Τζο Γιανγκ, ο γιος του "Σιωπηλού δολοφόνου" και ο Σιγάλας
Ο Τζο Γιανγκ θα φορέσει τη φανέλα του Προμηθέα Πατρών και ο Βασίλης Σκουντής γυρίζει 30 χρόνια πίσω και βάζει στη σκηνή τον πατέρα του, με… υποβολέα τον Γιώργο Σιγάλα.
Σύμφωνοι, είναι ο Τζο Γιανγκ, για την ληξιαρχική ακρίβεια την πληρότητα του ονοματεπωνύμου του, ο Joseph Michael Young Σύμφωνοι, είναι ο γκαρντ ο οποίος έπαιξε κολεγιακό μπάσκετ πρώτα στο Χιούστον και ύστερα στο Όρεγκον, όπου μάλιστα τον διαδέχθηκε ο Τάιλερ Ντόρσεϊ…
Σύμφωνοι, είναι ο παίκτης που επελέγη στο Νο 43 του ντραφτ του 2015 από τους Ιντιάνα Πέισερς με τους οποίους εμφανίσθηκε σε 132 ματς του ΝΒΑ και στη συνέχεια σουλάτσαρε στην Κίνα και στη G League…
Σύμφωνοι, είναι ο… πέμπτος εξάδελφος του Πολ Τζορτζ με τον οποίο πέρασε μαζί δυο σεζόν στην Ιντιανάπολις… Αλλά, διάβολε, πριν, πέρα και πάνω απ’ όλα, είναι ο γιος του Μάικλ Γιανγκ!
Ασφαλώς δεν είναι ο πρώτος γιος επιφανούς (παλαίμαχου) παίκτη ο οποίος έρχεται στην Ελλάδα και συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση, τουναντίον τα μέλη αυτής της λίστας αυξάνονται και πληθύνονται…
Και στο κάτω κάτω της γραφής, ο Μάικλ Γιανγκ δεν έπαιξε ποτέ σε ελληνική ομάδα, σε αντίθεση με κάμποσους άλλους παίκτες που τους είχαμε στα πόδια μας και κάποια στιγμή είδαν τους γιους τους ή ακόμη και τις κόρες τους να βαδίζουν στα χνάρια τους και να γεύονται το σουβλάκι και τον μουσακά!
Ο κακός δαίμονας του Ολυμπιακού
Ο Μάικλ Γιανγκ δεν φόρεσε φανέλα ελληνικής ομάδας, αλλά συνδέεται άρρηκτα με τα καθ’ ημάς και μάλιστα στοιχειώνει ακόμη ένα κομμάτι της ιστορίας του Ολυμπιακού!
Εχουν περάσει κιόλας τριάντα χρόνια από τότε που οι Πειραιώτες άνοιξαν παρτίδες με τη Λιμόζ που έγινε κιόλας φιλενάδα τους, αλλά ενώ ένιωθαν πως την είχαν σπιτωμένη και περιπτύσσονταν μαζί της, αυτή τους έκοβε πάνω στο καλύτερο!
Για την ιστορία των αγώνων ανάμεσα στον Ολυμπιακό και στη Λιμόζ θα μπορούσε να γραφτεί ολάκερο βιβλίο στο εξώφυλλο του οποίου ο «Silent Assassin» θα μόστραρε την αφεντομουτσουνάρα του!
Silent Assassin, o σιωπηλός δολοφόνος, αυτό ήταν το παρατσούκλι του πατέρα του νεόκοπου στον Προμηθέα γκαρντ.
Οι μεταξύ τους αγώνες στη δεκαετία του '90 γράφουν την ιστορία ενός ευρωπαϊκού «clasico» που πέρα από τους εννέα αγώνες τους περιλαμβάνει επίσης εικόνες και στιγμές οι οποίες χαράχθηκαν ανεξίτηλα στην ιστορική μνήμη...
Το τρίποντο του Ζάρκο στην Πάτρα
Θυμάμαι σαν να συμβαίνει τώρα το πρώτο ραντεβού τους, το οποίο μάλιστα δεν δόθηκε στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας ή στο «Beaublanc», αλλά στην Πάτρα, όπου ο Ολυμπιακός εξέτιε την ποινή των δυο αγωνιστικών για τη ρίψη κερμάτων στον αγώνα με τη Ρεάλ.
Μετέδιδα στην ΕΡΤ εκείνο το πρώτο ματς της σειράς των playoffs που εξελίχθηκε σε θρίλερ, το οποίο προοιώνιζε κιόλας τι έμελλε να συμβεί στη συνέχεια...
Το ημερολόγιο έδειχνε 11 Μαρτίου του 1993, όταν οι Eρυθρόλευκοι που είχαν γυρίσει μετά από χρόνια και ζαμάνια στο Κύπελλο Πρωταθλητριών επικράτησαν με 70-67, δια χειρός Πάσπαλι και μάλιστα σε δυο κλικ…
Ο Ζάρκο έβαλε πρώτα ένα γκολ-φάουλ (67-64) έχοντας κολλημένο πάνω του τον (μετρ της άμυνας και συγκάτοικο του στις αποστολές της Εθνικής Γιουγκοσλαβίας) Γιούρι Ζντοβτς και καθάρισε την μπουγάδα με ένα τρομερό τρίποντο στα τρία δευτερόλεπτα.
Ο μοιραίος άνθρωπος στη Λιμόζ
Ελα όμως που η μοίρα είχε…κρατούμενα για τον Μαυροβούνιο φόργουορντ…
Στον ήρωα της Πάτρας έλαχε ο κλήρος να γίνει ο «homme fatal» (που λένε σε τέτοιες περιπτώσεις και οι Γάλλοι) στους δυο εκτός έδρας αγώνες.
Στο δεύτερο ματς έβαλε 27 πόντους, αλλά σε μια κρίσιμη επίθεση τού έκλεψε την μπάλα ο (μετέπειτα παίκτης της ΑΕΚ) Τζιμ Μπιλμπά και η Λιμόζ νίκησε με 59-53 και ισοφάρισε τη σειρά...
Δυο βράδια αργότερα η σκληρή μοίρα σημάδεψε και πάλι τον Ζάρκο, που με το σκορ στο 58-58, μετά το άστοχο σουτ του συχωρεμένου (μετέπειτα προέδρου της Λιμόζ) Φρεντερίκ Φορτέ πάτησε τη ρουφιάνα τη γραμμή και... τετέλεσται!
Στην επόμενη φάση σκόραρε ο Ζντοβτς (60-58), ενώ στην τελευταία επίθεση το τρίποντο που εξακόντισε σαν... προσευχή ο Πάσπαλι δεν βρήκε στόχο και ο Ολυμπιακός ήπιε το κώνειο του αποκλεισμού.
"Απόψε πέθανε το μπάσκετ"
Μ’ αυτά και μ’ εκείνα η Λιμόζ προκρίθηκε στο Final 4, το οποίο διεξήχθη στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας: εκεί όπου «απόψε πέθανε το μπάσκετ», όπως είπε το βράδυ της 15ης Απριλίου 1993, δίκην προφάσεως εν αμαρτίαις, μετά τη λήξη του τελικού (σκορ 59-55), ο προπονητής της Μπενετόν Τρεβίζο και αργότερα του ΠΑΟΚ, Πέταρ Σκάνσι.
Οι «πουρκουάδες», όπως τους αποκαλούσε οι Γιάννης Ιωαννίδης, ακόμη κι αν ασέλγησαν εις βάρος του μπάσκετ, στέφθηκαν πρωταθλητές Ευρώπης και έβαλαν σε μια νέα λογική το άθλημα...
Πράγματι εκείνο το στιλ το οποίο λανσάρισε, εμπέδωσε, ανήγαγε σε επιστήμη και καθιέρωσε ο Μπόζινταρ Μάλκοβιτς με άξονες τον αργό ρυθμό, την καθυστέρηση (delay) και τη στραγγαλιστική άμυνα που ξεπερνούσε τα όρια του φάουλ άφησε πολύ έντονα τα ίχνη του στη στράτα του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
Το μοντέλο της Λιμόζ και ο προπονητής χάντμπολ
Το μοντέλο της Λιμόζ που επέμενε σε κάθε φάση να βγάζει από τη μύγα ξύγκι, παγίδευσε κόσμο και κοσμάκη για πολλά χρόνια και δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο Μπόζα μετά το ολοκληρωτικό μπάσκετ της Γιουγκοπλάστικα μπορεί να καυχιέται και γι’ αυτό.
Άλλωστε, όπως έλεγε ο ίδιος, «δεν με νοιάζει τι λέει ο κόσμος και σε τελική ανάλυση εάν γούσταρα το μπάσκετ των εκατό πόντων και τους παίκτες που κάνουν τριάντα σουτ σε κάθε ματς, θα γινόμουν προπονητής στο χάντμπολ»!
Η ουσία είναι ότι για αρκετά χρόνια (ακόμη και μετά τη μείωση του χρόνου επίθεσης από τα 30 στα 24 δευτερόλεπτα), το στιλ της Λιμόζ παρέμενε άθραυστο σαν τις περίφημες πορσελάνες που βγάζει η πόλη...
Ο Ολυμπιακός υπήρξε όχι μονάχα μάρτυς, αλλά και θύμα αυτής της τεχνοτροπίας και ασφαλώς θα θυμάται πόσο κακός μπελάς και δαίμονας υπήρξε η γαλλική ομάδα…
Οι επτά νίκες σε εννέα ματς και η ατάκα στον Ιωαννίδη
Υπενθυμίζω ότι η Λιμόζ νίκησε στους επτά από τους εννέα μεταξύ τους αγώνες, έτρεξε ένα σερί 6-0 σε ισάριθμα ματς, άλωσε δυο φορές το οχυρό του ΣΕΦ και (προς επίρρωσιν και μάλιστα πανηγυρική του αμυντικού δόγματος της) κράτησε τον Ολυμπιακό έξι φορές κάτω από τους εξήντα πόντους!
Σαν να μην έφταναν αυτά τα χουνέρια που έκανε η Λιμόζ στον Ολυμπιακό, ο Ξανθός (ο οποίος υπέστη τις έξι από τις επτά ήττες, ενώ την τελευταία τη γνώρισε ο Ιβκοβιτς) είχε να αντιπαρέλθει και την επιτηδευμένη ειρωνεία του Μπόζα…
Με τη λογική του «πάρ' τον στον γάμο σου να σου πει και του χρόνου» ο μετέπειτα προπονητής του Παναθηναϊκού έσπευδε σεινάμενος, κουνάμενος, με κουμπωμένο και ατσαλάκωτο το σταυρωτό κοστούμι του και με εκείνο το κλασικό βάδισμα του... Ναπολέοντα (όπως τον βάφτισε αργότερα ο Μίχαελ Κοχ) να σφίξει το χέρι του Ιωαννίδη πουλώντας του κάθε φορά το ίδιο παραμύθι...
«Congratulations Giannis, you have a very good team»!
Το άλλοθι που λεγόταν Γιανγκ!
Εκτός από την take-no-prisoners defense η Λιμόζ πούλαγε και επίθεση…
Βασικά πούλαγε τον Γιανγκ, ο οποίος αποτελούσε το… άλλοθι της αμυντικολαγνείας εκείνης της ομάδας, ξεχώριζε σαν τη μύγα μες στο γάλα και εξελίχθηκε στον εφιάλτη των αντιπάλων της.
Γεννημένος στις 2 Ιανουαρίου του 1961 στο Χιούστον ο Γιανγκ έδειξε τα ταλέντα του πρώτα στο λύκειο Yates και εν συνεχεία στους Cougars οι οποίοι έπαιξαν σε τρία διαδοχικά Final 4 του NCAA, αλλά μουντζωμένοι από την κακή τύχη τους ηττήθηκαν στον ημιτελικό του 1982 από το Νορθ Καρολάινα και στους τελικούς του 1983 από το Νορθ Καρολάινα Στέιτ και του 1984 από το Τζορτζτάουν.
Οι Phi Slama Jama
Ο Γιανγκ ανήκε στους διαβόητους «Phi Slama Jama» όπως τους βάφτισε ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Houston Post, περιγράφοντας με αυτό το παρατσούκλι το γρήγορο, εκρηκτικό και θεαματικό στιλ παιχνιδιού τους, που είχε ως κύρια χαρακτηριστικά τους αιφνιδιασμούς και τα καρφώματα.
Σε εκείνη την ομάδα ο Γιανγκ (με μέσο όρο 15.2 πόντους και 5.9 ριμπάουντ) είχε συμπαίκτες παίκτες ολκής κάποιοι εκ των οποίων έγραψαν ιστορία στο παγκόσμιο μπάσκετ: Χακίμ Ολάζουον, Κλάιντ Ντρέξλερ, Γκρεγκ Αντερσον, Ρίκι Γουίνσλοου, Λάρι Μισό, Ντέιβ Ρόουζ, Ρομπ Γουίλιαμς, Λάιντεν Ρόουζ και Μπένι Αντερς.
Το 1984 ο αριστερόχειρας σμολ φόργουορντ επελέγη στο Νο 24 του ντραφτ από τους Σέλτικς, αλλά η καριέρα του στο ΝΒΑ υπήρξε ως μη γενόμενη: έπαιξε σε 52 αγώνες με τους Σανς, τους Σίξερς και τους Κλίπερς, με μέσο όρο 4.6 πόντους και 1.8 ριμπάουντ, αγωνίσθηκε επίσης στις Φιλιππίνες και στο CBA και πέρασε δέκα σεζόν στην Ευρώπη φορώντας διαδοχικά τις φανέλες της Βαγιαδολίδ, της Ρέτζιο Καλάμπρια, της Λιμόζ (1992-95), της Φαμπριάνο και της Λυών.
Τι σόι παίκτης ήταν ο Γιανγκ;
Σιγάλας: "Κατά συρροήν δολοφόνος"
«Δολοφόνος. Κατά συρροήν δολοφόνος» μου απάντησε ξερά ο Γιώργος Σιγάλας.
Του τηλεφώνησα σήμερα για να φρεσκάρω την υπόθεση, με αφορμή την έλευση του Τζο Γιανγκ και ο «Ράμπο» ανακάλεσε τις εικόνες και τις αναμνήσεις του από τις επικές μονομαχίες τους…
«Ο Γιανγκ συνδύαζε και τις δυο ιδιότητες: και σουτέρ και σκόρερ. Δημιουργούσε προσωπικές φάσεις με την μπάλα στα χέρια και είχε τρομερή επαφή με το καλάθι. Η Λιμόζ έπαιζε τρομερή άμυνα εκείνη την εποχή, αλλά παράλληλα είχε ένα πολυβόλο στην επίθεση της και αυτός ο συνδυασμός δυσκόλευε πολύ την αντιμετώπιση της».
Πώς προσπαθούσε να τον μαρκάρει ο Σιγάλας, που έπαιζε τον ρόλο του κρυπτονίτη του «Superman» της Λιμόζ;
Ιδού το σκεπτικό του…
«Εάν έβρισκε ρυθμό, δεν μαρκαριζόταν με τίποτε. Εγώ ήμουν σπεσιαλίστας στην προσωπική άμυνα και με όλες τις ομάδες στις οποίες έπαιξα, όπως επίσης και με την Εθνική αναλάμβανα πάντοτε τις δύσκολες αποστολές. Αντιμετώπισα μεταξύ άλλων τον Γκάλη, τον Μπέρκοβιτς, τον Επι, τον Ντομινίκ, τον Πρέλεβιτς, τον Βιγιακάμπα, τον Κούκοτς, της… Παναγιάς τα μάτια που λέμε.
Ο Γιανγκ ήταν από τους δυσκολότερους και πιο επικίνδυνους, διότι μπορούσε να σε εκθέσει ανεπανόρθωτα και να σε κάνει να μαρτυρήσεις. Προσπαθούσα να μπω ανάμεσα σε αυτόν και στην μπάλα, την ώρα της πάσας και να τον ενοχλήσω όσο μπορούσα ώστε να μην εκτελέσει όπως ήθελε. Ο στόχος ήταν να μη φύγει η μπάλα από τα χέρια του, αλλιώς την είχες βάψει»!
"Καλά νέα, ο Σιγάλας έμεινε στο σπίτι του"
Οι μονομαχίες τους υπήρξαν όντως συναρπαστικές και ο Γιανγκ ήξερε ότι ο Σιγάλας ήταν κακός μπελάς και μαζί του δεν θα ξεμπέρδευε εύκολα.
Επ’ αυτού υπάρχει και ένα γραπτό πειστήριο: ο πολύ χαρακτηριστικός και εξόχως κολακευτικός τίτλος της «L’ Equipe» πριν από έναν αγώνα ανάμεσα στη Λιμόζ και στον Ολυμπιακό.
Ο «Ράμπο» θα ήταν απών λόγω τραυματισμού και η γαλλική εφημερίδα έγραψε το εξής:
«Καλά νέα για τον Γιανγκ. Ο Σιγάλας έμεινε στο σπίτι του»!