Βίκτορ Μουνιόθ 60 Μαρτίων
Ο Βίκτορ Μουνιόθ μιλάει στο Sport24.gr με αφορμή τα 60ά του γενέθλια (15/3). Στο αφιέρωμα που ακολουθεί: ο παίκτης, ο προπονητής, οι τίτλοι και το πέρασμα από τον Παναθηναϊκό (pics & videos)
Σύμβολο για την Σαραγόσα και σημείο αναφοράς για την Μπαρτσελόνα και τη Furia Roja της δεκαετίας του '80, ο Βίκτορ Μουνιόθ κλείνει σήμερα (15/3) τα 60 του χρόνια. Έχοντας αγωνιστεί επί μια δεκαπενταετία στις Σαραγόσα, Μπαρτσελόνα, Σαμπντόρια, Σεντ Μίρεν και φυσικά την Εθνική Ισπανίας και έχοντας προπονήσει μια ενδεκάδα ομάδες στη χώρα του, στην Ελλάδα, στη Ρωσία και την Ελβετία, ο Βίκτορ είναι μια από τις σημαντικότερες ποδοσφαιρικές προσωπικότητες της Ιβηρικής. Με αφορμή τα γενέθλιά του, το Sport24.gr παρουσιάζει σήμερα ένα μικρό αφιέρωμα στη ζωή και την καριέρα του. Θα ξεκινήσουμε από τα πρώτα χρόνια στη γενέτειρά του και την πενταετία στους "maños", θα συνεχίσουμε με την επταετία στους "μπλαουγκράνα" και τα μεγάλα ραντεβού της Roja, θα περάσουμε από την Ιταλία και τη Σκωτία και θα καταλήξουμε στην προπονητική του εικοσαετία, κάνοντας μια "στάση" στη χώρα μας και τον Παναθηναϊκό.
Πριν όμως περάσουμε σε όλα αυτά, ας δούμε πρώτα τί μας είπε ο ίδιος ο Βίκτορ στην τηλεφωνική επικοινωνία που είχαμε και στην οποία τον ρωτήσαμε ποιες θεωρεί τις κορυφαίες στιγμές στην καριέρα του ως παίκτης και ως προπονητής, καθώς και τις αναμνήσεις που έχει από το πέρασμά του στον Παναθηναϊκό.
"Η ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΔΕΝ ΜΕ ΑΦΗΣΕ ΝΑ ΦΤΙΑΞΩ ΕΝΑΝ ΔΥΝΑΤΟ ΠΑΟ"
" Καταρχήν θέλω να πω ότι η ανάμνηση που έχω από τον Παναθηναϊκό, είναι και ξεχωριστή και όμορφη. Ήταν η πρώτη φορά στην προπονητική μου καριέρα που προπονούσα μια ομάδα εκτός Ισπανίας και ως εμπειρία ήταν εξαιρετική. Θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί ακόμα καλύτερα, αν η διοίκηση ήταν πιο συνεργάσιμη. Είχα ζητήσει τον Ιανουάριο ενίσχυση, κάποιους καλούς ξένους ποδοσφαιριστές, αλλά οι εισηγήσεις μου δεν εισακούστηκαν. Και νομίζω ότι αν είχα συνεχίσει και την επόμενη χρονιά, θα είχα φτιάξει έναν πιο ανταγωνιστικό Παναθηναϊκό, για να μπορέσουμε να διεκδικήσουμε τα πρωτεία από την ομάδα που κυριαρχούσε τότε, τον Ολυμπιακό. Αλλά δεν με άφησαν... Με ρωτάς για τον Νίνη. Τον έβλεπα, μου είχε κάνει εντύπωση το ταλέντο του, οι ικανότητές του. Και για να είμαι ειλικρινής, ήταν πολύ καλύτερος από τους παίκτες που έπαιζαν στην πρώτη ομάδα στην ίδια θέση. Έτσι λοιπόν, ήταν λογικό να του δώσω την ευκαιρία. Τόσο απλά. Ο κόσμος στην Ελλάδα μπορεί να μην ήταν συνηθισμένος να βλέπει έναν 16χρονο στο γήπεδο, αλλά τελικά νομίζω ότι το χάρηκε".
" Τώρα, σε ότι αφορά την καριέρα μου, οι δυνατές στιγμές - και είμαι τυχερός γι' αυτό - ήταν πολλές. Νομίζω ότι η συμμετοχή μου σε ένα Μουντιάλ, το 1986, υπήρξε το αποκορύφωμα. Κάθε ποδοσφαιριστής ονειρεύεται να παίξει στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Τα πήγαμε αρκετά καλά, θα μπορούσαμε ακόμα καλύτερα, αλλά αποκλειστήκαμε στα πέναλτι. Και ο τελικός του EURO το 1984 ήταν κορυφαία στιγμή. Αλλά και με τους συλλόγους που έπαιξα, πέτυχα αρκετά πράγματα. Ευρωπαϊκοί τελικοί, τρόπαια, και με την Μπαρτσελόνα και με την Σαμπντόρια. Δυο Κύπελλα Κυπελλούχων, αλλά και εθνικά Κύπελλα σε Ισπανία και Ιταλία. Δεν έχω παράπονο, έζησα πολλά ως παίκτης. Σαν προπονητής, οι μεγάλες στιγμές ήρθαν με τη Σαραγόσα. Πρώτα το Κύπελλο του 2004, απέναντι σε μια πανίσχυρη Ρεάλ Μαδρίτης, με ωραίο ποδόσφαιρο και πολλή αγωνία μέχρι το τέλος. Αλλά και εκείνο του 2006, που χάσαμε το τρόπαιο στον τελικό από την Εσπανιόλ, όμως μέχρι να φτάσουμε εκεί, αποκλείσαμε όλους τους μεγάλους. Πρώτα την Ατλέτικο (συνολικό σκορ 3-2), μετά την Μπαρτσελόνα (5-4) και τέλος, στον ημιτελικό, τη Ρεάλ Μαδρίτης με το εξωφρενικό 6-1 στην "Ρομαρέδα"!"
ΒΙΚΤΟΡ, Ο ΠΑΙΚΤΗΣ
Ο Βίκτορ με τη φανέλα της Σαραγόσα
Ο Βίκτορ Μουνιόθ Μανρίκε γεννήθηκε στις 15 Μαρτίου του 1957 στη Σαραγόσα της Αραγονίας. Όπως διηγείται ο ίδιος, από μικρός έπαιζε μπάλα στους δρόμους της γειτονιάς του με τα αδέρφια του, μέχρι που στα δέκα του χρόνια γράφτηκε στις ακαδημίες του τοπικού συλλόγου Club Deportivo Boscos. Εκεί αγωνίστηκε μέχρι και την ομάδα των νέων, στα τοπικά αλλά και τα σχολικά πρωταθλήματα. Η Μπόσκος υπήρξε μεγάλο σχολείο για τον Μουνιόθ και αυτό γιατί το γήπεδό της είχε κάτω άμμο, κάτι που δυσκόλευε το κοντρόλ και το σουτ, αλλά του έδωσε την ταχύτητα για την οποία έμεινε ξακουστός σε όλη την καριέρα του. Του άρεσε πάντα η φυσική άσκηση, η κίνηση, η γυμναστική. Παράλληλα ασχολήθηκε και με άλλα σπορ, όπως το χάντμπολ και ο στίβος, ενώ πήγαινε τακτικά στην "Ρομαρέδα" για να δει παιχνίδια της Σαραγόσα, εκεί όπου παρακαλούσε διάφορους κατόχους διαρκείας να τον περνάνε μέσα δωρεάν ως "γιο" τους!
Έτσι μπόρεσε να παρακολουθήσει από κοντά, πρώτα τους περίφημους "Magníficos", τη γενιά δηλαδή των Λαπέτρα, Σανταμαρία, Βίγια, Μαρθελίνο και αργότερα τους θρυλικούς "Zaraguayos", όπως ονομάστηκαν οι ξένοι από την Παραγουάη που αγωνίστηκαν τη δεκαετία του '70 στην ομάδα (Οκάμπος, Αρούα, Σότο, Μπλάνκο, Ντιάρτε, Οβεχέρο). Όσο αγωνιζόταν στην Μπόσκος, ο Μανόλο Βιγιανόβα, τότε προπονητής της Deportivo Aragón, (θυγατρικής ομάδας της Σαραγόσα), τον πρόσεξε και ζήτησε την απόκτησή του. Πράγματι, ο Βίκτορ, μαζί με τον αδερφό του, υπέγραψαν στην Σαραγόσα Β και από εκεί και μετά τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους. Ενάμιση χρόνο αργότερα, το 1976, ο Λουσιέν Μίλερ, τεχνικός της Σαραγόσα, έδωσε στον Βίκτορ την ευκαιρία να κάνει το ντεμπούτο του με την πρώτη ομάδα, μέσα στην "Ρομαρέδα" και απέναντι στην Μπαρτσελόνα των Κρόιφ και Νέεσκενς, σε ένα ματς που έληξε 0-0. Στο τέλος της σεζόν η Σαραγόσα υποβιβάστηκε, αλλά ανέβηκε την επόμενη χρονιά ως πρωταθλήτρια της Σεγούντα Ντιβισιόν.
Ο Βίκτορ νεοφερμένος στη Μπαρτσελόνα
Με την επιστροφή της στην Πριμέρα, έγινε μεγάλο ξεκαθάρισμα στην ομάδα, όμως ο νεαρός Βίκτορ δεν "μάσησε". Απαίτησε να φορέσει τη φανέλα με το νούμερο "10" και στην επόμενη τριετία έγινε ένας από τους πρωταγωνιστές των "maños", παίζοντας στη θέση του επιτελικού χαφ. Ήταν δύσκολα χρόνια για την Σαραγόσα, που δεν είχε καμία σχέση ούτε με τις δόξες του παρελθόντος, ούτε με την "αναγέννηση" που ακολούθησε αργότερα. Πέρα από τα αγωνιστικά προβλήματα, υπήρχαν και τα οικονομικά, αφού η διοίκηση τα έβγαζε δύσκολα πέρα. Έτσι, όταν το καλοκαίρι του 1981 έφτασε η πρόταση της Μπαρτσελόνα για 70 εκατομμύρια πεσέτες συν δυο παίκτες (Ραμίρεθ και Θουνθούνεγκι), ο πρόεδρος Αρμάντο Σισκές, έδωσε το οκ και ο 24χρονος Βίκτορ βρέθηκε στη Βαρκελώνη του επίσης νεοφερμένου προπονητή Ούντο Λάτεκ, με συμπαίκτες ονόματα όπως ο Μπερντ Σούστερ, ο Μιγκέλι, ο Άλαν Σίμονσεν, ο Κίνι, ο Ουρούτι, ο Όλμο, ο Αλεσάνκο και ο Λόμπο Καράσκο!
Όπως ήταν φυσικό, από πρώτος στο χωριό, βρέθηκε δεύτερος στην πόλη και στην πορεία, για να μπορέσει να βρει τη θέση του ανάμεσα σε τόσα αστέρια, αναγκάστηκε να αλλάξει τελείως το παιχνίδι του. Διηγείται ο ίδιος σε παλαιότερη συνέντευξή του στο El Periódico de Aragón: "Έπρεπε να αλλάξω στιλ, να προσαρμοστώ σε ότι χρειαζόταν. Όταν ένας παίκτης λέει ότι μπορεί να παίξει σε μία μόνο θέση, αυτό είναι κακό. Όλοι είναι υποχρεωμένοι να προσαρμόζονται σε αυτό που ζητάει η ομάδα. Η Μπάρτσα με πήρε επειδή ήμουν νέος, για να πλαισιώσει όλους τους σταρ που πέρασαν από εκεί, όπως ο Σούστερ και ο Μαραντόνα. Αν ήθελα να είμαι βασικός, τότε έπρεπε να αλλάξω το ποδόσφαιρο που έπαιζα". Έτσι λοιπόν, ο Βίκτορ άφησε το δέκα και έγινε ένα από τα κορυφαία κεντρικά χαφ της εποχής του στην Ισπανία, με περισσότερο αμυντικό ρόλο και ατελείωτο τρέξιμο στον αγωνιστικό χώρο. Ένα πραγματικό "μηχανάκι" που εντυπωσίασε από την πρώτη του κιόλας σεζόν στη Βαρκελώνη.
Οι δυο σκόρερ στον τελικό Κυπέλλου του 1983, Μάρκος Αλόνσο αριστερά και Βίκτορ Μουνιόθ κάτω από το τρόπαιο
Τελικά, δεν χρειάστηκε χρόνο για να συνηθίσει ούτε τη νέα του θέση, ούτε τη νέα του ομάδα: "Μπορεί να ήμουν μικρός, αλλά έφτασα εκεί έτοιμος σαν παίκτης, είχα προσωπικότητα, ήμουν ήδη μπαρουτοκαπνισμένος. Δεν τρομοκρατήθηκα από το μέγεθος της Μπάρτσα, αντίθετα ένιωθα ζωντανός και μου άρεσε η πρόκληση. Έγινα αμέσως βασικός και συνέχισα να βελτιώνομαι. Στη Σαραγόσα ήμουν περισσότερο ποσοτικός παίκτης, στη Μπαρτσελόνα άρχισα να βρίσκω την ποιότητα". Ήδη από την πρώτη σεζόν κατέκτησε τον πρώτο του τίτλο, αυτόν του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης με το 2-1 των "μπλαουγκράνα" επί της Σταντάρ Λιέγης τον Μάιο του 1982 μέσα στο "Καμπ Νόου", παρά το γεγονός ότι ο ίδιος δεν αγωνίστηκε στον τελικό. Έναν χρόνο αργότερα, το σενάριο αποδείχτηκε ιδανικό για τον Μουνιόθ. Η Μπαρτσελόνα έφτασε στον τελικό του Copa del Rey και αντιμετώπισε τη Ρεάλ Μαδρίτης στο γήπεδο της "Ρομαρέδα" στη Σαραγόσα. Ο Βίκτορ γνώρισε την αποθέωση στην πόλη του και το γήπεδο σηκώθηκε στο πόδι όταν ο τοπικός "ήρωας" άνοιξε το σκορ στο 32' της συνάντησης!
Η Ρεάλ ισοφάρισε με τον Σαντιγιάνα, όμως το γκολ του Μάρκος Αλόνσο στο 90', έδωσε τη νίκη και το τρόπαιο στους culés. Λίγους μήνες αργότερα ήρθε ένας ακόμα τίτλος, του Σούπερ Καπ, απέναντι στην Αθλέτικ (συνολικό σκορ 3-2). Ο Βίκτορ συνυπήρξε δυο χρονιές (1982-84) με τον Μαραντόνα στους "μπλαουγκράνα". Ας δούμε τί έχει πει για τον μεγάλο συμπαίκτη του: "Σε ό,τι αφορά την τεχνική, ήταν αξεπέραστος, το άριστα δέκα. Αλλά και από φυσική κατάσταση ήταν πολύ δυνατός. Η εκκίνησή του, το σταμάτημά του, το σουτ... Σε εμάς η αλήθεια είναι ότι έμεινε πίσω λόγω των τραυματισμών και της ηπατίτιδας. Το πέρασμά του από την Μπαρτσελόνα δεν ήταν και το πιο λαμπρό της καριέρας του. Σαν χαρακτήρας, βρισκόταν πάντοτε πολύ κοντά στην ομάδα, στους συμπαίκτες του, αν και πάντα είχε εκείνη την ξεχωριστή αύρα γύρω του". Το καλοκαίρι του '84 που ο Ντιέγο αναχώρησε για τη Νάπολη, ο Βίκτορ έζησε μια από τις πιο δραματικές στιγμές του ως παίκτης. Από το 1980, όταν είχε ταξιδέψει στη Μόσχα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, ήταν διεθνής.
Η Εθνική Ισπανίας που αντιμετώπισε τη Γαλλία στον τελικό του EURO του 1984. Ο Βίκτορ Μουνιόθ μπροστά, δεύτερος από αριστερά
Πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με την εθνική των ανδρών το 1981, σε ένα φιλικό με την Αγγλία στο "Γουέμπλεϊ". Μετά την αποτυχία της Furia Roja να διακριθεί στο Μουντιάλ της Ισπανίας το 1982, ο Βίκτορ έγινε βασικό και αναντικατάστατο μέλος της ομάδας, παίρνοντας μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986 και στα EURO του 1984 και του 1988, συμπληρώνοντας 60 συμμετοχές με τρία γκολ, εκ των οποίων το ένα στη νίκη με 3-1 των Ισπανών εναντίον της Ελλάδας σε φιλικό αγώνα που έγινε τον Σεπτέμβριο του 1986 στο "El Molinón" της Χιχόν. Πριν όμως πάμε στο EURO του 1984, ας γυρίσουμε μερικούς μήνες πίσω, στον Δεκέμβριο του 1983 και στο "Benito Villamarín" της Σεβίλλης, εκεί όπου η Ισπανία, στο τελευταίο παιχνίδι της προκριματικής φάσης για το EURO της Γαλλίας, έπρεπε να νικήσει τη Μάλτα με έντεκα γκολ διαφορά για να προκριθεί στην τελική φάση αντί της Ολλανδίας! Ο Μουνιόθ και οι έντεκα ακόμα που αγωνίστηκαν, πέτυχαν το ακατόρθωτο με το ματς να λήγει 12-1 και ολόκληρη την Ισπανία να ξενυχτάει, πανηγυρίζοντας τον απίστευτο άθλο.
Στο τουρνουά, στη Γαλλία, οι Ισπανοί πέρασαν στους "4" με το ιστορικό γκολ του Μαθέδα στο 90' απέναντι στη Δυτική Γερμανία, κάτοχο του τίτλου, την οποία και απέκλεισαν. Στον ημιτελικό ξεπέρασαν το εμπόδιο της Δανίας στα πέναλτι (5-4), με τον Βίκτορ να ευστοχεί στη δική του εκτέλεση. Η Furia Roja αντιμετώπισε την "οικοδέσποινα" Γαλλία στον τελικό του "Παρκ ντε Πρενς", όμως το τραγικό λάθος του Αρκονάδα στην εκτέλεση φάουλ του Πλατινί, υπήρξε καθοριστικό για την έκβαση του αγώνα. Ο Μουνιόθ έπαιξε σε όλα τα παιχνίδια της Ισπανίας, μη χάνοντας ούτε λεπτό. Επιστρέφοντας στη Βαρκελώνη, είχε φτάσει η ώρα και για την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Μετά από μια στείρα δεκαετία, οι "μπλαουγκράνα" επέστρεψαν στην κορυφή της Πριμέρα Ντιβισιόν, με προπονητή τον Άγγλο Τέρι Βέναμπλς και πρωταγωνιστές εκτός του Βίκτορ, τους Ουρούτι, Χεράρδο, Χούλιο Αλμπέρτο, Αλεσάνκο, Μιγκέλι, Σούστερ, Καλντερέ, Άρτσιμπαλντ, Ρόχο, Καράσκο και Μάρκος Αλόνσο.
Με το περιβραχιόνιο του αρχηγού πριν από clásico, μαζί με τον Γκαγέγο της Ρεάλ
Ήταν ένας τίτλος που πανηγυρίστηκε έξαλλα, αλλά και το μοναδικό πρωτάθλημα που κατέκτησε ο Μουνιόθ σε ολόκληρη την καριέρα του, είτε ως παίκτης, είτε ως προπονητής. Ακολούθησαν δυο ακόμα μεγάλες διοργανώσεις με την Εθνική Ισπανίας, πρώτα το Μουντιάλ του 1986 στο Μεξικό και μετά το EURO του 1988 στη Δυτική Γερμανία. Και στα δυο τουρνουά ο Βίκτορ αγωνίστηκε σε όλα τα ματς που έδωσε η Εθνική του, χωρίς ούτε μια φορά να γίνει αλλαγή. Στο Μεξικό η Furia Roja πραγματοποίησε εντυπωσιακή πορεία μέχρι τους "8", όπου αποκλείστηκε στα πέναλτι από το Βέλγιο, με τον Μουνιόθ να ευστοχεί στο δικό του χτύπημα. Δυο χρόνια αργότερα, στα γερμανικά γήπεδα, η Ισπανία έπεσε στον όμιλο του "θανάτου", μαζί με Δανία, Ιταλία και την διοργανώτρια Δ. Γερμανία. Οι Ίβηρες νίκησαν 3-2 τους Δανούς, όμως στη συνέχεια ηττήθηκαν από Ιταλούς (0-1) και Γερμανούς (0-2) και αποκλείστηκαν. Το ματς αυτό, με τους Τεύτονες, ήταν και το τελευταίο στη διεθνή καριέρα του Βίκτορ Μουνιόθ.
Εκείνο το καλοκαίρι, του 1988, ο Βίκτορ έφυγε όχι μόνο από την Εθνική, αλλά και από την Μπαρτσελόνα. Αν όμως η αποχώρησή του από την Furia Roja, υπήρξε προσωπική του επιλογή, το αντίο του στους "μπλαουγκράνα" υπήρξε εξόχως επεισοδιακό. Είχαν προηγηθεί βέβαια αρκετά κεφάλαια μέχρι να φτάσουμε στην περίφημη "ανταρσία του Εσπέρια", με πρώτο και καλύτερο τον χαμένο τελικό του 1986 στο "Σάντσεθ Πιθχουάν" απέναντι στην Στεάουα Βουκουρεστίου. Μετά την κατάκτηση του τίτλου στην Πριμέρα το 1985, η Μπαρτσελόνα έπαιξε στο Κύπελλο Πρωταθλητριών. Οι culés έφτασαν μέχρι τον ημιτελικό, όπου αντιμετώπισαν την Γκέτεμποργκ. Οι Σουηδοί κέρδισαν 3-0 το πρώτο ματς, αλλά οι "μπλαουγκράνα" ισοφάρισαν το σκορ στη ρεβάνς με το φοβερό χατ-τρικ του Πίτσι Αλόνσο. Το παιχνίδι κρίθηκε τελικά στα πέναλτι, με τον Βίκτορ να ευστοχεί στο τελευταίο κρίσιμο χτύπημα και τους Καταλανούς να παίρνουν την πρόκριση. Πρόκειται για το παιχνίδι, όπου στη διάρκεια των πανηγυρισμών, ο πιτσιρικάς ball-boy Πεπ Γουαρδιόλα, ζητούσε τη φανέλα του Βίκτορ για ενθύμιο!
Μετά την πρόκριση της Μπάρτσα στον τελικό του Πρωταθλητριών του 1986, ο μικρός Πεπ Γουαρδιόλα ζητάει από τον Βίκτορ τη φανέλα του για ενθύμιο!
Όσο επική όμως ήταν εκείνη η πρόκριση για την Μπάρτσα, τόσο τραγική αποδείχτηκε η εξέλιξη του τελικού. Να προσθέσουμε ότι λίγες μέρες πριν, οι Καταλανοί είχαν χάσει το Κύπελλο από τη Σαραγόσα στο "Βιθέντε Καλντερόν", ακόμα κι έτσι όμως, ήταν το απόλυτο φαβορί απέναντι στους Ρουμάνους. Οι φίλαθλοί τους είχαν φτιάξει μια εκπληκτική ατμόσφαιρα στο γήπεδο της Σεβίγια, όμως οι παίκτες ήταν χωρισμένοι σε τρία "στρατόπεδα", κάτι που φάνηκε και μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Από τη μία οι "εκλεκτοί" του Βέναμπλς, από την άλλη οι Ισπανοί που ένιωθαν αδικημένοι από τις επιλογές του Άγγλου και μια "κατηγορία" μόνος του ο απείθαρχος Σούστερ που έκανε ότι του κατέβαινε στο κεφάλι ή ότι αποφάσιζε η σύζυγός του, Γκάμπι. Η ιστορία είναι γνωστή, η Μπαρτσελόνα υπέκυψε τελικά (μετά το 0-0 των 120 λεπτών) στον Ντουκαντάμ, ο οποίος απέκρουσε και τα τέσσερα πέναλτι των Καταλανών (ο σπεσιαλίστας Βίκτορ δεν πρόλαβε να χτυπήσει το παραδοσιακά πέμπτο δικό του).
Ακολούθησε μια κακή σεζόν (1986/87) για τους "μπλαουγκράνα" και αισίως φτάσαμε στο ξεκίνημα της περιόδου 1987/88, με τρεις συνεχόμενες ήττες στις 4 πρώτες αγωνιστικές της Λίγκας. Ο Νούνιεθ απέλυσε τον Βέναμπλς και προσέλαβε τον Λουίς Αραγονές, ο οποίος κατέκτησε το Κύπελλο απέναντι στη Ρεάλ Σοθιεδάδ, όμως η πορεία στο πρωτάθλημα ήταν τελείως απογοητευτική (6η θέση, 23 ολόκληρους βαθμούς πίσω από τη Ρεάλ που έπαιρνε τον τίτλο για τρίτη σερί χρονιά). Στο τέλος Απριλίου του 1988, η κρίση χτύπησε κόκκινο, ξεφεύγοντας τελείως από κάθε έλεγχο. Μετά από ένα τρομερό μπέρδεμα με τη διοίκηση της Μπαρτσελόνα και την εφορία (για να μην σας ζαλίσω, εδώ είναι όλη η ιστορία αναλυτικά ), στις 28 Απριλίου, στην αίθουσα συνεδρίων του ξενοδοχείου "Εσπέρια" της Βαρκελώνης, κατέφθασε σύσσωμη η ομάδα της Μπαρτσελόνα, συνοδευόμενη από τον προπονητή. Οι αρχηγοί Αλεσάνκο, Βίκτορ Μουνιόθ και Χεράρδο, κάθισαν στο τραπέζι του προεδρείου μαζί με τον Αραγονές και τους Κλος και Καλντερέ.
Η περίφημη συνέντευξη Τύπου στο ξενοδοχείο "Εσπέρια". Ο Βίκτορ ανάμεσα στον Αραγονές και τον Αλεσάνκο
Ο Χοσέ Ραμόν Αλεσάνκο ήταν εκείνος που πήρε τον λόγο και διάβασε στους δημοσιογράφους το κοινό ανακοινωθέν. Οι παίκτες ζητούσαν την παραίτηση του Νούνιεθ, αν και δεν γινόταν αναφορά στον πραγματικό λόγο της σύγκρουσης, δηλαδή την πληρωμή των φόρων. Η παρουσία των παικτών στην Εσπέρια και το κείμενο που διάβασε ο Αλεσάνκο, όπως ήταν φυσικό, προκάλεσαν μεγάλες αντιδράσεις, όχι μόνο εντός της διοίκησης, αλλά - πολύ περισσότερο - ανάμεσα στους φιλάθλους. Δυο μέρες μετά τη συνέντευξη Τύπου στο ξενοδοχείο, το "Καμπ Νόου" μετατράπηκε σε λαϊκό δικαστήριο. Οι κερκίδες έβραζαν φωνάζοντας συνθήματα κατά των παικτών, ενώ πολλοί από τους θεατές απευθύνονταν στο προεδρικό πάλκο καλώντας τον Νούνιεθ να τους διώξει όλους! Όμως η διοίκηση είχε ήδη πάρει τις αποφάσεις της. Οι "αντάρτες" θα έφευγαν από την ομάδα στο τέλος της σεζόν. Το ίδιο και ο Λουίς Αραγονές που τους είχε υποστηρίξει.
Δώδεκα ήταν τελικά αυτοί που είδαν την πόρτα της εξόδου, ανάμεσά τους και ο Μουνιόθ, ο "Τσε" όπως τον είχε αποκαλέσει ο Νούνιεθ, για τον ρόλο του στην "ανταρσία"! Ο Βίκτορ έψαξε μόνος του τον επόμενο προορισμό του και παρά το γεγονός ότι είχε προτάσεις από ισπανικές ομάδες, εκείνος αποφάσισε ότι ήθελε να πάει στο εξωτερικό. Όταν έφτασε η πρόταση από την Σαμπντόρια, δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά. Θυμάται ο ίδιος: "Ήταν εκείνη την εποχή το κορυφαίο πρωτάθλημα στον κόσμο. Το πάνω χέρι είχαν η Μίλαν των Ολλανδών και η Ίντερ των Γερμανών. Ήταν τελείως ασυνήθιστο τότε για Ισπανό παίκτη να βγει από τα σύνορα, αλλά με ενδιέφερε να πάρω καινούργιες παραστάσεις, να γνωρίσω διαφορετικές απόψεις και φιλοσοφίες πάνω στο ποδόσφαιρο, γιατί στο πίσω μέρος του μυαλού μου ήξερα πως όταν σταματούσα ως παίκτης, θα μου άρεσε να συνεχίσω στον χώρο με άλλο ρόλο. Αυτό με έκανε να πάω και στην Ιταλία και πιο μετά στην Σκωτία".
Ο Βίκτορ Μουνιόθ με τη φανέλα της Σαμπντόρια
Εδώ να προσθέσουμε ότι ο Βίκτορ, όσο ακόμα αγωνιζόταν στη Σαραγόσα, είχε σπουδάσει στην παιδαγωγική ακαδημία, ενώ αργότερα, στη Βαρκελώνη, ολοκλήρωσε τις σπουδές του και στο τμήμα επιστήμης φυσικής αγωγής και αθλητισμού (το αντίστοιχο δικό μας ΤΕΦΑΑ). Στην Ιταλία ο Μουνιόθ έπαιξε σε μια πολύ μεγάλη ομάδα, με προπονητή τον Βουγιαντίν Μπόσκοφ και μεγάλα ονόματα τους Παλιούκα, Πελεγκρίνι, Βιέρκοβουντ, Καρμπόνι, Κάτανετς, Ντοσένα, Μαντσίνι, Βιάλι, Λομπάρντο και Σερέζο. Στις δυο χρονιές που έμεινε στη Γένοβα (1988-90), κατέκτησε ένα Κύπελλο Ιταλίας (1988/89) απέναντι στη Νάπολη του πρώην συμπαίκτη του, Ντιέγο Μαραντόνα και ένα Κύπελλο Κυπελλούχων απέναντι στην Άντερλεχτ (1989/90). Στην πρώτη του σεζόν, εκτός από το ιταλικό κύπελλο, η μοίρα τον έφερε αντιμέτωπο με την Μπαρτσελόνα, σε έναν ακόμα τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων. Στη Βέρνη, οι ανανεωμένοι "μπλαουγκράνα" με τον Γιόχαν Κρόιφ πλέον στον πάγκο τους, νίκησαν 2-0 με τέρματα δυο νεοφερμένων, του Χούλιο Σαλίνας και του Λόπεθ Ρεκάρτε.
Έναν χρόνο αργότερα, η Σαμπντόρια έφτασε και πάλι στον τελικό της ίδιας διοργάνωσης, αντιμετωπίζοντας στο "Ούλεβι" του Γκέτεμποργκ την Άντερλεχτ. Το ματς κρίθηκε στην παράταση με δυο γκολ του Τζιανλούκα Βιάλι, με τον Μουνιόθ να παρακολουθεί την εξέλιξη από τον πάγκο. Μόλις ολοκληρώθηκε η σεζόν, η "Σαμπ" δεν ανανέωσε το συμβόλαιο του Ισπανού. Το ίδιο καλοκαίρι, ένας άλλος πρώην συμπαίκτης του στη Μπαρτσελόνα, ο Σκωτσέζος Στιβ Άρτσιμπαλντ, έφυγε από την Ισπανία και την Εσπανιόλ, επιστρέφοντας στην πατρίδα του και την Σεντ Μίρεν. Ο Άρτσιμπαλντ ήρθε σε επαφή με τον Βίκτορ και τον έπεισε να τον ακολουθήσει στη νέα του ομάδα. Εκεί ολοκλήρωσαν τη σεζόν 1990/91 και αμέσως ο Μουνιόθ επέστρεψε στη Σαραγόσα, η οποία περνούσε δύσκολες στιγμές, ευρισκόμενη στις τελευταίες θέσεις της βαθμολογίας και κινδυνεύοντας με υποβιβασμό. Οι "maños" τερμάτισαν τελικά στην 17η θέση και χρειάστηκε να παίξουν μπαράζ παραμονής με την Μούρθια της Σεγούντα. Ο Βίκτορ βοήθησε με την εμπειρία του και η ρεβάνς του 0-0 από τον πρώτο αγώνα στην "Ρομαρέδα", κατέληξε στο θριαμβευτικό 5-2, το οποίο και κράτησε την ομάδα στην Πριμέρα. Εκείνο ήταν το τελευταίο επίσημο παιχνίδι στην καριέρα του Βίκτορ Μουνιόθ (19/6/1991).
ΜΟΥΝΙΟΘ, Ο ΠΡΟΠΟΝΗΤΗΣ
Αλφόνσο Σολάνς και Βίκτορ Μουνιόθ στην επίσημη παρουσίαση του δεύτερου από τη Σαραγόσα το 2004
Όταν ο Μουνιόθ επέστρεψε στη Σαραγόσα για να την βοηθήσει να αποφύγει τον υποβιβασμό, η πρόταση που του έκανε η τότε διοίκηση, ήταν να μην πληρωθεί, αλλά από την επόμενη σεζόν να αναλάβει το πόστο του τεχνικού διευθυντή. Ήταν η εποχή που οι σύλλογοι γίνονταν ανώνυμες εταιρείες και στο καινούργιο μοντέλο έκανε την εμφάνισή του και η συγκεκριμένη θέση. Ο Βίκτορ ταξίδεψε πρώτα για έναν χρόνο στις ΗΠΑ, όπου έκανε ένα μάστερ στο Sports administration. Στη συνέχεια επέστρεψε στη Σαραγόσα, όπου ανέλαβε το πόστο του τεχνικού διευθυντή, όμως η συνεργασία κράτησε μόλις έξι μήνες. Η διοίκηση τον είχε κατηγορήσει ότι είχε αποκτήσει έναν "κουτσό", αναφερόμενη στη μεταγραφή του Ναγίμ από την Τότεναμ, τον παίκτη που δυο χρόνια αργότερα χάρισε το Κύπελλο UEFA στους "maños"! Η προπονητική καριέρα του Μουνιόθ ξεκίνησε το 1995, όταν ανέλαβε την Μαγιόρκα, από την οποία απολύθηκε στη διάρκεια της δεύτερης σεζόν. Στη συνέχεια πήγε στη Λογρονιές (1997/98), αλλά ούτε εκεί ολοκλήρωσε τη θητεία του. Ακολούθησαν η Γέιδα (Σεγούντα, 1998-2000) και η τριετία στη Βιγιαρεάλ (2000-03).
Τον Ιανουάριο του 2004, έντεκα χρόνια μετά την αποχώρησή του από την ομάδα της καρδιάς του, ο Βίκτορ ανέλαβε προπονητής της Σαραγόσα, διαδεχόμενος τον Πάκο Φλόρες. Στα δυόμιση χρόνια που έμεινε στον πάγκο της ομάδας, κατέκτησε ένα Κύπελλο Ισπανίας και ένα ισπανικό σούπερ καπ, που είναι και οι τελευταίοι τίτλοι στην μέχρι σήμερα ιστορία του συλλόγου. Οι "maños" σταθεροποιήθηκαν στο μέσον της βαθμολογίας και πραγματοποίησαν μεγάλες εμφανίσεις στην Copa del Rey. Στην πρώτη σεζόν του Μουνιόθ και έχοντας ήδη αποκλείσει την Μπαρτσελόνα στα προημιτελικά, έφτασαν μέχρι τον τελικό που διεξήχθη στο Ολυμπιακό Στάδιο της Βαρκελώνης, με αντίπαλο τη Ρεάλ Μαδρίτης των "galácticos" (Φίγκο, Μπέκαμ, Ρομπέρτο Κάρλος, Ζιντάν, Ραούλ). Σε ένα εκπληκτικό παιχνίδι με έντονο το "ελληνικό" στοιχείο (Ραούλ Μπράβο στην Ρεάλ, Ντάνι Γκαρθία Λάρα και Γκαλέτι στη Σαραγόσα), οι "μερένγκες" προηγήθηκαν 1-0 με τον Μπέκαμ (23'), οι "maños" ισοφάρισαν με τον Ντάνι (28') και προηγήθηκαν με το πέναλτι του Νταβίδ Βίγια (44'), η Ρεάλ ισοφάρισε με τον Ρομπέρτο Κάρλος (47') και το ματς πήγε στην παράταση, όπου ο Γκαλέτι, με έναν κεραυνό έξω από την περιοχή στο 111' διαμόρφωσε το τελικό 3-2!
Η κορυφαία στιγμή στην προπονητική καριέρα του Βίκτορ Μουνιόθ. Το Κύπελλο Ισπανίας του 2004 μετά το 3-2 επί της Ρεάλ Μαδρίτης
Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, η Σαραγόσα κατέκτησε και το ισπανικό σούπερ καπ με εντυπωσιακή ανατροπή. Οι "maños" ηττήθηκαν στο πρώτο ματς στη "Ρομαρέδα" 0-1 από την πρωταθλήτρια Βαλένθια, όμως στη ρεβάνς του "Μεστάγια" επικράτησαν 1-3 και σήκωσαν το τρόπαιο. Εξίσου αξιομνημόνευτη είναι και η πορεία στο Copa del Rey της σεζόν 2005/06. Η Σαραγόσα έφτασε μέχρι τον τελικό αποκλείοντας και τους τρεις "μεγάλους" του ισπανικού ποδοσφαίρου. Πρώτα, στη φάση των "16" την Ατλέτικο Μαδρίτης (0-1 στο "Καλντερόν" & 2-2 στη "Ρομαρέδα"), στη συνέχεια, στα προημιτελικά την Μπαρτσελόνα (που λίγους μήνες αργότερα θα γινόταν πρωταθλήτρια Ευρώπης) με το 4-2 της "Ρομαρέδα" και το 2-1 του "Καμπ Νόου" και τέλος, στον ημιτελικό, τη Ρεάλ Μαδρίτης, με μια από τις μεγαλύτερες νίκες σε ολόκληρη την ιστορία του συλλόγου. Η Σαραγόσα ισοπέδωσε τη Ρεάλ Μαδρίτης με το απίστευτο 6-1 και άντεξε στο βραζιλιάνικο ρεσιτάλ του "Μπερναμπέου" (είχαν σκοράρει τέσσερις Βραζιλιάνοι, οι Σισίνιο, Ρομπίνιο, Ρονάλντο και Ρομπέρτο Κάρλος), όπου παρά το 4-0, πέρασε στον τελικό, για να ηττηθεί 1-4 από την Εσπανιόλ.
Το καλοκαίρι του 2006 ο Αγαπίτο Ιγκλέσιας αγόρασε το πακέτο των μετοχών της Σαραγόσα από τον Αλφόνσο Σολάνς και δεν ανανέωσε το συμβόλαιο του Μουνιόθ, αφού είχε δεσμευτεί με τον Βίκτορ Φερνάντεθ. Λίγους μήνες αργότερα, τον Οκτώβριο, ο Βίκτορ υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με τον Παναθηναϊκό, κάτι που θα δούμε πιο αναλυτικά στη συνέχεια του αφιερώματος. Όταν ο Ισπανός προπονητής έφυγε από την Ελλάδα το επόμενο καλοκαίρι, ανέλαβε την Ρεκρεατίβο της Ουέλβα (Πριμέρα), αλλά τον Φεβρουάριο του 2008 απολύθηκε. Το καλοκαίρι του 2008 πήγε στην Χετάφε (Πριμέρα), διαδεχόμενος τον Μίκαελ Λάουντρουπ και έμεινε εκεί μέχρι τον Απρίλιο του 2009, όταν η διοίκηση τον απομάκρυνε, παίρνοντας στη θέση του τον Μίτσελ. Το 2010 εργάστηκε ως σχολιαστής στο ισπανικό συνδρομητικό κανάλι Gol T και τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς προσελήφθη από την ρωσική Τέρεκ Γκρόζνι, από την οποία όμως αποχώρησε μετά από τρεις εβδομάδες, λόγω διαφωνιών του με τον πρόεδρο της ομάδας. Τον Σεπτέμβριο του 2011 ανέλαβε την ελβετική Νεσατέλ Ξαμάξ, όμως αποχώρησε τον Ιανουάριο του 2012 μετά την πτώχευση του συλλόγου και την αποβολή της ομάδας από το πρωτάθλημα. Μικρής διάρκειας ήταν και το πέρασμά του από την επίσης ελβετική Σιόν (Δεκέμβριος 2012-Φεβρουάριος 2013). Ο Βίκτορ επέστρεψε τον Μάρτιο του 2014 στη Σαραγόσα (Σεγούντα), αλλά απολύθηκε τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, παρά το γεγονός ότι η ομάδα βρισκόταν μόλις έναν βαθμό κάτω από τις θέσεις των μπαράζ ανόδου. Αυτή ήταν και η τελευταία μέχρι σήμερα προπονητική δουλειά του.
ΒΙΚΤΟΡ ΜΟΥΝΙΟΘ & ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ
Σωτήρης Νίνης και Βίκτορ Μουνιόθ (Ξάνθη - ΠΑΟ, 20/1/2007)
Στο ξεκίνημα της σεζόν 2006/07, τεχνικός του Παναθηναϊκού ήταν ο Σουηδός Χανς Μπάκε. Πολύ γρήγορα όμως απολύθηκε και ο Γιάσμινκο Βέλιτς ανέλαβε υπηρεσιακός προπονητής. Στις 10 Οκτωβρίου ανακοινώθηκε επίσημα η συμφωνία των "πράσινων" με τον Βίκτορ Μουνιόθ. Το συμβόλαιο προέβλεπε ένα χρόνο συνεργασίας και ανανέωση για έναν ακόμα στην περίπτωση που η ομάδα κατακτούσε το πρωτάθλημα. Όταν ανέλαβε ο Ισπανός, ο ΠΑΟ ήταν δεύτερος στο πρωτάθλημα, πέντε βαθμούς πίσω από τον Ολυμπιακό και είχε προκριθεί στους ομίλους του Κυπέλλου UEFA. Οι "πράσινοι" τερμάτισαν πρώτοι στο γκρουπ, νικώντας 2-0 την Χάποελ Τελ Αβίβ και 0-1 την Μπλάντα Μπόλεσλαβ, φέρνοντας ισοπαλία 0-0 με την Ραπίντ Βουκουρεστίου και χάνοντας 4-0 από την Παρί Σεν Ζερμέν. Στη συνέχεια, στα νοκ άουτ της φάσης των "32", αποκλείστηκαν από την γαλλική Λανς με συνολικό σκορ 3-1. Στην Ελλάδα νίκησαν τον Ολυμπιακό τόσο εντός όσο και εκτός έδρας, κάτι που έκανε τον Ισπανό ιδιαίτερα αγαπητό στους φιλάθλους της ομάδας. Ο Μουνιόθ είχε κόντρες με τη διοίκηση, επειδή δεν έγιναν δεκτές οι προτάσεις του για μεταγραφική ενίσχυση τον Δεκέμβριο.
Το ρεπορτάζ μάλιστα της εποχής, λέει ότι αυτός ήταν ο λόγος που πήρε τον Νίνη στην πρώτη ομάδα. Ο Βίκτορ είχε προσέξει το ταλέντο του μικρού, όμως λέγεται ότι τον έβαλε να παίξει, περισσότερο για να δείξει ότι δεν είχε καλύτερες εναλλακτικές λύσεις, παρά επειδή πίστευε τόσο πολύ στις ικανότητες του 16χρονου. Ο Παναθηναϊκός επί Μουνιόθ εμφανίστηκε γενικά αμυντικογενής, με σχήμα συνήθως ένα σφιχτό 4-4-2, ενώ κάποιοι κατηγόρησαν τον προπονητή ότι προσάρμοζε συνεχώς την ομάδα στον εκάστοτε αντίπαλο. Οι προπονήσεις ήταν πολύωρες και εντατικές, ενώ ο Βίκτορ έδινε μεγάλη σημασία στην τακτική. Οι σχέσεις του με τους παίκτες ήταν σε γενικές γραμμές καλές. Ο εκρηκτικός του χαρακτήρας παρουσιαζόταν πάντα, είτε με πανηγυρισμούς στις νίκες, είτε με γκρίνια στις ήττες. Μετά τη νίκη στο "Καραϊσκάκης", ακολούθησαν επτά παιχνίδια μέχρι το τέλος του πρωταθλήματος και οι "πράσινοι" δεν μπόρεσαν να κερδίσουν κανένα από αυτά, τερματίζοντας τελικά στην τρίτη θέση, πίσω από ΟΣΦΠ και ΑΕΚ. Η ομάδα φάνηκε ότι δεν είχε κάνει καλή προετοιμασία και "έσκασε" στο τέλος, ενώ δεν βοήθησε και το μικρό ρόστερ. Παρόλα αυτά, ο Παναθηναϊκός διεκδίκησε το τρόπαιο του Κυπέλλου, φτάνοντας στον τελικό με τη Λάρισα, από την οποία όμως έχασε 2-1. Αν το είχε κατακτήσει, τότε ο Μουνιόθ θα είχε πιθανότητες να συνεχίσει. Με την απώλεια όμως και αυτού του τίτλου, η διοίκηση δεν ανανέωσε το συμβόλαιό του.
Πηγές: As, Marca, elperiodicodearagon.com, vavel.com, diesl.com
Βίντεο: Ο τελικός του ισπανικού κυπέλλου το 2004, η μεγαλύτερη στιγμή στην προπονητική πορεία του Βίκτορ Μουνιόθ
Βίντεο: ΟΣΦΠ - ΠΑΟ 0-1, η μεγαλύτερη νίκη του Μουνιόθ στη θητεία του στον Παναθηναϊκό (4/3/2007)
Βίντεο: Μπαρτσελόνα - Ρεάλ Μαδρίτης 2-1, τελικός του Κυπέλλου Ισπανίας (4/6/1983). Το γκολ του Μουνιόθ, μετά την ασίστ του Μαραντόνα στο 2:53