Ο "Greek Mafia" των Σέλτικς
Οι Σέλτικς προηγούνται με 1-0 στη σειρά των τελικών του ΝΒΑ και ο Βασίλης Σκουντής διηγείται την ιστορία του "Πλάτωνα με τη μεγάλη μύτη" και ψηλαφίζει τις παρτίδες του ελληνικού μπάσκετ με την ένδοξη ομάδα της Βοστώνης.
Εάν δεν πρόκειται για την άχρηστη πληροφορία της ημέρας και εφόσον ενδιαφέρει το αναγνωστικό κοινό, οφείλω να επισημάνω εξ υπαρχής πως με τους Σέλτικς είχα υποστεί ανέκαθεν έναν διχασμό προσωπικότητος! Άλλοτε τους συμπαθούσα, άλλοτε τους αντιπαθούσα, χωρίς πάντως ποτέ να φτάσω στα άκρα: πάει να πει, ποτέ δεν τους λάτρεψα και ποτέ δεν τους μίσησα!
Είχαν προσπαθήσει, είναι η αλήθεια, να με μυήσουν στο εν Ελλάδι ανθηρό κίνημα του... Βοστωνισμού ο Μάκης Δενδρινός και ο Ανδρέας Βαρίκας, αλλά εις μάτην. Δεν τα κατάφερα ούτε κι από μόνος μου, όταν τον Οκτώβριο του 1988 στη Μαδρίτη, όπου διεξαγόταν το Mc Donald’s Open υπέκυψα στον πειρασμό να αγοράσω μια σακ βουαγιάζ στην οποία δεσπόζει η φιγούρα του τύπου με την καπελαδούρα που καπνίζει το τσιμπούκι , αλλά ανάθεμα με αν τη χρησιμοποίησα ποτέ!
Την έχω καταχωνιασμένη στην αποθήκη μου, γεμάτη με φακέλους και φωτοτυπημένα αποκόμματα του αρχείου μου!
Η συνέντευξη με τον Μπερντ και το φιλμ με τον Ντούντα
Α, για να μην το ξεχάσω: εκεί στη Μαδρίτη είχα την τύχη να κάνω μια συνέντευξη με τον Λάρι Μπερντ, που δημοσιεύθηκε στο παρθενικό τεύχος του περιοδικού "ΤΡΙΠΟΝΤΟ" (με τίτλο "Πληρώνω εισιτήριο για να δω τον Μάτζικ Τζόνσον") και μάλιστα έβγαλα και μια φωτογραφία με τον Λάρι Μπερντ, αλλά ατύχησα!
Πού έγκειται η ατυχία μου; Τρεις εβδομάδες νωρίτερα στη Σεούλ, στη διάρκεια των Ολυμπιακών αγώνων είχα βγάλει μια φωτογραφία στο μπαρ του ξενοδοχείου, πίνοντας ένα fruit punch, αλλά ξέχασα να βγάλω το φιλμ από τη φωτογραφική μηχανή και ξανατράβηξα μια καινούργια παρτίδα με το ίδιο!
Όταν το έβγαλα έπαθα σοκ: στο συγκεκριμένο φωτογραφικό ενσταντανέ απεικονίζονται ο Μπερντ, η μισή φάτσα μου και το ποτήρι! Σαν να λέμε, εργατικό ατύχημα!
Μάτζικ Τζόνσον, ο Καττής του ΝΒΑ!
Παρεμπιπτόντως, τότε στη δεκαετία του ’80 που το clasico του ΝΒΑ βρισκόταν στα ντουζένια του, ο Βαρίκας δεν λάτρευε μόνο τους Σέλτικς, αλλά μισούσε κιόλας τους Λέικερς, μάλιστα συνήθιζε μια σχετική ατάκα του παραμένει παροιμιώδης…
"Με μού τα πρήζετε άλλο με τον Μάτζικ Τζόνσον. Είναι ο... Καττής του ΝΒΑ"!
Ο Μάτζικ δεν έμαθε ποτέ γι' αυτή τη δήλωση, σε αντίθεση με τον υψηλόσωμο πλέι μέικερ του Περιστερίου, τον Κώστα Καττή, που ακόμη βάζει τα γέλια όποτε τη θυμάται!
Οι Σέλτικς, λοιπόν... Ή μάλλον, οι Σέλτικς μας, διότι με εξαίρεση τους Μπακς που τους αγαπήσαμε μετά το 2013, λόγω του Γιάννη και εν συνεχεία του Θανάση, οι Βοστωνέζοι είναι η ομάδα η οποία έχει τις περισσότερες σχέσεις με το ελληνικό μπάσκετ...
Εδώ βεβαίως υφίσταται ένα οξύμωρο σχήμα, διότι σε αντίθεση με πλείστες όσες ομάδες του ΝΒΑ οι οποίες έχουν στεγάσει Έλληνες ή ελληνοποιημένους παίκτες, οι λεγάμενοι δεν μας άνοιξαν ποτέ την πόρτα τους...
Ή μήπως όχι; Ναι, όντως, όχι! Εξηγείται αυτό το αντιθετικό σχήμα και ο λόγος έχει ονοματεπώνυμο...
Λου Τσιορόπουλος, ο πρώτος δηλωμένος Ελληνας στο ΝΒΑ
Λέγεται Λου Τσιορόπουλος και είναι ο πρώτος δηλωμένος Έλληνας που πάτησε στα παρκέ του ΝΒΑ!
Λου, εκ του Ηλίας, όπως ήταν το όνομα που του έδωσε ο Πελοποννήσιος –και πιθανότατα Λάκων- πατέρας του, ο οποίος μετανάστευσε στο Λιν της Μασαχουσέτης και εργαζόταν ως επιστάτης σε βυρσοδεψείο.
Ο Λου γεννήθηκε εκεί στις 31 Αυγούστου του 1930, πήγε στο τοπικό γυμνάσιο (Lynn English) και το 1950 επιλέχθηκε από τον "Βαρόνο" του αμερικανικού μπάσκετ, τον θρυλικό Αντολφ Ραπ (1901-1977) για να αποτελέσει μέλος της κολεγιακής ομάδας των Αγριόγατων του Κεντάκι και να χώσει τη μύτη του σε έναν χώρο όπου βρομάει μπάσκετ!
Η μύτη του Σιρανό ντε Μπερζεράκ και τα καρτελάκια με το spelling
Ούτως ή άλλως ο Τσιορόπουλος είχε την απαραίτητη (μεγάλη) μύτη για να οσφραίνεται την μπασκετίλα που αναδιδόταν είτε στο Κεντάκι, είτε στη Βοστώνη!
Μύτη που θύμιζε... ξιφία ή μάλλον τον Γάλλο συγγραφέα και ποιητή Σιρανό ντε Μπερζεράκ, όπως τον αποκαλούσαν οι συμπαίκτες του στο Κεντάκι: δεν τον βάφτισαν αυτοί τοιουτοτρόπως, αλλά οι σερβιτόροι ενός ξενοδοχείου στο Σαν Χουάν του Πουέρτο Ρίκο, όπου ταξίδεψαν ομαδικώς για να γλεντήσουν τον θρίαμβο τους στο NCAA το 1951!
Τον είδαν "μυτόγκα", αλλά επειδή ο Λου ήταν σωματώδης και πολύ δυνατός φοβήθηκαν να του το πουν κατάφατσα μήπως τους καταχεριάσει και το ρουφιάνεψαν στους συμπαίκτες του που άρχισαν την πλάκα!
Παρεμπιπτόντως το δεύτερο χαρακτηριστικό στοιχείο του Τσιορόπουλου ήταν το μακρόσυρτο και δύσκολο στην προφορά επώνυμο του, γι' αυτό λοιπόν ο Ραπ είχε φροντίσει να τυπώσει καρτελάκια με το spelling (Τsio-ro-pou-los) και πριν από κάθε αγώνα άφηνε από ένα τέτοιο στη γραμματεία για να τον εκφωνούν σωστά και χωρίς να κομπιάζουν!
Αλλά και πάλι οι Αμερικανοί δυσκολεύονταν και συνήθως τον... κατακρεουργούσαν!
Ο τίτλος και το σκάνδαλο με τα στημένα ματς
Με το καλημέρα στο NCAA, τη σεζόν 1950-51 ο Τσιορόπουλος στέφθηκε πρωταθλητής, καθώς το Κεντάκι ανέβηκε στο θρόνο νικώντας το Κάνσας Στέιτ με 68-58, ωστόσο η συνέχεια εξελίχθηκε σε μια απροσδόκητη περιπέτεια!
Το φθινόπωρο του 1952 η αμερικανική κοινή γνώμη συνταράχθηκε από το σκάνδαλο των στημένων αγώνων του κολεγιακού πρωταθλήματος, στο οποίο ήταν αναμεμειγμένοι τέσσερις παίκτες του Κεντάκι.
Ο Λου δεν βρισκόταν ανάμεσα στους ενόχους, ωστόσο τη νύφη την πλήρωσε όλη η ομάδα η οποία αποσύρθηκε από το πρωτάθλημα και έχασε την ευκαιρία να κατακτήσει άλλο έναν τίτλο.
Αυτό το "death penalty" χαντάκωσε προσωρινά και τους τρεις αστέρες του Κεντάκι, που κατά σύμπτωση ακολούθησαν κοινή διαδρομή από το Κεντάκι προς τους Σέλτικς: ο Τσιορόπουλος, ο Κλιφ Χάγκαν και ο Hall of Famer Φρανκ Ράμσεϊ.
Πήγε στράφι το 25-0
Το 1953 και ενώ όλοι τους είχαν επιλεγεί στο ντραφτ, αποφάσισαν να επιστρέψουν στο Κεντάκι για να κατακτήσουν τον τίτλο, που δεν κατάφεραν να διεκδικήσουν την προηγούμενη χρονιά και οδήγησαν τις "Αγριόγατες" στο εκπληκτικό ρεκόρ 25-0, αλλά εις μάτην: το NCAA απαγόρευσε τη συμμετοχή των τριών πρωτοκλασάτων παικτών στην τελική φάση του Τουρνουά και το όνειρο ενός δεύτερου κολεγιακού πρωταθλήματος έμεινε ανεκπλήρωτο.
Εκτός από το μπάσκετ, ο μυώδης, δυνατός και σκληροτράχηλος Τσιορόπουλος που είχε ύψος 1μ.96 επιδιδόταν με μεγάλη επιτυχία και στο αμερικάνικο ποδόσφαιρο, μάλιστα ο προπονητής της ομάδας του Κεντάκι Πολ Μπράιαντ τον είδε μια μέρα να παίζει και πήγε αμέσως στο γραφείο του Ραπ...
"Αντολφ, θέλω να αφήσεις ένα δυνατό παιδί που έχεις να έρθει να παίξει ποδόσφαιρο. Τον είδα και είναι πολύ καλός" του εκμυστηρεύθηκε τον καημό του.
"Τhis big Greek kid with a prominent nose"!
Ο Ραπ ρώτησε τον συνάδελφο του ποιον εννοούσε και η απάντηση του "Bear" (όπως αποκαλούνταν ο Μπράιαντ) ήταν μυθική!
"Τhis big Greek kid with a prominent nose"!
Παρά την επιθυμία και τις πιέσεις που άσκησε ο Μπράιαντ, αυτός ο μεγαλόσωμος Έλληνας με την προεξέχουσα μύτη έμεινε στη δούλεψη του Ραπ και διέπρεψε ως μπασκετμπολίστας και όχι ως παίκτης του φούτμπολ
Χρόνια αργότερα το Κεντάκι απέσυρε τη φανέλα του (με το Νο 16), με την οποία πανηγύρισε έναν κολεγιακό τίτλο και ένα άνευ αντικρίσματος "perfect 25-0", ενώ είχε μέσο όρο 8.4 πόντους και 8.3 ριμπάουντ. Το 1953 που αποχώρησε από το Κεντάκι σε μια σεζόν στην οποία αποβλήθηκε οκτώ φορές με πέντε φάουλ αποφάσισε να υπηρετήσει τη στρατιωτική θητεία του στην Αεροπορία.
Η ρεζέρβα του Χέινσον και το πρότυπο του 6ου παίκτη
Παρουσιάσθηκε λίγες μέρες μετά τη λήξη του πολέμου της Κορέας και το 1956 εντάχθηκε στους Σέλτικς, οι οποίοι τον είχαν επιλέξει τρία χρόνια νωρίτερα στο Νο 57 του ντραφτ ως αναπληρωματικός του Τομ Χέινσον στη θέση του σμολ φόργουορντ.
"Δεν ήταν τόσο αποτελεσματικός όσο εγώ στην επίθεση, αλλά έπαιζε άμυνα για σεμινάριο. Ήταν δυνατός, σκληρός και αφοσιωμένος, γι’ αυτό πάντοτε αναλάμβανε να μαρκάρει τον πιο επικίνδυνο φόργουορντ ή σέντερ των αντιπάλων μας και τον είχαμε σπεσιαλίστα σε αυτές τις δύσκολες αποστολές. Νομίζω ότι για τα δεδομένα εκείνης της εποχής, ο Λου υπήρξε το πρότυπο και το πρωτότυπο του έκτου παίκτη" είπε κάποτε ο Χέινσον, ο οποίος διετέλεσε επί εννέα σεζόν παίκτης των Σέλτικς (1956-1965), επί άλλες εννέα (1969-1978) προπονητής τους και εν συνεχεία τηλεσχολιαστής στους αγώνες τους, ο οποίος έφυγε από τη ζωή στις 9 Νοεμβρίου του 2020.
Ο Τσιορόπουλος έπαιξε στους Σέλτικς από το 1956 έως το 1959 και σε αυτές τις τρεις περιόδους πρόλαβε να γευθεί το νέκταρ δυο τίτλων του ΝΒΑ!
Τα δυο δαχτυλίδια στο ΝΒΑ και οι ανύπαρκτοι τένοντες
Στέφθηκε πρωταθλητής το 1957 και το 1959, ενώ το 1958 οι Κέλτες έφτασαν πάλι στον τελικό, αλλά ηττήθηκαν με 4-2 από τους Σεντ Λούις Χοκς του Μπομπ Πετίτ.
Στη Βοστώνη έπαιξε μαζί με τον Τομ Χέινσον, τον Μπομπ Κούζι, τον Μπιλ Ράσελ, τον Μπιλ Σάρμαν, τον Σαμ Τζόουνς, τον ομόσταβλο του από το Κεντάκι, Φρανκ Ράμσεϊ και τον Κέι Σι Τζόουνς, με προπονητή τον θρυλικό Ρεντ Αουερμπαχ. Συνολικά έδωσε παρών σε 157 αγώνες του ΝΒΑ έχοντας μέσο όρο 5.8 πόντους, 4.8 ριμπάουντ και 1.1 ασίστ.
Γιατί εγκατέλειψε την ενεργό δράση σε ηλικία μόλις 29 ετών; Διότι το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής. Από τα κολεγιακά χρόνια του κιόλας αντιμετώπιζε προβλήματα με τα γόνατα του και μάλιστα κάποια στιγμή έφτασε να παίζει με κομμένους συνδέσμους και (όπως και ο Παναγιώτης Γιαννάκης σε όλη την καριέρα του) χωρίς τένοντες!
Ένας αστικός μύθος αναφέρει ότι ο ίδιος επιδίωξε να επιδιορθώσει τη ζημιά, αλλά δεν τον άφησε ο Ραπ ο οποίος ήθελε σώνει και καλά να εξαργυρώσει την επιτυχία του Κεντάκι με την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας της εθνικής ομάδας των ΗΠΑ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1952!
Μετά την πρόωρη απόσυρση του το 1959 και μια εγχείριση στη μέση, ο Τσιορόπουλος ασχολήθηκε με διάφορες δουλειές, άλλες σχετικές και άλλες άσχετες με το μπάσκετ.
Τα σεμινάρια στην Ελλάδα, το προπονητιλίκι και τα ποτά
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ήλθε στην Ελλάδα και γύρισε διάφορες χώρες της Μέσης Ανατολής διδάσκοντας σε σεμινάρια και προάγοντας το άθλημα ως εκπρόσωπος του οργανισμού "Basketball Information Service", που ήταν ο προπομπός του "Basketball Without Borders".
Ο Έλληνας πιονιέρος εργάσθηκε επί πέντε περιόδους ως προπονητής του "Dupont Manual High school" (με ρεκόρ 44 νίκες-61 ήττες), ενώ στη συνέχεια ανέλαβε τη θέση του αθλητικού διευθυντή στο ίδιο σχολείο.
Επίσης άνοιξε μια επιχείρηση χονδρικής εμπορίας οινοπνευματωδών ποτών στο Λούιβιλ, διετέλεσε επικεφαλής των αθλητικών δραστηριοτήτων της ενορίας του, παντρεύτηκε, έκανε μια κόρη, ονόματι Τάρα και έγινε παππούς.
Το πρώτο ραντεβού σε γήπεδο, τα τακούνια και ο γάμος αλά ελληνικά
Τη σύζυγο του, Τζαν Σρόιερ, τη γνώρισε στο Λούιβιλ μάλιστα η ίδια είπε κάποτε ότι "ήταν πολύ πιο ψηλός από εμένα και δεν τολμούσα να βγω μαζί του χωρίς να φοράω ψηλά τακούνια". Όντας φανατικός με τα σπορ, στο πρώτο ραντεβού τους ο Λου αντί για κάποιο σινεμά ή εστιατόριο την πήγε σε έναν αγώνα ποδοσφαίρου του Manual και αυτή όχι μόνο δεν παραπονέθηκε, αλλά το καταχάρηκε κιόλας και μάλιστα του έκανε συνεχώς ερωτήσεις για τα δρώμενα!
Με τη σύζυγο του παντρεύτηκαν δυο φορές: πρώτα σε καθολική εκκλησία και εν συνεχεία σε ορθόδοξη, με ελληνικό γλέντι για να ικανοποιήσει και τους συγγενείς του!
Τι σόι άνθρωπος ήταν ο Λου; Γεννημένος και μεγαλωμένος στη δεκαετία του ’30, μέσα στην ατμόσφαιρα της οικονομικής ύφεσης (depression), έμαθε από μικρός να είναι σθεναρός, αποφασιστικός, ολιγαρκής (όπως οι Σπαρτιάτες) και πολέμιος του καταναλωτισμού.
Τα καπέλα, η φιλανθρωπία και ο πανούργος "Greek Mafia"
Είχε αδυναμία στα καπέλα Στέτσον, σε όλη τη ζωή του υπήρξε αγελαίος, φιλάνθρωπος (ειδικότερα στα παιδιά που έπασχαν από το σύνδρομο Down), ευχάριστος στις παρέες και πολύ γενναιόδωρος, ενώ ξεχώριζε πάντοτε για το χιούμορ, το πνεύμα και κυρίως για τις εγκυκλοπαιδικές γνώσεις και τις φιλοσοφημένες απόψεις του.
Πέρα από το παρατσούκλι "Σιρανό" οι συμφοιτητές, οι συμπαίκτες και οι φίλοι του τον αποκαλούσαν επίσης "Χρυσό Έλληνα", "Mister T" (λόγω της αδυναμίας τους να προφέρουν σωστά το επώνυμο του), "Greek Mafia" (επειδή πάντοτε είχε τον τρόπο να πείθει τους ανθρώπους με τους οποίους νταλαβεριζόταν και να αίρει τις επιφυλάξεις και τις αντιρρήσεις τους) και "Πλάτωνα"!
Ο Πλάτων, ο μυστικισμός και η λέξη που ανακάλυψε
Το παρανόμι του αρχαίου Έλληνα φιλόσοφου του το κόλλησε ο διευθυντής του πανεπιστημίου του Λούιβιλ, Μπιλ Όλσεν, εξηγώντας ότι "εκεί που μιλάγαμε για την καθημερινότητα, ξαφνικά ο Λου επικαλούνταν διάφορα αποφθέγματα του Επίκουρου, ρήσεις του Γκαίτε, παροιμιώδεις φράσεις από τη Βίβλο και μας άφηνε όλους με το στόμα ανοικτό για την πολυμάθεια και τη φιλοσοφικότητα του. Η το άλλο που έκανε: ενώ κουβεντιάζαμε περί ανέμων και υδάτων, πετούσε μια περίεργη και ακαταλαβίστικη λέξη και κοιτάζαμε ο ένας τον άλλον με έκπληξη και απορία. Το έκανε επίτηδες για να μας μπερδέψει"!
Μια από αυτές τις απίθανες, ανεξήγητες και... ανύπαρκτες λέξεις ήταν το "phlasetic". "Χρησιμοποιούσε συχνά την έκφραση ‘’that’s rather phlasetic’’ και κανείς δεν ήξερε τι εννοούσε, αλλά επίσης κανείς δεν τολμούσε να τον ρωτήσει τι εννοούσε. Το τόλμησα εγώ μια φορά και μου απάντησε ψυχρά "δεν σημαίνει τίποτε, αγάπη μου, έτσι το λέω, για πλάκα" αποκάλυψε η γυναίκα του Τζαν η οποία δεν δίστασε να παραδεχθεί το εξής: "Από το πρώτο ραντεβού μας, εκεί στο γήπεδο, κατάλαβα ότι είχε κάτι φιλοσοφικό και μυστικιστικό μέσα του. Μείναμε 51 χρόνια παντρεμένοι και ορκίζομαι ότι δεν μπόρεσα ποτέ να τον ψυχολογήσω απολύτως και με ακρίβεια"!
Αυτό το μυστικιστικό στοιχείο έκανε τους γύρω τους και κυρίως εκείνους που δεν τον ήξεραν καλά και δεν είχαν συναγελασθεί μαζί του να τον παίρνουν από φόβο! "Μέναμε τόσα χρόνια σε διπλανά σπίτια και ποτέ δεν κατάλαβα εάν πίσω από το σκληρό και αυστηρό ύφος του κρυβόταν όντως ένας σκληρός άνθρωπος ή ένας με καρδιά μικρού παιδιού" σχολίασε η γειτόνισσα του, Μπέκι Εβανς.
Έγραφε ποιήματα σε χαρτί υγείας!
Ο Λου Τσιορόπουλος έγραφε πολύ. Πολύ και παντού. Κάποιες δικές του σκέψεις ή αποσπάσματα από ποιήματα και διηγήματα που του άρεσαν, όταν δεν έβρισκε κάποιο σημειωματάριο για να τα αποτυπώσει, τα έγραφε σε... χαρτί υγείας το οποίο έκοβε από την τουαλέτα και αυτή ήταν άλλη μια απόδειξη της αποφασιστικότητας του.
"Η περιουσία ενός ανθρώπου δεν μετριέται με τα λεφτά, με τα σπίτια, με τα αυτοκίνητα με τη φήμη και με την κοινωνική καταξίωση, αλλά με τη δύναμη της ψυχής του" έλεγε συχνά. "Ο δικός μου πλούτος δεν είναι τα τρία πρωταθλήματα, αλλά οι αντιξοότητες, που χρειάστηκε να ξεπεράσω και οι θυσίες τις οποίες έκανα για να τα κατακτήσω".
Ο Λου Τσιορόπουλος έφυγε από τη ζωή στις 22 Αυγούστου του 2015 σε ηλικία 85 ετών, αφήνοντας έντονα τα ίχνη και ανεξίτηλα τα αποτυπώματα του, καθ’ όλες τις ιδιότητες του: Ως παίκτης. Ως πρωταθλητής στο NCAA και στο NBA. Ως προπονητής. Ως δάσκαλος. Ως μέντορας. Ως φιλόσοφος. Ως ένας πολύ ξεχωριστός και υπέροχος άνθρωπος....
Και βεβαίως ως ο ξεχασμένος μετά από εξήντα χρόνια, αλλά αλησμόνητος ιχνηλάτης στις κατοπινές στράτες του ελληνικού μπάσκετ, κάποιες από τις οποίες το (ξανα)πήγαν στην πρωτεύουσα της Μασαχουσέτης...
Ο Στεργάκος, ο Γκάλης και το λάθος του Αουερμπαχ
Το 1978 οι Σέλτικς επέλεξαν στο Νο 72 του ντραφτ τον προερχόμενο από το Bloomfield, Ντέιβιντ Nέλσον-Στεργάκο, ο οποίος λίγες εβδομάδες αργότερα αρίβαρε στην Ελλάδα για να φορέσει τη φανέλα του Παναθηναϊκού και δεν ξανάφυγε ποτέ από τα μέρη μας.
Την επόμενη χρονιά ο Νίκος Γκάλης ο οποίος ως τεταρτοετής στο Seton Hall, είχε αναδειχθεί τρίτος σκόρερ του NCAA (πίσω από τον Μπερντ και τον Μπάτλερ) είδε το όνομα του στο Νο 68.
Ωστόσο αφενός ο τραυματισμός του και αφετέρου οι πολλές άλλες ασχολίες του ατζέντη του Μπιλ Μάνιον, δεν του επέτρεψαν να διεκδικήσει με αξιώσεις ένα επαγγελματικό συμβόλαιο, προκαλώντας μια... ενοχή στον Ρεντ Αουερμπαχ...
Εκ των υστέρων, σε φάση αυτοκριτικής, ο "Πατριάρχης" των Σέλτικς τους οποίους οδήγησε στην κατάκτηση των 16 από τους 17 τίτλους τους (εννέα ως προπονητής και επτά ως τζένεραλ μάνατζερ και πρόεδρος) είχε πει ότι "δεν έκανα πολλά λάθη στην καριέρα μου, αλλά ένα από αυτά είναι ότι δεν κρατήσαμε τον Γκάλη".
Το σοκ του δόκτορος Λιντς με τους χιαστούς του Γιαννάκη
Τρία χρόνια αργότερα (1982) σήμανε η ώρα του Παναγιώτη Γιαννάκη, ο οποίος αφήνοντας για μια σεζόν τον Ιωνικό Νικαίας αγωνίσθηκε στο Orthodox College με προπονητή τον Ρίτσαρντ Ντουκσάιρ επελέγη στο Νο 205 του ντραφτ.
Ο "Δράκος" συμμετείχε στο καμπ, αλλά ο (γιατρός των Σέλτικς και της ολυμπιακής ομάδας των ΗΠΑ) δόκτωρ Λιντς σοκαρίσθηκε διαπιστώνοντας τη σοβαρή και ανήκεστο βλάβη στους πρόσθιους χιαστούς και μάλιστα του είπε ότι δεν θα ξαναπαίξει μπάσκετ, αλλά διαψεύσθηκε οικτρά!
Ο Γιαννάκης δέχθηκε μια πρόταση από τον τότε προπονητή των Σέλτικς Μπιλ Φιτς να μείνει στην Αμερική για να αγωνισθεί στο CBA και επανήλθε το 1984, όταν βρισκόταν πια στον πάγκο των Ρόκετς, αλλά το πουλάκι είχε πετάξει κατά Αλεξάνδρειο μεριά (Άρης)!
Ο Γιάννης και η παρωδία με τον Έιντζ
Πέρασαν τριάντα χρόνια και οι Σέλτικς ξαναμπήκαν στο κάδρο του ελληνικού μπάσκετ, προς χάριν του Γιάννη Αντετοκούνμπο μάλιστα αυτή η υπόθεση εξελίχθηκε σε παρωδία!
Στις 3 Απριλίου του 2013, στο πλαίσιο του πρωταθλήματος της Α2 η Νίκη Βόλου υποδεχόταν στη Νέα Ιωνία τον Φιλαθλητικό, κάθε αγώνας του οποίου προκαλούσε συνωστισμό από scouts του ΝΒΑ.
Μεταξύ των πολλών που συνέρρεαν για να παρακολουθήσουν και να τσεκάρουν τον Greek Freak συμπεριλαμβανόταν εκείνη την ημέρα και ο πρώην παίκτης και τότε πρόεδρος των Σέλτικς, Ντάνι Ειντζ...
"Πουλητάρια, δώσατε το ματς και μας ρίχνετε"
Για κακή του τύχη όμως η ομάδα του Ζωγράφου είχε γνωρίσει νωρίτερα την ήττα από τον ΟΦΗ και αυτό το αποτέλεσμα σηματοδοτούσε τον υποβιβασμό της νίκης.
Ο Ειντζ καθόταν δίπλα στον πάγκο του Φιλαθλητικού και οι θεατές τον πέρασαν για κάποιον παράγοντα της φιλοξενούμενης ομάδες και άρχισαν να φωνάζουν "Πουλητάρια, δώσατε το ματς και μας ρίχνετε"!
Αίφνης κάποιος απ’ όλους τον αναγνώρισε και ενημέρωσε το οργίλο πλήθος ότι επρόκειτο για τον πρόεδρο των Σέλτικς!
Τότε οι οπαδοί άλλαξαν τροπάριο...
Άρχισαν να φωνάζουν ρυθμικά "Fuck the Celtics" και στο καπάκι "Lakers, Lakers"!
Ελλάς το μεγαλείο σου, βασίλεμα δεν έχει!
"Μακεδονία ξακουστή του Αλεξάνδρου η χώρα"
Ο Ειντζ πάντως δεν μας κράτησε κακία και το εννοώ, διότι τα καλύτερα γλέντια στις "Greek Nights" που διοργανώνονται πολύ συχνά εξαιτίας της παρουσίας του Γιάννη και εν συνεχεία και του Θανάση γίνονται στο TD Garden της Βοστώνης!
Στις 21 Δεκεμβρίου του 2018 το γλέντι στην ανάπαυλα του ματς Σέλτικς-Μπακς εξελίχθηκε και σε... συλλαλητήριο όταν από τα μεγάφωνα παίχθηκε το τραγούδι "Μακεδονία ξακουστή του Αλεξάνδρου χώρα", ενώ έναν χρόνο αργότερα κόντεψε να πέσει το γήπεδο από τον ενθουσιασμό που προκάλεσε ένα κρητικό συγκρότημα χορεύοντας συρτό, σούστα και μαλεβιζώτη!
O Λαρανάγκα, ο Αλεν ο Τέιτουμ και ο Ντόρσεϊ
Εκείνη την εποχή στον πάγκο των Σέλτικς, δίπλα στον τότε προπονητή και νυν πρόεδρο Μπραντ Στίβενς κάθονταν ως assistant coaches δυο προπονητές που έχουν παίξει μπάσκετ σε ελληνικές ομάδες: ο Τζέι Λαρανάγκα (Περιστέρι, 1998-99) ο οποίος τώρα εργάζεται στους Κλίπερς και ο Τζερόμ Αλεν (ΠΑΟΚ, 2006-07) που ανήκει στο επιτελείο των Πίστονς.
Δυο χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 2015, η Ελλάδα έγινε η σκηνή στην οποία περπάτησε ένας 17χρονος πιτσιρικάς, που μοστράρει πλέον την αφεντομουτσουνάρα του ως ένας σούπερ σταρ και μελλοντικός MVP του ΝΒΑ…
Ποιος είναι αυτός; Ο Τζέισον Τέιτουμ, ο οποίος στα τέλη Ιουνίου και στις αρχές Ιουλίου του 2015 αγωνίσθηκε με την Team USA στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Εφήβων και φόρεσε στο λαιμό του το χρυσό μετάλλιο.
Καλός ήταν ο Τέιτουμ και φαινόταν ότι θα μεγαλώσει, αλλά στον ημιτελικό της 4ης Ιουλίου με την Ελλάδα, στον οποίο οι Αμερικανοί επιβλήθηκαν με 82-76, αυτός που έκλεψε την παράσταση ήταν ο νυν γκαρντ του Ολυμπιακού Τάιλερ Ντόρσεϊ (23π., 6ρ.).
Ο Νέισμιθ, οι 38 τίτλοι της πόλης και το "σαν τη Βοστώνη δεν έχει"
Μ’ αυτά και μ’ εκείνα ο μαρμαρωμένος (εδώ και 14 χρόνια) βασιλιάς της Βοστώνης σουλατσάρει ξανά στα πέριξ του θρόνου με στόχο τον 18o τίτλο τον οποίο η πολιτεία όπου ο καθηγητής του κολεγίου του Σπρίνγκφιλντ, Τζέιμς Νέισμιθ είπε "γεννηθήτω μπάσκετ" στις 21 Δεκεμβρίου 1891 , καρτερά από το 2008…
Εάν οι Σέλτικς στεφθούν πρωταθλητές θα ξεπεράσουν τους… ακατονόμαστους (Λέικερς), θα κατοικούν μονάχοι τους στο ρετιρέ του ΝΒΑ και θα προσπορίσουν στην πόλη
του Trimountaine τον 39ο τίτλο της στα ομαδικά σπορ.
Πίσω από τους Σέλτικς με τους 17 τίτλους, στοιχίζονται οι Ρεντ Σοξ στο μπέιζμπολ με εννέα, οι Πάτριοτς στο φούτμπολ με έξι και οι Μπρούινς στο χόκεϊ επί πάγου επίσης με έξι, ενώ οι Ρεβολούσιον στο ποδόσφαιρο (soccer) αποδείχθηκαν ατζαμήδες στους πέντε τελικούς στους οποίους έχουν αγωνισθεί.
Η Βοστώνη, το Σικάγο, το Λος Αντζελες, η Νέα Υόρκη και η Φιλαδέλφεια είναι οι πέντε πόλεις που έχουν γευθεί το νέκταρ των τίτλων και στα τέσσερα μεγαλύτερα ομαδικά σπορ, αλλά περιουσία σαν αυτή της πρωτεύουσας της Μασαχουσέτης δεν έχει άλλη καμιά