Ο αγαπημένος μου αγώνας: Ελλάδα - Γαλλία, "ποια ανατροπή κι αηδίες"
Η κατάρα των νοκ άουτ, το χαρτάκι του Κολοκυθά και η προσπάθεια να ισορροπήσει ανάμεσα σε συναισθηματισμό και επαγγελματισμό έγραψαν την αξέχαστη ιστορία του Θανάση Ασπρούλια στο Βελιγράδι, το 2005, στον ημιτελικό του Eurobasket.
Και πως να ξεχάσεις; Όσα χρόνια κι αν περάσουν, η ανάμνηση θα είναι πάντα εκεί. Πριν αρχίσω, οφείλω να σου εξομολογηθώ κάτι: Το οπαδικό ένστικτό μου συνετρίβη όταν ήμουν 14-15 ετών για λόγους που κάποιοι στενοί φίλοι γνωρίζουν. Και πολύ χαίρομαι γι' αυτό.
Έκτοτε και με δεδομένο ότι ανήκω στη γενιά του 1987, ήμουν οπαδός αποκλειστικά και μόνο της Εθνικής ομάδας. Δεν υπήρξα ποτέ φίλαθλός της. Ήμουν οπαδός. Ήταν η προσωπική υπερηφάνεια μου (όχι εθνική, προσωπική), ήταν η μεγάλη αγάπη μου, ήταν τα πάντα και άπαντα των λατρευτικών συνηθειών που θα μπορούσα να έχω για μία φανέλα.
Γράφει ο Θανάσης Ασπρούλιας
Εκείνη την ημέρα, Σάββατο ήταν, η καρδιά μου πήγε να σπάσει. Εργαζόμουν ακόμα στην ΕΡΤ και μετά το ματς έπρεπε να είμαι στη μεικτή ζώνη για να μιλήσω με τους παίκτες. Συζητήσεις επί συζητήσεων είχαν προηγηθεί, όλοι εμείς, οι δημοσιογράφοι, που είχαμε ακολουθήσει την αποστολή στο Βελιγράδι (η πιο λατρεμένη πόλη), είχαμε παίξει το ματς τακτικά, πριν καν γίνει το τζάμπολ.
Το Eurobasket του 2005, ήταν γεμάτο από σημειολογικές στιγμές, κυρίως για εμάς που, επαγγελματικά τουλάχιστον, όχι ως φίλαθλοι ή οπαδοί, είχαμε εναρμονιστεί με την κατάρα, αρχικά των χαμένων μεταλλίων (1997, 1998) και στη συνέχεια προσπαθούσαμε να ξορκίσουμε την κατάρα των νοκ άουτ και των διαδοχικών στραπάτσων στην οκτάδα. Το 2001 στην Τουρκία, το 2003 στη Σουηδία, το 2004 στην Αθήνα. Το νοκ άουτ ματς είχε γίνει η μεγάλη κατάρα. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, όταν και στις τρεις διοργανώσεις, πιστεύαμε πραγματικά ότι η Εθνική μπορεί να φτάσει ψηλά.
Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΟΥ ΝΟΚ ΑΟΥΤ ΚΑΙ Ο ΟΙΩΝΟΣ
Το 2005, η κατάρα του νοκ άουτ είχε ξορκιστεί κόντρα στη Ρωσία, λίγες ώρες νωρίτερα. Όμως, για αυτή την ομάδα, αλλά και για εμάς, ήταν η μεγάλη ευκαιρία. Δεν γινόταν να την πετάξουμε έτσι ρε γαμώτο. Δε γινόταν να είμαστε και πάλι οι … “Λίγοι Έλληνες”, που ακόμα και όταν μπορούν δεν τα καταφέρνουν. Ο αντίπαλος ήταν η Γαλλία. Γεγονός που έκανε το άγχος ακόμα μεγαλύτερο. Το νικηφόρο σερί απέναντί τους έτρεχε εντυπωσιακό κι άσπαστο, αλλά για την Ελλάδα, για τους Ελληνες, για την Εθνική, αυτό μόνο αρνητικό ήταν. Η Ελλάδα είχε πετύχει τους Γάλλους και στη φάση των ομίλων, όπου με ένα αμυντικό ρεσιτάλ είχε εξαφανίσει τον Τόνι Πάρκερ. Πιθανή ήττα στον ημιτελικό, θα μας έριχνε και πάλι στην εσωστρέφεια, καθώς θα είχε έρθει η ήττα από μία ομάδα που η Εθνική κατέγραφε σαν πελάτισσα στο βιβλίο συμβάντων της.
Οπως σου έγραψα, η καρδιά μου πήγε να σπάσει. Πριν καν αρχίσει το ματς. “Ρε φίλε, θα κερδίσουμε. Αλλά από την άλλη, Ελλάδα είμαστε, ικανοί για όλα. Και κυρίως για τα χειρότερα”. Στο ημίχρονο το ματς δεν πήγαινε καλά ήδη. Το παιχνίδι κυλούσε στην κόψη του ξυραφιού και η Ελλάδα ακροβατούσε με τον Πάρκερ να δίνει προβάδισμα 30-29 με ένα απίθανο σουτ στο τέλος. Οιωνός!
Τίποτα δεν πήγαινε καλά, παρότι το παιχνίδι ήταν κλειστό, ενώ ο Πάρκερ ήταν ηγετικός. Στο ημίχρονο, στο καπνιστήριο, έξω από την Μπεογκράτσκα Αρίνα, οι καπνίζοντες έκαναν το έναν τσιγάρο μετά το άλλο. Ημασταν στον ημιτελικό, αλλά τα κεφάλια ήταν χαμηλά. Η απαισιοδοξία, εκφραζόταν με μεγαλύτερες δόσεις από την αισιοδοξία. “Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα”. Και ήμασταν στον ημιτελικό, έχοντας 16 ολόκληρα χρόνια να πανηγυρίσουμε ένα μετάλλιο. Λες και αν η Ελλάδα έπαιρνε το χάλκινο θα ήταν αποτυχία.
Στο δεύτερο ημίχρονο, η Ελλάδα δικαίωνε τις ισχυρές δόσεις απαισιοδοξίας. Το παιχνίδι έπαιρνε ολοένα και πιο άσχημη τροπή. Η διαφορά δε μεγάλωνε, αλλά ήταν πάντα σε ένα επίπεδο, το οποίο η Εθνική δεν μπορούσε να προσπεράσει.
ΤΑ "ΑΔΕΙΑ" ΒΛΕΜΜΑΤΑ ΤΩΝ ΣΥΝΑΔΕΛΦΩΝ
Καθόμουν διαρκώς δίπλα στους σχολιαστές της ΕΡΤ μέχρι να έρθει η ώρα να κατέβω. Δεν περίμενα να έρθει. Ημουν τόσο πικραμένος, τόσο απογοητευμένος, που περίπου δύο λεπτά πριν το τέλος, σηκώθηκα και κατέβηκα στη μεικτή ζώνη για να μη βλέπω. Για αυτό σου έγραψα στην αρχή ότι οπαδός ήμουν για μία και μοναδική ομάδα: Την Εθνική! Αυτή που αν δεν υπήρχε το 1986 και το 1987, η ζωή μου θα ήταν τελείως διαφορετική. Οχι το επάγγελμά μου, πάλι δημοσιογράφος θα γινόμουν. Η ζωή μου όμως, θα ήταν αλλιώς.
Δεν θα άντεχα να βλέπω τα κατεβασμένα κεφάλια, παιδιών που απέδειξαν και στη συνέχεια ότι ήταν πανάξιοι, που έγιναν θρύλοι. Δε θα άντεχα να βλέπω τους Γάλλους να πανηγυρίζουν επειδή νίκησαν την Ελλάδα ακριβώς τη στιγμή που έπρεπε.
Εκεί, συνάντησα έναν συνάδελφο… Κουνήσαμε το κεφάλι ταυτόχρονα. Δεν είπαμε τίποτα. Ξέραμε τι εννοούσαμε. Από τη μεικτή ζώνη, μπορούσα να βλέπω την αρένα. Από μακριά. Δίπλα είχε κι ένα μόνιτορ, που μάλλον υπολειτουργούσε. Προσπαθούσα να αντλήσω δύναμη για να γίνει η δουλειά, χωρίς να εμπλέκεται το συναίσθημα. Όταν η διαφορά πήγε στους 7 πόντους, πάπαλα. Έβλεπα από εκεί που ήμουν την εξέδρα των Γάλλων να πανηγυρίζει και σκεφτόμουν τι περιμένει για ακόμα μία χρονιά την Εθνική ομάδα. Κριτική, κάποιοι, όχι φυσικά όλοι, ποδοσφαιρικοί θα ξεσάλωναν, διάφορα media θα αναζητούσαν τη σκανδαλολογία και τα γιατί!
ΤΟ "ΤΕΛΕΙΩΣΕ" ΣΤΟΝ ΚΑΜΕΡΑΜΑΝ ΚΑΙ ΤΟ ΧΑΡΤΑΚΙ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΥΘΑ
Ένα λεπτό πριν τη λήξη ο Πιετρούς με 2/2 κάνει το 60-53 και στα 47 ο Ντιό καρφώνει στη μούρη. Λέω στον κάμεραμαν "ετοιμάσου, τελείωσε το ματς".
Ο Ζήσης κερδίζει τρεις βολές. Η διαφορά μειώνεται. Αλλά δεν πιστεύω τίποτα πια. Η ελπίδα μου έχει πεθάνει. Το στήθος μου κουβαλάει έναν αληθινό πόνο και το στομάχι μου έχει γίνει κόμπος. Προσπαθώ να συμβιβαστώ με την ιδέα ότι το ματς έχει τελειώσει. Δε θέλω να ξαναμπώ στη διαδικασία της απογοήτευσης από την αρχή. "Χάσαμε τελείωσε, ποια ανατροπή κι αηδίες τώρα μωρέ" μου έλεγα συνεχώς. Η Ελλάδα είχε 45% στις βολές σε εκείνο το ματς. Απίστευτο!
Στην τσέπη μου έχω ένα χαρτί υπογεγραμμένο από τον αείμνηστο Κολοκυθά, με το οποίο μου επιτρεπόταν να μπω στα αποδυτήρια μετά το τέλος του ματς με την κάμερα. Μου το είχαν ζητήσει οι διοργανωτές. Τρίχες. Ο αείμνηστος, ήταν πρόθυμος να βάλει την υπογραφή του, αλλά τελικά τον έψαξα, δεν τον έβρισκα πουθενά. Ήταν εξαφανισμένος (όπως σε όλα τα ματς του Βελιγραδίου, που πήγαινε στη γέφυρα απέναντι από το γήπεδο για να μην βλέπει).
Έτσι, τι να κάνω κι εγώ, έβαλα μόνος μου την υπογραφή και το πήγα στους διοργανωτές. Είχα πάρει έγκριση για να μπω στα αποδυτήρια (γνωρίζοντας φυσικά ότι δεν θα υπήρχε πρόβλημα για αυτό), αλλά το χαρτί και τόσος κόπος (τότε δεν υπήρχε η σημερινή οργάνωση για την εξυπηρέτηση των καναλιών) θα πήγαινε χαμένος.
Το κοιτάω στα χέρια μου και λέω: "Αει γ*** κι εσύ"…
"ΩΧ ΡΕ, ΛΕΣ;"
Ο Ζήσης ευστοχεί και στις τρεις ενώ αμέσως μετά ο Πάρκερ αστοχεί σε δύο. Με την άκρη του ματιού μου παρατηρώ από τη μεικτή ζώνη. Ο Γιαννάκης καλεί τάιμ άουτ και σχεδιάζει μία απίθανη επίθεση που φέρνει καλάθι στο συντομότερο χρονικό διάστημα. Το σκορ είναι 62-60 και απομένουν κάτι σαν 27’’.
Ο Σκουντής φωνάζει “Είμαστε ακόμα ζωντανοί” (το άκουγα σε βίντεο μετά και δεν το πίστευα). Ο Πάρκερ στα 26’’ ευστοχεί και στις 2 βολές. Σκορ 64-60. “ Τι θέλω εγώ ο μ****ς κι αρχίζω κι ελπίζω” λέω μέσα μου. Είχα βγει λίγο πιο έξω από τη μεικτή ζώνη, ήμουν στην αρένα, αλλά επέστρεψα στα αυγά μου.
Ο Παπαλουκάς τρέχει, μειώνει σε 64-62, αλλά και πάλι μένουν 18’’. Η μπάλα φτάνει στον Ριγκοντό. Ακίνητος αγώνα. Φάουλ. Βολές… Χάνει την πρώτη. Μέσα η δεύτερη. Και ο Ντιό κάνει αμέσως φάουλ στον Παπαλουκά, σαν παιδαρέλι. Ευχαριστούμε πολύ Μπορίς. Ο Παπαλουκάς ευστοχεί και στις δύο. 65-64. Μένουν 13’’.
“Ωχ… Ρε λες;”. Βγαίνω πιο έξω… Αρχίζω και τρέχω, είμαι πίσω από τον πάγκο της Εθνικής όταν ο Θοδωρής κάνει το φάουλ στον Ριγκοντό. Είμαι ακόμα ψύχραιμος. Πάντα πίσω από τον πάγκο της εθνικής πια. Ο Ριγκοντό χάνει την πρώτη. Η καρδιά μου αρχίζει και χτυπάει δυνατά πια. Και πάλι. Δε βλέπω και δεν ακούω τίποτα γύρω μου. Μόνο παρατηρώ τη μπάλα.
Ζήσης… Διαμαντίδης… Μέσα… Μετά Γιοβάισα, που έλεγε και ο Σκουντής. Το έβαλε!!!
ΕΝΑ ΤΕΡΑΣΤΙΟ "ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ" ΑΠΟ ΚΑΡΔΙΑΣ
Τα μάτια μου άρχισαν να πλημμυρίζουν από την ένταση, αλλά έπρεπε να κάνω και τη δουλειά μετά… Τρέχω στη μεικτή ζώνη, το χέρι μου τρέμει. Ξαναβγαίνω έξω για να μη χάσω τίποτα από τους πανηγυρισμούς. Δεν θυμάμαι ποιον αγκάλιασα. Έβλεπα γύρω μου και δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ήταν αλήθεια αυτό που είχε μόλις συμβεί. Αυτό που ξέρω είναι ότι δεν έχω ζήσει κανένα άλλο ματς τέτοιας σημασίας όπως αυτό.
Κλείνοντας, θέλω μόνο ένα πράγμα… Να πω ένα τεράστιο ευχαριστώ στην Εθνική ομάδα… Αυτή την ομάδα που από το 1983 όταν την έβλεπα στην τηλεόραση να χάνει από την Γιουγκοσλαβία (με εκείνο το σουτ του Ανδρίτσου που δεν μπήκε στο τέλος), αλλά δεν ξέρω για ποιο λόγο έπαιζε τότε, μέχρι και σήμερα αισθάνομαι ότι της χρωστάω τα πάντα. Κι αυτό δε θα το ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου.