Όταν στην -ας πούμε- εύθραυστη ηλικία των 17 χρόνων, τη ρωτούσαν τι ήθελε να γίνει είχε.. άλλες δουλειές (!) και καμία διάθεση να αποφασίσει. Για αυτό το έριξε... στο συναίσθημα. Έλεγε "θέλω να συνεχίσω το έργο του πατέρα μου", που είχε αποχωρήσει εσπευσμένα από το μάταιο τούτο κόσμο. Συγκινημένοι όλοι, την άφηναν στην ησυχία της, εκτός της μητρός της που είπε να της.. χαράξει πορεία (αφού ήταν κάτι που ήθελε το σκασμένο) και έτσι, βρέθηκε στο Sportime του Χάρη Ξύδη, φίλου του πατέρα Νίκου Μπάκουλη.
Ο Χ.Ξ έκρινε σκόπιμο να ξεκινήσει την πορεία της από το περιφερειακό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου. Η επίσκεψη σε μια γενική συνέλευση ήταν... το τέλος αυτού του κεφαλαίου. Γυρίζοντας στο γραφείο, ζήτησε (σχεδόν γονυπετής) να μεταφερθεί στο τμήμα μπάσκετ -το οποίο είχε ταλαιπωρήσει στο Σπόρτιγκ, υπό τις οδηγίες της Αννυ Κωνσταντινίδου. Ευτυχώς για το άθλημα κατάλαβε νωρίς ότι δεν ήταν γεννημένη να γίνει παίκτρια...
Το "Χάρη, θέλω μια χάρη" (που κάνει ρίμα, αλλά δεν αποθεώνει και τα ελληνικά) την έκανε συνεργάτιδα του τμήματος μπάσκετ και η... κυρία Τύχη ήταν δίπλα της, αφού η κίνηση αποδείχθηκε κίνηση ΜΑΤ. Η δουλειά της έγινε η ζωή της και όταν ήλθε ο κορεσμός... στη σχέση, ήλθε και η κρίση για να μας γυρίσει στα βασικά αυτής της ζωής. Η αγάπη ξαναέγινε έρωτας και η δουλειά έγινε πάλι χόμπι.