Το "ψέμα" του κάθε English game
Μένοντας σπίτι το "24ο Ευαγγέλιο" τα βάζει με το "Εnglish game" του Νetflix και τις κριτικές του, απομυθοποιεί τα περι ιστορικής ταινίας και κάνει την αναγωγή στο σύγχρονο "The reality game".
Διάβασα τόσα πολλά, άκουσα πολλά περισσότερα για το "Εnglish game", οπότε ξανείδα και εγώ χθες μονοκοπανιά την σειρά του Netflix. Όπως ακριβως είχα κάνει και στην "πρεμιέρα" της στην εν λόγω πλατφόρμα, τότε που μάλλον παρασυρόμενος απο τον ενθουσιασμό είχαν υπερισχύσει οι θετικές εντυπώσεις. Τώρα όμως, δεν μπορώ να πω το ίδιο. Και δεν έχει να κάνει με τον... εγκλεισμό που βιώνουμε λόγω καραντίνας.
Για να είμαι ειλικρινής δεν ξέρω ποια θα ήταν η αντίδρασή μου αν δεν είχα ακούσει τόσα. Πιθανόν να έδειχνα ενδιαφέρον , να πίεζα τον εαυτό μου να το τελειώσει από υποχρέωση στο άθλημα που αγαπώ (και με ταΐζει), ίσως δε στην κορύφωση του ρηχού σεναρίου να μου ξαναεπέτρεπα και κάποιο συναισθηματικό σκίρτημα ανάλογο μιας χουλιγουντιανής μέτριας αμερικανιάς. Μην φανταστείτε τίποτα «Τιτανικό», πολύ χαμηλότερου βεληνεκούς...
Ειδικό του σινεμά δεν με λες, αλλά σκηνοθετικά προσπάθησε να αποδώσει μια εποχή με σκηνικά μαθητικής παράστασης , ενώ τα εξωτερικά πλάνα ήταν μακρινά ή πολύ κοντινά, τόσο που τα βαριόσουνα στο πρώτο πλάνο...
Το στόρι τώρα. Ας πούμε ότι βασίστηκε σε πραγματικά γεγονότα. Πώς γεννήθηκε και γιγαντώθηκε το λατρεμένο μας ποδόσφαιρο, σε μια κοινωνία με εργάτες και πλούσιους, με γυναίκες καταπιεσμένες, με πατεράδες μέθυσους, με εξώγαμα που στιγμάτιζαν τις κατατρεγμένες, με καλοκάγαθους ήρωες, με συναισθηματικούς αντί ήρωες, με αδικίες σε βάρος των ασθενέστερων.
Και ποδοσφαιρικά πάντα ένας τραυματίας από κακό τάκλιν, με ήττες αρχικά των αδύναμων και με την τελική νίκη σε αυτούς που η ζωή τους δοκίμασε, τους αδίκησε, αλλά πίστεψαν στον εαυτό τους και νίκησαν στο τελευταίο λεπτό τους δυνατότερους σε επίπεδο οικονομικό και εξουσίας…
ΕΛΕΙΠΕ Ο... ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ ΝΑ ΣΤΡΙΒΕΙ ΤΗΝ ΓΩΝΙΑ ΣΤΟ ΜΠΛΑΚΜΠΕΡΝ
Κάποια στιγμή, λοιπόν, πίστεψα ότι θα έβλεπα τον Νίκο Ξανθόπουλο, την Μάρθα Βούρτση να στρίβουν την γωνία στο ... Μπλάκμπερν και την Τασσώ Καββαδία να τους κυνηγά με ένα πουγκί χρυσές λίρες να τους τις φέρει στο κεφάλι.
Και μια και η ιστορία ήταν τόσο προβλέψιμη στη διάρκεια των επεισοδίων έφερνα στο νου μου όλα τα διθυραμβικά συμπεράσματα που διάβασα ή άκουσα από τηλεθεατές της σειράς. Συγκλονισμένοι από την πάλη των τάξεων, την νίκη της εργατιάς που γέννησε το ποδόσφαιρο ή το αντίθετο (κατά το αυγό και την κότα), θεώρησαν το έργο μια ωδή στην λαϊκότητα του αθλήματος που ανήκει στους πολλούς και όχι στους ολιγάρχες πλούσιους.
Την ίδια ώρα παρακολουθούσα τους «φτωχούς» να επιβάλλουν στο άθλημα τις μεταγραφές. Να εξαγοράζονται χωρίς κανόνες, να γίνονται επαγγελματίες για τριάντα αργύρια. Και για να εξαγνίσει ο σκηνοθέτης την ευκολία με την οποία ξεπουλιέται το ταλέντο, αλλά και η συνείδηση των λαικών ηρώων, τους έβαζε να αποκαθιστούν χήρες που τις ατίμασαν ή αποδιοπομπαίες της κοινωνίας με εξώγαμα.
Την ίδια ώρα σχεδόν σαν σε λαϊκή απαίτηση καλούνταν οι πλούσιοι να αποδεχθούν κάθε παρανομία (μεταγραφές, επεισόδια στις εξέδρες, εξαγορά συνείδησης, παραβίαση κάθε έννοιας του δικαίου) με επιχείρημα ότι οι εργάτες δεν έχουν τον ίδιο χρόνο για προπόνηση! Δηλαδή σαν να λέει η Λίβερπουλ ή ο Ολυμπιακός, ότι οι παίχτες της Γιόβιλ ή του Κισσαμικού, μπορούν να παραβούν όποιον κάνονα θέλουν μιας και δεν απολαμβάνουν τις ίδιες συνθήκες προπόνησης...
Και αυτό που περιγράφεται στην ταινία θεωρήθηκε από κάποιους ύμνος στην «πάλη των τάξεων» και νίκη της λαϊκής τάξης απέναντι στη μπουρζουαζία. Η οποία παρεπιπτόντως με τα λεφτά της και με το χαρακτηριστικό εκπρόσωπό της έσωζε αδίκως κατηγορούμενους μεροκαματιάρηδες, στήριζε τις επιχειρήσεις τους, χρηματοδοτούσε ιδρύματα για ανύπαντρες μητέρες, διακινδύνευε τη ζωή του για να σώσει παιδιά προς παράνομη υιοθεσία, πλήρωνε για να γυρίσουν στη μάνα τους, έβγαζε πύρινους λόγους για το δίκαιο του εργάτη ποδοσφαιριστή που παρανόμησε από ανάγκη, δεν δεχόταν να κερδίσει στα χαρτιά. Και στο τέλος έπαιξε το ματς, έχασε με δέκα παίχτες, χειροκρότησε τους αντιπάλους και τους απένειμε το Κύπελλο. Σε ποιό παράλληλο σύμπαν; Γιατί για επιστημονική φαντασία μιλάμε, όχι για ιστορική ταινία…
Μάλλον στο σύμπαν που ανήκουν όλοι αυτοί, ειδικοί και μη, που διαπίστωσαν από την ταινία ότι το ποδόσφαιρο μεγάλωσε με όρους εργατικής τάξης, γιγαντώθηκε από τους κατατρεγμένους της ταξικής κοινωνίας που κατάφεραν θριάμβο κατά της πλουτοκρατίας… Είναι οι ίδιοι που αύριο, μεθαύριο θα σας πρήξουν με το πόσο καλύτερο θα ήταν το άθλημα να έκανε restart και να επαναπροσεγγιζόταν με τις αρχές του ερασιτεχνισμού. Μάλλον εννοούν τους ερασιτέχνες Σούτερ και Λαβ…
Υ.Γ. Αν αναρωτιέστε τι με έπιασε και τα βάζω με μια ταινία και τις κριτικές της; Θα σας απαντήσω ότι έχω πολύ χρόνο, δεν έχω τι να κάνω επί της ουσίας και κάτι τέτοιες αφορμές, μου θυμίζουν τις κρίσεις που κάνουμε σε σπουδαιότερα ζητήματα γύρω από το ποδόσφαιρο και γενικά από την πραγματικότητά μας. Οψιμες, επηρεασμένες από τεχνητούς συναισθηματισμούς, από τις πολιτικές μας πεποιθήσεις και καταβολές, κατευθυνόμενες όχι από αυτό που βλέπουμε, αλλά από αυτό που φανταζόμαστε ή που μας λένε ότι πρέπει να φανταστούμε. Να, σαν τον κορονοιό ένα πράγμα. «THE REALΙΤΥ GAME», που λένε και στην Αμάρυνθο (το χωριό μου)…