχουν ωστόσο το χάρισμα να παίζουν σε όλες σχεδόν τις θέσεις.
➔ Αν και είχε πάρει αυτόματα το εισιτήριο της πρόκρισης για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1956 (ως κάτοχος του τροπαίου) η Ουγγαρία δεν πήρε μέρος στη διοργάση ενώ δύο χρόνια αργότερα στα γήπεδα της Σουηδίας έπεσαν ουσιαστικά οι τίτλοι τέλους εκείνης της σπουδαίας ομάδας που είχε για σύμβολό της τον "καλπάζων συνταγματάρχη" Φέρεντς Πούσκας. Και αυτό γιατί δεν κατάφεραν να πάρουν αυτόματα το εισιτήριο για τα νοκ-άουτ ματς μέσα από τη φάση των ομίλων και στον καθοριστικό αγώνα μπαράζ που έδωσαν απέναντι στην Ουαλία γνώρισαν την ήττα. Ήταν της μοίρας γραφτό το πρώτο γκολ του 17χρονου Πελέ σε τελική φάση Μουντιάλ να σημειωθεί κόντρα στους Ουαλούς.
Ο αρχηγός της Ουγγαρίας Φέρεντς Πούσκας και ο ομόλογός του της Αγγλίας Μπίλ Ράιτ οδηγούν τις ομάδες τους στον αγωνιστικό χώρο του "Γουέμπλεϊ"
➔ Μετά από το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο το 1952 και την παρουσία στον τελικό του Μουντιάλ το 1954, ίσως να νόμιζαν κάποιοι πως το μαγυάρικο ποδόσφαιρο είχε φτάσει στο peak του όμως η δεκαετία του '60 έδειξε πως υπήρχε ακόμα αρκετή βενζίνη στο ρεζερβουάρ της Ουγγαρίας. Σε αυτό το διάστημα πήρε μέρος σε τρεις Ολυμπιακούς Αγώνες και κατάφερε να αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα της. Το 1960 στην Ιταλία νίκησε τη διοργανώτρια χώρα στον μικρό τελικό (2-1) και κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο ενώ το 1964 και το 1968 πανηγύρισε back-to-back τίτλους: πρώτα νίκησε στο Τόκιο την Τσεχοσλοβακία (2-1) και φόρεσε για δεύτερη φορά χρυσό στέμμα σε Ολυμπιακούς Αγώνες ενώ στο Μεξιικό τέσσερα χρόνια αργότερα έκανε περίπατο κόντρα στη Βουλγαρία (4-1) για να πάρει τον τρίτο τίτλο της και να γίνει μία από τις πιο πετυχημένες ομάδες στο ολυμπιακό ποδοσφαιρικό τουρνουά με τρεις κατακτήσεις.
➔ Καθόλα αξιόλογη ήταν και η παρουσία στις δύο τελικές φάσεις Μουντιάλ που έγιναν εκείνη τη δεκαετία καθώς έφτασε ισάριθμες φορές μέχρι τα προημιτελικά ενώ ενδιάμεσα κατετάγη τρίτη στα τελικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1964, νικώντας 3-1 τη Δανία. Μέσα στη δεκαετία η Ουγγαρία γνώρισε μία ακόμα τιμητική διάκριση καθώς το 1967 ο επιθετικός της Φερεντσβάρος Φλόριαν Άλμπερτ κατέκτησε τον τίτλο της Χρυσής Μπάλας (ο μοναδικός Ούγγρος ποδοσφαιριστής που έχει αναδειχτεί ως ο κορυφαίος παίκτης των ευρωπαϊκών γηπέδων μέσα σε μία χρονιά).
➔ Ο επονομαζόμενος και "Λευκέ Πελέ" από το Τύπο της χώρας μετά από ένα εκπληκτικό παιχνίδι του κόντρα στη Βραζιλία στο Μουντιάλ του 1966 είχε οδηγήσει τη Φερεντσβάρος το 1965 στη μεγαλύτερη επιτυχία της ιστορίας της με το 3-1 επί της Γιουβέντους στον τελικό του Κυπέλλου Εκθέσεων (πρώην Κύπελλο UEFA). Ουσιαστικά ο Άλμπερτ ήταν ο πρώτος μεγάλος παίκτης της Ουγγαρίας μετά τη γενιά του Πούσκας, η οποία δεν επέστρεψε από τουρνέ στο εξωτερικό διαμαρτυρόμενη για την εισβολή των σοβιετικών τανκς στη Βουδαπέστη το 1956, καθώς επίσης και ο τελευταίος μεγάλος στράικερ που γέννησε το ουγγρικό ποδόσφαιρο.
Ο Φλόριαν Άλμπερτ έγινε το 1967 ο πρώτος και μοναδικός μέχρι σήμερα Ούγγρος ποδοσφαιριστής που κέρδισε το βραβείο της Χρυσής Μπάλας
➔ Η δεκαετία του '70 ξεκίνησε αρκετά καλά για τους Ούγγρους καθώς το 1972 πήραν το ασημένιο μετάλλιο στο ποδοσφαιρικό τουρνουά των Ολυμπιακών Αγώνων του Μονάχου (ήττα με 2-1 από την Πολωνία) και την ίδια χρονιά τερμάτισαν στην τέταρτη θέση στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Βελγίου (αυτό είναι το δεύτερο καλύτερο πλασάρισμά τους σε τελικές φάσεις Euro μετά το χάλκινο μετάλλιο το 1964), όμως το 1978 δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν τη φάση των ομίλων στο Μουντιάλ που φιλοξενήθηκε στην Αργεντινή κάνοντας τρεις ήττες απέναντι σε Αργεντινή, Ιταλία και Γαλλία.
➔ Ανάλογη ήταν η μοίρα της Ουγγαρίας και στα δύο μεγάλα τουρνουά που έλαβε μέρος μέσα στη δεκαετία του '80. Στο Μουντιάλ του 1982 (Ισπανία) ξεκίνησε με το εντυπωσιακό 10-1 επί του Ελ Σαλβαδόρ όμως αποκλείστηκε από τη φάση των ομίλων καθώς ακολούθησαν η ήττα από την Αργεντινή του Ντιέγκο Μαραντόνα (1-4 με δύο γκολ του "Πίμπε Ντ'Όρο") και η ισοπαλία 1-1 με το Βέλγιο. Τέσσερα χρόνια αργότερα ήρθε η κατραπακιά στην πρεμιέρα από τη Σοβιετική Ένωση με τη βαριά ήττα 6-0 η οποιά ουσιαστικά έφερε και τον αποκλεισμό στη φάση των ομίλων. Η παρουσία της αυτή στα γήπεδα του Μεξικού σήμανε και την τελευταία μέχρι σήμερα συμμετοχή της σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου ενώ οι ειδικοί του ποδοσφαίρου τοποθετούν την έναρξη της κρίσης του ουγγρικού ποδοσφαίρου από το ματς με τη Σοβιετική Ένωση.
➔ Να σημειωθεί πως τα δύο τελευταία γκολ που έχουν πανηγυρίσει οι Ούγγροι σε τελική φάση Μουντιάλ, στο 2-0 επί του Καναδά, είχαν ελληνικό άρωμα! Σκόρερ του πρώτου τέρματος των Μαγιάρων ήταν ο τότε παίκτης της ΑΕΚ (κατόπιν έπαιξε για λίγο και στον Παναθηναϊκό) Μάρτον Εστερχάζι και του δεύτερου ο Λάγιος Ντέταρι, ο οποίος δύο χρόνια αργότερα πήγε στον Ολυμπιακό για να αποτελέσει μία από τις πλέον πολύκροτες και πολυδάπανες μεταγραφές στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Η εθνική Ουγγαρίας το 1986 σε ομαδική φωτογραφια με τους Εστερχάζι (τέταρτος από αριστερά πάνω) και Ντέταρι (πρώτος από αριστερά κάτω)
➔ Τα χειρότερα πάντως οι Μαγυάροι τα βίωσαν μέσα στη δεκαετία του '90: τότε που η μοναδική πρόκριση για την Ουγγαρία ήταν στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα όπου γνώρισε τρεις ήττες σε ισάριθμα ματς ενώ το 1996 έπεσε στη χαμηλότερη θέση που είχε βρεθεί ποτέ στην κατάταξη της FIFA, την 87η. Αιτία για την καταβαράθρωση της εθνικής ομάδας ήταν κυρίως η οικονομική κρίση και το καθεστώς χρεοκοπίας που αντιμετώπιζαν οι άλλοτε πετυχημένες ομάδες της χώρας Φερεντσβάρος και Ουίπεστ (η πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος είχε συμπαρασύρει στο γκρεμό τους περισσότερους ουγγρικούς συλλόγους), με την παρακμή στο συλλογικό επίπεδο να φέρνει μαράζωμα και στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα.
➔ Ίδιο και απαράλλακτο το σκηνικό στην ανατολή του 21ου αιώνα, με τους Ούγγρους να θυμίζουν πλέον φαντάσματα του ένδοξου παρελθόντος τους και να παρακολουθούν πλέον τις μεγάλες διοργανώσεις από την... τηλεόραση. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2000 και μετά απέτυχαν να πάρουν το εισιτήριο της πρόκρισης σε τέσσερα Euro (2000, 2004, 2008, 2012) και ισάριθμα Μουντιάλ (2002, 2006, 2010, 2014) ενώ στην προκριματική φάση του Euro 2008 έπιασαν... πάτο χάνοντας ακόμα και από τη Μάλτα και καταλαμβάνοντας την 6η θέση στον όμιλό τους. . Μοναδικό highlight όλα αυτά τα χρόνια ήταν η νίκη με 2-1 επί της Σουηδίας στα προκριματικά του Euro 2012, μια νίκη που ήταν η πρώτη σε αυτόν τον αιώνα επί αντιπάλου που βρισκόταν σε υψηλότερη θέση στην κατάταξη της FIFA.
➔ Ούτε ο Λόταρ Ματέους, ούτε ο Έρβιν Κούμαν τους οποίους προσέλαβε η ουγγρική ποδοσφαιρική ομοσπονδία κατάφεραν να τραβήξουν το κάρο από τη λάσπη, σε ένα διάστημα μάλιστα που οι Μαγτάροι παίκτες που κατάφεραν να ξεχωρίσουν με το ταλέντο τους ήταν είδος προς... εξαφάνιση. Ο ένας ήταν ο Ζόλταν Γκέρα (επιτελικός μέσος) που έκανε δεκαετή καριέρα στην Premier League φορώντας τη φανέλα των Γουέστ Μπρομ και Φούλαμ και ο δεύτερος ο νυν ομοσπονδιακός τεχνικός της χώρας Παλ Ντάρνταϊ, ο οποίος αγωνίστηκε για 14 χρόνια με τη φανέλα της Χέρτα καλύπτοντας το ρόλο του αμυντικού μέσου.
Έχοντας ξεκινήσει καλά στα προκριματικά του Euro 2016 οι Ούγγροι διεθνείς φιλοδοξούν να οδηγήσουν την εθνική τους ομάδα σε τελική φάση μεγάλης διοργάνωσης για πρώτη φορά μετά το μακρινό 1986
➔ Το εντυπωσιακό είναι πως ο Ντάρνταϊ συνεχίζει ακόμα και σήμερα να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, όχι όμως μέσα από το γήπεδο αλλά από την άκρη του πάγκου... Η εντός έδρας ήττα με 2-1 από τη Βόρεια Ιρλανδία στην πρεμιέρα της προκριματικής φάσης του Euro 2016 έφερε την απομάκρυνση του (όχι και τόσο συμπαθούς στο φίλαθλο κοινό της χώρας) Ατίλα Πίντερ από την τεχνική ηγεσία και η ομοσπονδία εμπιστεύτηκε τον Ντάρνταϊ ο οποίος δείχνει να ανταπροκρίνεται.
➔ Αρχικά προσλήφθηκε ως υπηρεσιακός για τρία μόνο παιχνίδια και αφού έφερε εις πέρας το έργο του με επιτυχία έχοντας 2 νίκες (1-0 εκτός τα Νησιά Φερόε και 1-0 εντός τη Φινλανδία) και 1 ισοπαλία (1-1 εκτός με Ρουμανία), η ομοσπονδία ανακοίνωσε πως θα παραμείνει στη θέση του μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2015. Ο 39χρονος εργάζεται ως υπηρεσιακός τεχνικός στη Χέρτα αυτό το διάστημα όμως δύσκολα θα μπορούσε να γυρίσει την πλάτη του στην πρόταση της εθνικής ομάδας, Όπως άλλωστε αποκάλυψε, τον επηρέασε σημαντικά ο γιος του στην απόφαση αυτή λέγοντάς του: "Πρέπει να γυρίσεις πίσω γιατί χωρίς εσένα δεν πρόκειται να νικήσουν..."
➔ Λέτε ο "από μηχανής Θεός" Ντάρνταϊ να είναι ο άνθρωπος που ψάχνουν εδώ και τρεις δεκαετίες οι Ούγγροι για να σπάσει την κατάρα των διαδοχικών αποκλεισμών από τις μεγάλες ποδοσφαιρικές διοργανώσεις και να τους οδηγήσει ξανά στη Γη της Επαγγελίας; Τα έξι ματς που απομένουν μέχρι το φινάλε της προκριματικής φάσης του Euro 2016 θα μας δώσουν την απάντηση...