ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Η Τατιάνα Γκούσιν στο SPORT24: “Έκανα και δυο δουλειές παράλληλα με τον αθλητισμό, έπρεπε να ζήσω”

24MEDIA CREATIVE TEAM / KONSTANTINOS BADOUNAS

Η Τατιάνα Γκούσιν -ανήμερα της Γιορτής της Γυναίκας- ανοίγει την καρδιά της στο SPORT24 και τη Μαρία Καούκη, με τη διεθνή Ελληνίδα αθλήτρια του άλματος εις ύψους να αναφέρεται στη δύσκολη παιδική ηλικία και στα πρότυπά της, τη μητέρα της Αλιόνα και την προπονήτριά της, Ιωάννα Σιώμου.

Η Τατιάνα Γκούσιν πανηγύρισε την πρόκρισή της στον τελικό του ύψους των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι, όπως άλλοι αθλητές τα μετάλλιά τους. Για την 31χρονη αυτός ο τελικός ήταν μετάλλιο και παράσημο μαζί.

Έφτασε εκεί πού ήθελε μέσα από μια δύσβατη διαδρομή. Συνεχώς κατάφερνε κάτι. Να την αποδεχθούν αμέσως σε μια νέα χώρα, την Ελλάδα. Να ξεχωρίσει γρήγορα, ανάμεσα στα άλλα παιδιά.

Να σπουδάσει σ’ ένα από τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, αν και παιδί μετανάστριας που εργαζόταν σε γηροκομείο και δεν διέθετε τα χρήματα να υποστηρίξει αυτές τις πανάκριβες σπουδές.

Να μη διαλύσει την αθλητική καριέρα της, παρά τα τσακισμένα πόδια της. Να παραμείνει στον αθλητισμό, αν και σκληρά εργαζόμενη.

Όπως, λέει η ίδια στο SPORT24 -ανήμερα της Γιορτής της Γυναίκας- έγινε η γυναίκα που είναι επειδή είχε πρότυπο δυο άλλες γυναίκες, τη μητέρα της Αλιόνα και την προπονήτριά της Ιωάννα Σιώμου.

“Η μητέρα μου ήρθε το 2000 στην Ελλάδα κι εγώ δύο χρόνια μετά. Το πιο δύσκολο σκέλος της προσαρμογής μου ήταν η γλώσσα. Το πρώτο διάστημα δεν μιλούσα κι αυτό στάθηκε ως αφορμή ένα παιδάκι να κάνει μια χοντράδα στο Δημοτικό.

Απ’ αυτές που κάνουν τα παιδάκια της ηλικίας. Μου έριξε μια κλοτσιά κοροϊδεύοντας, επειδή δεν ήξερα τη γλώσσα. Όμως, αμέσως μετά γίναμε φίλοι και ποτέ δεν αντιμετώπισα άλλο τέτοιο πρόβλημα στην Ελλάδα.

Για να λέμε τα πράγματα σωστά, δεν βίωσα μπούλινγκ, Μόνο αυτό το περιστατικό ήταν. Η αποδοχή που είχα ήταν τόσο μεγάλη που το διέγραψε αυτό. Στη γενιά μας υπήρχαν αυτά. Χαζοπειράγματα της εποχής. Ήσουν λεπτός, σε έλεγαν “καλαμάκι”. Τα παιδιά του Δημοτικού τα λένε αυτά. “Τι καιρό κάνει εκεί πάνω;” με έχουν ρωτήσει, λόγω του ύψους μου.

Η αλήθεια είναι ότι δεν θυμάμαι πώς έμαθα τη γλώσσα. Έχω κενό. Θυμάμαι πώς είναι να μη μιλάω τη γλώσσα και μετά να μιλάω ελληνικά. Το ενδιάμεσο στάδιο δεν το θυμάμαι, αλλά σίγουρα δεν κράτησε πολύ, διότι ήρθα στη Β’ Δημοτικού και στην Γ’ Δημοτικού παρακολουθούσα κανονικά. Υποθέτω ότι λόγω ηλικίας ήμουν “σφουγγαράκι” και τα έμαθα γρήγορα.

Οι πρώτες 2-3 εβδομάδες ήταν δύσκολες. Ενδεχομένως στο δικό μου μυαλό να είναι εβδομάδες, αλλά στην πραγματικότητα να ήταν 2-3 μήνες. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όταν αλλάξαμε τάξη επικοινωνούσα κανονικά. Ναι, μεν έμαθα να μιλάω, αλλά η ορθογραφία συνέχισε να με δυσκολεύει.

Tourette Photography

Ακόμα και σήμερα -καμιά φορά- πρέπει να σκεφτώ λίγο παραπάνω για να γράψω. Επειδή, σπούδασα στην Αμερική, όταν θέλω να γράψω ή ακόμα και να πω κάτι το μυαλό μου κατευθείαν σκέφτεται στα αγγλικά.

Το πρόβλημα μου ήταν η ορθογραφία. Θυμάμαι να γράφω και να ρωτάω τη μαμά μου “πόσα διαφορετικά ”ο” και πόσα ”ι” έχει αυτή η γλώσσα;”, εννοώντας το όμικρον το ωμέγα, το ύψιλον, το ήτα κ.τ.λ. Δεν ήξερα πού να βάλω ποιο.

Τι να μου πει κι η μαμά μου, δυο χρόνια ήταν στην Ελλάδα. Φεύγοντας από τη Μολδαβία αρχικά πήγε στη Ρωσία -δεδομένου ότι λόγω της ΕΣΣΔ ήξερε τη γλώσσα- κι έπειτα ήρθε εδώ. Έμεινε για λίγο μόνη της και μετά με έφερε στην Ελλάδα.

Στο Μενίδι, όπου πήγα σχολείο και μεγάλωσα πέρασα τέλεια παιδικά χρόνια. Τα παιδιά που έκανα παρέα ήταν φανταστικά και με βοήθησαν να προσαρμοστώ. Αμέσως, με καλοδέχτηκαν.

Μ’ έσπρωχνε η μάνα μου να βγω έξω, για να παίξω με τα παιδιά. Ήμουν ντροπαλή. Θυμάμαι την πρώτη φορά έπαιζαν ”κλέφτες και αστυνόμοι”. Μου φώναξαν στο μέρος τους: “Έλα! Θέλεις να παίξεις;”. Τους απάντησα ότι ήθελα ”αλλά δεν έχω ποδήλατο”. ”Δεν πειράζει, έχουμε εμείς!”, μού είπαν. Ένα παιδί, ο Στράτος μού έδωσε το δικό του και με έβαλαν στην παρέα τους”.

“Βοηθούσα στη μουστοποίηση, στο κρασί, στο μαγείρεμα”

“Από την ημέρα που έφυγε η μητέρα μου από τη Μολδαβία, μέχρι την ημέρα που με έφερε στην Ελλάδα μεσολάβησαν τέσσερα χρόνια. Σε αυτό το διάστημα την είχα δει μια – δυο φορές από κοντά, που είχε έρθει στο χωριό.

Θυμάμαι να έρχεται, να πηγαίνουμε βόλτες και μετά -το χειρότερό μου- να φεύγει. Είχα τις φωτογραφίες της. Δεν είχαμε τηλέφωνο στο σπίτι και ήταν δύσκολη η επικοινωνία μας. Μας καλούσε στο σπίτι ενός γείτονα μία στο τόσο.

Ερχόταν η γειτόνισσα, μάς ειδοποιούσε και πηγαίναμε να της μιλήσουμε. Είναι πολύ σημαντικό να έχεις τέτοιες σχέσεις με τους γείτονές σου. Ειδικά, σε ένα χωριό όπως αυτό που μεγάλωσα. Γεννήθηκα στο Ορχέι. Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Μολδαβίας, μετά το Κισινάου. Όμως, δεν μεγάλωσα εκεί, αλλά σε ένα χωριό του Ορχέι, το οποίο λέγεται Χουλμπόακα.

Πρέπει να έχουν απομείνει 80 άνθρωποι εκεί. Είναι ένα χωριουδάκι. Ξαναπήγα πριν από περίπου δέκα χρόνια. Είχαμε τη γιαγιά και τον παππού, εκεί. Δυστυχώς, πέθαναν. Έχουμε ακόμα δύο θείες, τις αδερφές της γιαγιάς μου.

Έκλεισε και το σχολείο, τρία – τέσσερα χρόνια αφότου έφυγα. Δεν υπάρχουν παιδιά. Αυτή είναι η μοίρα των χωριών, αλλά και η μοίρα της Μολδαβίας. Έχουν φύγει όλοι οι νέοι μετανάστες κι έχουν μείνει μόνο παππούδες και γιαγιάδες πίσω. Θα έχουν τεράστιο πρόβλημα. Δουλειές υπάρχουν, αλλά δεν πληρώνουν.

Έχω συντηρήσει τις μνήμες από το χωριό. Ίσως επειδή το σκεφτόμουν συνέχεια όταν ήρθα στην Ελλάδα. Μέναμε σε ένα διαμέρισμα και μου έλειπε το χωριό μου. Μου έλειπε η ζωή εκεί, η καταπράσινη φύση, τα ζωάκια μας.

Έμαθα να κάνω πολλά πράγματα, παρόλο που ήμουν κάτω των οκτώ. Ο παππούς με έπαιρνε και πηγαίναμε παρέα στα χωράφια. Βοηθούσα στη μουστοποίηση, στο κρασί, στο μαγείρεμα. Είχα μάθει να ανάβω τη φωτιά.

Ήξερα να σκάβω με εργαλεία το χώμα για να φτιάχνω κενό και να φυτεύω. Μάζευα φρούτα. Έχω ζήσει αυτή τη ζωή και μου αρέσει περισσότερο το χωριό από την πόλη. Λέω συχνά ότι κάποια στιγμή θα φύγω από την πόλη και θα πάω να ζήσω σε χωριό.

Tourette Photography

Από την άλλη η μητέρα μου έκανε αυτό το βήμα, για να έχω ένα καλύτερο μέλλον και της το χρωστάω. Έχω τη ζωή που έχω. Αν μέναμε στο χωριό δεν θα είχα σπουδάσει, δεν θα μπορούσα να κάνω πολλά πράγματα.

Σε δύο γυναίκες οφείλω όσα έχω ζήσει έως τώρα, στη μητέρα μου και στην προπονήτριά μου, την Ιωάννα Σιώμου. Τη μαμά μου τη λένε Αλιόνα, σαν να λέμε Αλεξάνδρα στα ελληνικά. Είχε σπουδάσει νοσηλευτική επί Σοβιετικής Ένωσης.

Ήταν μικρή όταν με γέννησε. Κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να βρει κάποια αξιόλογη δουλειά για να με συντηρήσει κι αποφάσισε να φύγει. Όλοι έφευγαν από τη Μολδαβία για τον ίδιο λόγο. Ιταλία, Ελλάδα και Ρωσία ήταν οι επικρατέστερες επιλογές. Συνήθως, διάλεγαν τη Ρωσία, επειδή είχαν διδαχθεί τη γλώσσα επί ΕΣΣΔ. Το ίδιο έπραξε κι η μητέρα μου.

Εγώ μιλάω μολδαβικά που είναι ίδια με τα ρουμάνικα. Θεωρούνται διαφορετική γλώσσα, αλλά είναι ίδια. Μιλάω αγγλικά, ελληνικά και στο πανεπιστήμιο έμαθα και ιταλικά. Υπάρχουν και πολύ δυσκολότερες γλώσσες, όπως τα ρωσικά που μιλάει η μητέρα μου.

Ήθελα να μου τα μάθει, αλλά επειδή ήρθαμε στην Ελλάδα έδωσα βάση στα ελληνικά. Όμως θα ήθελα να ξέρω και ρώσικα.

Η πρώτη μου επαφή με τον αθλητισμό έγινε στο Δημοτικό. Τότε, είχε έρθει ένας κύριος για να μας τεστάρει, ώστε να δει αν θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε στο αθλητικό Γυμνάσιο. Έπαιξα μπάσκετ, αρχικά.

Ο προπονητής του μπάσκετ ήταν αυτός που μου είχε επισημάνει πόσο πολύ ψήλωσα σε ένα καλοκαίρι. Πριν κλείσουν τα σχολεία ήμουν πιο κοντή απ’ αυτόν κι όταν επιστρέψαμε ήμουν ψηλότερή του. Πήρα 10 με 15 πόντους σε ένα καλοκαίρι. Είχα πάει στη Μολδαβία. Φαίνεται έφαγα σωστό φαγητό και ψήλωσα. Μέχρι και το Λύκειο ψήλωνα. Τώρα είμαι 1,90 μ..

Την επόμενη χρονιά ένας άλλος προπονητής μού είπε ”έλα να δοκιμάσεις άλμα εις ύψος” και πήγα. Στην αρχή έκανα και τα δύο. Το ύψος το αγάπησα αμέσως. Καλή ήμουν, αλλά κυρίως πήγα επειδή είχα το κορμί για το αγώνισμα. Τη δεύτερη χρονιά που ασχολήθηκα λίγο περισσότερο έφτασα στον τελικό του σχολικού και βγήκα πέμπτη. Μου φάνηκε wow!”.

“Βοηθούσα στη μουστοποίηση, στο κρασί, στο μαγείρεμα”

Από τα πρώτα χρόνια της στο άλμα εις ύψος φαινόταν ότι έχει φτιαξιά για μεγάλα ύψη. Πολλοί προπονητές θεωρούσαν σίγουρο ότι θα κάνει μεγάλη καριέρα.

“Είχα κι εγώ την ίδια προσδοκία. Πίστευα ότι θα κάνω κάτι πολύ καλό.Δυστυχώς, δεν πήγαν όλα όπως τα ήθελα. Ήρθε ο ένας τραυματισμός μετά τον άλλον.

Με ξέκαναν οι πολλοί τραυματισμοί και η όχι και τόσο καλή διαχείρισή τους. Στην Ελλάδα κάνουμε ό,τι μπορούμε με τα μέσα που διαθέτουμε.

Για παράδειγμα, πηγαίνω στον γιατρό που με βλέπει στη Γερμανία, τον Χανς Μίλερ – Βόλφχαρτ. Σκέπτομαι πόσο τυχεροί είναι οι Γερμανοί που έχουν τα πάντα σε ένα τεράστιο κέντρο. Εκεί κάνεις την αξονική σου, τη μαγνητική σου, σε εξετάζει ο γιατρός, κάνεις τη φυσικοθεραπεία σου.

Tourette Photography

Εδώ, η μέρα μου εξαντλείται στις μετακινήσεις. Ο χειροπράκτης μου είναι αλλού, ο φυσικοθεραπευτής μου για το μασάζ αλλού, ο φυσικοθεραπευτής της ενδυνάμωσης αλλού και ο γιατρός μου αλλού.

Δεν βρίσκομαι σε ένα μέρος, όπου όλοι έχουν το ιστορικό μου και κάθε απαραίτητη πληροφορία. Στη Γερμανία ελέγχουν τα πάντα. Κάνουν και αιματολογικές εξετάσεις, για παράδειγμα. Ένας τραυματισμός και ό,τι προκαλεί είναι και σε συνάρτηση με το πώς λειτουργεί ο οργανισμός.

Εγώ για να πάω εκεί και να δει μόνο τον τραυματισμό μου χρειάζομαι 3.000 ευρώ, με τα αεροπορικά και διαμονή μου”.

Οι σπουδές και το παρκάρισμα με δυο κινήσεις

Η Τατιάνα έχει κάνει δεκάδες δουλειές για να παραμείνει στον αθλητισμό, να βγάζει τα έξοδά της και να “νιώθει άνθρωπος”, όπως λέει. Σπούδασε Journalism & Mass Communications στο περίφημο πανεπιστήμιο της Τζόρτζια (ΗΠΑ) με αθλητική υποτροφία.

Ήταν ένας άλλος κόσμος, γεμάτος ευκαιρίες, όμως της έλειπε η μητέρα της, η προπονήτριά της και οι Έλληνες. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα ήθελε να δοκιμάσει ξανά την τύχη της στον αθλητισμό, όμως γρήγορα χρειάστηκε να δουλέψει.

“Στο πανεπιστήμιο της Τζόρτζια πήγαμε έπειτα από την υποτροφία που μας πρόσφερε ο Κύπριος προπονητής, Πέτρος Κυπριανού. Τον γνωρίσαμε με τη μία κολλητή μου, τη Γεωργία Στεφανίδη -η άλλη λέγεται Λυδία- σ’ ένα παγκόσμιο πρωτάθλημα και μας έδωσε την κάρτα του.

Χάρηκα πολύ, επειδή μέχρι τότε δεν ήξερα τι θέλω να σπουδάσω. Από την άλλη πιστεύω ότι δεν θα πήγαινα καλά στις Πανελλήνιες. Το άνευ με τα μόρια είχε σταματήσει την προηγούμενη χρονιά.

Δεν είχα μόρια. Εντέλει, χαίρομαι που δεν είχα και πήρα την απόφαση να πάω έξω. Εκεί μπορείς να κάνεις πρωταθλητισμό και παράλληλα να σπουδάσεις. Είναι υποχρέωση του πανεπιστημίου να σου δώσει τα εφόδια που χρειάζεσαι.

Το Πανεπιστήμιο είναι σαν μια πόλη. Έχει 40.000 φοιτητές και φρόντιζαν τις ανάγκες όλων μας. Για παράδειγμα, όταν θα έλειπα σε ταξίδι για αγώνα ενημέρωνα ότι θα απουσιάσω με την ομάδα και ότι θα χάσω ένα σημαντικό μάθημα.

Σε αυτή την περίπτωση κάποιος βιντεοσκοπούσε το μάθημα ειδικά για μένα και έπειτα ανέβαζε το βίντεο στο προφίλ μου για να το παρακολουθήσω. Αυτό είναι ένα απλό παράδειγμα.

Όταν έφυγα για σπουδές είχα ήδη τενοντίτιδα στο γόνατο, αλλά δεν ήταν κάτι σοβαρό. Ο πρώτος τραυματισμός συνέβη όταν ήμουν στο δεύτερο έτος,στην Αμερική. Έπαθα κάταγμα κόπωσης στο καλάμι. Έμεινα εκτός για να θρέψει. Δεν έθρεψε.

Έχασα πάρα πολύ χρόνο κι έκανα και χειρουργείο. Αν ακουμπήσεις το χέρι σου στο πόδι μου, θα νιώσεις το κάταγμα. Υπάρχει από τότε μέχρι σήμερα. Είναι σε πολύ δύσκολο σημείο. Άρχισα να βάζω περισσότερη δύναμη στο άλλο πόδι και η τενοντίτιδα που είχα στο αριστερό έγινε χειρότερη. Μετά είχα να διαχειριστώ και την επιδείνωση της τενοντίτιδας.

Το ένα ήρθε μετά το άλλο και προσπάθησα να τα ξεπεράσω. Όμως, ήμουν εκεί με αθλητική υποτροφία και δεν είχα άλλη επιλογή. Όχι μόνο λες ” δεν θα σταματήσω”, αλλά ”θα αποδώσω”. Μου άρεσε κιόλας και με ήθελε και το πανεπιστήμιο.

Βγήκα δύο ή τρεις φορές δεύτερη στο NCAA και όλες τις άλλες ήμουν στην οκτάδα. Επειδή ήμουν καλή μαθήτρια και καλή αθλήτρια κέρδισα μια ακόμα υποτροφία για ένα μεταπτυχιακό. Όποτε θέλω μπορώ να πάω να το κάνω.

Άλλος κόσμος. Άλλες ευκαιρίες. Άνοιγες μια πόρτα και σου έλεγαν: “Θα κάνουμε ένα σεμινάριο για τους αθλητές σχετικά με το πώς πρέπει να μιλάτε και να συμπεριφέρεστε στις συνεντεύξεις δουλειάς.

Επειδή, είσαι καλή αθλήτρια και μαθήτρια θα σου δώσουμε και 700 δολάρια για να αγοράσεις ρούχα”. Έχω στη ντουλάπα μου ρούχα, τα οποία τα αγόρασα έτσι στην Αμερική.

Το πανεπιστήμιο ήταν division 1. Ήμουν πολύ τυχερή. Γενικά ήμουν τυχερή επειδή είχα και Έλληνες μαζί μου. Ο προπονητής μου ήταν Κύπριος, είχαμε μια πάρα πολύ ωραία ομάδα και μιλάγαμε ελληνικά.

Tourette Photography

Αυτό ήταν υποστηρικτικό στην ψυχολογία μου, επειδή μου έλειπε η Ελλάδα. Τότε, άρχισα να βλέπω σειρές που δεν έβλεπα εδώ, επειδή απλώς για να έχω επαφή με το ελληνικό στοιχείο.

Όλα καλά με το πανεπιστήμιο, αλλά η Αμερική έχει άλλα κακά. Οι άνθρωποι δεν κοινωνικοποιούνται τόσο. Δουλειά, γυμναστήριο, σπίτι, τέλος. Γι’ αυτό συναναστρεφόμουν κυρίως με μετανάστες.

Τα παιδιά που κάναμε παρέα με τη Γεωργία ήταν οι Κύπριοι, δύο παιδιά από το Ιράν κι ένας από την Ινδία. Την πρώτη φορά που βγήκαμε έξω τσακωθήκαμε για το ποιος θα πληρώσει, όπως συνηθίζουμε στην Ελλάδα.

Στις διακοπές που καθόμασταν μόνο μια εβδομάδα και δεν μπορούσαμε να επιστρέψουμε σπίτια μας, πηγαίναμε στα δικά τους. Thanksgiving -για παράδειγμα- κάναμε μαζί τους. Οι γονείς τους μας είχαν σαν παιδιά τους. Είναι κάπως σαν έθιμο εκεί οι ντόπιοι να μας φιλοξενούν στα σπίτια τους.

Όταν τελείωσαν πια οι σπουδές μου ήθελα να φύγω. Δεν έφυγα τρέχοντας, αλλά μου είχε λείψει τόσο πολύ η Ελλάδα. Η φίλη μου η Λυδία μου έλεγε συνέχεια “Αχ, είναι όνειρο η Αθήνα!”. Μού την είχε “πουλήσει” τόσο ωραία. Ακόμα της λέω: “Εσύ ευθύνεσαι που γύρισα πίσω”.

Μου έλεγε: “Έχουμε αυτά τα μπαράκια, έχουμε εκείνο το εστιατόριο, το από εδώ, το από ‘κεί”. Εγώ ήμουν σε μια φοιτητούπολη, η οποία είχε τέσσερις παμπ -μια βλακεία- και δύο εστιατόρια. Την χώρα την κάνουν οι άνθρωποί της κι εγώ αγάπησα την Ελλάδα. Δεν ξέρω αν απλώς μου ταίριαξε η Ελλάδα, δηλαδή οι Έλληνες ή αν είμαι ίδια. Εδώ μεγάλωσα και τα υιοθέτησα όλα. Ταυτόχρονα, είχα και το διαφορετικό που με βοήθησε σε πολλά άλλα πράγματα.

Ήθελα επίσης να γυρίσω στη μαμά μου και στην Ιωάννα που είναι η δεύτερη μαμά μου. Είναι πολύ δυναμική γυναίκα. Έμαθα πολλά από την Ιωάννα. Ήταν η πρώτη γυναίκα που είδα να οδηγάει εντυπωσιακά καλά. Κάποια στιγμή, πάλευε ένας άντρας να μπει σε ένα πάρκινγκ στο ΟΑΚΑ. Δεν τα κατάφερε κι έφυγε. Από πίσω ήρθε η Ιωάννα και με δυο κινήσεις πάρκαρε.

Ήμουν 16 τότε και μπροστά στα μάτια μου κατέρρευσε ένα κλασικό στερεότυπο που συντηρεί η ίδια η κοινωνία: “Η γυναίκα δεν μπορεί να οδηγήσει καλά”. Το ευχαριστήθηκα και είπα: “Ορίστε, έτσι πρέπει να γίνω κι εγώ!”. Είναι ωραίο πρότυπο.

Τελείως, διαφορετική με τη μαμά μου, που επίσης έχω ως καλό πρότυπο. Μετά τη γέννηση του αδερφού μου έκανε δύο δουλειές και τότε της το χρέωνα. Της έλεγα ότι εγώ μεγαλώνω τον αδερφό μου.

Κι εγώ ήμουν μικρή κι εκείνος μπέμπης και με ζάλιζε. Τώρα, αντιλαμβάνομαι ότι το έκανε για να είμαστε καλά. Οι θυσίες της ήταν τελικά αυτό που έγινα σήμερα. Στερήθηκε πολλά. Δεν πρέπει να είχε αγοράσει κάτι για τον εαυτό της, όσο ήμουν μικρή”.

Οι διπλοβάρδιες και το απωθημένο για μια πιατέλα τυριά και μια Ολυμπιακή συμμετοχή

“Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα μού έβαλα ένα όριο. Μου έδωσα περιθώριο ενός χρόνου για να πετύχω κάτι στον αθλητισμό. Αν δεν τα κατάφερνα θα σταματούσα για να δουλέψω. Έπρεπε κάπως να ζήσω. Πήδηξα πάρα πολύ καλά κι παρέμεινα.

Στην αρχή έμεινα στους ξενώνες. Δούλευα part time. Έκανα φωτογραφήσεις σε events, editing. Κάπως σχετικά με τις σπουδές μου. Είχα αγοράσει κάμερα όσο ήμουν στην Αμερική και μού ήταν σχετικά εύκολο να βγάζω φωτογραφίες. Όμως, έπαιρνε 50€ για ένα event και ήμουν εκεί 10 ώρες.

Ήθελα να φύγω από τους ξενώνες, να ζήσω λίγο πιο ανθρώπινα και άρχισα σιγά σιγά να κάνω και personal, νύχια. Έκανα διάφορα. Ασχολήθηκα με το web desing και τα social media. Τα social τα απεχθάνομαι, εννοώ να διατηρώ εγώ λογαριασμό. Δεν μπορώ καθόλου και έχω λογαριασμό επειδή ”πρέπει”.

Όταν δούλευα σε αυτόν τον τομέα δεν είχα θέμα. Ωστόσο και πάλι δεν έβγαινα οικονομικά και με παρότρυνε η μαμά μου να πάω στο γηροκομείο όπου εργαζόταν, επειδή έψαχναν κάποιον να τους φτιάξει την ιστοσελίδα και τα social.

Η κυρία που είχε το γηροκομείο μου είπε ότι χρειάζεται και γραμματεία και έτσι ξεκίνησα να δουλεύω full time. Όταν είχα κενό έπαιζα τάβλι με τα παππουδάκια. Ήθελαν κι αυτοί να σκοτώσουν κάπως την ώρα τους.

Στις 9.30 π.μ. είχα προπόνηση έως τις 12 το μεσημέρι. Έκανα ένα μπάνιο και έπιανα δουλειά στη 1.00μ.μ., στο Μενίδι. Ήμουν εκεί μέχρι τις 9 το βράδυ. Το έκανα για τρία χρόνια αυτό και γύριζα σπίτι πτώμα. Έκανα δυο δουλειές.

Είχα και άλλη μια part time (web design). Δεν γινόταν να μη δουλέψω. Ήθελα να μείνω σε σπίτι, όχι στους ξενώνες, για να έχω μια κουζίνα να μαγειρέψω, να κάνω το μπάνιο μου, τα βασικά. Ένιωσα άνθρωπος. Μπορούσα να κάνω την τάδε εξέταση που είχα αμελήσει, να βγω μια βόλτα με τους φίλους μου.

Δεν σκεπτόμουν ”μόνο 10 ευρώ μπορώ να ξοδέψω, σήμερα”. Όχι ρε φίλε, θα πάω για ένα κρασί. Θα παραγγείλω την πιατέλα με τα τυριά που δύο χρόνια είχα καημό να την πάρω. Δεν ζούσα πριν και ξαφνικά είχα μια άλλη άνεση. Είχα 800 ευρώ από το μισθό μου και 400 από τον Σχεδιασμό του ΣΕΓΑΣ. Δεν είναι η τρελή άνεση, αλλά σε σύγκριση με τα 400 ευρώ έχει διαφορά.

Έξι μήνες πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες σταμάτησα να δουλεύω. Με βοήθησε πάρα πολύ ο Γιώργος Πομάσκι. Ο κ. Γιώργος μεσολάβησε για να έχω χορηγό. Του χρωστάει πάρα πολλά ο αθλητισμός. Όπου μπορεί βοηθάει με κάθε τρόπο.

Αυτή ήταν η καλύτερη χορηγία που μπορεί να υπάρξει. Η Amstel μάς έδωσε 10.000 ευρώ και μας είπε ότι θέλει 3 stories. Δεν ήθελε να βγάλει κάτι από εμάς, αλλά να μας βοηθήσει. Τους έλεγα “παιδιά θέλω να κάνω ένα ποστ να σας ευχαριστήσω δημόσια” και απαντούσαν ότι δεν χρειάζεται.

Tourette Photography

Τους κυνηγούσαμε για να ανεβάσουμε κάτι, είχε φτάσει Ιούνιος κι εκείνοι έλεγαν “δεν χρειάζεται”. Είχαμε πάρει τα χρήματα και ένιωθα άβολα. Δεν ήθελαν προβολή, αλλά να μας βοηθήσουν.

Ο Μίλτος μετά τον αγώνα του στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Μονάχου, είχε πει: “Θέλω να πιω μια μπύρα”. Το ίδιο και η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη μετά τον δικό της αγώνα. Έπειτα από αυτές τις δηλώσεις η Amstel έστειλε ένα φορτηγό με μπύρες άνευ αλκόολ και κανονικές στο ΟΑΚΑ.

Τότε, μίλησε η εταιρεία με τον κ. Γιώργο. Τους ευχαρίστησε και τους εξήγησε ότι θα ήταν πολύ καλή κίνηση να βοηθήσουν 5-6 παιδιά που έχουν ανάγκη. Κι έτσι πήρα αυτή τη χορηγία και μπόρεσα να αφοσιωθώ μόνο στις προπονήσεις μου πριν από το Παρίσι.

Πράγματι είμαι πιο γεμάτη μετά το Παρίσι. Ένας στόχος ζωής εκπληρώθηκε με τη συμμετοχή μου στους Ολυμπιακούς Αγώνες, ενώ με την πρόκρισή μου στον τελικό πραγματοποιήθηκε ένα μεγάλο όνειρό μου.

Είχα χάσει δύο Ολυμπιακούς Αγώνες. Τη μία φορά λόγω τραυματισμού και την άλλη από μια χαζομάρα με το ranking. Γι’ αυτό είχα τέτοια ”δίψα” πριν από τους Αγώνες. Δεν ένιωθα ότι υπήρχε ένα κενό που ήθελα να γεμίσω με τη συμμετοχή μου, παρά ορμή και λύσσα.

Ήταν απωθημένο, το ”γαμώτο” που λέμε. Ήθελα να το κυνηγήσω, επειδή ένιωθα ότι δεν είχα άλλο περιθώριο.

Είχα κάνει έναν τέλειο κλειστό και στον ανοιχτό άρχισα περίεργα. Δεν μπορούσα να το βρω. Αλλά έφτασα όπως έπρεπε στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Εκεί πού έπρεπε να αποδώσω -στο Ευρωπαϊκό της Ρώμης, δηλαδή- δεν πέρασα ούτε στον τελικό. Το είχα και σίγουρο.

Ήταν -μέσα σε πολλά εισαγωγικά- το ευκολάκι, η πρόβα πριν από τον μεγάλο αγώνα. Ύστερα, έκλαιγα δύο μέρες, επειδή είχα δουλέψει και ήξερα ότι μπορούσα να τα καταφέρω. Πριν από δύο εβδομάδες είχα κάνει 1,94 μ. και το 1,88μ. θα έπρεπε να το περάσω στο φτερό.

Η Ιωάννα (Σιώμου) απογοητεύτηκε, μού τα έσουρε και καλά έκανε, επειδή μού άξιζε. Αγχώθηκα, το δούλεψα μέσα μου και μου βγήκε τελείως αλλιώς στο Παρίσι. Καμιά φορά προκαλούμε εμπόδια μόνοι μας.

Δεν ξέρω αν θα αντέξω ως το Λος Άντζελες. Όσο με πάει το κορμί μου. Κουβαλάει πάρα πολλούς τραυματισμούς. Ελπίζω να αντέξει παράλληλα και η ψυχολογία μου και η τσέπη μου. Θέλω να ανακαλύψω το όριο μου. Δεν θα πω ότι στοχεύω στο πανελλήνιο ρεκόρ, είμαι ρεαλίστρια”.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ