Λιούις Χάμιλτον: Άλλαξε οδηγικό στυλ και έγινε ο Νο1 πιλότος
Ο Λιούις Χάμιλτον είχε παραδεχθεί πως "ο εαυτός μου του 2007 δεν θα είχε καμία αναθεματισμένη ελπίδα να κερδίσει το πρωτάθλημα του 2018 και σκεφτείτε ότι ήταν ήδη πολύ γρήγορος". Το οδηγικό του στυλ άλλαξε και μπήκε στη λίστα με τους πολύ μεγάλους της Formula 1.
Η πίστα του Μάνυ Κουρ είναι χαμένη στο ανάγλυφο μιας απέραντης κιτρινοπράσινης πεδιάδας, την οποία ο Λιούις Χάμιλτον, ένας ασυνήθιστος Λιούις Χάμιλτον χωρίς τατουάζ, κουρεμένος γουλί και μ’ ένα πρόσωπο σχεδόν εφηβικό, στάθηκε πίσω από ένα παράθυρο της αίθουσας συνεντεύξεων, πάνω από τα πιτς, και κοιτούσε την πεδιάδα, κι έβλεπες καθαρά ότι το μυαλό του δεν ήταν στο εκεί και στο τότε.
Φαινόταν σαν να προσπαθεί να επεξεργαστεί όλο αυτό που συνέβη στη ζωή του. Τη δόξα, κυρίως. Εκείνο το μεσημέρι, μόλις είχαν τελειώσει οι κατατακτήριες του όγδοου grand prix του, το καλοκαίρι του 2007 στη Γαλλία, κι είχε καταφέρει να τρυπώσει ανάμεσα στις Ferrari.
Κάτω του, ένα μικρό ποτάμι ανθρώπων έρεε γαλήνια στα πιτς, δίχως την παραμικρή έγνοια στον κόσμο. Όταν ο πρώτος από τους ανθρώπους κοίταξε ψηλά στα τζάμια της αίθουσας συνεντεύξεων και ανάμεσα στο καθρέφτισμα του ήλιου στο γυαλί είδε μια σιλουέτα κάπως γνωστή, προσπάθησε να εξακριβώσει αν όντως ήταν αυτός που φανταζόταν, και άρχισαν όλοι να κοιτούν προς τα εκεί.
Ο Λιούις, τότε, έκανε κάτι που κανένας τοπ οδηγός -και φυσικά ο μελλοντικός εαυτός του- ποτέ δεν θα έκανε: πήγε πιο κοντά στο παράθυρο, αποκαλύφθηκε, και στάθηκε εκεί πέντε λεπτά χαιρετώντας και χαμογελώντας και κάνοντας απολύτως σαφές ότι η φήμη ήταν κάτι φοβερά γλυκό, σχεδόν ως ένας καινούριος αναπόδραστος εθισμός, αλλά και εντελώς αμήχανο, προς το παρόν, για εκείνον.
«Ο εαυτός μου του 2007 δεν θα είχε καμία αναθεματισμένη ελπίδα να κερδίσει το πρωτάθλημα του 2018 - και σκεφτείτε ότι ήταν ήδη πολύ γρήγορος», είπε -με τα τατουάζ τώρα, και με την ξανθιά του βαμμένη φράντζα, κι απόμακρος, πια- ο Άγγλος, για το οδηγικό και τεχνικό βάθος στο οποίο έπρεπε να κατεβεί ώστε να κερδίσει τον Σεμπάστιαν Φέτελ και τη Ferrari για το πρωτάθλημα του 2018. «Ήταν δύσκολα, το 2007, αλλά κοιτώντας πίσω, σήμερα, εκτιμώ πολύ εκείνη τη χρονιά, αλλά εύχομαι μόνο να ήξερα τότε όσα ξέρω σήμερα», συνέχισε.
Η αγωνιστική μεταμόρφωση του Λιούις Χάμιλτον, που κορυφώθηκε το 2018, είναι τουλάχιστον ίδιου διαμετρήματος με τη μεταμόρφωση ενός αμήχανου παιδιού από το εργατικό Στίβενεϊτζ σε μια εκκεντρική mainstream κοσμική φιγούρα της μόδας από τους ίδιους ατζέντηδες με τον Ντέιβιντ Μπέκαμ, και έπειτα σ’ ένα είδωλο με το οποίο σχεδόν κάθε μέσος αφρο-αμερικανός νιώθει ότι μπορεί να ταυτιστεί.
Και, πέραν του ότι έγινε μόλις ο τρίτος άνθρωπος της Ιστορίας με πέντε πρωταθλήματα, δίπλα στον Χουάν Μανουέλ Φάντζιο και τον Μίκαελ Σουμάχερ, οι αρετές με τις οποίες ο Λιούις έντυσε με τα χρόνια την ωμή και ακατέργαστη ταχύτητα του 2007 είναι βγαλμένες από το απώτατο οδηγικό βάθος που μόνο πολύ λίγοι πολύ μεγάλοι οδηγοί της Ιστορίας της Formula 1 έχουν βρεθεί.
ΑΛΛΑΖΟΝΤΑΣ ΟΔΗΓΙΚΟ ΣΤΥΛ
Ο Λιούις μπήκε στη F1 ως ο τελευταίος μεγάλος υπερστροφικός οδηγός της - δηλαδή, με την ανάγκη μιας όχι απόλυτα σταθερής ουράς του μονοθεσίου. Καθώς οι μηχανικοί της McLaren, στις πρώτες του δοκιμές το 2006, παρατηρούσαν στην τηλεμετρία τα γλιστρήματα των πίσω τροχών της McLaren-Mercedes, ειδικά στην είσοδο της στροφής, το τελευταίο που περίμεναν ν’ ακούσουν από τον Λιούις όταν θα επέστρεφε ήταν πως η ουρά του μονοθεσίου του φάνηκε μια χαρά. Όμως, έτσι έγινε.
Τα «πλασαρίσματα» του Χάμιλτον στην είσοδο της στροφής, μετά τα βίαια φρένα σε ευθεία, ναι μεν στερούσαν λίγη από την κεκτημένη ταχύτητα, όμως ήδη στο κέντρο της στροφής ο Λιούις είχε πετύχει να τοποθετήσει το μονοθέσιο ακριβώς στη γεωμετρία που ήθελε για να πέσει νωρίτερα, και -το κυριότερο- με ευθυγραμμισμένους τροχούς, στο γκάζι και να εφορμήσει προς το apex της εξόδου. Το έκανε και ο Χουάν Πάμπλο Μοντόγια νωρίτερα, δεν ήταν κάτι καινούριο -κι ο ίδιος ο Χάμιλτον παραδέχθηκε ότι ξεσήκωσε την οδήγησή του από το ίνδαλμά του, Άιρτον Σένα-, αλλά το έκανε τέλεια.
Όμως, παρότι το οδηγικό του στιλ δούλευε πολύ καλά λόγω της προσαρμοστικότητάς του σε διαφορετικές ρυθμίσεις ή εναλλαγές της ασφάλτου ή των θερμοκρασιών, όταν τα ελαστικά άρχισαν πια να σχεδιάζονται για να έχουν οριακό ρυθμό φθοράς, ώστε να αποτελέσουν μια ακόμα μυστηριώδη παράμετρο της νίκης, ο Χάμιλτον βρήκε τον εαυτό του σε μια προβληματική θέση. Όπως -πιο πολύ από οπουδήποτε- φάνηκε το 2009 στην τρομερή τριπλή στροφή 8 της πίστας της Κωνσταντινούπολης, η βιαιότητα του υπερστροφικού του στιλ δεν μπορούσε πια να συμβαδίζει με τη νέα φιλοσοφία των ελαστικών, και με τις ανάγκες ειδικής διαχείρισής τους.
Η προσπάθεια του Λιούις να προσαρμοστεί σ’ αυτό δεν βοηθήθηκε καθόλου από τα περίπλοκα μονοθέσια της McLaren της εποχής, από τη δυσνόητη φύση τους και από την ελλιπή τους αεροδυναμική απόδοση - απέναντι σε μια Red Bull που χρόνο με το χρόνο με τελειότητα εκμεταλλευόταν τον διπλό διαχύτη, το φαινόμενο Coanda ή τη ροή των καυσαερίων προς το διαχύτη.
Επιπλέον, δεν βοηθήθηκε καθόλου κι από τον τρόπο που είχε επιτρέψει στην προσωπική του ζωή, στα πλοκάμια όσων σημαίνει να είσαι ένας παγκοσμίου φήμης αστέρας, να εισβάλλουν στο μυαλό του - οι μηχανικοί της McLaren συνήθιζαν να λένε κάθε φορά που μάθαιναν -ή έβλεπαν- ότι ο Λιούις είχε ένα καβγαδάκι με τη μνηστή του ότι πάλι θα είναι εξαφανισμένος για τα δυο επόμενα grand prix.
Η «τρικυμία» που συνέβαινε, αποτυπωνόταν και στα λόγια του εκείνη την εποχή, αρχές αυτής της δεκαετίας στη McLaren: «Μπορώ να έχω ένα υπερστροφικό μονοθέσιο, αν το θελήσω, αλλά μπορώ και να έχω ένα πολύ καλά ισορροπημένο μονοθέσιο. Χρειάζεσαι μια πολύ σταθερή ουρά στην είσοδο της στροφής αλλά χρειάζεσαι και πολύ σταθερό ρύγχος στη μέση της στροφής και καλή πρόσφυση. Τώρα, πια, μου αρέσει περισσότερο να έχω ένα μονοθέσιο περισσότερο υποστροφικό, αντί για υπερστροφικό όπως συνήθιζε να μου αρέσει παλιότερα».
Με το πέρασμα στη Mercedes το 2013, και υπό τον Ρος Μπρον, τότε, ο Χάμιλτον βοηθήθηκε από τη νέα του ομάδα ακριβώς με τον τρόπο που η RBR είχε βοηθήσει τον Φέτελ να προσαρμόσει κάθε πτυχή του οδηγικού του στιλ στον τρόπο εκμετάλλευσης της ροής των καυσαερίων. Το 2014, στο ξεκίνημα της εποχής των υβριδικών μονοθεσίων, ήταν ορατό ότι η αεροδυναμική υπεροχή της RBR θα έβγαινε πια εκτός θέματος, και όλα θα βασιζόταν στον τρόπο με τον οποίο οι πολύπλοκες μονάδες ισχύος των υβριδικών μονοθεσίων θα ανακτούσαν την θερμική και κινητική ενέργεια και θα τη διέθεταν εκ νέου με τη μορφή επιπλέον ισχύος.
Σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, ο Λιούις έπρεπε να αλλάξει εντελώς τη φιλοσοφία της οδήγησής του, και να την προσαρμόσει σε ένα μονοθέσιο όπου ο πίσω άξονας είχε πια έναν πολλαπλό ρόλο: της ανάκτησης της κινητικής ενέργειας, της επιτάχυνσης, της πέδησης - κι όλα αυτά υπό το αεροδυναμικό φορτίο της ουράς που προσέφερε την άντωση για τις στροφές. Σε μια τέτοια περίσταση το βίαιο υπεστροφικό στιλ του δεν είχε καμία θέση, αν ήθελε να φτάνει στην καρό σημαία έχοντας ακόμα μια έστω και ισχνή στρώση γόμας πάνω στις ζάντες του.
Παρόλα αυτά, υπήρχε κάτι στο οποίο το υπερστροφικό του στιλ τον βοήθησε πολύ: στην κατανομή του φρεναρίσματος, και στον ιδιαίτερα περίπλοκο τρόπο με τον οποίο αυτή διαμοιραζόταν από τους εμπρός στους πίσω τροχούς, όταν ο πίσω άξονας ολοκλήρωνε την ανάκτηση της κινητικής ενέργειας - και ο οποίος έτεινε να αποσταθεροποιεί τον πίσω άξονα. Ο Λιούις δεν είχε κανένα πρόβλημα με κάτι τέτοιο.
«Κάτι βρήκα το καλοκαίρι», είπε στο τέλος του 2014 στο Άμπου Ντάμπι, «αλλά δεν πρόκειται να σας πω τι είναι». Ό,τι και να ήταν, έφερε τη Mercedes στα μέτρα του, και τον δεύτερό του τίτλο στα χέρια του. Όμως, παρότι ο Χάμιλτον είχε κάνει σαφή πρόοδο στο κομμάτι της τεχνικής κατανόησης της δουλειάς που ερχόταν μαζί με την αγωνιστική οδήγηση, ακόμα δεν είχε πετύχει αυτό που πέτυχε το 2018.
Κι αυτό φάνηκε από το 2017, που δυσκολευόταν συχνά να βρει λύσεις για το στήσιμο μιας Mercedes που ο ίδιος της απέδωσε το επίθετο «ντίβα» - με αποκορύφωμα, ίσως, στη Σουζούκα που παραδέχθηκε ότι θα τα είχε θαλασσώσει με τις ρυθμίσεις αν δεν είχε βρέξει στα Ελεύθερα! Και ήταν η απόδοση της W08, κι η ελλιπής Ferrari, εκείνη που τον βοήθησε προς έναν τέταρτο παγκόσμιο τίτλο που ήρθε εξίσου εύκολα με το πρωτάθλημα του 2015, για το οποίο κάπως δηκτικά ο Μάριο Αντρέτι είχε πει πως «μόνο όταν πασχίζεις για κάτι, και γνωρίζεις εμπόδια και δυσκολίες, και τα υπερνικάς, είναι που επέρχεται η αληθινή αίσθηση του θριάμβου».
2018: ΕΙΣ ΒΑΘΟΣ
Με βάση όσα εξελίχθηκαν το 2018, ο προπάτορας του αμερικανικού μότορσπορ δεν θα μπορούσε να πει το ίδιο - διότι η Ferrari SF71H ήταν το πρώτο μονοθέσιο στην υβριδική πενταετία της F1 που κατάφερε να χτίσει μια σοβαρή και ανταγωνιστική απειλή απέναντι στη Mercedes. Κι η εξέλιξη στη διάρκεια της χρονιάς των δύο μονοθεσίων, του cavallino και της W08, αποδείχθηκε ότι δεν ήταν αρκετή για να χαρίσει στον Λιούις ένα σαφώς ανώτερο μονοθέσιο, που θα έκανε τη ζωή του εύκολη. Το αντίθετο, μάλιστα: για παράδειγμα, στη μεγάλη –και ιδιαίτερα αποδοτική- αεροδυναμική αναβάθμιση που παρουσίασε η Mercedes στο Σπα, στο τέλος του καλοκαιριού, η Ferrari απάντησε με μια ακόμα μεγαλύτερη!
Ήταν ο Χάμιλτον, πια, που έπρεπε να βγάλει το φίδι από την τρύπα. Και έπρεπε να το κάνει ψάχνοντας τη ρύθμιση του μονοθεσίου και την οδηγική του απόδοση σε τέτοια βάθη που ποτέ δεν είχε χρειαστεί, ή δεν είχε την εμπειρία, να κατέβει. Διότι συχνά και πυκνά μπορεί να το πετύχαινε, αλλά πλέον λοταρίες σαν της Σουζούκα του 2017 δεν υπήρχε περιθώριο να υπάρξουν - κάθε άλλο, έπρεπε η Mercedes κι ο Λιούις να βρουν τρόπους να κερδίσουν ακόμα και σε μη ευνοϊκά για το μονοθέσιό τους σιρκουί, όπως της Σιγκαπούρης ή της Μόντσα, και να μην έχουν κανένα μπλακ-άουτ στη διαχείριση των ελαστικών - όπως στην αρχή της χρονιάς.
«Η πνευματική πλευρά ήταν η σημαντικότερη», εξήγησε ο Λιούις. «Η Ferrari ήταν τόσο δυνατή σε κάποιες στιγμές φέτος. Συνήθως, αυτό που συμβαίνει σ' αυτές τις περιπτώσεις είναι να πιέζεις περισσότερο από όσο πρέπει, να οδηγείς με υπερβολή. Ένα από τα καλά στοιχεία μου είναι ότι μπορώ να οδηγώ με υπερβολή, αλλά όχι πέραν του σημείου που να γίνεται επιζήμιο. Ελεγχόμενα». Η αλήθεια είναι ότι δυσκολεύεται κανείς να θυμηθεί ένα σοβαρό λάθος του Χάμιλτον, φέτος.
«Η πειθαρχία είναι κλειδί σε μεγάλο βαθμό, και η επιμέλεια - πώς μελετάς και προετοιμάζεσαι για τον αγώνα. Αυτό πάντα το έκανα, όμως υπάρχουν 100 βιβλία να διαβάσεις και πρέπει να ξέρεις ποια - γιατί δεν μπορείς να τα διαβάσεις όλα, μόνο αυτά απ’ τα οποία έχεις να καρπωθείς. Από αυτό έρχεται η εμπειρία. Ειδικά για τον αγώνα, όπως της Μόντσα, η εμπειρία είναι να γνωρίζεις πότε να πιέσεις και πώς να μην πιέζεις. Δεν κερδίζονται όλα στην πρώτη ή στη δεύτερη στροφή. Πάντα σκέφτεσαι λίγο πιο μακριά, παίρνοντας όμως και το μέγιστο από τη στιγμή».
Σύμφωνα με τον πρώην τεχνικό διευθυντή της Mercedes F1, Πάντι Λόου, το φετινό αγωνιστικό πρόσωπο που έδειξε ο Λιούις πήγασε ακριβώς από τις συνθήκες πίεσης που αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει: «Οι ελάχιστες φορές που δεν αποδίδει καλά είναι όταν δεν νιώθει πίεση. Υπό πίεση μπορεί να είναι τρομακτικός, κι αδύνατον να νικηθεί. Όταν δεν έχει πίεση, εμφανίζει περιστασιακή έλλειψη συγκέντρωσης», είπε ο Βρετανός.
Και ο Λιούις συνέχισε: «Οι καλύτερες στιγμές μας φέτος ήταν όταν ήμασταν πίσω από τη Ferrari και τα πράγματα δεν έδειχναν καλά, αλλά καταφέρναμε να ανταποκριθούμε. Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι για το οποίο όλη η ομάδα πρέπει να είναι περήφανη. Η δουλειά μου ήταν να προσπαθώ να παίρνω το μέγιστο από όλους. Έχει να κάνει με το πώς καταλαβαίνεις τα πράγματα ο ίδιος, πώς συνδέεσαι με τους άλλους στις συσκέψεις όταν ένας αγώνας έχει πάει κατά διαόλου, πώς ανεβάζεις την ψυχολογία τους.
Το κλειδί για εμάς φέτος ήταν ο τρόπος που το καλλιεργήσαμε αυτό, και χτίσαμε πάνω του. Αν δεν είχα φέρει τους πιο κοντινούς μου συνεργάτες στις σωστές θέσεις, δεν θα μπορούσα να είχα αντλήσει το καλύτερο από μέσα μου. Αν τα θαλασσώσουν κάπου, δεν μπορώ να ξεκλειδώσω τη δυναμική του αυτοκινήτου».
Ο Λιούις Χάμιλτον κέρδισε στη Σιγκαπούρη. Και κέρδισε και στη Μόντσα με την ιδιοφυή και οδηγικά επιδέξια διαχείριση των ελαστικών του - εκεί που πολλοί λένε ότι η Ferrari σε μια ταιριαστή της πίστα αντί για το πάνω χέρι για τον τίτλο, δέχθηκε το τελειωτικό χτύπημα. Όμως, ο φετινός, καλύτερος όλων των ετών Λιούις Χάμιλτον, πιο πολύ από όλες αντιπροσωπεύτηκε από μία και μόνο στιγμή - από εκείνον το γύρο της πολ ποζίσιον στη Σιγκαπούρη.
«Όταν είπα ότι ο γύρος αυτός ήταν σταλμένος από τον ουρανό, εννοούσα ότι πάντα αναζητάς την τελειότητα. Ποτέ δεν φτάνεις κοντά της, αλλά τότε έφτασα όσο κοντά της μπορούσα να φτάσω, κι ο γύρος απλά ήρθε. Ήταν απίθανο», καταλήγει ο Λιούις. «Για μένα, αυτός ήταν ένας από τους καλύτερους γύρους που έκανα ποτέ. Σκέψου τον παράδεισο, ο παράδεισος είναι ένα τέλειο μέρος και σ' αυτό το γύρο αισθάνθηκα ότι ήμουν σε ένα τέλειο μέρος. Σε ένα πανέμορφο μέρος, ένα απίστευτο συναίσθημα, ισορροπημένος και στα καλύτερά μου».